Κυριακή 18 Ιούνη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Εν συντομία

Ο Στέφαν Τσβάιχ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1881 και αυτοκτόνησε στη Βραζιλία στις 23/2/1942. Στη ζωή του ασχολήθηκε με πολύ διαφορετικά λογοτεχνικά είδη: ποίηση, θέατρο, μεταφράσεις, μυθιστορηματικές βιογραφίες, λογοτεχνικές κριτικές. Ομως οι νουβέλες τον κατέστησαν παγκοσμίως γνωστό: «Η σύγχυση των συναισθημάτων», «Αμόκ», «Είκοσι τέσσερις ώρες από τη ζωή μιας γυναίκας» κ.ά. Οι νουβέλες του Τσβάιχ παρουσιάζονται ως μια σειρά πίνακες που αναπαριστούν την ευαισθησία του κλειστού κόσμου - που ήταν η βιεννέζικη κοινωνία - των αρχών του αιώνα. Αν και οι γνωστότερες νουβέλες του γράφτηκαν μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, στη δεκαετία του 1920, σημαδεύουν το δέσιμο του συγγραφέα με τον κόσμο του χτες και δείχνουν το ενδιαφέρον του για μια ψυχολογία του βάθους. Εκτός από την κοινωνιολογική τους μαρτυρία, γοητεύουν με την ένταση που περιέχουν κάτω από τη φαινομενικά επίπεδη αφήγηση.

Μικρές σελίδες

Ο Ρίχαρντ Στράους (1864-1949) είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της τονικής μουσικής του εικοστού αιώνα. Ηταν πολύ γνωστός και ως διευθυντής ορχήστρας. Κυριότερές του δημιουργίες ήταν τα συμφωνικά ποιήματα (μεγαλόπνοες αυτοτελείς συνθέσεις για ορχήστρα με διάφορα θέματα και συμβολισμούς) και οι όπερές του. Αν και ο συνθέτης δε δημιούργησε τίποτα πραγματικά νέο σε σχέση με παλιότερους δημιουργούς (ήταν βασικά συνεχιστής της παράδοσης του Ριχάρδου Βάγκνερ), ήταν αυτός που ώθησε τη δύναμη του συμφωνικού ποιήματος ώστε να το κάνει να εκφράζει έναν ολόκληρο κόσμο από μόνο του. Σε μεταγενέστερα χρόνια η ορχηστρική γραφή του έγινε πιο λιτή και πιο κοντά στα «κλασικά» πρότυπα, χωρίς όμως να χάσει τίποτα από την ομορφιά της. Την περίοδο του ναζισμού στη Γερμανία τήρησε μία αμφιλεγόμενη στάση που του κόστισε όταν τελείωσε ο πόλεμος. Το έργο του έχει μεγάλη δύναμη και έχει επηρεάσει αρκετούς συνθέτες ακόμα και σήμερα.

Γενικά, οι μελωδίες του είναι έντονες και ρυθμικές. Τα συμφωνικά του ποιήματα έχουν μεγάλη εκφραστικότητα και επιδεξιότητα στο μουσικό λόγο. Το έργο του είναι αρκετά μεγάλο και σημαντικό: 15 όπερες, 3 μπαλέτα, 8 συμφωνικά ποιήματα («Τάδε έφη Ζαρατούστρα», «Δον Ζουάν», «Δον Κιχώτης» κ.ά.), Οικιακή Συμφωνία, Συμφωνία των Αλπεων, Μπουρλέσκα για πιάνο και ορχήστρα, 4 κοντσέρτα, Μεταμορφώσεις για 23 έγχορδα, 15 τραγούδια με ορχήστρα, 140 τραγούδια με πιάνο.

Η Αθήνα του τότε...

Εμπόρευμα η γραφικότητα της Πλάκας. Οικόπεδα με ευκολίες πληρωμής. Μαλλούρες και γενειάδες. Μια ταινία με τον Θανάση Βέγγο. Η Βουλιαγμένης ταχείας κυκλοφορίας. Ο Μίκης Θεοδωράκης ελεύθερος. Τα έκτακτα στρατοδικεία. Φόβος και τρόμος για το LSD. Με ένα 3-0 άνοιξε ο δρόμος για το Γουέμπλεϊ. Τριάντα χρόνια του «Θεάτρου Τέχνης». Η νύχτα με τα τανκς στο Πολυτεχνείο. Η μισή Ελλάδα στην Αττική. Το πρόβλημα της στέγης. Κύμα πολυήμερων απεργιών. Το Νόμπελ στον Οδυσσέα Ελύτη. Η μόλυνση του περιβάλλοντος.

