Φωτοβολταϊκό Πάρκο στην Κίνα |
«Οι ΑΠΕ σπάνε τα ρεκόρ τους σε παγκόσμιο επίπεδο και το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από καθαρές πηγές ενέργειας προβλέπεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια», σημειώνει η έκθεση και προσθέτει πως «η αξιοσημείωτη κινεζική κυριαρχία στην αγορά ηλιακής και αιολικής ενέργειας έχει αυξήσει την εξάρτηση της Δύσης από την τεχνολογία της καθαρής ενέργειας».
Η έκθεση τονίζει επίσης πως η «έξυπνη» τεχνολογία που χρησιμοποιείται στα φωτοβολταϊκά και αιολικά συστήματα εγκυμονεί κινδύνους για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Οι εγκαταστάσεις των ΑΠΕ περιλαμβάνουν ολοένα και περισσότερους αισθητήρες και μηχανισμούς που επιτρέπουν τον απομακρυσμένο έλεγχό τους αλλά και την παρακολούθηση μιας σειράς δεδομένων σε πραγματικό χρόνο μέσω σύνδεσής τους στο διαδίκτυο. Τα περισσότερα από αυτά τα συστήματα έχουν αναπτυχθεί και κατασκευαστεί στην Κίνα, πράγμα που προκαλεί ανησυχίες για το ενδεχόμενο κυβερνοεπιθέσεων, σημειώνεται.
Παράλληλα, το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην παγκόσμια κατανάλωση Ενέργειας έχει αυξηθεί αξιοσημείωτα τις τελευταίες δεκαετίες και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας (International Energy Agency - IEA), η κατανάλωση Ενέργειας από ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, στη θέρμανση και στις μεταφορές θα αυξηθεί κατά περίπου 60% κατά τα έτη 2024-2030. Οι ΑΠΕ αποτελούν επίσης κεντρικό πυλώνα στην «ενεργειακή μετάβαση» του ΝΑΤΟ: Η στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ που εγκρίθηκε στη Σύνοδο Κορυφής στη Μαδρίτη το 2022 υπογραμμίζει την ανάγκη να επενδύσουν τα κράτη - μέλη στην «πράσινη μετάβαση», ενώ οι ΑΠΕ δοκιμάζονται και χρησιμοποιούνται σταδιακά στο στρατιωτικό πλαίσιο, μεταξύ άλλων σε διάφορες ασκήσεις του ΝΑΤΟ.Ταυτόχρονα, η κυριαρχία της Κίνας στην αλυσίδα εφοδιασμού της ηλιακής και αιολικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων αρκετών κρίσιμων στοιχείων νέας τεχνολογίας, αυξάνεται, όπως αποτυπώνουν και μια σειρά στοιχεία που καταγράφονται στην έκθεση.
Συγκεκριμένα, σημειώνεται πως το 2023 η ηλιακή ενέργεια ήταν η μεγαλύτερη πηγή ανανεώσιμης ισχύος με ποσοστό 36,7% (1.418 GW). Σύμφωνα με την πρόβλεψη της ΙΕΑ, μέχρι το 2030 οι ΑΠΕ θα χρησιμοποιούνται για το 46% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπου η αιολική ενέργεια και τα ηλιακά φωτοβολταϊκά θα καλύπτουν το 30% αυτού του ποσοστού. Ιδιαίτερα το μερίδιο των ηλιακών φωτοβολταϊκών προβλέπεται να τριπλασιαστεί. Η ΙΕΑ προβλέπει παράλληλα ότι ο κυρίαρχος ρόλος της Κίνας θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2030, καθώς η Κίνα θα διατηρεί πάνω από το 80% της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας για όλα τα τμήματα κατασκευής φωτοβολταϊκών.
Ο μετατροπέας των φωτοβολταϊκών «είναι ένα βασικό στοιχείο του φωτοβολταϊκού συστήματος, που συχνά θεωρείται ως ένα από τα πιο ευάλωτα μέρη για επιθέσεις στον κυβερνοχώρο», σημειώνει η έκθεση του ΝΑΤΟ και τονίζει πως «όσο πιο "έξυπνοι" γίνονται οι μετατροπείς και κατ' επέκταση το ενεργειακό σύστημα στο σύνολό του, τόσο περισσότερα δεδομένα επεξεργάζονται και τόσο πιο διατεθειμένοι είναι για διαφορετικού τύπου απειλές στον κυβερνοχώρο. Ως εκ τούτου, οι μετατροπείς θεωρούνται μερικές φορές ακόμη και ότι αποτελούν κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια, καθώς μεταδίδουν και λαμβάνουν ευαίσθητα δεδομένα σχετικά με την εθνική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Λαμβάνοντας υπόψη ότι σε παγκόσμιο επίπεδο ένα μεγάλο ποσοστό των ηλιακών μετατροπέων εισάγεται από την Κίνα, υπάρχει δυνητικά μεγάλος κίνδυνος έκθεσης ευαίσθητων δεδομένων σε μη εξουσιοδοτημένους φορείς. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την εκτίμηση της Solar Power Europe, το μερίδιο των εισαγόμενων μετατροπέων από την Κίνα στην ευρωπαϊκή αγορά είναι περίπου 80%».Οσον αφορά την αιολική ενέργεια, που το 2023 ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πηγή ανανεώσιμης ισχύος με 26,3% (1017 GW) και μέχρι το 2030 αναμένεται να ξεπεράσει την υδροηλεκτρική που βρίσκεται στη 2η θέση, τονίζεται πως και σε αυτήν ο ρόλος της Κίνας είναι επίσης αξιοσημείωτος. Το 2023, το μερίδιο της Κίνας στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας έφτασε περίπου το 60%-75% και περίπου το 90% της παγκόσμιας επέκτασης της παραγωγικής ικανότητας της χερσαίας αιολικής ενέργειας.
