Κυριακή 12 Φλεβάρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Μικρές σελίδες

Πατάτες, πατάτες να 'ναι και όπως να 'ναι. Βραστές, τηγανητές, ψητές, γιαχνί, σαλάτα, μου αρέσουν το ίδιο. Ας επιχειρήσουμε σήμερα να κάνουμε πατάτες γιαχνί. Καθαρίζουμε και πλένουμε καλά ενάμισι κιλό πατάτες και τις αφήνουμε στο νερό για να μη μαυρίσουν. Σε μια κατσαρόλα βάζουμε μισό φλιτζάνι του τσαγιού λάδι και ρίχνουμε δυο ψιλοκομμένα κρεμμύδια, προσθέτουμε μια κουταλιά πάστα ντομάτα ή μισό κιλό ντομάτες ώριμες, τρία καρότα ξυσμένα και κομμένα σε λεπτές φέτες και δυο κουταλιές σέλινο, το σκόρδο το αποφεύγω, όμως εσείς, αν θέλετε, προσθέστε και δυο σκελίδες σκόρδο. Επειτα ρίχνουμε τις πατάτες και ένα ποτήρι νερό. Οταν το πιουν προσθέτουμε λίγο ακόμη. Οι πατάτες πρέπει να μείνουν μονάχα με τη σάλτσα τους. Δηλαδή, με το λάδι τους.

Επειδή έχουμε χρόνο και μας έμειναν αρκετές πατάτες και επειδή αύριο δε θα έχουμε χρόνο να μαγειρέψουμε, λέμε να κάνουμε από τώρα μια πατατοσαλάτα. Αφού λοιπόν έχουμε βράσει τις πατάτες θα τις κόψουμε κομμάτια και θα τις βάλουμε σ' ένα μπολ. Θα τις περιχύσουμε με φρέσκο λάδι και θα τις ανακατέψουμε μαλακά. Επειτα θα προσθέσουμε αλάτι και πιπέρι, ψιλοκομμένο κρεμμύδι, μια κονσέρβα τόνο και τρεις κουταλιές μαγιονέζα λάιτ. Θα συνεχίσουμε να ανακατεύουμε μαλακά - μαλακά και μόλις όλα τα υλικά έχουν γίνει ένα με τις πατάτες, τότε θα τις σκεπάσουμε με αλουμινόχαρτο και θα τις βάλουμε στο ψυγείο. Θα δείτε αύριο θα είναι ακόμα καλύτερη η σαλάτα μας. Νοστιμότερη.

Εν συντομία

Ενα κίτρινο μπαλόνι, η Μπέκι, ξεφεύγει από τα χεριά ενός παιδιού. Από εκείνη τη στιγμή, θα αρχίσει ένα συναρπαστικό ταξίδι μέσα στα σύννεφα. Από ψηλά, η Μπέκι θα βλέπει ανθρώπους που ζουν πάνω σε δένδρα, άλλους να χτίζουν τα σπίτια τους με τούβλα από πάγο και πολλά και πολύ παράξενα πράγματα που συμβαίνουν εκεί κάτω... Αυτή είναι περίπου η ιστορία, που θα διαβάσετε στο βιβλίο της Ελένης Γιοβανόγλου «Τα παράξενα σπίτια» με την εικονογράφηση του Ζήση Παπαγεωργίου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα».

Λογοτεχνικές αποδράσεις

Μικρή απόδραση, γοητευτική, λογοτεχνική και αποκριάτικη θα τολμήσουμε να κάνουμε. Τώρα. Σε άλλο τόπο σε άλλο χρόνο θα γυρίσουμε. Μέσα από τις καλογραμμένες τούτες γραμμές, θα πάρουμε μια γεύση από το αλεξανδρινό καρναβάλι του τότε.

