Γενικά, οι μελωδίες του είναι έντονες και ρυθμικές. Τα συμφωνικά του ποιήματα έχουν μεγάλη εκφραστικότητα και επιδεξιότητα στο μουσικό λόγο. Το έργο του είναι αρκετά μεγάλο και σημαντικό: 15 όπερες, 3 μπαλέτα, 8 συμφωνικά ποιήματα («Τάδε έφη Ζαρατούστρα», «Δον Ζουάν», «Δον Κιχώτης» κ.ά.), Οικιακή Συμφωνία, Συμφωνία των Αλπεων, Μπουρλέσκα για πιάνο και ορχήστρα, 4 κοντσέρτα, Μεταμορφώσεις για 23 έγχορδα, 15 τραγούδια με ορχήστρα, 140 τραγούδια με πιάνο.
Είναι ελάχιστα από τα πολλά και ενδιαφέροντα θέματα που γράφει στο καινούριο του βιβλίο ο Αθηναιογράφος Γιάννης Καιροφύλας με τίτλο: «Η Αθήνα στη δεκαετία του '70» (εκδόσεις «ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ»).
«Στους Αθηναίους και τις Αθηναίες γηγενείς και μη, που ζουν, αν αυτό λέγεται ζωή, στη σημερινή Αθήνα, την πόλη που χτίστηκε πριν 170 περίπου χρόνια για να είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας και όχι μια άναρχα δομημένη τσιμεντούπολη...», αφιερώνει το βιβλίο του ο συγγραφέας που μας γυρίζει πίσω, θεέ μου πόσο μακριά μας φαίνεται. Πραγματικά άλλος αιώνας.
Είναι αλήθεια πως στη δεκαετία του '70 η Αθήνα έζησε γεγονότα που κυριολεκτικά άλλαξαν την πορεία του τόπου και την τύχη του λαού και σημαδεύτηκε από την πτώση της δικτατορίας και της εισβολής στην Κύπρο. Πολλά άλλα μικρής ή μεγάλης σημασίας γεγονότα επηρέασαν τη ζωή στην πρωτεύουσα εκείνη την περίοδο.
Μα σε τούτο τον καλαίσθητο τόμο θα δοθούν χρήσιμες πληροφορίες για εκείνους που δεν έζησαν εκείνα τα χρόνια. Εκτός από τα ιστορικά γεγονότα, θα ενημερωθούν για θέματα που αφορούν την πολεοδομική αναρχία, τα επιτεύγματα των ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών, τις αλλαγές που ξάφνιασαν στο χώρο του θεάματος και της ψυχαγωγίας. Επίσης, θα ρίξουν μια ματιά στο αστυνομικό δελτίο της εποχής, αλλά και με θλίψη θα γίνουν μάρτυρες της καταστροφής κάποιων όμορφων συνοικιών...
«Σ' ένα απλό μαγαζί το "Ρήγα", της Πλάκας, όπου τα κέντρα διασκεδάσεως περνούσαν τότε μια μεγάλη κρίση, πήγαιναν πολλοί κάθε Δευτέρα και άκουγαν την απέριττη φωνή του Αντώνη Καλογιάννη και την υποβλητική απαγγελία του Μάνου Κατράκη στη "Συμφωνία της Ελευθερίας" του Μίκη Θεοδωράκη με στίχους Γιώργου Σεφέρη. Ηταν η συμφωνία που γράφτηκε την εποχή της δικτατορίας "Επιφάνεια"», σημειώνει ο συγγραφέας για τη δύσκολη χρονιά του 1975.
Σημειώνουμε ότι στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν φωτογραφίες (από το αρχείο «ΕΛΙΑ» των προσώπων του '70 που σφράγισαν, θετικά η αρνητικά, τη ζωή μας.
Αυτοκρατορικά παλάτια, περίτεχνα αγάλματα, καθρέφτες στιλ Μπαρόκ, αρχιτεκτονική εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, εύγευστα γλυκά και καφενεία ονομαστά και μια διάχυτη γλυκιά μελαγχολία, συνθέτουν το πορτρέτο της πόλης.
Η Βιέννη είναι η πόλη του Στέφαν Τσβάιχ, του Γιόχαν Στράους, του Ρίχαρντ Στράους και της μουσικής ιδιοφυΐας, του Β. Αμαντέους Μότσαρτ, που ενώ γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, ήταν εδώ, στη Βιέννη, που συνέθεσε το «Ρέκβιεμ» του και πότισε τον τόπο με ένα από τα ωραιότερα μουσικά κομμάτια. Φυσικό είναι λοιπόν στη Βιέννη, εκείνο που πραγματικά θα απολαύσει όποιος βρεθεί εδώ, εκτός από τις βασανιστικές μυρωδιές των ζαχαροπλαστείων - το αφράτο μελόψωμο, τη σοκολάτα και τον καβουρδισμένο καφέ - είναι αναμφίβολα η μουσική.