Ο ψηφιακά δικτυωμένος χαρακτήρας των εγκαταστάσεων αιολικών πάρκων αυξάνει τον κίνδυνο ντόμινο. Μία κυβερνοεπίθεση σε έναν χερσαίο υποσταθμό θα μπορούσε γρήγορα να διαδοθεί στο σύνολο του δικτύου. Η σοβαρή ευπάθεια αναδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι το θέμα των υβριδικών απειλών κατά των ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων κινδύνου των ανεμογεννητριών, εξετάστηκε κατά τη διάρκεια της άσκησης «Nordic Pine 2024» του ΝΑΤΟ.
Ακόμα, η έκθεση επισημαίνει πιθανές διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα που θα αφήσει τις χώρες του ευρωατλαντικού άξονα εκτεθειμένες σε περιορισμούς του εμπορίου ή σε απαγορεύσεις εξαγωγών. Για παράδειγμα, σημειώνει πως σε περίπτωση που οι διπλωματικές σχέσεις επιδεινωθούν ή οι εμπορικοί πόλεμοι κλιμακωθούν, η διαθεσιμότητα των κρίσιμων εξαρτημάτων για τις ΑΠΕ μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά. «Η εξάρτηση από τις κινεζικές τεχνολογίες μπορεί να δώσει στην Κίνα σημαντική επιρροή στην ενεργειακή ασφάλεια και την τεχνολογική ανεξαρτησία μιας σειράς χωρών», τονίζει η έκθεση.
Διαβάστε σήμερα στο τετρασέλιδο «Διεθνή και Οικονομία»:
«Ακρογωνιαίος λίθος» στα σχέδια των ΗΠΑ στην περιοχή
Την «τιμητική» της είχε η βάση της Σούδας στις αναφορές |
Το «παρών» στο συνέδριο έδωσαν μέλη της κυβέρνησης, στελέχη της τοπικής διοίκησης και πλήθος επιχειρηματιών του νησιού. Από τη συζήτηση αναδείχθηκε το ενδιαφέρον του αμερικανικού παράγοντα και των ντόπιων επιχειρηματιών για κοινές επενδύσεις στο σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων της Κρήτης, με επίκεντρο τους τομείς της Ενέργειας, των Υποδομών, του Τουρισμού, της Βιομηχανίας, της Αγροτικής Παραγωγής, του Νερού και της Ερευνας, αλλά και την παραπέρα εμπλοκή του νησιού στα αιματοβαμμένα σχέδια των ΑμερικανοΝΑΤΟικών στην ευρύτερη περιοχή, λόγω και της στρατηγικής θέσης του νησιού.
Τόσο ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου όσο και οι υπόλοιποι ομιλητές ανέφεραν ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο των τελευταίων ετών, και ότι οι σχέσεις των δύο χωρών είναι στρατηγικές και δεν αλλάζουν βάσει προσώπων, αρχηγών κράτους και κυβερνήσεων. Εξήραν άλλωστε όλοι τους τον «καθοριστικό ρόλο» του Λευτέρη Αυγενάκη, βουλευτή της ΝΔ και πρώην υπουργού της κυβέρνησης, ως προέδρου της «Επιτροπής Κρήτης» του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, προς αυτήν την κατεύθυνση, ενώ παρόντες στο συνέδριο ήταν επίσης ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Φραγκίσκος Παρασύρης ως ομιλητής και στελέχη όλων σχεδόν των αστικών κομμάτων, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά τη σοβαρή ευθύνη τους στην εμπλοκή του νησιού στα ιμπεριαλιστικά παζάρια και την κοινή στρατηγική κατεύθυνση που υπηρετούν.