«Αυτό που διασκέδαζε όμως περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο τους Αλεξανδρινούς ήταν το Καρναβάλι, ιδιαίτερα τα τρία τελευταία μερόνυχτα του. Στο Καρναβάλι γλεντούσαν όχι μόνο οι καθολικοί, οι διαμαρτυρόμενοι και οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά και οι κόπτες, οι πλούσιοι μουσουλμάνοι και Εβραίοι. Τα μπαλκόνια ιδιαίτερα των ελληνικών σπιτιών ήταν καταστολισμένα με λουλούδια και βελούδα κι από κάτω τ' άρματα που περνούσαν συναγωνίζονταν το ένα το άλλο στη θεαματικότητα και την πρωτοτυπία. Μόλις έπεφτε το σκοτάδι ντόμινο, Νέρωνες, Κλεοπάτρες, κλόουν, βρικόλακες και λογιών λογιών μασκαρεμένοι έβγαιναν παρέες παρέες χορεύοντας και τραγουδώντας στους δρόμους που γέμιζαν σερπαντίνες, κομφετί, φασόλια και ρύζι με τα τρελά κι ανέμελα παιχνίδια τους. Τ' αποκριάτικα ρούχα, τα γέλια και τα τραγούδια των ξέφρενων μασκαρεμένων, οι μουσικές, καθώς επίσης οι λάμψεις και τα χρώματα που φώτιζαν τον ουρανό απ' τα πυροτεχνήματα έδιναν στην Αλεξάνδρεια μια όψη εξωπραγματική.

Τα κέντρα διασκεδάσεων, τα καμπαρέ και οι σύλλογοι γέμιζαν από κόσμο που ξεφάντωνε χορεύοντας. Κατά τις δώδεκα έφευγαν οι πιο συντηρητικοί και οι πιο ζωηροί έφθαναν στο ζενίθ του κεφιού και της τρέλας τους. Πίσω απ' τις μάσκες και την ανωνυμία και μέσα σ' αυτόν τον παράφρονα ενθουσιασμό, σ' ορισμένους ξυπνούσαν πρωτόγονα ένστικτα κι επιθυμίες που τα πραγματοποιούσαν όταν φυσικά έβρισκαν ανταπόκριση. Ξεχνούσαν την ίδια την ταυτότητά τους κι αφήνονταν σ' αυτές τις παρορμήσεις της στιγμής, αφού άλλωστε κανείς δεν τους αναγνώριζε και ήταν κάτι το παροδικό».

Απόσπασμα από το βιβλίο της Δάφνης Αλεξάνδρου «Αντίο Αλεξάνδρεια» (εκδόσεις Κέδρος), που αναδημοσιεύεται από τις εκδόσεις Μεταίχμιο στη σειρά «Μια πόλη στη λογοτεχνία» «Αλεξάνδρεια». Τις επιλογές κειμένων έκανε ο Φαίδων Ταμβακάκης.

Καθ' οδόν: Στην Πίζα

Θέα στον ποταμό Αρνο
Θέα στον ποταμό Αρνο
Ημουν ήδη δυο μέρες στη Φλωρεντία, όταν αποφάσισα να συνεχίσω την περιήγηση στην κεντρική Ιταλία, επισκεπτόμενος τη γειτονική Πίζα. Κατέβηκα στην είσοδο του ξενοδοχείου, όπου δυο πατριώτες, πετώντας αρχοντοβλαχικά τα αποτσίγαρα χάμω, ξεκινούσαν τις βαθυστόχαστες κρίσεις τους. Είχα ακούσει το προηγούμενο βράδυ ελληνικά στους διαδρόμους και περίμενα το πρωί να συναντήσω αυτό το οργανωμένο γκρουπ. Είπα να πω μια «καλημέρα» στους δυο τύπους, μα μου κόπηκε η όρεξη.

