Πέμπτη 23 Φλεβάρη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΣΤΙΒΕΝ ΝΤΑΛΝΤΡΙ
Εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά

Ταινία για την απώλεια, τον πόνο, τις τύψεις και το φόβο. Καλοφτιαγμένη, με αρκετή δόση χολιγουντιανού πνεύματος και χωρίς να πείθει απόλυτα. Αναφιλητά, ασάφειες και μόνιμη συναισθηματική φόρτιση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της κινηματογραφικής αφήγησης της ιστορίας του ομότιτλου μυθιστορήματος του Jonathan Safran Foer, ενός κολάζ εσωτερικών μονολόγων που δημοσιεύτηκε το 2005, την κινηματογραφική μεταφορά του οποίου ο Στίβεν Ντάλντρι - σκηνοθέτης των γνωστών ταινιών «ΟΙ ΩΡΕΣ», «ΜΠΙΛΙ ΕΛΙΟΤ» - τοποθετεί σε πατρόν κλαψιάρικων χολιγουντιανών μελοδραμάτων. Το είδος του δακρύβρεχτου μελοδράματος δεν ενέχει υποχρεωτικά αρνητική χροιά. Το «άρμεγμα» των συναισθημάτων του θεατή θα μπορούσε στην καλύτερη των περιπτώσεων να ανοίξει δρόμους ως προς την κατανόηση, την αλληλεγγύη, την ανθρωπιά εν γένει.

Η ταινία αναφέρεται στη διαχείριση - από την οπτική ενός μικρομέγαλου εντεκάχρονου που έχει «υπαρξιακή» ανάγκη από δομές και συστήματα - μιας σοβαρής απώλειας. Εκείνης του αγαπημένου του πατέρα, κοσμηματοπώλη, που το πρωινό της 11ης Σεπτέμβρη βρισκόταν τυχαία σε έναν από τους δίδυμους πύργους που κατέρρευσαν μετά το τρομοκρατικό χτύπημα. Η ταινία κρατά στάση α-φύσικης σιωπής αναφορικά με το καθαυτό γεγονός του χτυπήματος και δεν βρίσκει τίποτε απολύτως να σχολιάσει. Από μια υπάρχουσα και ευρέως διαδεδομένη πλήρη εικόνα, με εξήγηση λογική ή λογικοφανή αίτιου/αιτιατού (δεν εξετάζεται η αλήθεια ή όχι) η ταινία ανασύρει αποκλειστικά το στοιχείο του αντικατοπτρισμού των συναισθημάτων και μόνο που προκάλεσε το χτύπημα. Κι επειδή το επιμέρους δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί έξω από τη διαλεκτική του όλου είναι επόμενο να «πνίγονται» οι ήρωες - εν προκειμένω ο μικρός Οσκαρ - στα αδιέξοδα μιας διαχείρισης της απουσίας που υπερβαίνει κάθε επεξεργασία λογικής και κατανόησης.

