Από τις εκδόσεις «Περίπλους» κυκλοφόρησε το μικρό, αλλά χρήσιμο βιβλίο της Αθηνάς Ματίς - Αδάμ, που μας αποκαλύπτει «300+1» μυστικά του γυναικείου στιλ. Εκείνα τα «μυστικά», που πραγματικά παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, είναι εκείνα που αναφέρονται στην τέχνη του ταξιδεύειν. Μας λέει, λοιπόν, η συγγραφέας του βιβλίου αυτού, ότι: Ενα έξυπνο κόλπο για τα τσαλακωμένα ρούχα είναι το ατμόλουτρο. Μετά από ένα ζεστό ή καυτό ντους, αφήστε το καυτό νερό να τρέχει μέχρι να δημιουργηθούν ατμοί. Κρεμάστε τα τσαλακωμένα ρούχα σ' αυτήν την ατμόσφαιρα και το πρωί θα είναι φρέσκα και λεία. Επίσης: Εάν ταξιδεύετε για επαγγελματικό λόγο, πακετάρετε την επίσημη εμφάνισή σας στο σακ βουαγιάζ. Οι βαλίτσες εύκολα χάνονται», μας προειδοποιεί. Και δεν έχει άδικο. Δυστυχώς, έχω προσωπική πείρα και φοβάμαι ότι οι περισσότεροι από εμάς θα έχουν χάσει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους μια βαλίτσα.
Αφήσαμε πίσω μας το Γύθειο, το Οίτυλο, την Αρεόπολη, φτάνοντας ως την άκρη της Μέσα Μάνης. Τσικαλιά, Λάγια, Βάθεια, Πόρτο Κάγιο, Πάλιρος, Μαρμάρι, Μιανές και Ταίναρο. Περπατήσαμε τη σιωπή της άγονης γης, ανάμεσα σε μισογκρεμισμένους πύργους ανασαίνοντας δεντρολίβανο, θυμάρι και φασκόμηλο. Κατεβήκαμε υπό καταρρακτώδη βροχή κακοτράχαλες χαράδρες γλιστρώντας στους μεγάλους βράχους και στις λαμπερές πέτρες. Πήραμε το σκούρο μονοπάτι της λακωνικής γης, και βαδίσαμε ως το ακρότατο σημείο της ηπειρωτικής Ευρώπης. Για να συναντήσουμε τον Χθόνιο Ποσειδώνα στο Νεκρομαντείο του - εκεί που τελειώνει η γη και αρχίζει η μεγάλη θάλασσα - για να δούμε τους αγίους της Μάνης στα Κατανεμίστικα, για να μυρίσουμε το ξύλο στο τζάκι και να ζεσταθούμε μ' ένα φλιτζάνι τσάι στο ζωγραφισμένο καφενείο του Μπέη. Για να μιλήσουμε με την ψυχή της Μέσα Μάνης.
Στην ακροθαλασσιά του πόρτο Στέρνες, σ' ένα μικρό έξαρμα του εδάφους στη μέση του όρμου, είναι χτισμένο το ερειπωμένο εκκλησάκι του Ασωμάτου - πιθανότατα πάνω στο ιερό του Ταινάριου Ποσειδώνα. Οι παλιοί χριστιανοί για να εξαγνίσουν τον αρχαίο λατρευτικό χώρο και να τον παραδώσουν στη χριστιανική λατρεία έκτισαν αυτή τη μικρή εκκλησία χρησιμοποιώντας το αρχαίο οικοδομικό υλικό, έτσι που να μοιάζει σήμερα στα μάτια μας σαν αρχαίο ελληνικό ερείπιο. Η λαξευμένη στο βράχο τάφρος είναι ο διάδρομος καθόδου, που μας οδηγεί στο «στόμιο του Αδη», στο νεκρομαντείο.
Οι αγροτικές - οικογενειακές εκκλησιές της είναι κτισμένες έξω από τους μικρούς, διάσπαρτους (και έρημους σήμερα) οικισμούς της, με δομικά υλικά παρμένα από τη μανιάτικη γη. Πέτρα και μάρμαρο. Πέτρινες ακανόνιστες πλάκες τοποθετημένες με μεράκι η μία πάνω στην άλλη σηκώνουν τους τοίχους των μικρών εκκλησιών. Και από πάνω τους διαγράφονται οι τέλειες καμπύλες των πέτρινων τρούλων - ανέπαφες από το χρόνο - άντεξαν κι έφτασαν στις μέρες μας. Η επιβράβευση και ο θρίαμβος των επιδέξιων χεριών του Mανιάτη μάστορα των μεσοβυζαντινών χρόνων.