«Είδες; ούτε Αλβανούς, ούτε τίποτα. Τους έχουν διώξει όλους. Μόνο εμείς οι μ.... τους έχουμε κρατήσει». Τις προηγούμενες 48 ώρες, εργαζόμενοι σκληρά σε δυο - όπως υπολόγισα - δεκάωρες βάρδιες, Αλβανοί μετανάστες είχαν ολοκληρώσει την ανακαίνιση της εισόδου στο ξενοδοχείο. Στο προσωπικό καθαριότητας η πλειοψηφία ήταν γυναίκες από τη Σλοβενία και την Κροατία. Στην πόλη, έξω από το ιστορικό κέντρο, συναντούσες σε κάθε γωνιά Αφρικανούς και Ασιάτες μετανάστες. Αλλά οι Ελληναράδες μας, μέσα σε δώδεκα ώρες παραμονής τους στην πόλη, εκ των οποίων τις οκτώ κοιμώμενοι, στις 8:30 το πρωί έβγαλαν το συμπέρασμα, το οποίο ήθελαν εξ αρχής να βγάλουν. Τους άφησα στην αυτογνωσία τους κι απομακρύνθηκα γρήγορα - γρήγορα.

Η Πίζα απέχει κάπου 370 χιλιόμετρα από την Ανκόνα, η οποία αποτελεί τη «γέφυρα» με την καθ' ημάς Πάτρα. Η απόστασή της από τη Φλωρεντία είναι περίπου εβδομήντα χιλιόμετρα. Η πρόσβαση οδικώς από την πρωτεύουσα της Τοσκάνης γίνεται είτε μέσω της autostrada, είτε μέσω του επαρχιακού δικτύου το οποίο είναι πολύ καλό, δίχως στροφές, δίχως διόδια, με δυο λωρίδες ανά ρεύμα κυκλοφορίας και το συνιστώ ανεπιφύλακτα.

Ο ...διάσημος πύργος της Πίζας
Ο ...διάσημος πύργος της Πίζας
Καθ' οδόν για την πόλη, το μόνο που γνώριζα γι' αυτήν ήταν ο κεκλιμένος της πύργος, ως κάτι το παράδοξο, όπως και η μεγάλη της ναυτική δύναμη στο μεσαίωνα. Πριν οι Πιζάνοι νικηθούν από τους Γενουάτες και κατόπιν υποδουλωθούν στους Φλωρεντίνους, όπως διάβασα αργότερα, σε αυτόν τον ανελέητο ανταγωνισμό των πόλων - κρατών της ιταλικής χερσονήσου.

Τελικά, ουδέν το παράδοξο στη φύση, αρκεί να μη βάλει το χεράκι του ο άνθρωπος. Η Πίζα είναι κτισμένη δίπλα στον ποταμό Αρνο, σε μια περιοχή που τα παλαιότερα χρόνια συχνά πλημμύριζε, εξ ου και το σαθρό υπέδαφος. Ολα τα παλαιά οικοδομήματα της πόλης (πριν η μηχανική προοδεύσει και εφεύρει καλύτερους τρόπους θεμελίωσης) έχουν κλίση, άλλα μικρότερη - άλλα μεγαλύτερη. Γι' αυτό και όταν άρχισε να χτίζεται ο πύργος (προοριζόταν για εκκλησιαστικό κωδωνοστάσιο), το 1174, κανένας δεν ανησύχησε για την κλίση που άρχισε να παίρνει. Η κατασκευή του άργησε να ολοκληρωθεί (1372), αλλά αυτό έχει να κάνει με την παρακμή της Πίζας και τα στερημένα οικονομικά της, και όχι με ανησυχίες περί κατάρρευσης. Αρχισε να γέρνει επικίνδυνα μόνο έπειτα από δυο - αποτυχημένες φυσικά - προσπάθειες μηχανικών να τον επιδιορθώσουν (η μία επί Μουσολίνι).

Ο πύργος, λοιπόν, βρίσκεται στη λεγόμενη Piazza dei Mirakolli - «αυλή των θαυμάτων» σε ελεύθερη απόδοση - δίπλα στον υπερμεγέθη καθεδρικό ναό (1063 - 1160) και το λεγόμενο Βαπτιστήριο (άρχισε να κατασκευάζεται το 1153), οικοδόμημα που συναντάται σχεδόν σε κάθε μεσαιωνική πόλη της Ιταλίας. Και τα τρία αυτά κτίρια ακολουθούν τον φημισμένο ρομανικό ρυθμό, είναι επενδυμένα με το τόσο χαρακτηριστικό λευκό - πράσινο μάρμαρο της Τοσκάνης και περιτριγυρισμένα από ένα μεσαιωνικό τείχος. Και ο ναός και το Βαπτιστήριο έχουν κλίση, αλλά όχι τόσο ορατή, λόγω κοντύτερου ύψους και πλατύτερης βάσης από ό,τι το κωδωνοστάσιο.

