Κυριακή 26 Ιούνη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Στα γρήγορα

Λέμε να κάνουμε ένα γρήγορο, εύγευστο, ελαφρύ καλοκαιρινό φαγητό. Γαρίδες. Φρέσκες ή κατεψυγμένες, το ίδιο κάνει. Πάμε;

Πλένουμε καλά τις γαρίδες και τις ρίχνουμε σε νερό που βράζει, όπου έχουμε προσθέσει λίγο χονδρό αλάτι και ένα φλιτζάνι του καφέ ξίδι (το νερό πρέπει να μισοσκεπάζει τις γαρίδες). Οταν βράσουν, θα τις αφήσουμε να μισοκρυώσουν μέσα στο ζουμί τους και κατόπιν τις βγάζουμε και τις καθαρίζουμε. (Εάν είναι κατεψυγμένες θα είναι ήδη καθαρισμένες). Σε ένα μπολ βάζουμε λίγη κέτσαπ, μαγιονέζα, δυο μεγάλες κουταλιές γιαούρτι και λίγο κονιάκ και τα ανακατεύουμε. Τοποθετούμε τις γαρίδες μέσα σε μεγάλα ποτήρια και τις περιχύνουμε με τη σάλτσα. Τις γαρνίρουμε με μια ολόκληρη γαρίδα και λίγο μαϊντανό.


Καθ' οδόν στην οδό Ερμού
Τέλος εποχής

Το εξώφυλλο του βιβλίου
Το εξώφυλλο του βιβλίου
Είχε μια αίγλη, μια γοητεία, η οδός Ερμού στα τέλη της δεκαετίας του '60. Και πιο πριν θα είχε ασφαλώς, και περισσότερη ίσως, αλλά εγώ δεν την είχα γευτεί. Θυμάμαι που πηγαίναμε με τη μητέρα μου να ψωνίσουμε, θυμάμαι πώς πανηγύρισα όταν στις προθήκες των καταστημάτων εμφανίστηκαν τα πρώτα έτοιμα ρούχα, τα λεγόμενα πρετ-α πορτέ.

Τότε, πραγματικά ήταν το τέλος μιας εποχής, που μαζί της τέλειωνε το μαρτύριο της «πρόβας» και τα τσιμπήματα της καρφίτσας, αλλά, ταυτόχρονα, σήμαινε την ανατολή ενός νέου μαρτυρίου, πιο σύγχρονου και πιο βασανιστικού, εκείνου της κατανάλωσης. Αυτά, και άλλα πολλά οικογενειακά, θυμήθηκα σήμερα, όταν έπεσε στα χέρια μου το εξαιρετικό λεύκωμα του Γιάννη Λάμπρου «Οδός Ερμού» Αθήνα 2001. Και το αγκάλιασα. Το ξεφύλλισα. Και ξεφυλλίζοντάς το, αναπόλησα. Νοστάλγησα τα χρόνια της αθωότητας, αλλά και τα άλλα, εκείνα τα χρόνια που δεν έζησα. Ελάτε, πάμε μαζί να περπατήσουμε. Να διασχίσουμε, λέμε, την αιώνια οδό, την Ερμού.

Τα πρώτα αρχοντικά...

«Κέντρον της ζωής της πόλεως ήταν η οδός Ερμού και ιδίως το κομμάτι της που διασταυρώνετο με την οδόν Αιόλου, διότι εκεί ήταν και το καφενείον της "Ωραίας Ελλάδος", που ίδρυσεν αρχικώς ο Ιταλός πρόσφυξ».

Στην Αθήνα αμέσως μετά την εγκαθίδρυση του βασιλιά Οθωνα και την ανακήρυξη της Πρωτεύουσας της Ελλάδος, δημιουργήθηκαν δυο Ειρηνοδικεία.

Η οδός Ερμού έχει διαμορφωθεί πλέον ως εμπορικός δρόμος. Φωτογραφία του 1918
Η οδός Ερμού έχει διαμορφωθεί πλέον ως εμπορικός δρόμος. Φωτογραφία του 1918
Η έδρα και των δύο βρισκόταν στην οδό Ερμού και τα κτίρια ήσαν το ένα απέναντι απ' το άλλο.

Για πάρα πολλά χρόνια, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και στα δικαστικά έντυπα, αναγράφονταν το πρώτο ως το «Ειρηνοδικείον της βορείου πλευράς της Ερμαϊκής οδού» και το δεύτερο ως το «Ειρηνοδικείο της νοτίου πλευράς της Ερμαϊκής οδού».

Τα πρώτα νέα αρχοντικά σπίτια που κτίστηκαν αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας στην οδό Ερμού ήσαν οι οικίες του Λουκά Πύρρου και του Ιωάννη Κονιάρη, οι οποίες βρίσκονταν στη βόρεια πλευρά της οδού Ερμού, απέναντι από την πρόσοψη της Καπνικαρέας.