Κατά την πρώτη ώρα, η αφήγηση εμφανίζεται δυσκίνητη και λογοτεχνική, με επαναλήψεις, με το βλέμμα στο παρελθόν μέσα από ατέλειωτους εσωτερικούς μονολόγους και με δράση χωρίς ρυθμό. Την ταινία σώζει ο 83χρονος Μαξ φον Σίντοβ, που υποδύεται έναν μυστηριώδη ηλικιωμένο που δε μιλά και επικοινωνεί με τον περίγυρο με χαρτί και μολύβι. Με την είσοδο του φον Σίντοβ στην εικόνα, η αφήγηση αποκτά νεύρο και σουσπάνς, αρχίζει να ζωντανεύει και να λειτουργεί με εικόνες κι όχι με λόγια, σε μια προσπάθεια απογείωσης ... Αν αξίζει να δει κανείς την ταινία αυτή, είναι αποκλειστικά και μόνο για τον φον Σίντοβ, έναν από τους ελάχιστους τελευταίους μεγάλους, έναν ηθοποιό φτιαγμένο από τη στόφα των αυθεντικά ακέραιων καλλιτεχνών. Ο φον Σίντοβ μπορεί να είναι αλλά και να μην είναι ο Γερμανός παππούς του αντιπαθούς μικρού με τα υστερικά ξεσπάσματα και τις κρίσεις πανικού, που ζει στη σκιά της μεγάλης καταστροφής. Στα χέρια του, βρέθηκε ένα περίεργο και μυστηριώδες κλειδί που ο 11χρονος εκλαμβάνει ως μήνυμα του πατέρα του, σαν παιχνίδι του χαμένου θησαυρού που έπαιζαν μαζί και βάζει σκοπό της ζωής του να ανακαλύψει την κλειδαριά που ξεκλειδώνει. Ψύλλους στ' άχυρα, δηλαδή, ... αλλά έτσι ο Οσκαρ διαχειρίζεται τον πόνο του και γιατρεύει τις πληγές του.

Παίζουν: Τόμας Χορν, Τομ Χανκς, Σάντρα Μπούλοκ, Μαξ φον Σίντοβ, Βιόλα Ντέιβις, Τζέιμς Γκαντολφίνι, Τζον Γκούντμαν, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2012).

Ο,τι πιο καινούριο, οι επανεκδόσεις!

Οσο καταβαραθρώνεται η οικονομική δυνατότητα των εργαζομένων και περιορίζονται αναγκαστικά και οι έξοδοι για σινεμά, άλλο τόσο θα πρέπει να αυξάνουν οι απαιτήσεις από πλευράς τους και τα κριτήρια επιλογής των ταινιών που θα άξιζε να δει κάποιος. Πάντως, για την τρέχουσα βδομάδα, μην κάνετε τον κόπο να ανατρέξετε στις πρεμιέρες. Δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα το ενδιαφέρον και αξιόλογο. Παρεμπιπτόντως, όλες έχουν, εν είδει κοινού παρονομαστή, ένα είδος περίεργου τέλους. Αντί αυτών, σας προτείνουμε ό,τι πιο καλλιτεχνικό, ό,τι πιο σφριγηλό και πιο επίκαιρο, δηλαδή καινούριο, μοντέρνο και σύγχρονο έχει να προσφέρει η βδομάδα... Στον κινηματογράφο CAPITOL ZEFYROS, από σήμερα μέχρι και την ερχόμενη Τετάρτη, θα φιλοξενείται αφιέρωμα στον γερμανικό κινηματογράφο του μεσοπολέμου, με ενιαίο εισιτήριο 8 ευρώ. Το πρόγραμμα συνίσταται σε τρεις, από τις πιο ριζοσπαστικές και καινοτόμες ταινίες της εποχής που προβάλλονται κάθε μέρα, την ίδια ώρα: Στις 18.00 /«ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΟΤΗΤΑ: Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΤΟ ΟΡΥΧΕΙΟ» (1931) του Γκέοργκ Βίλχελμ Παμπστ. Στις 20.00 / «ΟΠΕΡΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΡΑΣ» (1931) του Γκέοργκ Βίλχελμ Παμπστ, από το θεατρικό του Μπέρτολτ Μπρεχτ και τέλος στις 22.00/ «KUHLE WAMPE: ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΗΚΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» (1932) σε σκηνοθεσία Ζλάταν Ντούντοβ και σενάριο Μπερτ Μπρεχτ. Οσοι δεν τις έχετε δει, μην τις χάσετε!