Πίσω από σχεδόν κάθε γωνιά ξεπροβάλει μια παιδική χορωδία που «ντύνει» ιδανικά με τη μουσική και τα τραγούδια της το παραμυθένιο σκηνικό της πόλης. Για να χωρέσει κανείς τη μοναδική ομορφιά της Βιέννης σε μια μόνο εικόνα είναι να τη θαυμάσει από ψηλά. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι να αντέξει να ανέβει τα 343 σκαλοπάτια του καθεδρικού ναού του Αγίου Στεφάνου και θα απολαύσει ένα μοναδικό πανόραμα της πόλης. Ο ακιδωτός τρούλος του ναού, γοτθικής τεχνοτροπίας, υψώνεται επιβλητικά πάνω από την πόλη και αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για τους κατοίκους της όσο και για τους τουρίστες.
Ενας καφές στα φημισμένα καφενεία της πόλης επιβάλλεται. Οποιος σταματήσει στο καφέ «Χαβέλκα», ανάμεσα στους βρόμικους πίνακες και τις αφίσες, τους λεκιασμένους τοίχους και τον καπνό, θα έχει την ευκαιρία να πάρει μια γεύση από τον κόσμο της Βιέννης. Εδώ πίνουν τον καφέ τους όλες οι κοινωνικές τάξεις της Βιέννης, από τους φοιτητές, μέχρι τους διάσημους καλλιτέχνες και συγγραφείς.
Το Μουσείο Καλών Τεχνών είναι ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης, αφού οι Αψβούργοι συγκέντρωναν στη Βιέννη πολλά έργα τέχνης από όλη την επικράτειά τους. Ο Ρούμπενς είχε τεθεί στην υπηρεσία τους, οπότε στο μουσείο αυτό βρίσκεται μία από τις καλύτερες συλλογές έργων του. Εκεί επίσης στεγάζονται πολλοί εξαιρετικοί πίνακες του Πίτερ Μπρέγκελ του πρεσβύτερου, όπως το «Κυνήγι στο χιόνι» και η «Μάχη ανάμεσα στο Καρναβάλι και τη Σαρακοστή». Μεταξύ των εκθεμάτων είναι η χρυσή αλατιέρα που δημιούργησε ο Τσελίνι για τον Φραγκίσκο Α' της Γαλλίας, αρκετές αυτοπροσωπογραφίες του Ρέμπραντ, αλλά και δύο Παναγίες, η «Παναγία στο λιβάδι» του Ραφαήλ και η «Παναγία του ροζάριου» του Καραβάτζιο.
Η μισάντρα (ή μεσάντρα), λοιπόν, αποτελεί τουρκικό στοιχείο εσωτερικής διαμόρφωσης. Είναι γνωστό στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική των σπιτιών, κυρίως, της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Πρόκειται για μια μεγάλη ντουλάπα που στερεώνεται στον τοίχο, με πλούσια και περίτεχνη ξυλόγλυπτη διακόσμηση και στολισμένες με κύματα μικρές θυρίδες. Μερικές φορές περιβάλλεται από σοβατισμένα διακοσμητικά τόξα. Στο χώρο που μεσολαβεί ανάμεσα στη μισάντρα και την οροφή του δωματίου υπήρχε ο γυναικωνίτης, όπου ανέβαιναν οι γυναίκες του σπιτιού, από σκαλίτσα μέσα στη μισάντρα, και παρακολουθούσαν αθέατες την κίνηση του δωματίου, όταν είχε επισκέπτες, από μικρά καφασωτά παραθυράκια.
Οι ιστορίες του Γ. Καισαρίδη βάζουν τον αναγνώστη μέσα στο θεατρικό σκηνικό της διηγηματογραφίας του, στα μισάντρα, με βασικό χαρακτηριστικό το γλωσσικό πλούτο. Καταφέρνει να γεφυρώσει τη λυρικότητα, με τη λαϊκή ομιλία των ντόπιων, τη λόγια έκφραση με τους βλάχικους ιδιωματισμούς. Μιλάει για τη μοναξιά, τη φτώχεια, τον πόνο, τον πόλεμο, την εξορία, το θάνατο. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ανοίγει ορίζοντες. Οι ήρωές του δέχονται ψυχική - και όχι μόνο - κακοποίηση. Κινούνται στη δεκαετία του '80, έπειτα μεταπηδούν μεταξύ 1940-1943, πάνε πιο πίσω στο 1910, επιστρέφουν στο '80 με φινάλε το 1999. Από τις εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ».