Παρασκευή 1 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΖΕΦΡΕΪ ΣΑΞ
Λευκός θόρυβος

Η ταινία είναι για τον Κώστα Χαρδαβέλα. Και είναι, μάλιστα, «επίκαιρη», αφού στη συγκεκριμένη εκπομπή, αλλά και σε άλλες παρόμοιες, έχουν βγει - πάλι - τα φαντάσματα! Και τα «θαύματα»!

Νεκροί επικοινωνούν, μέσω ερτζιανών κυμάτων, με τους οικείους τους! Τους στέλνουν διάφορα μηνύματα. Από βρισίδια, μέχρι, «αγάπη μου, μην ξεχάσεις τη ΔΕΗ»! Πιστέψτε με, κόντρα στην ηθική μου, ευχαρίστως θα έβαζα ένα Chip στο κεφάλι του σκηνοθέτη να δω αν πιστεύει αυτές τις αηδίες που γυρίζει ή αν το κάνει γιατί μας νομίζει θεατές του «Αθέατου Κόσμου». Οχι ότι θα υπήρχε διαφορά, αλλά να...

Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία να πάτε να τη δείτε. Αντίθετα, έχετε χίλιους λόγους για να την αποφύγετε!

Παίζουν: Μάικλ Κίτον, Ντέμπορα Κάρα Ανγκερ.

ΛΥΔΙΑ ΚΑΡΡΑ
Φωνή Αιγαίου

Το ντοκιμαντέρ, της Λυδίας Καρρά, αδικείται που βγαίνει στους κινηματογράφους και αδικεί και τις κινηματογραφικές αίθουσες! Είναι, με τις καλύτερες διαθέσεις, για την τηλεόραση. Εκεί, ίσως, να «πέρναγε» κάπως το όποιο ενδιαφέρον ενδέχεται να παρουσιάζει. Κυρίως, στα σημεία εκείνα που αναφέρεται στην άναρχη δόμηση.

Πρέπει κάποτε να τελειώνουμε με τις «καταγραφές». Το ντοκιμαντέρ είναι να βάζει το μαχαίρι στο κόκαλο. Και η «Φωνή Αιγαίου» δεν το βάζει. Απλώς πονάει. Δεν αποκαλύπτει, δεν καταγγέλλει.

ΕΛΕΝΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗ
Η νοσταλγός

Θα ξεκινήσω θετικά. Είναι παρήγορο, σε μια εποχή όπου το πρόχειρο και το ευκαιριακό βασιλεύει, να βλέπεις μια δημιουργό να σκύβει πάνω στην παράδοση και να προσπαθεί να μεταφέρει έναν κόσμο πραγματικών αξιών. Και είναι, επίσης, παρήγορο αυτή η προσπάθεια να γίνεται με «προσωπικό» τρόπο.

Η «Νοσταλγός» είναι ένα «συν» στην ελληνική κινηματογραφική κουλτούρα. Οχι τόσο για το κινηματογραφικό αποτέλεσμα, που είναι αρκετά στατικό και αμήχανο, όσο γιατί φέρνει στην επιφάνεια πηγές έμπνευσης, που γίνεται προσπάθεια να ξεχαστούν. Να περάσουν οριστικά στη λησμονιά.

Η τόλμη της Αλεξανδράκη να ασχοληθεί με το διήγημα του Παπαδιαμάντη, σε μια εποχή φθήνιας, πρέπει να επιβραβευτεί. Και πρέπει, επίσης, να επιβραβευτεί η επιλογή των χώρων, αλλά και των ηθοποιών, επαγγελματιών ή ερασιτεχνών, που υποστήριξαν το εγχείρημά της.

Οι όποιες επιφυλάξεις μου έχουν να κάνουν με τη «γραφή». Θεωρώ ότι περισσότερο «ειπώθηκαν» τα γεγονότα παρά «δείχτηκαν». Ο κινηματογράφος, ως γνωστόν, πρώτα είναι εικόνα και μετά ...λόγος. Η έλλειψη «δράσης», η έλλειψη ικανοποιητικής «δραματοποίησης» της ιστορίας, αδίκησε το τελικό αποτέλεσμα.