Αλλες κατοικίες που κτίστηκαν στην οδό Ερμού κοντά στον ναό της Καπνικαρέας ήσαν του Λάζαρου Γιουρδή και του Ιταλού κοντέ Μποτσάρι. Ο κόντε Μποτσάρι προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις Αθηναίων και τα καυστικά σχόλια του αθηναϊκού Τύπου της περιόδου, γιατί, για την ανέγερση της οικίας του, αφαίρεσε γωνιολίθους από την εκκλησία της Καπνικαρέας.

Τα αρχοντικά αυτά σπίτια, αμέσως μετά την εγκατάσταση του Οθωνα στην Αθήνα, χρησιμοποιήθηκαν για τη στέγαση και εγκατάσταση δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και για έδρα των υπουργείων Εσωτερικών, Εκκλησιαστικών.

Ιστορική πλατεία...

Το 1837, ανέλαβε την ανέγερση των Βασιλικών Ανακτόρων ο μηχανικός και υπολοχαγός των Βαυαρών Χοχ. Με το σχέδιό του για την προ των Ανακτόρων πλατεία (Συντάγματος), ο Χοχ διεύρυνε και την οδό Ερμού από την πλατεία έως την οδό Βουλής, από 10 μέτρα που ήταν, σε 20 μέτρα. Η ενέργεια αυτή του Βαυαρού μηχανικού προκάλεσε την αντίδραση των ιδιοκτητών των οικοπέδων και των κτισμάτων που κατέλαβε η διαπλάτυνση του δρόμου. Με έντονες πιέσεις προς την κυβέρνηση, κατάφεραν να εκδοθεί από το υπουργείο Εσωτερικών απόφαση, όπου καταργούσε τα σχέδια του Χοχ για τη διεύρυνση της οδού Ερμού. Η αντίδραση του Δήμου Αθηναίων, όμως, ήταν άμεση και ανάγκασε το υπουργείο να αποσύρει την απόφαση αυτή και η οδός Ερμού, στο ξεκίνημά της από την πλατεία Συντάγματος να έχει, από την περίοδο αυτή, τη σημερινή της μορφή.

Λατερνατζήδες στην Ερμού το 1907
Λατερνατζήδες στην Ερμού το 1907
Ο δήμαρχος Αθηναίων Κ. Δ. Καλλιφρονάς, σε επιστολή του στην εφημερίδα «ΑΘΗΝΑ» της 6ης Ιουλίου 1840, κάνει έναν απολογισμό του έργου της δημοτικής αρχής και για την οδό Ερμού αναφέρει τα εξής:

«Ο μόνος καλλωπισμός, τον οποίον έλαβεν η πόλις επί της τριετούς διαρκείας της σημερινής Δημοτικής Αρχής, είναι η οδός του Ερμού καθ' όσον μέρος περνούν αι άμαξαι ή τα άλογα, διότι τα λεγόμενα πεζοδρόμια ελλείπουν από το μεγαλύτερον της οδού ταύτης μέρος και εκτός τούτου, αυτά με ιδιαίτερα έξοδα των ιδιοκτητών των οσπιτίων των κειμένων εις την οδόν.

Κατεσκεύασαν δε και έν μέρος υπονόμου εις την οδόν του Ερμού και εις την οδόν του Αιόλου άρχισαν και προ τινων μηνών να λιθοστρώνουν έν μέρος της οδού ταύτης του Αιόλου...».

Ο ποιητής

Η Αθήνα στη δεκαετία του 1840-1850, σύμφωνα με τον Κώστα Ουράνη: ...έπιανε τη σημερινή συνοικία της Πλάκας κι απλωνόταν ίσαμε το Δημοτικό Θέατρο κι ίσαμε την Πλατεία του Συντάγματος, που στο βάθος της υψωνόταν τεράστιο και κατάμονο το ανάκτορο του Οθωνα. Ολη της η ζωή έσφυζε στη διασταύρωση των δύο κεντρικών και μεγάλων τότε δρόμων Ερμού και Αιόλου, όπου ήταν τα καλύτερα εμπορικά καταστήματα, μαζί με ανατολίτικα εργαστήρια, βρωμερά πρατήρια και μπακάλικα που έκθεταν στο δρόμο τους ταραμάδες, τους μπακαλιάρους και τις «μοσχομυρωδάτες» τους.

Γραφικότητες

Κυριακή του Πάσχα. Εορταστική έξοδος των Αθηναίων. Φωτογραφία του 1900
Κυριακή του Πάσχα. Εορταστική έξοδος των Αθηναίων. Φωτογραφία του 1900
«Στη γωνία Ερμού και Αθηνάς υπήρχε ένας ανοικτός χώρος γεμάτος αμάξια όλων των ειδών και όλων των εποχών. Στο σημείο αυτό στάθμευαν οι άμαξες, που έρχονταν από την επαρχία στην Αθήνα. Εκεί, σύμφωνα πάντα με τον Κώστα Ουράνη, μέσα στη σκόνη, το θόρυβο και τη γραφική του κίνηση, έφτασε το 1845 η οικογένεια του Παράσχου Νασάκη.

Η περιγραφή της οδού Ερμού του 1850 από τον Χρ. Αγγελομάτη είναι αρκετά κατατοπιστική και μας μεταφέρει την εικόνα του μοναδικού εμπορικού δρόμου της Πρωτεύουσας.