Στιγμιότυπο από το συνέδριο |
Ο Ν. Δένδιας σημείωσε ότι «η Κρήτη έχει το μοναδικό προνόμιο της διασταύρωσης επί του εδάφους της των ενεργειακών, των γεωπολιτικών, των γεωγραφικών και των συγκοινωνιακών αξόνων». «Η Κρήτη είναι ακριβώς πάνω στο σημείο τομής του άξονα Βορρά - Νότου και Ανατολής - Δύσης, της τομής και του γεωπολιτικού και του γεωγραφικού και του ενεργειακού άξονα. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχει τεράστια σημασία το καθένα ξεχωριστά», πρόσθεσε.
Κάλεσε δε τους παρευρισκόμενους, για να κατανοήσουν τον ρόλο που επιφυλάσσουν στο νησί, να δουν τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, και ειδικά σε σχέση με τη Συρία χαρακτήρισε εξαιρετικά σημαντικές τις εξελίξεις μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, αναδεικνύοντας το ενδιαφέρον της αστικής τάξης για την περιοχή, ενώ υπογράμμισε ότι με τη στενή γεωγραφική έννοια η Κρήτη είναι «το κοντινότερο μείζον τμήμα του ελλαδικού χώρου προς τη Συρία».
Ορισμένοι από τους ενεργειακούς πόρους της Ανατ. Μεσογείου και τα σχέδια για την εξαγωγή τους μέσω και της Κρήτης (πηγή: «Geopolitics of Oil and Gas in the MENA Region») |
Στη συνέχεια μίλησε για τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα και τη «νέα δομή» των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, επισημαίνοντας ότι με τις αλλαγές αυτές αναβαθμίζεται ο ρόλος της ελληνικής αστικής τάξης στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή. Ανέδειξε παράλληλα τον σημαντικό ρόλο που επιφυλάσσουν τα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα για τα αιματοβαμμένα σχέδια τους και την πολεμική βιομηχανία. Ειδικά για την Κρήτη, τόνισε ότι έχει μια νέα μεγάλη ευκαιρία, εκμεταλλευόμενη «τη λαμπρή θέση, το εξαιρετικό ανθρώπινο κεφάλαιο, τις πανεπιστημιακές και κρατικές δομές που έχει, να συνεισφέρει στη μέγιστη εθνική προσπάθεια που ακολουθεί. Στην προσπάθεια να κάνουμε την πατρίδα μας ισχυρότερη, πιο ευρωπαϊκή και ιδίως πιο φιλική και πιο χρήσιμη για τη νέα γενιά των Ελλήνων», απευθύνοντας ανοιχτό κάλεσμα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα του νησιού να επενδύσουν στην έρευνα για την πολεμική βιομηχανία.
Ο Τζ. Πάιατ αναφέρθηκε κυρίως στον κομβικό ρόλο της Κρήτης στους ενεργειακούς σχεδιασμούς στην περιοχή, λέγοντας: «Η Κρήτη κατέχει κομβική θέση στη διασταύρωση πολυάριθμων ενεργειακών πρωτοβουλιών. Στέκεται ως ακρογωνιαίος λίθος στις φιλοδοξίες του πρωθυπουργού Μητσοτάκη για τη μετάβαση της Ελλάδας στην πράσινη Ενέργεια, ενισχύεται από στρατηγικές συνεργασίες με την Κύπρο και το Ισραήλ, που υποστηρίζονται σθεναρά από την αμερικανική κυβέρνηση». Εκτενή αναφορά έκανε και στον όμιλο Κοπελούζου και τον ρόλο του στην ανάπτυξη της διασύνδεσης με την Αίγυπτο, υπογραμμίζοντας για μία ακόμα φορά τον κομβικό ρόλο της Ελλάδας. Παράλληλα μίλησε για το mega project των «ExxonMobil» (operator) - «Helleniq Energy», που αφορά την εξερεύνηση των δύο παραχωρήσεων για κοιτάσματα με υδρογονάνθρακες και συγκεκριμένα με φυσικό αέριο υπεράκτια της Κρήτης. Αλλά και για το ενδιαφέρον της «Chevron» για έρευνες σε θαλάσσια περιοχή η οποία οριοθετείται σε μια έκταση που ξεκινά νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου και φτάνει έως τα δυτικά της Κρήτης.
Μνεία έκανε και στο καλώδιο Ελλάδας - Κύπρου. Στο σημείο αυτό μίλησε για την κατάσταση στο Ισραήλ και τις προσπάθειες «ανοικοδόμησης της Γάζας» - όπως βαφτίζονται τα σχέδια για εξόντωση των Παλαιστινίων και κάθε λογής «μπίζνες» στη γη τους - με την επισήμανση ότι τόσο η Λευκωσία όσο και η Αθήνα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, διεκδικώντας μερτικό από τη «λεία».
