Κυριακή 22 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Εν συντομία

Μια περιήγηση στα βιβλιοπωλεία του νομού Κοζάνης την περίοδο 1900 - 1950 μας προτείνει η Αναστασία Γ. Παληού με το εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο της «Πωλούνται βιβλία και πάσης φύσεως χαρτικά», που κυκλοφορεί από το «Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης». Μέσα σ' αυτό το μικρό αλλά καλαίσθητο τόμο ο απαιτητικός ερευνητής - αναγνώστης γνωρίζει τη διακίνηση του βιβλίου στο νομό Κοζάνης προς το τέλος του 19ου αιώνα, στις αρχές του 20ού. Γνωρίζει τα βιβλιοπωλεία στο νομό μέχρι το 1912 - το πρώτο βιβλιοπωλείο και τη διακίνηση του βιβλίου στην Εράτυρα, το Βελενδό και την Αιανή. Πρέπει να σημειώσουμε ότι, εκτός από το πλούσιο αρχειακό υλικό η έκδοση περιέχει και πολύτιμο φωτογραφικό υλικό.

Μικρές σελίδες
Μικρές γλυκιές απολαύσεις

Ο Μπόρχες έλεγε, ότι «ο Ντοστογιέφκσι είναι όπως η ανακάλυψη του έρωτα και της θάλασσας. Σφραγίζουν τη νεότητά μας. Μεγαλώνοντας καταφεύγουμε σε ηπιότερους συγγραφείς»...

Δεν είμαι σίγουρη εάν αυτό είναι μια αντικειμενική αλήθεια που ισχύει για όλους μας. Διότι εγώ προσωπικά συνεχίζω να διαβάζω Ντοστογιέφσκι με την ίδια εφηβική μανία, συνεχίζω να απολαμβάνω τη θάλασσα λες και κάθε φορά είναι για μένα η «πρώτη φορά», όσο για τον έρωτα... Μάλλον εκείνος δε με θέλει πια. Και δεν τον αδικώ. Εκείνο όμως που σίγουρο είναι, πώς σήμερα αποφεύγω τα «σταφύλια της οργής». Το εύγευστο αυτό φρούτο το προτιμώ ήρεμο, γαλήνιο και γλυκό.

Γι' αυτό και σας προτείνω να κάνουμε σταφύλι φράουλα γλυκό.

Τι θα χρειαστούμε; Ελάχιστα πράγματα. Λίγο περισσότερο από ένα κιλό σταφύλι φράουλα, ένα κιλό ζάχαρη, ένα φλιτζάνι του τσαγιού νερό, ένα κουταλάκι χυμό λεμονιού και δυο χαρτάκια βανίλιας. Θα αφαιρέσουμε τα κοτσάνια και θα πλύνουμε τον καρπό καλά. θα τα ξεφλουδίσουμε και θα βάλουμε τη ζάχαρη με το νερό στη φωτιά να βράσει μέχρι να «δέσει» και να γίνει σιρόπι πηκτό. Θα ρίξουμε τη φράουλα το σταφύλι σε πολύ δυνατή φωτιά για να «δέσει» γρήγορα και να διατηρήσει το ανοιχτό χρώμα του. θα προσθέσουμε το χυμό του λεμονιού και τη βανίλια και αφού πάρει δυο βράσεις θα το κατεβάσουμε από τη φωτιά και θα το αφήσουμε να κρυώσει. Θα το βάλουμε σε γυάλινα βάζα και θα το τρώμε μετά τον απογευματινό ύπνο, πριν από το σκέτο ελληνικό καφέ μας. Μικρές απολαύσεις, αυτό είναι που έχουμε ανάγκη. Γλυκές απολαύσεις...