Επίσης, σήμερα το απόγευμα ξεκινά στους χώρους της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, η «1ηΕβδομάδα Αφρικανικού Κινηματογράφου» που θα διαρκέσει έως και τις 29 Φεβρουαρίου. Η εκδήλωση διοργανώνεται από την Ταινιοθήκη και τις Πρεσβείες και επίτιμα Προξενεία χωρών της Αφρικής στην Ελλάδα. Εκτός της σημερινής πρεμιέρας που θα ισχύσουν προσκλήσεις, η είσοδος για το κοινό, σε όλες τις υπόλοιπες προβολές είναι δωρεάν. Αρκετές είναι οι ταινίες που διαθέτουν ελληνικούς υπότιτλους, άλλες όμως έχουν αποκλειστικά αγγλικό υποτιτλισμό. Για λεπτομέρειες, επικοινωνήστε με την Ταινιοθήκη.

Ακόμα, καναδικής παραγωγής 2012 είναι η μεταγλωττισμένη στα ελληνικά οικογενειακή ταινία κινουμένων σχεδίων «ΒΑRΒΙΕ, ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΓΟΡΓΟΝΑΣ 2» σε σκηνοθεσία Γουίλιαμ Λάου. Η Barbie υποδύεται την γοργόνα πριγκίπισσα Μερλία που αποφασίζει να λάβει μέρος στο μεγαλύτερο τουρνουά σερφ της Αυστραλίας. Ομως, η ισχυρή αντίπαλός της Κάιλι, κλέβει το κολιέ της, απελευθερώνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο από την δίνη της, την δαιμόνια γοργόνα Ερις...

Οσο για την ελληνική πρεμιέρα της βδομάδας έχει τίτλο «L, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ» και είναι παραγωγής 2012. Διαφωτιστικό το σημείωμα του συναδέλφου Κωνσταντίνου Κομματά που αναφέρει : «Ισως να μην άξιζε να γραφτεί ούτε μια γραμμή για το φλύαρο και ανούσιο κατασκεύασμα του Μπάμπη Μακρίδη. Αξίζει όμως να επισημανθεί ότι ο «ιός του Λανθιμισμού» επεκτείνεται ραγδαία στην πενιχρή ελληνική παραγωγή. Ακοπη θολούρα που έχει αρχίσει να προσλαμβάνει διαστάσεις ρεύματος και άποψης. Μια απόλυτα αντιδραστική οπτική, μακριά από κάθε βασανιστικό πρόβλημα της κοινωνίας μας που βιώνει μια τέτοια βάρβαρη επίθεση σε κάθε επίπεδο. Βεβαίως, και αυτή η ταινία, έτυχε έγκρισης και έλαβε μέρος στα διαγωνιστικά τμήματα των κινηματογραφικών φεστιβάλ Sundance και Ρότερνταμ ...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΤΖΟΖΕΦ ΜΑΚ ΤΖΙΝΤΙ (ΕΜΣΙ ΤΖΙ)
Αυτό θα πει πόλεμος

Ο Εμσι Τζι είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας «ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΙ». Ο χυδαίος κινηματογράφος λοιπόν ξαναχτυπά. Από τα ευτελέστερα, σαχλότερα και πιο άχρηστα φιλμ που ωστόσο, ομολογουμένως, είχε περιθώρια να είναι πολύ χειρότερο!..

Εδώ δεν υπάρχει τίποτα να εκτιμήσει κανείς στα σοβαρά, ούτε τη χαζή ρομαντική κωμωδία, ούτε το χυλό που γεμίζει τα κεφάλια όλων των ρόλων, ούτε ακόμα και την «ισορροπημένη» ισορροπία μεταξύ ταινίας κομπιουτερίστικης δράσης και φτηνιάρικης τηλεοπτικής ανοησίας για εφηβικό κοινό...

Οι δυο ικανότεροι πράκτορες της CIA στο Λος Αντζελες, που τυγχάνει μάλιστα να είναι σούπερ νέοι, σούπερ ωραίοι και σούπερ ελεύθεροι, είναι αχώριστοι φίλοι καρδιακοί μέχρι τη στιγμή που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα...

