Υλικά: Ενα φλιτζάνι του τσαγιού καλαμποκίσιο αλεύρι, 4 κουταλιές της σούπας μυζήθρα ξερή τριμμένη. 3 κουταλιές της σούπας ελαιόλαδο και μισό φλιτζάνι του τσαγιού λάδι για τη γέμιση. 500 γραμμάρια σπανάκι, δυο πράσα, λίγα σέσκουλα, 5-6 φρέσκα κρεμμυδάκια, τρεις κουταλιές της σούπας άνηθο ψιλοκομμένο, τρία αυγά χτυπημένα, τρακόσια γραμμάρια φέτα σκληρή τριμμένη, αλάτι, πιπέρι και ντοματάκια κομμένα σε τέταρτα για το γαρνίρισμα. Λίγο φρέσκο βούτυρο και κορν φλέικς.
Τώρα, θα ρίξουμε σε ένα μπολ το καλαμποκίσιο αλεύρι και θα κάνουμε μια λακκουβίτσα στο κέντρο. Προσθέτουμε το λάδι, τη μυζήθρα και κατόπιν σιγά - σιγά, ένα ποτήρι νερό, έτσι ώστε να γίνει ο χυλός παχύρρευστος. Φυσικά, ανακατεύουμε συνεχώς με τα χέρια το μείγμα. Αλείφουμε τον πάτο και τα πλαϊνά ενός πιρέξ με βούτυρο και το πασπαλίζουμε με λίγα θρυμματισμένα κορν φλέικς και απλώνουμε τα 2/3 του χυλού. Σε ένα μπολ βάζουμε το ψιλοκομμένο σπανάκι, τα πράσα, τα σέσκουλα και τα κρεμμυδάκια, τη φέτα, τον άνηθο, το λάδι, αλάτι και πιπέρι. Προσθέτουμε τα αυγά και αμέσως βάζουμε τη γέμιση μέσα στο πιρέξ. Το σκεπάζουμε με τον υπόλοιπο χυλό και το βάζουμε στο φούρνο να ψηθεί για μια ώρα. Εάν θέλουμε, το γαρνίρουμε και με ντοματάκια.
Μαγεμένος από το θέαμα, έσπρωξα το νου μου κατά πίσω και διαλογίστηκα: Για κοίτα πώς τράνεψε, ομόρφυνε και στολίστηκε κείνο το μικρό ψαροχώρι! Ξεχνάς, μου λέει η γυναίκα μου, «πως το υγιεινό κλίμα της Γιάλτας, η όμορφη φύση της και τα μαγευτικά ακρογιάλια της τράβηξαν κοντά της το Ρώσο γιατρό Σ. Μπόικιν και με τα φυσικά θέλγητρά της σαγήνεψε πρίγκιπες, κι αυλικούς, ακόμα και τους τσάρους που σιγά - σιγά έστηναν τα πολυτελή καλοκαιρινά αρχοντικά τους». Πραγματικά τέτοια ήταν η φήμη της, ιδιαίτερα το κλίμα της, που παρακίνησε τον Λένιν στα 1920, μ' ένα του διάταγμα, να ορίσει τη Γιάλτα σαν θεραπευτικό κέντρο για τους εργάτες που είχαν προβλήματα με την υγεία τους. Κείνο το διάταγμα, αργότερα, οι Σοβιετικοί πολίτες το χάραξαν πάνω σε μάρμαρο και το βάλανε στη βάση του οβελίσκου με την προτομή του Λένιν, που είναι στημένος στο πάρκο «Γιούρι Γκαγκάριν».
Η θέση ήταν καταπληκτική, καθώς το μάτι αγνάντευε όλη την περιοχή, όταν ξέκρινα στον «Τύμβο της Δόξας» (Χολμ. Σλάβι) το μνημείο των πεσόντων στον καιρό της Οχτωβριανής Επανάστασης και στις μάχες με τους χιτλερικούς στον πόλεμο του 1941-'45. Κατεβαίνοντας από το λόφο χωθήκαμε στο πάρκο «Γιούρι Γκαγκάριν» που τα αγάλματα του Αντον Τσέχοφ και Μαξίμ Γκόργκι θυμίζουν το πέρασμά τους από δω. Η γυναίκα μου θυμήθηκε πως ο Αντον Τσέχοφ είχε έρθει στη Γιάλτα το 1898 κι έμεινε σε ένα σπίτι στο δρόμο Κίροφ 12, που σήμερα είναι μουσείο. Υστερα από μια περιπλάνηση στους δρόμους της πόλης, για να δούμε και τα άλλα αξιοθέατα πήγαμε να απολαύσουμε το «Ξέφωτο των παραμυθιών» με την υπαίθρια έκθεση τη διάσπαρτη με τις ξυλόγλυπτες φιγούρες. Στη συνέχεια, το πούλμαν μάς μετέφερε στο βουνό Αγιος Πέτρος. Ενα βαρύγδουπο κατρακύλισμα νερών κι ένα δυνατό βοητό, γιομάτο ήχους βαριάς μπετοβιανικής μουσικής μας ξάφνιασε. Ηταν ο καταρράχτης «Ουτσάν Σου». Σε λίγο, με τη βοήθεια της ξεναγού, βρεθήκαμε στην περιοχή με το ανάκτορο του πρίγκιπα Βοροντσόφ, που σήμερα έχει γίνει μουσείο. Μα δεν ήταν μόνο τούτο το ανάκτορο. Στη Γιάλτα υπάρχουν κι άλλα πολλά, αφού τον Βοροντσόφ τον μιμήθηκαν κι άλλοι από το τσαρικό αρχοντολόι, όπως ο Νάρισον, ο Γκόλτσιν, που η σοβιετική κυβέρνηση τα έχει μετατρέψει σε μουσεία και σανατόρια για τους εργάτες.