Είναι ελάχιστα από τα πολλά και ενδιαφέροντα θέματα που γράφει στο καινούριο του βιβλίο ο Αθηναιογράφος Γιάννης Καιροφύλας με τίτλο: «Η Αθήνα στη δεκαετία του '70» (εκδόσεις «ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ»).

«Στους Αθηναίους και τις Αθηναίες γηγενείς και μη, που ζουν, αν αυτό λέγεται ζωή, στη σημερινή Αθήνα, την πόλη που χτίστηκε πριν 170 περίπου χρόνια για να είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας και όχι μια άναρχα δομημένη τσιμεντούπολη...», αφιερώνει το βιβλίο του ο συγγραφέας που μας γυρίζει πίσω, θεέ μου πόσο μακριά μας φαίνεται. Πραγματικά άλλος αιώνας.

Είναι αλήθεια πως στη δεκαετία του '70 η Αθήνα έζησε γεγονότα που κυριολεκτικά άλλαξαν την πορεία του τόπου και την τύχη του λαού και σημαδεύτηκε από την πτώση της δικτατορίας και της εισβολής στην Κύπρο. Πολλά άλλα μικρής ή μεγάλης σημασίας γεγονότα επηρέασαν τη ζωή στην πρωτεύουσα εκείνη την περίοδο.

Μα σε τούτο τον καλαίσθητο τόμο θα δοθούν χρήσιμες πληροφορίες για εκείνους που δεν έζησαν εκείνα τα χρόνια. Εκτός από τα ιστορικά γεγονότα, θα ενημερωθούν για θέματα που αφορούν την πολεοδομική αναρχία, τα επιτεύγματα των ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών, τις αλλαγές που ξάφνιασαν στο χώρο του θεάματος και της ψυχαγωγίας. Επίσης, θα ρίξουν μια ματιά στο αστυνομικό δελτίο της εποχής, αλλά και με θλίψη θα γίνουν μάρτυρες της καταστροφής κάποιων όμορφων συνοικιών...

«Σ' ένα απλό μαγαζί το "Ρήγα", της Πλάκας, όπου τα κέντρα διασκεδάσεως περνούσαν τότε μια μεγάλη κρίση, πήγαιναν πολλοί κάθε Δευτέρα και άκουγαν την απέριττη φωνή του Αντώνη Καλογιάννη και την υποβλητική απαγγελία του Μάνου Κατράκη στη "Συμφωνία της Ελευθερίας" του Μίκη Θεοδωράκη με στίχους Γιώργου Σεφέρη. Ηταν η συμφωνία που γράφτηκε την εποχή της δικτατορίας "Επιφάνεια"», σημειώνει ο συγγραφέας για τη δύσκολη χρονιά του 1975.

Σημειώνουμε ότι στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν φωτογραφίες (από το αρχείο «ΕΛΙΑ» των προσώπων του '70 που σφράγισαν, θετικά η αρνητικά, τη ζωή μας.

Καθ' οδόν: Στη Βιέννη

Ο καθεδρικός ναός του Αγ. Στεφάνου
Ο καθεδρικός ναός του Αγ. Στεφάνου
Δεν έτυχε ποτέ να πάω στη Βιέννη, δεν το επιδίωξα και αναρωτιέμαι γιατί. Ισως επειδή είχα ακούσει τόσα πολλά για την πανέμορφη αυτή πόλη και φοβόμουν να μην απογοητευτώ. Είναι και αυτή μια σκέψη. Η αλήθεια όμως είναι πως βαθιά μέσα μου προτιμούσα να τη θυμάμαι έτσι όπως την είχε παρουσιάσει στο κοινό ο Ορσον Γουέλς στην ασπρόμαυρη ταινία του «Ο Τρίτος Ανθρωπος» του Γκράχαμ Γκριν. Ερειπωμένη, μελαγχολική, μελωδική, αριστοκρατική, αλλά τρομερά φτωχή. Απίστευτα γοητευτική, όμως. Πάτε δεν πάτε στη Βιέννη, την ταινία πρέπει να τη δείτε και οπωσδήποτε να διαβάσετε το εξαιρετικό αυτό βιβλίο του μεγάλου Βρετανού συγγραφέα. Αφού, όμως, σήμερα αποφασίσαμε να βρεθούμε έστω και νοερά εκεί, ας ταξιδέψουμε με τις εντυπώσεις του καλού, πιστού και ανώνυμου φίλου της στήλης, που μόλις γύρισε από την πόλη του βαλς...

