Κυριακή 30 Απρίλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Καθ' οδόν: Στη Σιένα

Μπαίνοντας στο «Ιστορικό Μουσείο βασανιστηρίων»
Μπαίνοντας στο «Ιστορικό Μουσείο βασανιστηρίων»
Οπως και για πολλά άλλα ζητήματα, για τη Σιένα γνώριζα σχεδόν ελάχιστα. Μόνο ότι στην ποδοσφαιρική ομάδα της πόλης προπονητής διατέλεσε πριν ένα-δυο χρόνια κάποιος καταγόμενος από τα ορεινά χωριά της νότιας Ιταλίας, ονόματι Papadopoulo. Οτι στην ομάδα μπάσκετ έπαιξε με επιτυχία ο μετέπειτα αρχηγός της Εθνικής Μιχάλης Κακιούζης. Και ότι στο Μεσαίωνα, τους λόφους της περιοχής συνήθιζε να επισκέπτεται για το πλούσιο κυνήγι τους ο Καίσαρας Βοργίας. Νόθος γιος του διαβόητου Ροδρίγου Βοργία, ο οποίος διατέλεσε - τι άλλο για ένα κάθαρμα της ιταλικής αναγέννησης; - πάπας, ως Αλέξανδρος ο VI.

Κυνήγι λένε ότι έχει ακόμα σε αυτό το κατάφυτο, καταπράσινο τοπίο που περιτριγυρίζει τούτη την εκπληκτική πολιτεία, τη σφηνωμένη στα υψώματα της κεντρικής Ιταλίας. Μια πόλη που άκμασε στο Μεσαίωνα, αναπτύσσοντας εμπόριο, υψώνοντας τρομερά τείχη, αρματώνοντας εκστρατευτικά σώματα και επιδεικνύοντας τη δύναμη της ολιγαρχίας της με ψηλά μέγαρα, επιβλητικά δημόσια κτίρια και όμορφα έργα τέχνης. Μέχρι που ήρθε η Φλωρεντία των Μεδίκων και την κατέκτησε, δείχνοντας, με τον πιο σκληρό τρόπο, ποιος κάνει κουμάντο στην Τοσκάνη.

Η κυρίως Σιένα βρίσκεται ακόμα μέσα στα μεσαιωνικά τείχη, πάνω σε ένα μικρό οροπέδιο, με όμορφη θέα στους στενούς κάμπους τριγύρω. Η οικοδομική δραστηριότητα δείχνει να σταμάτησε κάπου 200-300 πριν, οπότε η πλειοψηφία των κατοίκων συνεχίζει να ζει σε παλαιά διώροφα ή τριώροφα κτίρια, βαμμένα συνήθως σε αποχρώσεις σκούρας ώχρας, με σύρματα και σχοινιά από το ένα στενό παράθυρο μέχρι το απέναντι στενό μπαλκόνι και κρεμασμένη την μπουγάδα, σε ένα σκηνικό φαινομενικά φολκλόρ αλλά τελικά τόσο καθημερινό και ανθρώπινο.

Ενα από τα... ανατριχιαστικά εκθέματα του Μουσείου βασανιστηρίων...
Ενα από τα... ανατριχιαστικά εκθέματα του Μουσείου βασανιστηρίων...
Βέβαια, περπατώντας κανείς στην πόλη έχει να δει και πολλά άλλα. Επί παραδείγματι, μουσεία, με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, σχεδόν σε κάθε τετράγωνο. Ξεχωρίζουν αυτό της φυσικής ιστορίας και λόγω της ασυνήθιστης θεματολογίας το «Ιστορικό Μουσείο βασανιστηρίων» («Museo Storico della Tortura» ιταλιστί), χωμένο σε κάποιο από τα στενά δρομάκια, τα γεμάτα σκαλοπάτια, που οδηγούν στην κεντρική πλατεία και στο δημαρχείο («Palazzo Publico»). Σε αυτή την ιδιόμορφη συλλογή εκτίθενται «όργανα βασανισμού και κρατικών ποινών», όπως αναγράφεται χαρακτηριστικά στο εισιτήριο. Οργανα θανάτου και τιμωρίας, από την κλασική γκιλοτίνα, μέχρι κάποια ανατριχιαστικά μηχανήματα με τα οποία οι αρχόντοι συνέθλιβαν κρανία ή γόνατα στους Αγιάννηδες και στους λοιπούς «εχθρούς του κράτους».