Η Ουρανία και ο Μινώταυρος

Λένε, και δεν έχουν άδικο, πως το γραπτό προδίδει τον συγγραφέα. Στην περίπτωση του Περουβιανού Μάριο Βάργκα Λιόσια, ο οποίος δικαίως κατέχει μια εξέχουσα θέση στην παγκόσμια σύγχρονη λογοτεχνία, δε συμβαίνει παρά σε ελάχιστα βιβλία όπου ο κεντρικός ήρωας περιγράφει τις ερωτικές «φαντασιώσεις» και τις διαστροφές του. Αυτές όμως είναι οι εξαιρέσεις. Τα περισσότερα - και είναι πάρα πολλά τα μυθιστορήματά του που έχουν πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα - μυθιστορήματα ομολογουμένως είναι πραγματικά αριστουργήματα. Ξεχωρίζουμε α) «Ο πόλεμος της συντέλειας του κόσμου» (εκδόσεις «Εξάντας»), «Μια ιστορία για τον Μάιτα» (εκδόσεις «Καστανιώτη»), «Η πόλη και τα σκυλιά» (εκδόσεις «Καστανιώτη»), «Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες» (εκδόσεις «Εξάντας»). Αυτά «μιλούν» άλλη πολιτική γλώσσα, έχουν εντελώς διαφορετική ιδεολογία από εκείνη που χρησιμοποιεί ο δημιουργός τους στις διάφορες δηλώσεις και συνεντεύξεις του, στις οποίες πάντα μεν δηλώνει αριστερός αλλά αυτά που ακούει ο άλλος μόνο σκέψεις και απόψεις αριστερού δεν είναι. Μα εδώ δεν πρόκειται να ασχοληθούμε με έναν πολιτικό άνδρα, αλλά με τον συγγραφέα Μάριο Βάργκας Λιόσα, του οποίου το τελευταίο του βιβλίο, «Η γιορτή του τράγου», κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» σε εξαιρετική μετάφραση από τα ισπανικά της Αγγελικής Αλεξοπούλου.

Είναι η ιστορία μιας γυναίκας, ενός τόπου, ενός ταλαιπωρημένου και ενός δικτάτορα, του εφιαλτικού στρατηγού Τρουχίλιο, που βασάνισε και εξόντωσε 3.000.000 ανθρώπους. Και βάλε... Ο Τρουχίλιο ήταν ένας σύγχρονος μινώταυρος, ενώ η Ουρανία Καμπράλ - η κεντρική ηρωίδα του ιστορικού μυθιστορήματος - μια από τις «επτά παρθένες» που προσφέρεται στον μινώταυρο από τον ίδιο της τον πατέρα, ως «ερωτικό άγουρο έδεσμα» για να κορεστεί η διεστραμμένη βουλιμία του και να τον εξευμενίσει ίσως. Για να γλιτώσει από τα χειρότερα. Ποια είναι άραγε αυτά; Τότε η Ουρανία ήταν ένα αθώο 13χρονο πανέμορφο κοριτσάκι, μια λαμπερή κοπελίτσα που λάτρευε και εμπιστευόταν τον πατέρα της, που αγαπούσε τη χώρα της, που πίστευε στον έρωτα, που ποτέ δε θα τον ένιωθε πια μετά την τραυματική της εμπειρία. Τώρα είναι μια ώριμη όμορφη γυναίκα που ζει αυτοεξόριστη στη Νέα Υόρκη, που δε νοσταλγεί την πατρίδα της, δε συγχωρεί τον πατέρα της και συνεχίζει να μισεί το νεκρό χενεραλίσιμο, τον μινώταυρο των παιδικών της χρόνων.

Ομως, εντελώς αναπάντεχα, μια μέρα η Ουρανία θα παραβεί τον όρκο που έχει δώσει στον εαυτό της, όρκο που για πολλές δεκαετίες τήρησε: Πως δε θα ξαναπατήσει το πόδι της στο νησί που γεννήθηκε, που αγάπησε, που μίσησε, τον Αγιο Δομίνικο, εκεί που δεκαετίες πριν είχε ρίξει μαύρο κλάμα και μαύρη πέτρα. Γιατί λοιπόν ξαναγυρίζει; Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα με την πραγματική λογοτεχνική ικανότητα καταφέρνει να αναπλάσει την εποχή - που δεν είναι και τόσο μακρινή - να μας περιγράψει τη ζωή στο τραυματισμένο νησί, καταφέρνει να μας συγκινήσει, να μας εξοργίσει αλλά και να μας προειδοποιήσει γι' αυτές τις μορφές εξουσίας, που μοιάζουν με μορφές τεράτων. Ας ξεχάσουμε, λοιπόν, τις κατά καιρούς «αριστερές πολιτικές» δηλώσεις του συγγραφέα, και ας απολαύσουμε ένα καλογραμμένο βιβλίο με πολλά τεκμηριωμένα ανατριχιαστικά στοιχεία.