Παίζουν: Ολια Λαζαρίδου, Γιώργος Τσουλάρης, Σπύρος Σταυρινίδης και κάτοικοι της Νισύρου.

Φ. ΓΚΑΡΙ ΓΚΡΕΪ
Be cool

Να χόρευε, τουλάχιστον! Μιλάμε για τον Τζον Τραβόλτα που, τόσο αυτός, όσο και οι υπόλοιποι ηθοποιοί, ακόμα και η όμορφη Ούμα Θέρμαν, αλλά και ο πολύ καλός ηθοποιός Χάρβεϊ Καϊτέλ απλώς περιφέρονται. Λένε και κάποια αστεία, αλλά ποιος να γελάσει; Αφού δε γίνεται τίποτα.

Οι δημιουργοί της ταινίας νόμιζαν πως θα επαναλάμβαναν την εμπορική επιτυχία «Πιάστε τον Κοντό» ή κάπως έτσι. Ομως μια του κλέφτη, δεύτερη δε σηκώνει. Στέρεψαν και έβγαλαν μια βαρεμάρα. Μια αρπαχτή!

Η ταινία ισχυρίζεται πως μας «βάζει» στον κόσμο της μουσικής παραγωγής. Και το κάνει με τετριμμένα αστειάκια και με σχηματικά πλασματάκια (ήρωες). Αυτοί παίζουν και οι πραγματικοί μουσικοί παραγωγοί, αλλά και οι πραγματικοί μαφιόζοι γράφουν ...ιστορία.

Παίζουν: Τζον Τραβόλτα, Ούμα Θέρμαν, Χάρβεϊ Καϊτέλ, Ντάνι Ντε Βίτο κ.ά.

Βδομάδα μεγάλων και μικρών κινηματογραφικών συγκινήσεων

Η κινηματογραφική βδομάδα, που ξεκινάει σήμερα με οκτώ ταινίες, προσφέρει αρκετές συγκινήσεις. Συγκινήσεις, που έχουν να κάνουν με το μοναδικό και ασίγαστο πάθος της ισπανικής ταινίας «Carmen», αλλά και με τα αδέσποτα παιδιά (πώς λέμε αδέσποτα σκυλιά) του Τόκιο, και όχι μόνο, βέβαια, της γιαπωνέζικης ταινίας «Κανείς Δεν Ξέρει». Κοντά τους, με αρκετή απόσταση, όμως, και η περίπτωση της ταινίας από το μακρινό Καζαχστάν,«Σχίζο», όπου οι «νέες συνθήκες» ανοίγουν νέους επαγγελματικούς ορίζοντες (υπόκοσμος) στα νεαρά άτομα. Ενδιαφέρουσα ματιά η ταινία της Ελένης Αλεξανδράκη,«Η Νοσταλγός», που στηρίζεται στο ομότιτλο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για την ταινία της Λυδίας Καρρά, «Φωνή Αιγαίου». Τέλος, ο Τζον Τραβόλτα ενέδωσε οριστικά στο εμπόριο«Be Cool». Κρίμα!

Συγκίνηση και ανατριχίλα παρουσιάζει και η ταινία «Τελική Πράξη», η οποία μιλάει για το μέλλον μας με «φανταστικούς όρους». Αφήσαμε τελευταίο το«Λευκό Θόρυβο», γιατί από μόνος του διάλεξε αυτήν τη θέση. (Νεκροί επικοινωνούν, μέσω ερτζιανών κυμάτων, με τους οικείους τους)! Τελευταίος, και έξω από δω, αν είναι δυνατόν!