Μεγαλιθικά μνημεία και αρχαίοι κίονες οι στυλοβάτες και συνάμα οι παραστάτες στις εισόδους των εκκλησιών. Μαρμάρινες παραστάσεις των αρχαίων Ελλήνων δομικό υλικό, περηφάνια και μεγαλοπρέπεια στις προσόψεις τους. Και πίσω από την πράσινη πέτρα του τέμπλου, στο σκοτεινό ιερό, ο αρχαίος βωμός - η ιερή τράπεζα του Μανιάτη.
Η βροχή δεν είχε σταματημό όταν φτάσαμε στη Λάγια. Ο γέροντας Μπέης ζύγιζε την παραγωγή του - μέλι και λάδι - πάνω στον πάγκο του ζεστού καφενείου του. Η γερόντισσα «παράχωνε» με ξύλα τη φωτιά στο πέτρινο τζάκι. Οι ζωγραφισμένοι τοίχοι φωτίστηκαν. Οι ιστορίες τους - γιατί οι πέτρινοι τοίχοι του καφενείου του Μπέη έχουν πολλές ιστορίες να πούνε - άλλες γλυκές και όμορφες άλλες σκληρές και ματωμένες. Στριμωχτήκαμε δίπλα στο τζάκι να στεγνώσουμε και να ακούσουμε τις ιστορίες των γερόντων, τις μακρινές φωνές της Μάνης. Οπως την ιστορία της Κυριακής της Αδίκιωτης. «Τα παλιά τα χρόνια, λέει τούτη η ιστορία, ζούσε εδώ μια πολύ όμορφη κοπέλα που τη λέγανε Κυριακή. Είχε πολύ ωραία μακριά μαύρα μαλλιά. Οταν ήταν είκοσι χρονών τη ζήτησε κάποιος να την πάρει γυναίκα του, αλλά ο αδελφός της δεν του την έδωσε. Τότε αυτός της έστησε καρτέρι και της έκοψε τα ωραία της μακριά μαλλιά. Η καημένη η Κυριακή δεν άντεξε τον καημό της και την προσβολή. Αυτοκτόνησε. Ο αδελφός της τότε για να εκδικηθεί τον άδικο χαμό της όμορφης αδελφής του ξεκλήρισε την οικογένεια του άλλου. Κλαίγοντας στο μνήμα της αδελφής του έλεγε: «Ε! Κυριακή μου, Αδίκιωτη!»...
Πώς καταντήσαμε έτσι αδιάφοροι, αμελείς και αγενείς; Μήνες τώρα θέλω να γράψω δυο λέξεις σε έναν ευγενικό αναγνώστη μας από την Αυστραλία αλλά να, όλο και κάτι συμβαίνει, και έτσι την τελευταία στιγμή το αναβάλλω. Απευθύνομαι, λοιπόν, στον Γιώργο Μακρίδη (Glen St. Marrickvill NSW 2204 Australia)...
«Φίλε Γιώργο,
Ελπίζω να μου επιτρέπεις να σε προσφωνώ με το μικρό σου όνομα και να σου μιλώ στον ενικό, και ακόμη ελπίζω να με συγχωρέσεις που τόσο πολύ καθυστέρησα να σου γράψω. Ευχάριστη έκπληξη μου προξένησε η επιστολή σου και το ενδιαφέρον μου κέντρισε η τόσο εμπεριστατωμένη πραγματεία σου πάνω στη ζωή, το έργο και την αυτοκτονία του Κώστα Καρυωτάκη. Δυστυχώς το κείμενό σου είναι πολύ μεγάλο, αριθμεί τις 2.792 λέξεις και η στήλη μας χωρά μόνον 800! Φυσικά, χωρίς την έγκρισή σου δεν μπορούσα να το κόψω, και να το βάλω έστω και σε δυο συνέχειες. Πάντως το έχω στο νου μου και όταν βρω ανάλογο έντυπο θα κοιτάξω να το προωθήσω διότι πραγματικά αξίζει. Θα νομίσεις ίσως, ότι έχω και πολύ θράσος επειδή πρόκειται να σου ζητήσω μια χάρη. Ομως δε θα διστάσω και θα τολμήσω. Σε παρακαλώ να μας γράψεις, ένα ή και περισσότερα: "Καθ' οδόν: Στην Αυστραλία" και εάν είναι δυνατόν να μας στείλεις και φωτογραφίες. Γράφεις πολύ ωραία, γνωρίζεις τούτη τη μακρινή χώρα που εμείς μονάχα στο χάρτη ή σε ταινία μπορούμε να δούμε. Δεν είναι λοιπόν αμαρτία να στερούμε στους αναγνώστες μας μια ωραία ξενάγηση; Θέλω να ελπίζω ότι θα ανταποκριθείς.
Περιμένοντας με ανυπομονησία το κείμενό σου, σου στέλνω τις ευχές και την αγάπη όλων μας».