Καθ' οδόν: Στη ζωή και το θάνατο της Μαρίας Κάλλας

«Μαρία, αν, όπως λες, αγαπούσες τον Μπατίστα Μενεγκίνι, έστω και σαν κόρη του, γιατί τον εγκατέλειψες;»

«Μα δεν άφησα εγώ τον Μπατίστα. Αυτός με άφησε. Εγώ δεν ήθελα να χωρίσω. Εγώ ήθελα να φροντίζω μόνη μου τις επαγγελματικές μου υποθέσεις και εκείνος έλεγε ότι αν δεν του επέτρεπα να έχει απόλυτο έλεγχο πάνω στη ζωή μου και την καριέρα μου, δεν υπήρχε λόγος να μείνουμε μαζί. Επίσης, θεωρούσε ότι έκανα ανοιχτή κοινωνική ζωή. Ελεγε ότι πρέπει να μένω, να μελετάω, να τραγουδάω. Ισως, τώρα που το σκέφτομαι, να είχε δίκιο για την καριέρα μου, αλλά, όπως ήταν φυσικό, ήθελα και εγώ να ζήσω και να απολαύσω την επιτυχία μου. Εξάλλου τι έκανα; Μετά από μια πρεμιέρα στο Μιλάνο θα πήγαινα να δειπνήσω στο "Μπίφι Σκάλα" ή στου "Σαβίνι" ή ακόμη, αν είμαστε στο Παρίσι, στο "Μαξίμ". Αυτό θα το ήθελε κάθε καλλιτέχνης.... Η ζωή μου ήταν μελαγχολική και δεν μπορούσα να μη νιώσω τη διαφορά, όταν ο Ωνάσης φάνηκε στον ορίζοντα. Φυσικά, αισθάνομαι ακόμη μεγάλη αγάπη και ευγνωμοσύνη για τον Μενεγκίνι. Αφιέρωσε τη ζωή του σε μένανε και θα ήμουν πραγματικά αχάριστη, αν δεν το παραδεχόμουν αυτό. Θέλω να γράψεις ότι εύχομαι πάντα να είναι καλά και ότι δε θα πάψω ποτέ να το εύχομαι». Αυτά λέει από καρδιάς, στην τελευταία της συνέντευξη που παραχώρησε στον δημοσιογράφο Πίτερ Ντράγκαζ η μεγάλη, η αξεπέραστη ερμηνεύτρια του λυρικού τραγουδιού, η Μαρία Κάλλας. Εμείς τη διαβάζουμε στην «Οδό Πανός» τεύχος 32 (Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 1987).

Ακόμη κάτι που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι οι εξηγήσεις που δίνει η ίδια η Μαρία Κάλλας σ' εκείνους που ισχυρίζονται -ακόμη και σήμερα- ότι η «ντίβα» έχασε τη φωνή της από τη δίαιτα.

Διαβάζουμε στο ίδιο πάντα έντυπο, στην ίδια συνέντευξη, στον ίδιο δημοσιογράφο


«Με ρωτάς γιατί έχασα τη φωνή μου. Δεν έχασα ποτέ τη φωνή μου, αλλά έχασα τη δύναμη του διαφράγματος, που μαζί με τις φωνητικές χορδές, το υπογάστριο, και τους πνεύμονες, είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν τον λεγόμενο "τραγουδιστικό μηχανισμό". Αυτό ήταν το αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης εγχείρησης σκωληκοειδίτιδας, που με κατέβαλε τόσο ώστε να προκαλέσει αδυνάτισμα των μυών του υπογαστρίου και του διαφράγματος. Θα ήθελα να επαναλάβω αυτό που σου έχω πει πολλές φορές στο παρελθόν και το οποίο ισχύει και σήμερα. Εξ αιτίας αυτών των οργανικής φύσεως προβλημάτων, έχασα το θάρρος και την τόλμη μου. Οι φωνητικές μου χορδές ήταν και παραμένουν σε άριστη κατάσταση, αλλά τα ηχεία μου δε λειτουργούσαν καλά παρά το γεγονός ότι γύρισα όλους τους γιατρούς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να βιάσω τη φωνή μου, πράγμα που την έκανε να τρεμουλιάζει. Η περίπτωσή μου ήταν ανάλογη με εκείνη του κουφού που φωνάζει δυνατά, γιατί δεν μπορεί να ακούσει τον εαυτό του. Ξανάρχισα τη μελέτη, παρά το γεγονός ότι ήξερα ότι ο μουσικός κόσμος είχε σκάψει τον τάφο μου και περίμενε να πέσω μέσα...».