Αυτοκρατορικά παλάτια, περίτεχνα αγάλματα, καθρέφτες στιλ Μπαρόκ, αρχιτεκτονική εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, εύγευστα γλυκά και καφενεία ονομαστά και μια διάχυτη γλυκιά μελαγχολία, συνθέτουν το πορτρέτο της πόλης.

Η Βιέννη είναι η πόλη του Στέφαν Τσβάιχ, του Γιόχαν Στράους, του Ρίχαρντ Στράους και της μουσικής ιδιοφυΐας, του Β. Αμαντέους Μότσαρτ, που ενώ γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, ήταν εδώ, στη Βιέννη, που συνέθεσε το «Ρέκβιεμ» του και πότισε τον τόπο με ένα από τα ωραιότερα μουσικά κομμάτια. Φυσικό είναι λοιπόν στη Βιέννη, εκείνο που πραγματικά θα απολαύσει όποιος βρεθεί εδώ, εκτός από τις βασανιστικές μυρωδιές των ζαχαροπλαστείων - το αφράτο μελόψωμο, τη σοκολάτα και τον καβουρδισμένο καφέ - είναι αναμφίβολα η μουσική.

Πίσω από σχεδόν κάθε γωνιά ξεπροβάλει μια παιδική χορωδία που «ντύνει» ιδανικά με τη μουσική και τα τραγούδια της το παραμυθένιο σκηνικό της πόλης. Για να χωρέσει κανείς τη μοναδική ομορφιά της Βιέννης σε μια μόνο εικόνα είναι να τη θαυμάσει από ψηλά. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι να αντέξει να ανέβει τα 343 σκαλοπάτια του καθεδρικού ναού του Αγίου Στεφάνου και θα απολαύσει ένα μοναδικό πανόραμα της πόλης. Ο ακιδωτός τρούλος του ναού, γοτθικής τεχνοτροπίας, υψώνεται επιβλητικά πάνω από την πόλη και αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για τους κατοίκους της όσο και για τους τουρίστες.

Το ανάκτορο στο Σκλος Σκόνμπρουν
Το ανάκτορο στο Σκλος Σκόνμπρουν
Η συνέχεια είναι πιο ξεκούραστη, καθώς η διαδρομή μέχρι το Σκλος Σκόνμπρουν, το μεγαλοπρεπές μπαρόκ ανάκτορο, μπορεί να γίνει μέσα από μια άμαξα που τη σέρνουν άλογα. Το θερινό ανάκτορο αποπερατώθηκε το 1700, ύστερα από πρωτοβουλία του Λεοπόλδου Α' και σ' αυτό έζησε από το 1805 ως το 1809 ο Ναπολέων. Τα 200 δωμάτιά του είναι επιπλωμένα σε στιλ ροκοκό και σε ένα από αυτά, στην Αίθουσα Καθρεφτών (Σπιετζελσάλ), ο Μότσαρτ σε ηλικία δεκαέξι ετών, το 1762, παρουσίασε ενώπιον της Μαρίας Θηρεσίας, το πρώτο του βασιλικό κονσέρτο.

Ενας καφές στα φημισμένα καφενεία της πόλης επιβάλλεται. Οποιος σταματήσει στο καφέ «Χαβέλκα», ανάμεσα στους βρόμικους πίνακες και τις αφίσες, τους λεκιασμένους τοίχους και τον καπνό, θα έχει την ευκαιρία να πάρει μια γεύση από τον κόσμο της Βιέννης. Εδώ πίνουν τον καφέ τους όλες οι κοινωνικές τάξεις της Βιέννης, από τους φοιτητές, μέχρι τους διάσημους καλλιτέχνες και συγγραφείς.