Οπως προείπα, η πόλη είναι γεμάτη από δαιδαλώδη δρομάκια, τα περισσότερα πολύ στενά για να περάσει οποιοδήποτε τετράτροχο, πλακοστρωμένα μονοπάτια, σκιώδη από τα ψηλά παλαιά κτίρια, που μόλις και αφήνουν μια φέτα ουρανού να φανεί από ψηλά. Αυτό δεν είναι καθόλου αποπνικτικό, καθώς συνάδει με το χαρακτήρα τούτης της κλασικής καστροπολιτείας.

Επιπλέον, ακόμα και χωρίς χάρτη δύσκολα χάνεται κάποιος, καθώς η δημοτική αρχή έχει φροντίσει να υπάρχουν σε κάθε κρίσιμο σταυροδρόμι πινακίδες που σε κατευθύνουν. Είτε για τον καθεδρικό ναό, είτε για την όμορφη «Piazza del Campo» με το μεσαιωνικό δημαρχείο, το οποίο χρησιμοποιείται ως έδρα του δήμου μέχρι σήμερα, είτε για την κύρια έξοδο της πόλης.

Ο καθεδρικός ναός είναι οπωσδήποτε επιβλητικός, «ντυμένος» με το κλασικό λευκό - πράσινο μάρμαρο της Τοσκάνης, αλλά όχι τόσο θεαματικός όσο αυτός της Φλωρεντίας ή ακόμα και της Πίζας. Δείγμα του χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου το οποίο κατέκτησε η τότε άρχουσα τάξη της Σιένας στον οξύ ανταγωνισμό ανάμεσα στις τρεις γειτονικές μεσαιωνικές πόλεις - κράτη.

...και η εφαρμογή του στην πράξη από ιστορική φωτογραφία
...και η εφαρμογή του στην πράξη από ιστορική φωτογραφία
Το δημαρχείο και η πλατεία που ανοίγεται μπροστά του μάλλον είναι το καλύτερο σημείο της πόλης. Η πλατεία έχει το σχήμα βεντάλιας, με ανωφερή κλίση στο πίσω μέρος της. Ετσι, τα παλαιότερα χρόνια, ακόμα και το πλήθος που στεκόταν στις παρυφές της, μπορούσε άνετα να δει και να ακούσει το δήμαρχο, όταν έβγαινε για διάγγελμα στη λαμπρή κεντρική είσοδο του δημαρχιακού μεγάρου.

Σωρεύονται εκεί οι τουρίστες, στα καφέ και στα εστιατόρια που λειτουργούν πέριξ της άπλας, ή καθισμένοι κάτω στην πλατεία, να πάρουν μιαν ανάσα από τις συνεχείς εναλλασσόμενες ανηφόρες - κατηφόρες, και να απολαύσουν το χώρο.

Στα πρακτικά ζητήματα, οργανωμένα πάρκινγκ υπάρχουν τρία έξω από τα τείχη της μεσαιωνικής πόλης. Αλλά στον ανήφορο, στο μονόδρομο που οδηγεί στην κεντρική πύλη, όπως και στον κατήφορο της εξόδου, αν είστε τυχεροί μπορεί να βρείτε ένα κενό, να σταθμεύσετε δωρεάν και με σχετική σιγουριά για το όχημά σας. Για φαγητό, όσο πιο μακριά από το κέντρο, τόσο πιο φτηνό θα το βρείτε. Υπάρχουν τουριστικά μενού με πέντε, δέκα και δεκαπέντε ευρώ ανά άτομο (συμπεριλαμβάνεται ένα ποτήρι ντόπιο κρασί), που μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες με χαμηλό κόστος.