Μια αναπάντεχη είδηση...

«Η Ελληνίδα υψίφωνος Μαρία Κάλλας, από τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες όλων των εποχών και η μεγαλύτερη του 20ού αιώνα, πέθανε χτες από καρδιακή ανεπάρκεια, στο διαμέρισμά της, στο Παρίσι. "Ηταν ωραία και στο θάνατο όσο και όταν έπαιζε την Τραβιάτα", είπε ο ιμπρεσάριος της Μισέλ Γκολτζ και πρόσθεσε: "Πήγαινε στο λουτρό, ύστερα από ανάπαυση στο κρεβάτι, όταν αισθάνθηκε έναν πόνο στο στήθος. Επεσε στο δάπεδο, καλώντας την καμαριέρα της, που την βοήθησε να γυρίσει στο κρεβάτι, αλλά ήταν πλέον αργά. Οταν εναπέθεσε το σώμα της, ήταν νεκρή. Αλλά στο πρόσωπό της δε διακρινόταν ο παραμικρός συσπασμός".


Η κατάσταση της υγείας της μεγάλης καλλιτέχνιδος που, επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες συνάρπαζε, όπου εμφανιζόταν, τους λάτρεις της όπερας, είχε επιδεινωθεί κατά τους τελευταίους μήνες, αν και τίποτε δεν έδειχνε ότι επρόκειτο για κάτι σοβαρό. Πάντως, πολλοί ειδικοί της όπερας επισήμαναν κάποιον κλονισμό στην υγεία της από τότε που άρχισε εξαντλητική δίαιτα.

Η διάσημη ντίβα είχε ουσιαστικά αποχωρήσει από τη σκηνή κατά τα μέσα της δεκαετίας του '60 και ζούσε σχεδόν σε απομόνωση, αποφεύγοντας ακόμη και τους πιο στενούς της φίλους. Λέγεται ότι ο θάνατος του Αριστοτέλη Ωνάση (του μεγάλου της έρωτα, όπως είχε πει κάποτε η ίδια σε έναν δημοσιογράφο) συντέλεσε πολύ στην πρόσφατη οριστική απομάκρυνσή της από την καλλιτεχνική δραστηριότητα. Τελευταία, όμως, είχαν ενταθεί οι φήμες ότι επρόκειτο να επανεμφανιστεί στην τηλεόραση...».

Ηταν Σάββατο 17 Σεπτέμβρη του 1977, δηλαδή πριν από 25 χρόνια και πέντε μέρες ακριβώς, όταν όλα τα ειδησεογραφικά Πρακτορεία Ειδήσεων μετέδιδαν την απίστευτη είδηση.

Η Μαρία Κάλλας (Αννα Μαρία Καλογεροπούλου 1923- 1977) υπήρξε ένα μουσικό φαινόμενο και που, όπως πολύ σωστά είπε για εκείνη ο Ιταλός σκηνοθέτης Φράνκο Τζεφιρέλι: «Η Κάλλας έκανε για την ιταλική όπερα τόσα όσα έκανε και ο Βέρντι. Υπήρξε πραγματικά ένας μεγαλοφυής συνδυασμός σπάνιας φωνητικής ευελιξίας, πηγαίας μουσικότητας που μετουσιωνόταν στις πιο αποπνευματωμένες εξωτερικεύσεις και δραματικών - υποκριτικών χαρισμάτων».

Στις 3 Ιούνη του 1979 η τέφρα της, κατά την επιθυμία της σκορπίστηκε στο Σαρωνικό. Και από τότε έτσι είναι ή έτσι μας φαίνεται -δε γνωρίζουμε την απάντηση. Ισως να είναι και έτσι. Από εκείνη τη μέρα που η τέφρα της ενώθηκε με τα γαλάζια, τα φιλικά και ήρεμα νερά του Σαρωνικού, εκείνα με μιας έγιναν λαμπερότερα, διαυγέστερα, μελωδικότερα. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εμείς σήμερα είναι να διαβάσουμε ό,τι έχει γραφτεί σχετικά με το φαινόμενο «Κάλλας» και ακόμη κάτι σημαντικότερο. Να αφήσουμε τη θεϊκή φωνή της να πλημμυρίσει το χώρο μας. Ετσι όπως, άλλωστε, κάνουμε όλες τις υπόλοιπές... μέρες του χρόνου. Για να είναι: αιωνία της η μνήμη.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