ΟΜΑΡ ΝΑΪΜ
Τελική πράξη

Σε κάποια «προνομιούχα» παιδιά (στο μέλλον, ίσως, σε όλα) θα εμφυτεύεται ένα Chip, το οποίο Chip θα καταγράφει οτιδήποτε συμβαίνει στη ζωή τους, αλλά και στη φαντασία τους, ακόμα, και στα όνειρά τους! Τίποτα, λοιπόν, δε θα «σβήνει». Τα πάντα θα καταγράφονται και θα μένουν. Για «κάθε χρήση»;

Αυτό το, για «κάθε χρήση», μας κάνει να δούμε την ταινία σοβαρότερα απ' ό,τι θα βλέπαμε μια οποιαδήποτε άλλη ταινία «επιστημονικής φαντασίας». Γιατί, η ώρα για τέτοια επιστημονικά «επιτεύγματα» έχει φτάσει. Το βλέπουμε στην καθημερινή πρακτική. Και θα πρέπει να λάβουμε τα μέτρα μας. Πριν μας «φορεθούν» και τα Chips, όπως οι τηλεοπτικές κάμερες, που μας παρακολουθούν, οι ίριδες των ματιών μας, που μας αποκαλύπτουν, οι δορυφόροι και τα άλλα ηλεκτρονικά συστήματα, που μας παρακολουθούν.

Η ταινία, με πρώτη ματιά, δε βάζει τέτοια ζητήματα. Μιλάει για κάποιο Chip, που οικειοθελώς βάζουν οι γονείς στο παιδί τους. Οι οποίοι γονείς είναι υποχρεωμένοι να ειδοποιήσουν το παιδί, όταν φτάσει 21 χρονών, ότι στο «μυαλό» του υπάρχει ένας «καταγραφέας» που καταγράφει τη ζωή του. Και εκείνο θα αποφασίσει αν θα επιτρέψει την «προβολή» των εικόνων, που έχουν καταγραφεί. Και, επίσης, εκείνο, το παιδί δηλαδή, ο φορέας, και οι συγγενείς του θα «επιλέξουν» τον «μοντέρ», ο οποίος θα «ανασυνθέσει» τις εικόνες που θα προβληθούν, τελικά. Αυτά στην ταινία. Ομως, ο κάθε υποψιασμένος θεατής μπορεί να διαβάσει, ανάμεσα στις γραμμές της το μέλλον που μας ετοιμάζουν. Αν, βέβαια, τους επιτρέψουμε!

Μια άλλη πλευρά, που επίσης πρέπει να εξεταστεί, είναι αυτή καθ' εαυτή η επιστήμη και από κοντά της και η τεχνολογία. Εγώ προσωπικά εντυπωσιάστηκα με τις δυνατότητες του Chip. Και μελαγχόλησα με τη σκέψη πως χρήσιμες και άξιες ανθρώπινες επιτεύξεις γίνονται εργαλεία καταστροφής σε «κακά» χέρια. Και, ακόμα, πρέπει να εξεταστεί και μια τρίτη πλευρά. Αυτή που σχετίζεται με την ελευθερία του ατόμου. Ποιος αποφασίζει, σε ποια ηλικία και με ποιους όρους και σκοπούς, για τη χρήση οποιουδήποτε Chip στο κεφάλι κάποιου άλλου ανθρώπου; Επίσης, πρέπει να εξεταστεί...

Πολλά πράγματα για εξέταση βάζει η ταινία! Και γι' αυτό την κάνει ενδιαφέρουσα. Αν ο θεατής κάνει τους δικούς του συνειρμούς, βάλει τη δική του φαντασία να δουλέψει, θα πάρει δουλιά για το σπίτι! Θα βρει ένα, ακόμα, ενδιαφέρον «θέμα» για «συζήτηση».

Παίζουν: Ρόμπιν Γουίλιαμς, Μίρα Σορβίνο, Τζιμ Καβίζελ.

ΒΙΘΕΝΤΕ ΑΡΑΝΤΑ
Carmen

Ποιος δεν έχει ακούσει για την Carmen; Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας, που να την αγνοεί! Την έχουμε ακούσει σαν μουσική, την έχουμε δει στο λυρικό θέατρο, στην πρόζα, στην επιθεώρηση. Την έχουμε δει σαν μπαλέτο, σαν ζωγραφικό πίνακα, σαν εικόνα σε μπλουζάκια. Την έχουμε διαβάσει σε μυθιστορήματα, σε ποιήματα και άλλα είδη γραπτού λόγου. Και, βέβαια, την έχουμε δει στον κινηματογράφο. Πολλές φορές, μάλιστα. Προς τι, λοιπόν, μια ακόμα Carmen; Και, όμως...