Ο Πάιατ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην Αλεξανδρούπολη, υπογραμμίζοντας τον κομβικό της ρόλο για την «ενεργειακή ασφάλεια» σε ολόκληρη την Ευρώπη, κυρίως καθώς «η Ρωσία δεν μπορεί πλέον να ληφθεί υπόψη ως αξιόπιστος εταίρος». Τόνισε ότι αμερικανικό LNG μπορεί να μεταφερθεί μέσω της Αλεξανδρούπολης σε ολόκληρη την Ευρώπη, εξαίροντας τον κομβικό ρόλο των Ελλήνων εφοπλιστών στη διακίνησή του, ο οποίος αποδεικνύει τον βαθύ δεσμό των οικονομικών συμφερόντων της ελληνικής αστικής τάξης με αυτά των ΗΠΑ. «Και η Κρήτη είναι στο επίκεντρο όλων αυτών», είπε χαρακτηριστικά, για να κλείσει αναφέροντας ότι τον επόμενο μήνα θα επισκεφτεί τη χώρα μας για συμμετοχή στο Φόρουμ των Δελφών, όπου θα έχει την ευκαιρία να συναντηθεί με εκπροσώπους του κλάδου της Ενέργειας και να συζητήσει κυρίως για τον αγωγό «EastMed».
RIZOSPASTIS |
Σύμφωνα λοιπόν με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, αύξηση 8,7% παρουσίασαν οι τιμές των διαμερισμάτων κατά το 2024 έναντι 13,9% που είχαν σημειώσει το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ).
Από τα ίδια τα στοιχεία προκύπτει ότι κάθε χρόνο σημειώνεται σημαντική αύξηση στις τιμές, που σε συνδυασμό με τις περικοπές στον ονομαστικό μισθό, την εκτόξευση του πληθωρισμού τα τελευταία χρόνια, τη φοροαφαίμαξη των εργαζομένων, δημιουργείται ένα εκρηκτικό μείγμα που εξαϋλώνει το λαϊκό εισόδημα.
Πιο αναλυτικά, το δ' τρίμηνο του 2024 οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 6,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023. Η αύξηση των τιμών το δ' τρίμηνο του 2024 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023 ήταν 9,1% για τα νέα διαμερίσματα, δηλαδή ηλικίας έως 5 ετών, και 4,9% για τα παλιά, δηλαδή ηλικίας άνω των 5 ετών. Για το 2024, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των τιμών για τα νέα διαμερίσματα ήταν 10,1%, έναντι ρυθμού αύξησης 12,9% το 2023, ενώ ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης για τα παλαιά διαμερίσματα ήταν 7,8% το 2024, έναντι αύξησης 14,5% το 2023.
Από την ανάλυση των στοιχείων κατά γεωγραφική περιοχή προκύπτει ότι η αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων το δ' τρίμηνο του 2024 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023 ήταν 6,2% στην Αθήνα, 8,2% στη Θεσσαλονίκη, 4,6% στις άλλες μεγάλες πόλεις και 8,7% στις λοιπές περιοχές της χώρας. Για το σύνολο του 2024, η αύξηση των τιμών στις ίδιες περιοχές σε σχέση με το 2023 ήταν 8,2%, 11,2%, 7,1% και 10,6% αντίστοιχα. Τέλος, για το σύνολο των αστικών περιοχών της χώρας, το δ' τρίμηνο του 2024 οι τιμές των διαμερισμάτων ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 5,9% σε σύγκριση με το δ' τρίμηνο του 2023, ενώ για το 2024 η μέση ετήσια αύξηση διαμορφώθηκε στο 8,4%.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν κατά 66,4% απ' το τρίτο τρίμηνο του 2017, οπότε η αγορά ακινήτων βρέθηκε στο ναδίρ, μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2024. Τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 37% την τελευταία πενταετία. Αύξηση έχει σημειωθεί και στις τιμές των εμπορικών ακινήτων κατά 33%, επιβαρύνοντας αυτοαπασχολούμενους και μικρούς επαγγελματίες.
Μάλιστα, η κατάσταση είναι ακόμα πιο «μαύρη» για τους εργαζόμενους, αν υπολογίσει κανείς το συνολικό κόστος στέγασης, δηλαδή το κόστος της στέγης συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών «κοινής ωφέλειας», ιδιαίτερα το κόστος Ενέργειας.
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, το 71,9% των νέων 18 - 34 ετών διαμένουν στο παιδικό τους δωμάτιο, από 58,4% το 2008. Ταυτόχρονα, το 74,2% των ενοικιαστών δαπανούν άνω του 40% του εισοδήματός τους για τη στέγαση. Σχεδόν ένα στα δύο νοικοκυριά (45,5%) καθυστερούν να πληρώσουν στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς.
Αυτή η κατάσταση αποκαλύπτει βέβαια τα παραμύθια της κυβέρνησης με τις εξαγγελίες περί... «στεγαστικής πολιτικής που ευνοεί τα νέα ζευγάρια», παραμύθια που ακούστηκαν ξανά πρόσφατα με αφορμή την παρουσίαση του νομοσχεδίου για τη λεγόμενη «κοινωνική αντιπαροχή», που στην πραγματικότητα έρχεται να δώσει τσάμπα γη και «πελατεία» σε μεγαλοκατασκευαστές, τράπεζες και λοιπούς επιχειρηματικούς ομίλους.