Παίζουν: Τομ Χάρντι, Κρις Πάιν, Ρίιζ Γουίδερσπουν, Λόρα Βάντερβουρτ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2012).

ΤΖΟ ΚΑΡΝΑΧΑΝ
The Grey

Δεν είναι εύκολο να στηρίξει κανείς μια ολόκληρη ταινία με θέμα τον αγώνα επιβίωσης μιας μικρής ομάδας ανδρών καταμεσής στο πολικό ψύχος και στους άγριους λύκους που ψάχνουν για τροφή. Ο Τζο Κάρναχαν μεταφέρει στον κινηματογράφο μια σύντομη ιστορία του Ian Mackenzie Jeffers, η (κατα)χρήση ωστόσο δοσμένων συνταγών και στερεότυπων σε ένα αδύνατο σενάριο, καθιστά την αφήγηση ιδιαίτερα προβλέψιμη. Το έλλειμμα αυθεντικότητας στη γραφή αλλά και τoν τρόπο αφήγησης καθώς και το στοιχείο των ψεύτικων «κομπιουτερίστικων» λύκων, κατατάσσει ξεκάθαρα την ταινία σε «Β φιλμ» που «περπατάει» λόγω αναμονής και προσμονής μήπως και εμφανιστεί κάτι καινοτόμο που να ξεφεύγει από τα πλαίσια του dj'vu(deja vu - κυριολεκτικά: «έχω ξαναδεί», η εμπειρία του συναισθήματος).

Η ταινία αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας εργαζομένων σε μια πετρελαϊκή εταιρεία στην Αλάσκα που επιστρέφουν σπίτι τους με το μικρό αεροπλάνο της εταιρείας, το οποίο απογειώνεται - παρά την αναμενόμενη επιδείνωση του καιρού. Το αεροπλάνο συντρίβεται μέσα στη χιονοθύελλα κάπου στις παγωμένες έρημες στέπες κι από τα συντρίμμια βγαίνουν κάποιοι επιζήσαντες και αρχίζουν να οργανώνουν την επιβίωσή τους. «Ξέρεις πόσους μισθούς γλύτωσαν μ' αυτήν τη συντριβή; Η εταιρεία δεν δίνει δεκάρα για μας» λέει κάποιος. Φράση που ενέχει επίγνωση της φύσης του συστήματος και που επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι κανείς - μέχρι το τέλος της ταινίας - δεν βγήκε να τους ψάξει ή να δει πώς κατέληξε η πτήση... Το στοιχείο της «απομόνωσης» είθισται να λειτουργεί ως ιδανικό περιβάλλον για ενδοσκόπηση, στοχασμό, απολογισμό ζωής κλπ. και είθισται να ανάγει το έργο σε επίπεδα πιο πνευματικά. Ο Κάρναχαν, μπορεί να εντάσσει στην αφήγησή του, που σφύζει από flash back (φλας μπακ), σκηνές συγκινητικές και σκέψεις ποιητικές. Τα στοιχεία όμως αυτά προσδίδουν ένα συναίσθημα ψεύτικου βάθους δεδομένης της ρηχότητας του σεναρίου - που δεν μπορεί να πείσει όσο και αν σκάψει κανείς στο βάθος και παραμένει στο στυλ, που βγαίνει από μόνο του χωρίς ο σκηνοθέτης να κάνει κάτι ιδιαίτερο, αλλά και της αδεξιότητάς του. Για ποιο λόγο ο κυνηγός, όταν ανακαλύπτει ότι πέσανε σε έδαφος λύκων, δεν ψάχνει κατευθείαν για το όπλο του που το βρίσκει τυχαία αργότερα και δεν το χρησιμοποιεί ... Η πραγματική φύση της περιπέτειας αυτής - που δεν λουστράρεται με τίποτα - είναι η ανδρική συντροφικότητα. Οι ήρωες της ιστορίας - σκληροί άνδρες με φύση σιωπηλή - συμμαχούν αλλά και αντιπαρατίθενται άγρια μεταξύ τους. Δεν συζητούν τεχνικές επιβίωσης αλλά φιλοσοφούν για τη ζωή, το θεό, τις λύπες και τύψεις τους, για την ηθική και τη μεταφυσική της θνησιμότητας. Κι απέναντί τους καραδοκούν αγέλες πεινασμένων, άγριων λύκων (που «μυρίζουν» από μακριά ειδικά εφέ). Τα παραπάνω σκιαγραφούν και το κοινό στο οποίο απευθύνεται η ταινία.