Ο Βιθέντε Αράντα δεν επαναλαμβάνει! Ετσι, δε θα δείτε μια, ακόμα, κινηματογραφική Carmen. Ο γνωστός και άξιος Ισπανός σκηνοθέτης έχει τη δική του δημιουργική ματιά, για το Μύθο, πια, που λέγεται Carmen. Μακριά από φολκλορισμούς και εύκολες τουριστικές λύσεις (τσιγγάνικα μπαλέτα, τραγούδια και άλλα σχετικά), έφτιαξε μια δική του Carmen. Μια Carmen παθιασμένη. Και, για να ακολουθήσουμε και εμείς τη γνωστή ορολογία, μια Carmen διαχρονική. Καθώς, τόσο η ίδια, όσο και τα άλλα πρόσωπα της ιστορίας έχουν άφθονο ζουμί! Ζουμί από το βαθύ παρελθόν μέχρι το μακρύ μέλλον! Οι ήρωές του είναι όλοι, με πρώτη και καλύτερη, βέβαια, την ίδια την Carmen, άτομα αληθινά και, κυρίως, άτομα ζωντανά. Που ερωτεύονται, που παθιάζονται, που πεθαίνουν. Δεν είναι τυχαίο, που ο Βιθέντε Αράντα δε χρησιμοποιεί την πασίγνωστη από την ομώνυμη όπερα μουσική του Ζορζ Μπιζέ, που, το δίχως άλλο, θα απογείωνε εμπορικά την ταινία του. Αντίθετος στις εύκολες λύσεις, απέφυγε την πεπατημένη. Είναι φανερό πως δεν επιθυμούσε συσχετισμούς.

Η Carmen, του Βιθέντε Αράντα, δεν είναι, απλώς, μια μοιραία γυναίκα, όπως την έχουμε συνηθίσει στις περισσότερες εκδοχές της. Αλλά είναι -πρώτα απ' όλα και πάνω απ' όλα- ένας ελεύθερος άνθρωπος, μια ελεύθερη γυναίκα. Μια γυναίκα, που δε σηκώνει μύγα στο σπαθί της. Και που για την ελευθερία της, αν χρειαστεί, δίνει και τη ζωή της. Οχι μόνον τους έρωτές της και άλλα, δευτερευούσης σημασίας πράγματα, που μπορεί να τα κάνει ο καθένας! Ετούτη είναι αετός!

Ο Ισπανός σκηνοθέτης έβαλε στην ταινία του τον δημιουργό της Carmen, τον Γάλλο συγγραφέα, Προσπέρ Μεριμέ (1803-1870), να ανταμώνει με τους ήρωες, που τον ενέπνευσαν. Να ανταμώνει μαζί τους στο χώρο τους. Να ζει ο ίδιος, από πρώτο χέρι, το Μύθο. Ενα Μύθο, που, ο Αράντα δεν τον απομόνωσε από το ιστορικό περιβάλλον. Από το χώρο και το χρόνο. Αντίθετα! Στη δική του Carmen υπάρχει και η ίδια η Ισπανία (1850). Η οποία δείχνει να βγαίνει από το βαθύ σκοτάδι και αρχίζει να αναδεύεται. Αρχίζει να σχηματοποιεί τις πολιτικές και κοινωνικές ανησυχίες της. Οπως η Carmen, έτσι και η Ισπανία, ή το αντίστροφο, αντί για τάξη προτίμησε την ελευθερία!

Παρακολουθώντας την ταινία του Βιθέντε Αράντα, εκτιμάς τον δημιουργό, που ακουμπάει με σεβασμό στις ρίζες του. Που αγαπάει την πατρίδα του και τις παραδόσεις της. Η ταινία του είναι μια μεθυσμένη από έρωτα, από πάθος και αξιοπρέπεια Ισπανία. Είναι μια ταινία προσφορά στον πολιτισμό και την τέχνη.

Παίζουν: Παθ Βέγκα, Λεονάρντο Σμπαράλια, Τζέι Μπένεντικτ.

