Σ' αυτήν τη συλλογή περιλαμβάνονται λαϊκά παραμύθια της Μακεδονίας, τα περισσότερα από τα οποία κατέγραψε το 1992 από την αφηγήτρια λαϊκών παραμυθιών Δέσπω Κριτσούδη από τον Αγιο Νικόλαο Χαλκιδικής.
Διαβάζουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τις πολύ χρήσιμες πληροφορίες που μας δίνει η συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου: «Μέχρι πριν 200 περίπου χρόνια, οι φτωχοί άνθρωποι του λαού, στα ξενύχτια των αγροτικών δραστηριοτήτων και στα μακροήμερα ταξίδια στη στεριά ή στη θάλασσα, αισθάνονταν την ανάγκη να ψυχαγωγούνται με την αφήγηση ενός παραμυθιού. Συνήθως οι παραμυθάδες αφηγούνταν ανιδιοτελώς, πιθανόν με ένα κέρασμα, αλλά σε ειδικές περιπτώσεις και με αμοιβή, όπως στα σφουγγαράδικα. Καθώς το λαϊκό παραμύθι αναμεταδιδόταν προφορικά, από τον ένα στον άλλο κι από τόπο σε τόπο, προσθέτονταν νέα μοτίβα ή επεισόδια φέρνοντάς το στην εκάστοτε κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα. Συχνά η αφήγηση δεν τέλειωνε σε μια βραδιά, αλλά ολοκληρωνόταν σε συνέχειες, με ενήλικο κυρίως ακροατήριο. Αντίθετα, στα μικρά παιδιά, τα παραμύθια αφηγούνταν ο παππούς και η γιαγιά και ήταν μικρής διάρκειας.
Σ' αυτό το λογοτεχνικό είδος, η δράση εξελίσσεται σε μια εξωπραγματική διάσταση. Για τον ήρωα ξεκινάει με θάρρος. Γι' αυτόν τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο, είτε να σώσει τη χώρα απ' τον κακό γίγαντα ή δράκο, είτε να φέρει το δαχτυλίδι απ' το βυθό της θάλασσας, ώστε να παντρευτεί την πριγκίπισσα και να κερδίσει το μισό βασίλειο. Βοηθώντας ανθρώπους, ζώα, φυτά και στοιχεία της φύσης που συναντάει στη ριψοκίνδυνη πορεία του (βουνά, ποτάμια κλπ.), ανταμείβεται με την ευγνωμοσύνη τους. Αυτά θα τον βοηθήσουν να βγει νικητής, αντιμετωπίζοντας κακούς γίγαντες ή δράκους, εκδηλώνοντας υπερφυσικές δυνάμεις και ικανότητες, σ' αέρα, στεριά ή θάλασσα. Ο κακός δράκος ή γίγαντας απεικόνιζαν την πραγματικότητα με τον άπληστο άρχοντα ή γαιοκτήμονα, που καταπίεζε τη φτωχολογιά. Η νίκη του ήρωα συμβόλιζε την άσβεστη ελπίδα των αδικημένων για δικαίωση».
Εναρμονισμένη με το πνεύμα της έκδοσης είναι και η εικονογράφηση από τη βραβευμένη ζωγράφο και χαράκτρια Οξάνα Ρουμελίδη (Ρωξάνη), που «κατέθεσε» τη χαρακτηριστική, ζωντανή και οικεία «πινελιά» της.
Τόπος προσκυνήματος και λατρείας: «Μακάριοι όσοι ζήσουν τις τελευταίες τους μέρες και πεθάνουν εδώ...». Η προσέλευση των προσκυνητών μετριέται με εκατοντάδες χιλιάδες και οι εισπράξεις των βραχμάνων σίγουρα θα ξεπερνάνε εκείνες από τα «συγχωροχάρτια» του Πάπα. Κατά τη διαδρομή προς τον Γάγγη, οι δρόμοι γεμάτοι σκουπίδια αναδίνουν μια απροσδιόριστη μπόχα που καταντά ανυπόφορη. Κι είναι πραγματικά θαυμαστό το πώς ο όλο νεύρο και κόκαλα μικρόσωμος οδηγός ποδηλάτης μας, που ελισσόταν σε χιλιάδες πεζούς, ρικσά, αγελάδες, κατάφερε τελικά να μη μας αναποδογυρίσει στις λάσπες του δρόμου.
Μας προσπερνά μια πομπή. Λάτρεις του Σίβα. Ανάμεσά τους οι «σάντους», νέοι και γέροι, πασαλειμμένοι στάχτες νεκρών... κατά μήκος της παραλίας αρχοντικά και παλάτια Μαχαραγιάδων, όπου οι «εκλεκτοί των θεών» μπορούσαν να πεθάνουν κοντά στο «Θεό τους». Ξενοδοχεία γερασμένων, ετοιμοθάνατων και ανίατων αλλά και κτίσματα με τρύπες - τρώγλες για τους οικονομικά μη προνομιούχους. Και για όλους, κοινός παρονομαστής και κατάληξη ο «θάνατος - λυτρωτής». Στην ακτή, όπως πάντα, οι πιστοί λούζονται, πλένουν τα δόντια τους, κάνουν γαργάρες. Σε μικρή απόσταση επιπλέει ένα πτώμα, «πρέπει να είναι λεπρού» μάς εξηγεί ο Ινδός ξεναγός «και δεν επιτρέπεται να καεί»...