Συνολικά άλλωστε πάνω στο έδαφος της εμπορευματοποίησης, όπως και της πολιτικής που ιεραρχεί σε όλα τα επίπεδα τα συμφέροντα του κεφαλαίου (π.χ. τουρισμός, real estate κ.ο.κ.), ολόκληρες περιοχές μετατρέπονται σε «άβατο» για τη λαϊκή κατοικία, ενώ και όλα τα σχετικά προγράμματα («Σπίτι μου ΙΙ», «Κοινωνικής Αντιπαροχής», «Ανακαινίζω - Νοικιάζω») ή τα φορολογικά κίνητρα εκμετάλλευσης «κλειστών» διαμερισμάτων προς ιδιοκατοίκηση, τα μέτρα «περιορισμού» των βραχυχρόνιων μισθώσεων με αύξηση συντελεστών φορολόγησης και το «Μητρώο ακινήτων», αποδεικνύονται πολύ μακριά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες για στέγαση.
Στην πραγματικότητα, όχι μόνο αποτελούν «σταγόνα στον ωκεανό» του πλήθους των εργαζομένων, περιλαμβάνοντας μόλις 20.000 δικαιούχους για αγορά πρώτης κατοικίας και 2.500 για παροχή κατοικιών με χαμηλό ενοίκιο και δικαίωμα αγοράς, αλλά επιβάλλουν τον τραπεζικό δανεισμό των «ωφελούμενων» για την απόκτηση κατοικίας ή την ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση του ακινήτου με τους εργαζόμενους να παραμένουν «ενοικιαστές» του σπιτιού τους, όμηροι της επόμενης γενιάς πλειστηριασμών.
Επιπλέον, ο λαός πληρώνει τα κεφάλαια των κρατικών ενισχύσεων μέσω της ληστρικής κρατικής φορολογίας, που αφήνει ανέγγιχτα τα κέρδη των ομίλων, και των περικοπών δαπανών για τις κοινωνικές ανάγκες, για τα ματωμένα πλεονάσματα που αναδιανέμουν τη φτώχεια μεταξύ φτωχότερων και φτωχών.
Η κρατική παρέμβαση των προγραμμάτων επιδότησης αγοράς, κατασκευής ή ανακαίνισης κατοικιών τροφοδοτεί την κερδοφορία των ομίλων των κατασκευών, της εκμετάλλευσης και διαχείρισης ακινήτων, της βιομηχανίας δομικών υλικών, των τραπεζών που διαπιστώνουν «καθυστέρηση» στην επέκταση της αγοράς στεγαστικών δανείων.
Απ' την άλλη, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ ασκούν κριτική για καθυστέρηση εκμετάλλευσης ακινήτων του Δημοσίου για την κατασκευή «κοινωνικών κατοικιών» (ΠΑΣΟΚ) ή την «Τράπεζα Στέγης» (ΣΥΡΙΖΑ), για τη μη αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του κράτους για επιδότηση στεγαστικών δανείων, προβάλλοντας τα «παραδείγματα» από τις καλύτερες πρακτικές άλλων χωρών της ΕΕ, στις οποίες ωστόσο επίσης οξύνεται η στεγαστική κρίση.
Η πραγματικότητα είναι ότι ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ συναίνεσαν στην κατάργηση του ΟΕΚ, ενώ σήμερα συναινούν στην παραχώρηση της ακίνητης περιουσίας του μέσω ΣΔΙΤ για την εγγυημένη κερδοφορία των κατασκευαστικών ομίλων, στην πολιτική στήριξης των τραπεζικών ομίλων, που μέχρι σήμερα οδηγεί σε χιλιάδες νέους πλειστηριασμούς λαϊκών κατοικιών, με «πρωτοπόρο» τον ΣΥΡΙΖΑ των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και του «ιδιώνυμου» της κρατικής καταστολής των κινητοποιήσεων ενάντια στους πλειστηριασμούς.
«Στην Ελλάδα δεν περνά ούτε μια μέρα που να μη γίνουν μεγάλες κινητοποιήσεις στα γραφεία των funds και των servicers. Των οικονομικών ομίλων δηλαδή, που πάνω στο νομικό πλαίσιο της ΕΕ, που συνδιαμόρφωσαν όλες οι κυβερνήσεις και η σημερινή της ΝΔ με Οδηγίες όπως η 2021/2167 (διαχειριστές κι αγοραστές πιστώσεων), αγοράζουν για "ψίχουλα" οφειλές λαϊκών νοικοκυριών και τους πετούν έξω.