Ευωδιαστή ηρεμία και θεία γαλήνη ήταν απλωμένη στην περιοχή που ήταν στημένα τα «Λευκά ανάκτορα» που φιλοξένησαν τη Διάσκεψη. Εκείνο που μας έκανε εντύπωση είναι πως εδώ δεν υπάρχει τίποτα που να θυμίζει τα θερινά ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου στο Τσάρκογε Σέλο που βρίσκεται κοντά στο Λένινγκραντ. Τούτο το παλάτι - μουσείο οι σοβιετικές αρχές το διατήρησαν και το φρόντισαν όχι βέβαια γιατί ήταν κατοικία του τσάρου, αλλά γιατί μέσα σ' αυτό πραγματοποιήθηκε η πιο σημαντική κι αποφασιστική «Συνδιάσκεψη» στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Και πραγματικά, όλα τα εκθέματα που υπάρχουν είναι αφιερωμένα σ' εκείνη την ιστορική Συνδιάσκεψη. Τριγυρίζοντας μέσα σε τούτο το ανάκτορο είχα την αίσθηση πως έπαιρνα μέρος σε μια μυσταγωγία κι ένιωθα βαθιά συγκινημένος ότι αυτό που έκανα ήταν ένα ιερό χρέος σαν άνθρωπος και κομμουνιστής πέρα από μια υποχρέωση ενός επισκέπτη κάποιου μουσείου.
Και πώς να μην ένιωθα έτσι, όταν αναμετρούσα μέσα μου πως εδώ, σε τούτο το παλάτι, πραγματοποιήθηκε ένα ιστορικό γεγονός που τόσο βάρυνε τα κατοπινά χρόνια στην πορεία των λαών της Ευρώπης κι όλου του κόσμου.
Ριγμένος σε βαθιά λογιάσματα και οραματισμούς, το λιόφωτο που τρύπωνε από τα μεγάλα παράθυρα τούτου του ανακτόρου, άπλωνε στην ψυχή μου το λαμπερό φως της ελπίδας για μια πανανθρώπινη ειρήνη κι ένα παγκόσμιο αφοπλισμό. Πιστεύω πως η ιστορία δε θα με απογοητεύσει.
Θα έλεγα ότι είναι η περιπέτεια της παρατήρησης, που συγκρατεί στιγμές εφήμερες ...ακριβές.
Αυτές τις στιγμές προσπαθώ να αποτυπώσω με κείμενα, φωτογραφίες και σκίτσα σ' αυτό το λεύκωμα. Μικρά υστερόγραφα της πρώτης εντύπωσης, χωρίς επιστημονικές προδιαγραφές, για να πορευτούν με τις ανάγκες μιας αμφίδρομης χαράς.
Αυτά σημειώνει, στον πρόλογό της, η συγγραφέας και εικονογράφος Βάσω Ψαράκη, στο νέο της βιβλίο «Μικρό Λεύκωμα της Φύσης», που κυκλοφορεί από τις «Εκδόσεις Πατάκη». Με κείμενα, σκίτσα και 230 φωτογραφίες, μας γνωρίζει με τρυφερότητα, ομορφιά και γνώση, όσα το βλέμμα, η εμπειρία και η έρευνα συγκράτησαν από τη ζωή και την επαφή με τον υπέροχο φυσικό κόσμο. Με τρόπο συνοπτικό και ελκυστικό, μας μιλάει για τις συγκινήσεις και τις χαρές που αποκόμισε από την καθημερινότητα της υπαίθρου. Πρόκειται για μια εξαιρετική, συλλεκτική θα λέγαμε, έκδοση.