Μουσεία

Το Μουσείο Καλών Τεχνών είναι ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης, αφού οι Αψβούργοι συγκέντρωναν στη Βιέννη πολλά έργα τέχνης από όλη την επικράτειά τους. Ο Ρούμπενς είχε τεθεί στην υπηρεσία τους, οπότε στο μουσείο αυτό βρίσκεται μία από τις καλύτερες συλλογές έργων του. Εκεί επίσης στεγάζονται πολλοί εξαιρετικοί πίνακες του Πίτερ Μπρέγκελ του πρεσβύτερου, όπως το «Κυνήγι στο χιόνι» και η «Μάχη ανάμεσα στο Καρναβάλι και τη Σαρακοστή». Μεταξύ των εκθεμάτων είναι η χρυσή αλατιέρα που δημιούργησε ο Τσελίνι για τον Φραγκίσκο Α' της Γαλλίας, αρκετές αυτοπροσωπογραφίες του Ρέμπραντ, αλλά και δύο Παναγίες, η «Παναγία στο λιβάδι» του Ραφαήλ και η «Παναγία του ροζάριου» του Καραβάτζιο.

Το Μουσείο Καλών Τεχνών
Το Μουσείο Καλών Τεχνών
Το βράδυ ο ταξιδιώτης θαυμάζει τα εντυπωσιακά φωτισμένα κτίρια της πόλης, όπως το Δημαρχείο της, και αρκείται να δειπνήσει στον περιστρεφόμενο πύργο Ντονάουτουρουμ, απολαμβάνοντας τη νυχτερινή θέα της Βιέννης.


Το διάσημο καφέ «Χαβέλκα»
Το διάσημο καφέ «Χαβέλκα»

Επιμέλεια:
Ελένη ΑΡΓΥΡΙΟΥ

Η Βέροια στο επίκεντρο

Στο βιβλίο του με τίτλο «Μισάντρα», ο Γιάννης Καισαρίδης ζωντανεύει, μέσα από τα διηγήματά του και την ομώνυμη νουβέλα, ηχοχρώματα και ιστορίες ανθρώπων της πόλης του. Η Βέροια στο επίκεντρο. Θα πρέπει να αναφερθούμε κάπως αναλυτικά για το τι είναι η μισάντρα, για να μπορέσει ο αναγνώστης να «πάρει τη θέση του» στις διηγήσεις του συγγραφέα.

Η μισάντρα (ή μεσάντρα), λοιπόν, αποτελεί τουρκικό στοιχείο εσωτερικής διαμόρφωσης. Είναι γνωστό στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική των σπιτιών, κυρίως, της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Πρόκειται για μια μεγάλη ντουλάπα που στερεώνεται στον τοίχο, με πλούσια και περίτεχνη ξυλόγλυπτη διακόσμηση και στολισμένες με κύματα μικρές θυρίδες. Μερικές φορές περιβάλλεται από σοβατισμένα διακοσμητικά τόξα. Στο χώρο που μεσολαβεί ανάμεσα στη μισάντρα και την οροφή του δωματίου υπήρχε ο γυναικωνίτης, όπου ανέβαιναν οι γυναίκες του σπιτιού, από σκαλίτσα μέσα στη μισάντρα, και παρακολουθούσαν αθέατες την κίνηση του δωματίου, όταν είχε επισκέπτες, από μικρά καφασωτά παραθυράκια.

Οι ιστορίες του Γ. Καισαρίδη βάζουν τον αναγνώστη μέσα στο θεατρικό σκηνικό της διηγηματογραφίας του, στα μισάντρα, με βασικό χαρακτηριστικό το γλωσσικό πλούτο. Καταφέρνει να γεφυρώσει τη λυρικότητα, με τη λαϊκή ομιλία των ντόπιων, τη λόγια έκφραση με τους βλάχικους ιδιωματισμούς. Μιλάει για τη μοναξιά, τη φτώχεια, τον πόνο, τον πόλεμο, την εξορία, το θάνατο. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ανοίγει ορίζοντες. Οι ήρωές του δέχονται ψυχική - και όχι μόνο - κακοποίηση. Κινούνται στη δεκαετία του '80, έπειτα μεταπηδούν μεταξύ 1940-1943, πάνε πιο πίσω στο 1910, επιστρέφουν στο '80 με φινάλε το 1999. Από τις εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