ΓΚΟΥΚΑ ΟΜΑΡΟΒΑ
Ο μικρός Σχίζο

Πιο άτυχο, από τα Γιαπωνεζάκια, ο «Μικρός Σχίζο»,από το Καζακστάν, που βρίσκεται να κολυμπάει με απλωτές στους ωκεανούς του νεοεισαχθέντος, στην πατρίδα του, καπιταλισμού, χωρίς, όμως, να ξέρει να κινεί σωστά τα χέρια του, χωρίς να γνωρίζει σωστές αναπνοές και χωρίς σωσίβιο, φυσικά. Αποτέλεσμα; Μόλις στα 15 του χρόνια βουτάει, κατ' ευθείαν στην παρανομία. Ούτε για μια στιγμή δε σκέφτηκε να επιβιώσει με πιο «παραδοσιακούς» τρόπους. Αναλαμβάνει να βρίσκει γερούς και άνεργους άντρες, τους οποίους άλλοι, πιο επιτήδειοι, τους βάζουν να παλεύουν μέχρι θανάτου, εισπράττοντας (οι επιτήδειοι) τα στοιχήματα! Αυτός παίρνει τα ποσοστά του.

Ο Μικρός Σχίζο (πήρε το όνομά του από την αρρώστια του, πάσχει από σχιζοφρένεια) δεν αργεί να φτάσει στην ένοπλη ληστεία, από εκεί στη δολοφονία, και στη συνέχεια, όπως είναι φυσικό, στη φυλακή. Στο μεσοδιάστημα, αντάμωσε τον έρωτα, στο πρόσωπο μιας άλλης ναυαγισμένης περίπτωσης. Μιας κουτσής νεαρής γυναίκας, που μεγαλώνει το παιδί του πρώην φίλου της, ο οποίος σκοτώθηκε στην παλαίστρα! Τη θέση του σκοτωμένου «παλαιστή» παίρνει ο Μικρός Σχίζο, μέχρι να πάει φυλακή...

Βγαίνοντας από τη φυλακή, μετά από 6 χρόνια, τον περιμένει η νεαρή γυναίκα και ο μικρός του σκοτωμένου. Και όλοι μαζί φεύγουν... Εδώ τελειώνει η ταινία. Από εδώ, όμως, κατά τη γνώμη μου, αρχίζει! Φεύγουν να πάνε πού; Το αφιλόξενο τοπίο, πραγματικά και μεταφορικά, είναι σπαρμένο με παλαίστρες, με λαθρεμπόριο, με ναρκωτικά. Αυτοί είναι οι δρόμοι, πια σήμερα, σε ολόκληρη την πρώην Σοβιετική Ενωση, που ανοίγονται στον Μικρό Σχίζο και την παρέα του. Φτάνει η καλή τους καρδιά και ο έρωτάς τους; Μακάρι να φτάνει. Αν και όλοι ξέρουμε πως δε φτάνει...

Ο Μικρός Σχίζο, αντίθετα με τα Γιαπωνεζάκια, επέλεξε τον εύκολο δρόμο. Τον δρόμο της παρανομίας και όχι αυτόν του αγώνα. Ο Μικρός Σχίζο είναι η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους της Γκούκα Ομάροβα, η οποία γεννήθηκε στην Αλμα Ατα, του Καζακστάν, το 1968. Η ίδια έγραψε και το σενάριο.

Παίζουν: Ολασχάζ Νουσουπάγιεφ, Ολγα Λαντίνα.

ΧΙΡΟΚΑΖΟΥ ΚΟΡΕ-ΕΝΤΑ
Κανείς δεν ξέρει

Ο Χιροκάζου Κορε-έντα είναι ένα κινηματογραφικό μηχανάκι. `Η, ένας πραγματικός δημιουργός, αν προτιμάτε! Στο «Κανείς Δεν Ξέρει»,είναι παραγωγός, σεναριογράφος, σκηνοθέτης, μοντέρ! Με άλλα λόγια, η ταινία είναι απόλυτα δική του!