Εδώ κατέληγαν αι Αθήναι, που άρχιζαν από την Πλάκα και του Ψυρή. Αξίζει δε να σημειωθή, ότι, όπως αναφέρει ακόμη ο Αννινος, πολύ πέραν του 1850, εσώζοντο στην αρχήν της οδού Ερμού δύο - τρία μπακάλικα, στην είσοδον των οποίων βρωμερά μπακαλόπουλα εδιαλαλούσαν:

- Εδώ οι μοσχομυρωδάτες! (σαρδέλες).

Αι Αθήναι είχαν, τότε, (1850) πληθυσμόν μόλις 24.758 ψυχών, πολύ δε ολιγώτερον, όταν έγινεν η Ελλάς κράτος και αι Αθήναι ανεκηρύχθησαν πρωτεύουσα. Ο πληθυσμός της πρωτευούσης ήταν ένα συνοθύλευμα. Η φουστανέλα ήταν το κύριον ένδυμα, αλλά και τα "φράγκικα" είχαν τόσο διαδοθή και αυτά, ώστε να μην ονομάζουν πια "ψαλιδοκέρια" εκείνους που τα φορούσαν. Αι γυναίκες εφορούσαν ακόμη κρινολίνο, το ίδιον αυτό που στα 1855 το ωνόμαζαν σκωπτικά Μαλακώφ, από το όνομα του οχυρού της Σεβαστουπόλεως, που είχαν καταλάβει οι Γάλλοι κατά τον κριμαϊκό πόλεμο. Οι περισσότερες όμως εφορούσαν την εθνικήν ενδυμασίαν και το κόκκινο φέσι, που το ετραγούδησε η λαϊκή μούσα...».

Περιγραφές

Ο ιατρός Λουδοβίκος Φραγκλ, που επισκέφθηκε την Αθήνα το 1856, μας περιγράφει την οδό Ερμού και αναφέρει για το δρόμο αυτό το εξής χαρακτηριστικό:

...φτάνουμε σ' εκείνο το σημείο όπου η οδός Αιόλου διασταυρώνται με την οδό Ερμού ορθογώνια. Η σάτιρα των Βαυαρών της Αθήνας μετωνόμασε την οδό Ερμού σε «οδό της τρυφηλής ασωτίας».


Η αρχή της οδού Ερμού από τη μεριά της Μητροπόλεως. Φωτογραφία του 1882
Η αρχή της οδού Ερμού από τη μεριά της Μητροπόλεως. Φωτογραφία του 1882
Μικρές σελίδες

Εκείνοι που ξέρουν από παραμύθια, λένε, ότι τα παραδοσιακά ρώσικα παραμύθια είναι τα πιο συναρπαστικά απ' όλα. Γι' αυτούς, λοιπόν, έχουμε ευχάριστα νέα. Από τις εκδόσεις «Ροές» στη σειρά Παραμυθολογοτεχνία κυκλοφόρησε το βιβλίο του Πιότρ Γερσώφ «Το Καμπουραλογάκι», που φαινομενικά μοιάζει με ιστορία για μικρά παιδιά, αλλά στην ουσία πρόκειται για ένα έπος γεμάτο περιπέτειες, απρόοπτα, κατορθώματα και πολύ υπόγειο χιούμορ. Ο συγγραφέας κατάφερε να συγκεντρώσει την προφορική παράδοση των παλιών καλών παραμυθάδων, που με τις εξαιρετικές ιστορίες θέρμαιναν τις παγωμένες ρώσικες νύχτες και τις μετέφερε σε έντεχνο λόγο. Το εξαιρετικό αυτό βιβλίο είναι εικονογραφημένο από τον ζωγράφο Ν.Μ. Κοσέργκιν, ενώ τους στίχους απέδωσε η Παυλίνα Παμπούδη.

Εν συντομία

Και θα υπάρξουν άνεμοι πανίσχυροι/ που θα αντιστρέψουν τη ρότα/ κι όλα της ανατολής θα γίνουν δύση/ κι όλα του νότου/ ευρύτατα συμφιλιωμένα με την πορεία των ανέμων με την πορεία των ανέμων/ θα ακολουθήσουν, διανύοντας μεγάλες αποστάσεις.

Περί της ναυσιπλοΐας

«Κάθε άνθρωπος μπορεί να προβλέψει το μέλλον αρκεί να μάθει τα κόλπα», έτσι έλεγε ο μεγάλος Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο Ντα Βίντσι, που με τις «Προφητείες» του μας χαρίζει κωδικοποιημένα αινίγματα και ενίοτε τα αποκρυπτογραφεί ο ίδιος. Ο σπάνιος και πολύπλευρος αυτός άνθρωπος, ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας αφήνει πολύ χώρο στον αναγνώστη, χώρο για να απλώσει τη δική του φαντασία και να τα ερμηνεύσει όπως εκείνος θέλει ή μπορεί. Το βιβλίο αυτό κοσμούν σχέδια του ίδιου του καλλιτέχνη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Περίπλους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