Στην πλειοψηφία τους είναι οικογένειες που είδαν τα επιτόκια των δανείων τους να εκτοξεύονται και με την τεράστια αύξηση επιτοκίων της ΕΚΤ και αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στο αυξανόμενο κόστος ζωής, στην ακρίβεια, στον πληθωρισμό, στις "πράσινες προδιαγραφές" που έχουν τεθεί.
Οι όμιλοι, που θωράκισε την ασυλία τους η ΕΕ με τις Οδηγίες της, διεξάγουν διαδικτυακούς πλειστηριασμούς και προχωρούν σε εξώσεις ακόμη κι εάν πρόκειται για την πρώτη και μοναδική κατοικία μίας οικογένειας, ακόμη κι εναντίον ηλικιωμένων, ανέργων, ατόμων με αναπηρία, βαριά ασθενών. Στόχος είναι αυτά τα σπίτια να πουληθούν πάση θυσία, ώστε να περάσουν στη βραχυχρόνια μίσθωση, η οποία έχει μετατραπεί σε μάστιγα στις λαϊκές συνοικίες και έχει εκτοξεύσει το κόστος διαβίωσης.
Οι κινητοποιήσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς αντιμετωπίζονται με καταστολή και διώξεις, με αποτέλεσμα μέλη μαζικών οργανώσεων που υπερασπίζονται τα σπίτια του λαού να σέρνονται σε δίκες.
Πώς τοποθετείται η Κομισιόν:
-- Στο γεγονός ότι η γενίκευση των πλειστηριασμών συνδέεται με τα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς αυτό έχει προαπαιτούμενο τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων;
-- Στην ανάγκη για άνευ όρων προστασία της λαϊκής κατοικίας;
-- Στο αίτημα για άμεσο κούρεμα οφειλών προς τις τράπεζες και το κράτος, διαγραφή τόκων και τοκοχρεολυσίων;
-- Στην άμεση άρση κάθε δίωξης όλων όσοι παλεύουν ενάντια στους πλειστηριασμούς και τις εξώσεις;».
Στην περικοπή 7.500 θέσεων εργασίας προχωράει μέχρι το τέλος του 2029 η αυτοκινητοβιομηχανία «Audi», στο πλαίσιο προγράμματος «εξυγίανσης», με στόχο τη μείωση του εργατικού «κόστους» κατά τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ ετησίως μεσοπρόθεσμα.
Ο πρόεδρος του συμβουλίου των εργαζομένων υπερασπίστηκε την εργοδοσία και για να «χρυσώσει το χάπι» είπε πως η επιχείρηση είχε αρχικά εισηγηθεί την περικοπή 12.000 θέσεων εργασίας. Ισχυρίστηκε ότι οι περικοπές δεν θα επηρεάσουν την παραγωγή, ενώ θα οδηγήσουν σε περιορισμό της γραφειοκρατίας.
Οι πρώτες 6.000 θέσεις θα καταργηθούν έως το 2027 και οι υπόλοιπες έως το τέλος του 2029. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας διαβεβαίωσε, από την πλευρά του, ότι δεν θα υπάρξουν απολύσεις έως το τέλος του 2033. «Η "Audi" πρέπει να γίνει πιο γρήγορη, πιο ευέλικτη και πιο αποτελεσματική και ένα είναι σαφές: Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς προσαρμογές στο προσωπικό», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία της, η «Audi» έχει υποχωρήσει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και το 2024 οι πωλήσεις της μειώθηκαν κατά 12% παγκοσμίως και κατά 21% στη Γερμανία. Στο πλαίσιο του «σχεδίου ανάκαμψης» η εταιρεία σκοπεύει να επενδύσει έως και 8 δισ. ευρώ στα εργοστάσιά της εντός Γερμανίας, ενώ θα επιβραδύνει και τα προγράμματα μετάβασης στην ηλεκτροκίνηση.
Επίσης η «Siemens» ανακοίνωσε την περικοπή έως και 6.000 θέσεων εργασίας παγκοσμίως. Οι 2.850 θέσεις θα περικοπούν στη Γερμανία και αναμένεται να επηρεαστεί ιδιαίτερα ο κλάδος αυτοματισμού στην «Digital Industries». Γίνεται λόγος για «ανάπτυξη της "Siemens" στις αγορές της Ινδίας και των ΗΠΑ και στους τομείς της αεροδιαστημικής και της αμυντικής βιομηχανίας» για να ανταγωνιστεί τα κινεζικά μονοπώλια.
Στον χορό των απολύσεων μπαίνει και η Deutsche Bank όσο και η (θυγατρική της) Postbank, που σκοπεύει να καταργήσει φέτος σχεδόν 2.000 θέσεις εργασίας στον τομέα της λιανικής. Ο μεγαλύτερος γερμανικός τραπεζικός όμιλος, που απασχολεί σχεδόν 90.000 ανθρώπους σε διεθνές επίπεδο, είχε ήδη απολύσει την περασμένη χρονιά κάπου 3.500 εργαζομένους του στον τομέα της υποστήριξης, εντός των ορίων διαδικασίας μείωσης του λειτουργικού του κόστους.