Γιγαντιαίος πρωταγωνιστής στο θρίλερ επιβίωσης ο Λίαμ Νίσον, στο ρόλο του επαγγελματία κυνηγού άγριων ζώων που απειλούν τις εγκαταστάσεις της εταιρείας. Ο Νίσον είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει μετά το θάνατο, από αρρώστια, της γυναίκας του που εμφανίζεται στα όνειρα και τα οράματά του. Αισθάνεται ότι έχασε τα πάντα και πια δεν του μένει τίποτα να χάσει. Σε αυτήν την κατάσταση τον βρίσκει η συντριβή που επαναθέτει το ζήτημα του θανάτου κάνοντάς τον να αντιληφθεί ότι αυτό που τώρα τίθεται πάνω απ' όλα είναι η επιβίωση. Βέβαια, δραματουργικά, τα παραπάνω στοιχεία συνιστούν ισχνότατο μανδύα που τυλίγει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, τη ραχοκοκαλιά της σεναριακής κατασκευής, όπου τα πάντα κρέμονται πάνω του, μανδύας που ουδόλως διαφέρει απ' ό,τι έχουμε δει νωρίτερα. Παράλληλα διάσπαρτα στην ανάπτυξη της αφήγησης εμφανίζονται σαν γροθιές συναισθηματισμού, στοιχεία για την ιστορία καθενός από τους επιβιώσαντες - που σαν τους δέκα μικρούς νέγρους, ένας - ένας βγαίνουν από το πλαίσιο. Στοιχεία από το παρελθόν, με φλας μπακ, που προσδίδουν μια αίσθηση ανθρωπιάς στους άνδρες, που το μόνο που γνωρίζουμε εξαρχής γι' αυτούς είναι ότι θα πεθάνουν.

Με την ολοκλήρωση της σεκάνς της συντριβής, ο ρυθμός κάμπτεται, η ίντριγκα μειώνεται, η αγωνία αυξάνεται σε βάρος της δράσης, που παύει σχεδόν να υπάρχει πραγματικά και αναπαριστάται με τις κινήσεις της κάμερας. Βασιλεύει το στοίχημα για το πότε θα χτυπήσουν ξανά οι λύκοι και η ταινία από περιπέτεια μεταλλάσσεται σε ταινία τρόμου. Ούτε το χιούμορ που πηγάζει από το τίποτα, ούτε το μακρόσυρτο μελόδραμα που ντύνει η γλυκερή μουσική και το ρελαντί στην εικόνα μπορεί πια να κρύψει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κολάζ από ιδέες και λύσεις που έχουμε, κατά κόρο, δει στο παρελθόν. Στην ταινία, που πραγματεύεται την αντιπαράθεση δυο πόλων, του ανθρώπινου και του ζωώδους, μέγιστο έλλειμμα συνιστά το τέλος της. Είναι κάτι που εντάσσεται μάλλον σε μια καινούργια μόδα, να μην ολοκληρώνεται ποτέ η ιστορία ενός φιλμ, το τέλος να μένει ανοιχτό στην ερμηνεία του θεατή ως συνδημιουργού ή ως διαδραστική λειτουργία στην εκτός κάδρου αφήγηση...

Παίζουν: Λίαμ Νίσον, Ντάλας Ρόμπερτ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Καναδάς (2012).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