Μια και μιλάνε τόσο πολύ, όμως, για χρέη, ελλείμματα και σπατάλες και, μάλιστα, τεραστίων διαστάσεων, θέλουμε να σημειώσουμε το εξής: Πολύ περισσότερο σπουδαίο και κρίσιμο από τη διαπίστωση των χρεών αυτών είναι το πού πήγαν τα ποσά αυτά και ποιοι τα τσέπωσαν. Γιατί, λοιπόν, οι κυβερνώντες δε δίνουν ολόκληρη την εικόνα στη δημοσιότητα; Είναι ή δεν είναι αλήθεια, ότι οι μεγάλοι ωφελημένοι απ' όλη αυτή την ιστορία είναι οι λίγοι «έχοντες και κατέχοντες»; Και εφόσον έτσι είναι, με ποιο δικαίωμα και με ποια λογική, έρχεται η κυβέρνηση και θέλει να φορτώσει τα χρέη και τα ελλείμματα στις πλάτες του λαού, ενώ, προσφέρει και νέα προνόμια στην πλουτοκρατία;
Θυμάστε εκείνο το πολυθρύλητο «μοντέλο της Ιρλανδίας» που η ΝΔ επικαλούνταν στις προεκλογικές συζητήσεις σαν το ιδανικό μοντέλο ανάπτυξης μια χώρας στα πλαίσια της καπιταλιστικής ΕΕ; Τότε δεν έχαναν ευκαιρία να μιλάνε για τους συνεχώς ανερχόμενους δείκτες ανάπτυξης, επιχειρώντας να πείσουν πως υπάρχει σωτηρία για τους εργαζόμενους στον καπιταλισμό, αρκεί να γίνεται χρηστή διαχείριση του συστήματος από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Τι έκρυβαν τότε οι απολογητές του ιρλανδικού μοντέλου; Αυτό που αποκάλυψε πρόσφατα η ίδια η Γιούροστατ (Eurostat), παρουσιάζοντας τους δείκτες της φτώχειας στα κράτη - μέλη της ΕΕ για το 2001.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της επίσημης ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, το 21% των Ιρλανδών (δηλαδή ένας στους πέντε) βρίσκονται στα όρια της επίσημης φτώχειας, δίνοντας στη χώρα τους τον τίτλο του πρωταθλητή εντός της ΕΕ. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Ελλάδα είναι 20%, ενώ την πρώτη τετράδα συμπληρώνουν η Ιταλία και η Ισπανία με το 19% των πολιτών να απειλούνται άμεσα από τη φτώχεια. Ας μην αγχώνονται λοιπόν εκείνοι που τότε μιλούσαν για το «θαύμα» της Ιρλανδίας. Μόνο μια εκατοστιαία μονάδα μας χωρίζει από την Ιρλανδία...
Το ομολογούν ακόμη και τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της Κομισιόν (Γιουροστάτ) το 20% των πολιτών της Ελλάδας, με το υψηλότερο εισόδημα, είναι κατά πέντε φορές πλουσιότεροι από το 20% των πολιτών με το χαμηλότερο εισόδημα. Η πραγματικότητα είναι ακόμη χειρότερη. Ουσιαστικά, μια πολύ μικρή μειοψηφία μονοψήφιου ποσοστού κατέχει και απολαμβάνει μεγαλύτερο μέρος του παραγόμενου από τους εργαζόμενους κοινωνικού πλούτου, απ' αυτό, που απολαμβάνει η απόλυτη πλειοψηφία του πληθυσμού. Γεγονός, το οποίο δε φανερώνει μόνο τις εκρηκτικές και συνεχώς εντεινόμενες κοινωνικές ανισότητες, ως αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων, πρώτα και κύρια. Αποκαλύπτει, επίσης, το αδιαμφισβήτητο γεγονός της ύπαρξης του απαραίτητου και ικανού πλούτου, για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του λαού, παρά και ενάντια σε όσα λένε κατά καιρούς οι κυρίαρχες δυνάμεις.
Η αντίφαση αυτή, όμως, δε λύνεται από μόνη της. Ούτε, περιμένοντας την πλουτοκρατία των λίγων «εχόντων και κατεχόντων», να... ελεήσει τους πολλούς. Τίποτε δε χαρίζεται, τα πάντα κατακτούνται. Και οι πολλοί, οι εργαζόμενοι και ο λαός, έχουν κάθε δικαίωμα και υποχρέωση, να πάρουν στα δικά τους χέρια το σήμερα και το αύριο της ζωής τους.