Η εταιρεία SNCF, που φέρνει ως «Σύμβουλο Μεταρρύθμισης» η κυβέρνηση της ΝΔ για τη «μεταμόρφωση του ελληνικού σιδηροδρόμου», καταγγέλλεται από τους εργαζόμενους για την επιδείνωση των όρων εργασίας αλλά και την ασφάλεια σε μεγάλο τμήμα του δικτύου
Από κινητοποίηση σιδηροδρομικών σε προάστιο του Παρισιού, ενάντια σε τρομοκρατικές διώξεις πρωτοπόρων συναδέλφων τους |
Η SNCF έχει απασχολήσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια τη διεθνή και εγχώρια ειδησεογραφία, εξαιτίας των πολυήμερων και πολύμηνων κινητοποιήσεων που οργάνωσαν οι σιδηροδρομικοί, με μεγάλα ποσοστά συμμετοχής μάλιστα. Κινητοποιήσεις απεργιακές και άλλες, ενάντια στις μεταρρυθμίσεις που όλες οι κυβερνήσεις ιεράρχησαν, με στόχο την ακόμα μεγαλύτερη υποταγή (και) των σιδηροδρομικών μεταφορών στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τους όρους μετακίνησης των επιβατών και των μέτρων ασφαλείας, ειδικά στο τμήμα εκείνο του δικτύου, που δεν είναι τόσο κερδοφόρο από εμπορική άποψη για την εταιρεία. Και στη Γαλλία όπως και σε όλη την ΕΕ ισχύει ότι τα πιο εξελιγμένα συστήματα ασφαλείας είναι εγκατεστημένα σε μικρό τμήμα των γραμμών (μόνο στο 14% του δικτύου στο σύνολο της ΕΕ), δηλαδή στα δημοφιλή δρομολόγια και όπου συμφέρει τους ομίλους, και στο υπόλοιπο δίκτυο λειτουργεί με όρους προηγούμενων δεκαετιών, γιατί τα μέτρα ασφαλείας εκεί θεωρούνται ...αχρείαστο κόστος.
Ενδεικτικές του προσανατολισμού της SNCF - που η ελληνική κυβέρνηση διαφημίζει σήμερα ως «εγγύηση» εκσυγχρονισμού και του ελληνικού σιδηρόδρομου - είναι οι μεταρρυθμίσεις που «τρέχουν» εδώ και μια δεκαετία στη Γαλλία. Πρώτη η κυβέρνηση του «σοσιαλιστή Ολάντ», το 2014, τρέχοντας να προσαρμόσει τους γαλλικούς σιδηροδρόμους στα «ευρωπαϊκά πρότυπα», για να ρίξει το «κόστος» λειτουργίας τους, στοχοποίησε ομάδες που μέχρι τότε είχαν δωρεάν ή φτηνότερη πρόσβαση στους σιδηροδρόμους (π.χ. για κοινωνικούς ή ιατρικούς λόγους όπως έχουν και στη χώρα μας τα ΑμεΑ). Ηταν η εποχή που το Ελεγκτικό Συνέδριο της Γαλλίας χαρακτήριζε τέτοιες παροχές «πρόβλημα για την ίση πρόσβαση στη δημόσια σιδηροδρομική υπηρεσία». Σε νομοσχέδιο για τον «εκσυγχρονισμό» της SNCF που είχε αναρτηθεί τότε στην ιστοσελίδα του (αρμόδιου) υπουργείου Οικολογίας, Αειφόρου Ανάπτυξης και Ενέργειας υπογραμμιζόταν ότι η Γαλλία καλείται να υποστηρίξει τον ...«θεμιτό ανταγωνισμό», ο οποίος θα «επικεντρωθεί στο πεδίο της εμπορικής δημιουργικότητας, της ποιότητας των υπηρεσιών και της καινοτομίας και όχι στις συνθήκες της αμοιβής και του χρόνου εργασίας του προσωπικού...».
Αλλά και το 2018, νομοσχέδιο της τότε κυβέρνησης Μακρόν - Φιλίπ (από τα πρώτα χρόνια που ο «προοδευτικός Μακρόν» είχε αναλάβει και ως Πρόεδρος τα ηνία της χώρας) συνέχιζε τον «εκσυγχρονισμό», ιεραρχώντας αυτή τη φορά την κατάργηση του λεγόμενου «καθεστώτος των σιδηροδρομικών» (καταρχήν της μόνιμης εργασίας στον κλάδο, τη συρρίκνωση μιας σειράς δικαιωμάτων και κατακτήσεων, ασφαλιστικών, εργασιακών κ.τ.λ.). Το ίδιο νομοσχέδιο έθετε ως βασικούς στόχους την κατάργηση γραμμών συνολικού μήκους 9.000 χλμ. μέχρι το 2026, τη μετατροπή της SNCF σε Ανώνυμη Εταιρεία.