Στην επίσκεψή μου στην Τοσκάνη αφιέρωσα μόλις μια μέρα στη Σιένα. Γύρισα στην Ελλάδα με τη βεβαιότητα ότι έκανα ένα μεγάλο λάθος.


Η κεντρική πλατεία της πόλης
Η κεντρική πλατεία της πόλης

Η πλατεία Del Campo από ψηλά
Η πλατεία Del Campo από ψηλά

Ο καθεδρικός ναός
Ο καθεδρικός ναός

Σοκάκι της πόλης
Σοκάκι της πόλης

Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ

Μικρές σελίδες

«Ο πολιτισμός της τεχνολογίας και του κερδοσκοπισμού από το 1950 άρχισε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατεδάφισης όλων των παραδοσιακών κτιρίων της Αθήνας, που κυριολεκτικά κοσμούσαν την πόλη και συνέδεαν αισθητικά τη σύγχρονη εποχή με το παρελθόν. Από τη μανία εκείνη δε γλίτωσαν λαμπρά νεοκλασικά οικοδομήματα για να ανεγερθούν στη θέση τους οι άκομψες ογκώδεις κατασκευές που πνίγουν το περιβάλλον και κακοποιούν τις ευαισθησίες των ανθρώπων. Οταν το 1960 ανακοινώθηκε η οριστική απόφαση κατεδάφισης του ιστορικού καφενείου, πολλές οι συζητήσεις που έγιναν και οι αντιφράσεις που προέκυψαν για την απόφαση να κλείσει, αφού με εκείνο τέλειωνε και ένα κομμάτι της νεότερης ιστορίας των Αθηνών και της Ελλάδας» σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου «Το καφενείο του Ζαχαράτου» ο Γιάννης Λ. Λάμπρου (εκδόσεις «Δεσμός» Αθήνα 2001). Λίγο πιο κάτω ανασύρει από τη δημοσιογραφική μνήμη ένα εξαιρετικό απόσπασμα από το άρθρο του Παύλου Παλαιολόγου σχετικά με το θέμα. Και το φιλοξενεί: «Ενα καφενείο κατεδαφίζεται στο τετράγωνό μου. Από τα τελευταία. Πόσα τάχα απομένουν; Αν ανήκα στους χορηγούς θα εμπιστευόμουν στην Ακαδημία την απονομή επάθλου για τη συγγραφή της ιστορίας του καφενείου που πεθαίνει. Κάθε μέρα και ένας θάνατος. Ο τελευταίος αιώνας του βίου του. Ούτε δείγμα δε θα υπάρχει το 2000 μ.Χ. Θέμα σπαρταριστό για λαογράφους, λογοτέχνες, ιστορικούς, ποιητές ακόμα. Πώς δε σκέφτηκαν να εκφωνήσουν τον επικήδειο;».

Σήμερα, δεν υπάρχει λόγος να εκφωνήσουμε επικήδειο. Ελάχιστοι θυμούνται το κόσμημα της Πλατείας Συντάγματος και ακόμη πιο λίγοι είναι εκείνοι που μπορούν να ισχυριστούν ότι εκεί συνήθιζαν να πίνουν τον καφέ τους. Οσο για τους νεότερους, φοβάμαι πως ούτε ακουστά δεν το ξέρουν. Γι' αυτό το λόγο θεωρούμε πολύτιμο το βιβλίο του Γιάννη Λάμπρου. Ο συγγραφέας κατορθώνει να διασώσει τις ...λέξεις. Αυτές μονάχα απέμειναν από τα πανάκριβα «υλικά κατεδαφίσεως» της δεκαετίας του '60, που σκορπίστηκαν στους τέσσερις ανέμους της Αθήνας. Ερχεται αυτός ο τόμος λοιπόν για να θυμίσει πολλά στους μεγαλύτερους και για να μάθει στους νεότερους ότι «τα εγκαίνια του καφενείου του Ζαχαράτου έγιναν με αρκετή μεγαλοπρέπεια και με την παρουσία αρκετών επισήμων και πλήθους, το απόγευμα της 3ης Δεκεμβρίου του 1888».