Μια νεαρή κυρία καθηγήτρια, όλο ρωτάει κι αγανακτεί που οι Ινδοί ξεναγοί μας δε γνωρίζουν τον Μεγαλέξανδρο και την εκπολιτιστική προσφορά του. Φάνηκα απερίσκεπτος και της είχα αναφέρει μια σχετική μαρτυρία του αρχαίου ιστορικού Κούρτιου Ρούφου και, παραδόξως, έχασα τη συμπάθεια της ωραίας κυρίας. «Στη Σογδιανή, σε περιφραγμένες δασώδεις εκτάσεις με πλούσιες νεροπηγές», μας λέει ο Κ.Ρ., «οι βάρβαροι συγκέντρωναν μεγαλοπρεπή θηρία. Στους γύρω πύργους παρατηρητήρια οι φρουροί επαγρυπνούσαν για ενδεχόμενη εισβολή κυνηγών...». Σ' αυτούς τους ζωολογικούς κήπους που προστατεύονταν επί τέσσερις γενιές «θα εισορμήσει ο Αλέξανδρος με το στρατό του κι αφού για χάρη ψυχαγωγίας και εκ του ασφαλούς θα εξοντώσει 4.000 θηρία, θα παραθέσει στο στράτευμα γεύμα στο δάσος» (Αμέ, ποιος είπε, ρε, ότι ο Μέγας δεν ήτανε μάγκας).
Κάτω από τα τείχη του κάστρου γίνονται προετοιμασίες καύσης νεκρών. Κι άξαφνα ειδοποιημένο από τον ήχο και τα γνωρίσματα της επικείμενης τελετής, κατηφορίζει κυριολεκτικά μέσα από τα πόδια μας ένα κοπάδι μαϊμούδες. Στριγκλιές και σπρωξιές να ξεπεράσει η μία την άλλη. Θρεμμένοι αρσενικοί και μανάδες με τα μωρά γαντζωμένα κάτω απ' τις κοιλιές βιάζονται να πάρουν θέση για το επικείμενο φαγοπότι. Αργοπορημένοι ξοπίσω τους οι απόμαχοι της οικογένειας των κατά τον Κάρολο Δαρβίνο μακρινών απογόνων μας. Κουτσοί, στραβοί, με μαδημένο το τρίχωμα κατηφορίζουνε όπως - όπως, να συμμετάσχουν, δίνοντας το «παρών» στη ζωή....
Τράβηξα φωτογραφία φίλου που τράβαγε με την κάμερα. Στη μία από τις διαδικασίες της τελετής, ο νεαρός πατέρας συμμετέχει στο ύστερο στόλισμα του παιδιού. Κάποια φορά σηκώνεται και πλησιάζοντας προφανώς τη γυναίκα του, γέρνει στον ώμο της και ξεσπάει σε λυγμό. Κάτι που δε θα το ξαναδώ στις κάμποσες από τις επόμενες τελετές.
Η επίσκεψη στο Σαρνάτ, όπου είχε διδάξει ο Βούδας, ήταν ό,τι πρέπει, για να ηρεμήσουμε μετά το Μπεναρές. Γαλήνιο τοπίο, με τη Μεγάλη Στούπα του Βούδα να δεσπόζει στο χώρο, προσφορά του Ασόκα στο Δάσκαλο. Περιφραγμένη η μια από τις τέσσερις στήλες με τις παρακαταθήκες του Ασόκα που είχαν στηθεί στις τέσσερις γωνιές του μεγάλου Βασιλείου. Θα αφήσω με ευλάβεια το χέρι μου να ακουμπήσει για λίγο στο μάρμαρο με τη σκαλισμένη σανσκριτική αρχαία γραφή, με τις υποθήκες μιας μοναδικής ανθρωπιάς που τόσο απουσιάζει στον κόσμο των δυνατών...
Στο ναό του Ζακεντάμπλ βρίσκονται τα περισσότερα από τα ερωτικά και πασίγνωστα πια σε ξένους τουρίστες, γλυπτά. Τέλεια ενσωματωμένα και αναπόσπαστο τμήμα του αρχιτεκτονήματος, τα γλυπτά εκφράζουν την εκστατική χαρά της ζωής, το πάθος που καίει και εξαϋλώνει και πνευματοποιεί την ίδια τη σάρκα. Αυτή η αγάπη για το ανθρώπινο σώμα, αυτός ο ερωτισμός ο δοσμένος από τους τεχνίτες της εποχής με σεβασμό στην ουσιαστική λεπτομέρεια. Κι αναρωτιέσαι κατά πόσο η πράξη του άδολου έρωτα όταν περιέχει το στοιχείο της αμοιβαιότητας και του σεβασμού δεν «εξαγνίζει» αυτό που ονομάζουμε «ανεπίτρεπτο». Οταν αυτή η ζωοδότρα χαρά, το ύψιστο δώρο της φύσης θα ανυψωθεί με έναν λόγο, έναν στίχο, μια εικόνα στο βάθρο της Τέχνης. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση, για μια πρωταρχική και κυρίαρχη ιδιότητα της ζωής αποκομίζουμε κοιτώντας αυτά τα απαράμιλλα στην εκφραστικότητά τους γλυπτά. Ο αισθησιασμός και μαζί η αισθητική καταξίωση σε μια ανεπανάληπτη σύνθεση! Οι αρχικές αντιδράσεις με τα γελάκια, τα υπονοούμενα και τα σόκιν, παραχωρούν λίγο - λίγο τη θέση τους σ' ένα πιο σοβαρό και υπεύθυνο στοχασμό.