Εξίσου χαρακτηριστική είναι όμως η κατάσταση που επικρατεί ακόμα και σήμερα, εν έτει 2025 (!) σε σημαντικό μέρος του σιδηροδρομικού δικτύου της Γαλλίας, δηλαδή της χώρας που είναι μέλος του G7, μιας από τις ισχυρότερες οικονομικές και στρατιωτικές δυνάμεις του πλανήτη, του μέλους εκείνου της ΕΕ που επειδή διαθέτει το πυρηνικό οπλοστάσιο της λυκοσυμμαχίας, διαθέτει - υποτίθεται - και μια σειρά λύσεις σε σοβαρά προβλήματα της ΕΕ.
Μόλις τον περασμένο Δεκέμβρη, στην περιοχή της Αμιένς - γενέτειρας του Προέδρου Μακρόν, στον βορρά της χώρας - οι εργαζόμενοι στη SNCF προχώρησαν σε νέα απεργία, αντιδρώντας στην έναρξη λειτουργίας νεοσύστατης θυγατρικής που ανέλαβε τη διαχείριση του σιδηροδρομικού σταθμού της περιοχής, στο πλαίσιο της αμείωτης κατάτμησης των σιδηροδρομικών μεταφορών, ώστε κάθε επενδυτής να αναλαμβάνει όποιο τμήμα κρίνει ότι ωφελεί την κερδοφορία του.
Μιλώντας στο δίκτυο «FranceInfo» στις 17/12/24, εξηγούσαν πώς οι νέοι όροι απασχόλησης μεγαλώνουν τον κίνδυνο δυστυχήματος, ενώ ήδη υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι: Αποκαλυπτικό είναι πως η αλλαγή τροχιάς ενός συρμού στον συγκεκριμένο σταθμό ακόμα γίνεται (!) χειροκίνητα. «Για να εισέλθουν και να εξέλθουν από τη γραμμή τους στον σταθμό της Αμιένης, οι μηχανοδηγοί έπρεπε έως τώρα να κατεβαίνουν από το τρένο και να χειρίζονται χειροκίνητα το κλειδί της αλλαγής τροχιάς, ώστε να κατευθύνουν τον συρμό τους προς τη σωστή γραμμή κυκλοφορίας.
Μέχρι τώρα, αυτή τη διαδικασία εκτελούσαν οι "remiseurs degareurs", εξειδικευμένοι εργαζόμενοι που χειρίζονται τους συρμούς όταν αυτοί δεν μεταφέρουν επιβάτες...», ανέφερε το «FranceInfo». Πλέον, με την ίδρυση της θυγατρικής, το καθήκον αυτό θα επωμίζονται οι μηχανοδηγοί, που - όπως δήλωνε ο εργαζόμενος στη νέα θυγατρική Ερίκ Εσπινουζ - «επιβαρύνονται με επιπλέον ψυχικό φορτίο (...) Ηδη ένας μηχανοδηγός έχει την ευθύνη για την ασφάλεια των επιβατών, την κυκλοφορία και την άδεια κίνησης. Αν προστεθούν σε αυτά και χειρισμοί που αφορούν την αλλαγή τροχιάς των συρμών, δημιουργούμε έναν επιπλέον κίνδυνο για την ασφάλεια».
«Με τις ολοένα και μεγαλύτερες βάρδιες και το διευρυμένο ωράριο, αυτό είναι αδύνατο...». Ο ίδιος σημείωνε ότι «τίποτα δεν μας προφυλάσσει από ένα δυστύχημα, από ένα λάθος στην ασφάλεια που μπορεί να προκαλέσει έναν εκτροχιασμό...», προσθέτοντας ταυτόχρονα ότι με τις κινητοποιήσεις τους οι εργαζόμενοι ανάγκασαν την εργοδοσία να παραιτηθεί από την απαίτηση οι μηχανοδηγοί να επωμιστούν και την ευθύνη ανεφοδιασμού των τρένων με ντίζελ.
Η συνδικαλίστρια του κλάδου, Ανζελίνα Νταράς, σημείωνε από τη μεριά της: «Εκτιμάμε ότι το άνοιγμα στον ανταγωνισμό δεν είναι θετικό για κανέναν (...) επιβάλλει περιορισμούς στο κόστος. Περιορισμούς στην πλάτη των εργαζομένων και των συνθηκών εργασίας τους (...) Οι σιδηροδρομικοί επωμιζόμαστε με καθήκοντα που δεν ήταν δικά μας από την αρχή (...) αυτή η επιδείνωση των συνθηκών εργασίας θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια για όλο τον κόσμο. Δεν θέλουμε να τρομοκρατήσουμε κανέναν, αλλά κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου, λέγοντας ότι προτεραιότητα πρέπει να είναι η ασφάλεια των επιβατών και των εργαζομένων...».