Ο 43χρονος Ιάπωνας σκηνοθέτης, έχει γυρίσει τρεις ακόμα ταινίες, έπιασε ένα πραγματικό γεγονός και το μετέφερε στον κινηματογράφο. Τέσσερα αδελφάκια, δυο αγοράκια και δυο κοριτσάκια, από διαφορετικό πατέρα το καθένα, αλλά από την ίδια μάνα, ζούνε σε ένα ενοικιασμένο διαμέρισμα του Τόκιο. Οι πατεράδες έχουν εξαφανιστεί. Η μητέρα τους, μια ανώριμη και επιπόλαια νεαρή γυναίκα, προσπαθεί να κάνει ό,τι μπορεί. Ομως, εκείνο που επιθυμεί περισσότερο, είναι να ανταμώσει τον άντρα, που θα την αγαπήσει. Αυτή της η επιθυμία μεταφράστηκε σε τέσσερα παιδιά! Παρ' όλα αυτά, ο στόχος της εξακολουθεί να είναι ο κυρίαρχος στόχος της. Ετσι, εξαφανίζεται κατά διαστήματα, με κάποιον που νομίζει ότι είναι αυτός που περίμενε, αφήνοντας μόνα τους τα παιδιά. Στο τέλος, κάποια μέρα, θα εξαφανιστεί για πάντα. Και τα παιδιά θα πρέπει να «κολυμπήσουν» τελείως μόνα τους!

Ο Χιροκάζου Κορε-έντα απέφυγε τους μελοδραματισμούς. Απέφυγε ακόμα και τις εύκολες καταγγελίες. Δε στάθηκε, βέβαια, ουδέτερος απέναντι στο πρόβλημα. Απέδωσε τις ευθύνες σε όσους (κράτος, κοινωνία, γονείς) τις έχουν. Εδειξε ότι ζούμε σε άδικη και προβληματική κοινωνία. Η οποία κοινωνία, είτε ενεργητικά, είτε παθητικά, πληγώνει τους αδυνατότερους (παιδιά, γυναίκες, φτωχούς κλπ.). Εκείνο, όμως, που τον ενδιέφερε ιδιαίτερα είναι τα ίδια τα παιδιά. Και οι «ψυχούλες» τους. Δεν τα έβαλε να κλαίνε και να κραυγάζουν. Αντίθετα, τα έδειξε γεμάτα χαρά και επιθυμία για ζωή. (Ετσι, η αδικία σε βάρος τους παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις). Εκεί που ο κάθε λογικός άνθρωπος θα το έβαζε στα πόδια, ετούτα, μονιασμένα σαν μια γροθιά, αγωνίστηκαν να επιβιώσουν. Να επιβιώσουν σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον.

Και τα κατάφεραν. Εως ένα σημείο, βέβαια. (Η ταινία είναι ρεαλιστική, δε λέει ψέματα). Ο αγώνας τους, δυστυχώς, δεν ήταν ολοκληρωτικά νικηφόρος. (Πώς θα μπορούσε να ήταν;). Είχαν, βέβαια, νίκες! Είχαν, όμως, βαριές, βαρύτατες, απώλειες. Και, το χειρότερο, όταν το κράτος τα ανακάλυψε, τα χώρισε! (Ενας από τους στόχους των παιδιών ήταν να μείνουν για πάντα μαζί. Γι' αυτό άλλωστε κρύβονταν, και δε ζήτησαν βοήθεια από την πρώτη στιγμή).

Η Ταινία είναι πολύ τρυφερή. Και σε πληγώνει με το γάντι. Γι' αυτό, ίσως, ο πόνος -και οι ενοχές;- είναι πιο βαθύς. Τα παιδιά αποδίδουν τους ρόλους τους με εξαιρετικό ρεαλισμό. Ρεαλιστική είναι και η φωτογραφία. Και, φυσικά, η σκηνοθεσία. Μια ταινία, που προστίθεται στα θετικά του ιαπωνικού κινηματογράφου. Ιδιαίτερα σήμερα, που αλληθωρίζει προς το κακό Χόλιγουντ. Ο Μικρός πρωταγωνιστής του, 14 μόλις ετών, πήρε το Α` βραβείο ανδρικού ρόλου, στο Φεστιβάλ των Καννών (2004).

Παίζουν: Γιούγια Γιαγκίρα, Αγιου Κιταούρα, Μομόκο Σιμίζο, Γιου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