Μαρία η θεϊκή

Από τις εκδόσεις Πατάκη, στη σειρά «Λογοτεχνικά βιβλία με πολύχρωμη εικονογράφηση», κυκλοφορεί το βιβλίο της Δέσποινας Μπογδάνη - Σουγιούλ: Μαρία Κάλλας, με εικονογράφηση της Ευγενίας Λογκβινόβσκα. Η συγγραφέας και η εικονογράφος μας αφηγούνται με εύληπτο και παραμυθένιο τρόπο τη ζωή της μεγάλης λυρικής τραγουδίστριας, που πέρασε στην αθανασία ως η «Λα Ντιβίνα» (La divina). Η θεϊκή, λοιπόν, Σεσίλια Σοφία Αννα Μαρία Καλογεροπούλου, κόρη μεταναστών, ξεκίνησε το θαυμαστό μουσικό της ταξίδι από τη Νέα Υόρκη - όπου γεννήθηκε - για να κατακτήσει την Ελλάδα, την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, τον κόσμο ολόκληρο. Και τον κατέκτησε. Η ανεπανάληπτη φωνή της, που ακούστηκε - και συνεχίζει να ακούγεται - σε όλη τη Γη, είχε και έχει τη μαγική ιδιότητα να συγκινεί, να συνεπαίρνει, να μαγεύει τους ανθρώπους, ακόμα και εκείνους που δεν έχουν σχέση με την Οπερα. Η Μαρία Κάλλας έσβησε στο Παρίσι στις 16 Σεπτέμβρη του 1977. Η τελευταία επίσκεψή της στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιουνίου του 1979, δυο χρόνια σχεδόν μετά το θάνατό της, όταν η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο, σύμφωνα με την επιθυμία της.

Το βιβλίο αυτό, ακολουθώντας τα μουσικά βήματα του έργου της, επιχειρεί να παρουσιάσει στα παιδιά τη μορφή όχι μόνο μιας μεγάλης καλλιτέχνιδας, αλλά και ενός ευαίσθητου ανθρώπου, όπως ήταν η Μαρία Κάλλας, που έζησε μόνο για την τέχνη.

Εν συντομία

Ο Φερνάντο Πεσόα (1888 - 1935), ο μεγάλος ποιητής και δοκιμιογράφος της Πορτογαλίας, υπήρξε ο «άνθρωπος με τις μάσκες», διότι έγραφε πίσω από δεκάδες «ετερώνυμους» με τους οποίους ταυτιζόταν, τεμαχίζοντας έτσι, ή πολλαπλασιάζοντας, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς, την ίδια του την προσωπικότητα. Στο βιβλίο «Πίσω από τις μάσκες: Σημειώσεις ενός λαθρεπιβάτη της ζωής», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροές, η σπαρακτική ενότητα της φωνής του οδηγεί σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση. Πρόκειται για ένα απάνθισμα στοχασμών και στίχων, που αγγίζουν όλα τα μεγάλα θέματα του έργου του. Επίσης, ετούτος ο μικρός, αλλά τόσο σημαντικός τόμος, συνοδεύεται και από ένα χρονολόγιο της ζωής του Πεσόα και ένα πραγματικά πλούσιο και σπάνιο, θα λέγαμε, φωτογραφικό υλικό. Η Μετάφραση, η Εισαγωγή και το Επίμετρο είναι του Αλέξανδρου Βέλιου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