Η «αυλή των θαυμάτων»
Η «αυλή των θαυμάτων»
Στο γρασίδι που στεφανώνει τον τόπο, γύρω από τα τρία αυτά κτίρια και μέχρι το τείχος, εκατοντάδες ντόπιοι και τουρίστες αναπαύονται, παίζουν με τα παιδιά τους, παίρνουν πόζες, βγάζουν φωτογραφίες, ή κάνουν ουρά έξω από ένα μειωμένης χωρητικότητας δημόσιο αποχωρητήριο. Απέναντι, σε πάγκους, μικροπωλητές διαθέτουν - σε τιμές κάπως τσιμπημένες για το ελληνικό πορτοφόλι - «ενθύμια» αμφίβολης αισθητικής και χρηστικότητας. Σημείο αναφοράς και εκμετάλλευσης τι άλλο; ο γερτός πύργος. Π.χ. πύργος - μινιατούρα - πρες παπιέ ή πύργος - μολυβοδοχείο ή αναπτήρας ή κούπα του καφέ κλπ.

Αν καταφέρετε να ξεκολλήσετε από την «αυλή των θαυμάτων», κάντε μια βόλτα προς το σύγχρονο κέντρο της Πίζας. Χρειάζονται περίπου είκοσι λεπτά οδοιπορίας, αλλά μιλάμε εδώ για μια πόλη που περπατιέται. Αποπνέει δε αέρα πολιτισμού. Ισως καθόλου τυχαία στο Πανεπιστήμιό της (ιδρύθηκε το 1343) σπούδασε κι εργάστηκε ο Γαλιλαίος. Ο Αρνος που τη διαπερνά και οι γέφυρες που ενώνουν τις δυο πλευρές της πόλης, προσθέτουν το χρώμα τους. Αν μεταβείτε εκεί με ΙΧ, να είστε προετοιμασμένοι ότι έχει παντού παρκόμετρα. Αποφύγετε τη στάθμευση στο κέντρο. Πέντε λεπτά απόσταση πιο έξω, η τιμή στάθμευσης μπορεί να είναι μειωμένη ακόμα και στο μισό, καθώς δεν είναι παντού ενιαία αλλά κυμαίνεται (τουλάχιστον μέχρι πριν από λίγους μήνες) από ένα μέχρι δύο ευρώ την ώρα.

Το «Βαπτιστήριο» (αριστερά) και ο καθεδρικός ναός στην Πίζα. Στο βάθος διακρίνεται το μεσαιωνικό τείχος
Το «Βαπτιστήριο» (αριστερά) και ο καθεδρικός ναός στην Πίζα. Στο βάθος διακρίνεται το μεσαιωνικό τείχος
Σε πέντε χιλιόμετρα απόσταση από την Πίζα είναι το Λιβόρνο, φημισμένο λιμάνι της δυτικής Ιταλίας, η γεωπολιτική και οικονομική άνοδος του οποίου συνδυάζεται με την πτώση της δύναμης της Πίζας. Δυστυχώς, δεν πρόλαβα να το επισκεφτώ. Δε με ένοιαζε τόσο ως αξιοθέατο όσο για τις συνήθειες των κατοίκων. Λέγεται ότι στις κερκίδες της ποδοσφαιρικής ομάδας της πόλης, το φίλαθλο ναυτεργατικό στοιχείο του Λιβόρνο συνηθίζει να υψώνει σημαίες με σφυροδρέπανα. Κι ούτε ανέχεται πολλά από τις «Brigade Rossonere» της Μίλαν.


Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