Εντονη ξεδιπλώνεται, εδώ και κάποιο καιρό, η διαπάλη μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, σχετικά με τον τομέα της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και της προωθούμενης «απελευθέρωσής» του. Μια τελευταία χαρακτηριστική απόδειξη -σύμφωνα με τις σχετικές πληροφορίες- ήταν η παραίτηση του κ. Κάπρου από την προεδρία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ). Κι άλλη μια, η στάση της πλειοψηφίας της ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ, η οποία έσπευσε να πανηγυρίσει, χαρακτηρίζοντας σε σχετική ανακοίνωση την παραίτηση ως «μέγιστη υπηρεσία» και σημειώνοντας, ότι «ο βίος και η πολιτεία του κ. καθηγητή στο τιμόνι της ΡΑΕ χαρακτηρίζεται ως κακόβουλη και εχθρική για την ομαλή μετάβαση στο καθεστώς της ελεύθερης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας».
Και μπορεί, τόσο ο μεν, όσο και η δε, να λένε πολλά και διάφορα, περί «ομαλής μετάβασης», «υγιούς ανταγωνισμού» κλπ, κλπ, αλλά, η ουσία δεν αλλάζει. Η πολιτική της λεγόμενης απελευθέρωσης της ηλεκτρικής ενέργειας, είτε γίνει... ομαλά, είτε... ανώμαλα, συνεπάγεται βαριές αρνητικές συνέπειες για τη ΔΕΗ και το λαό και στοχεύει στην ολοκληρωτική παράδοση του κρίσιμου και νευραλγικού αυτού τομέα στα ιδιωτικά μεγάλα συμφέροντα. Αλίμονο, όμως, στους εργαζόμενους, όταν η συνδικαλιστική τους ηγεσία, τους μετατρέπει σε πιόνια των ενδομονοπωλιακών ανταγωνισμών...
Συμφωνώντας απόλυτα μαζί της, παραθέτουμε απόσπασμα της προλογικής επισήμανσης του Χρ. Τσιντζιλώνη: «Η πορεία του Β. Βενετσανόπουλου είναι μια πορεία ευθεία, χωρίς παρεκκλίσεις σε όλη τη διαδρομή της(...). Αποτελεί παράδειγμα για τους νέους ανθρώπους, ιδιαίτερα τους νέους αξιωματικούς, για το ποιο είναι το πραγματικό χρέος και καθήκον τους όταν η πατρίδα κινδυνεύει. Οταν ο λαός σκλαβώνεται και καταπιέζεται, όταν το δίλημμα που μπαίνει είναι: Με την Αξιοπρέπεια και την Τιμή ή την υποταγή και τη δουλοφροσύνη, με τίμημα την ίδια τη ζωή». Το αρχειακό υλικό από τον μακρόχρονο, πλούσιο, πολύπλευρο, περιπετειώδη, περήφανο αγωνιστικό βίο του Β. Βενετσανόπουλου, όπως γράφει ο Θ. Κοΐνης, είναι «ένας θησαυρός γνώσης και πείρας που μπορεί και πρέπει να σταθεί μπούσουλας και αφορμή μελέτης και αξιοποίησης για τον καθένα που ενδιαφέρεται για την αληθινή - την πραγματική, έξω από κάθε παραχάραξη και διαστρέβλωση - ιστορία του επαναστατικού κινήματος στα 100 αυτά χρόνια».
Μεταξύ των θεμάτων που συζητήθηκαν, ήταν η κατάσταση στο Ιράκ, όπου μάλιστα ο Θαπατέρο κάλεσε όλες τις χώρες, που έχουν στρατεύματα στο Ιράκ, να αποσυρθούν, προκειμένου να υπάρξει εκτόνωση της έντασης. Κίνηση που προκάλεσε την αντίδραση της Ουάσιγκτον - ζήτησαν «διευκρινίσεις». Επίσης, ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών, δεδομένου ότι η Ισπανία προεδρεύει του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το Σεπτέμβρη και ο ίδιος ο Θαπατέρο, από την έδρα του Οργανισμού, θα αναλύσει το νέο «δόγμα» της ισπανικής εξωτερικής πολιτικής...
Ομως, η «επιστροφή του ασώτου», ή το νέο «δόγμα» περισσότερο σχηματικά είναι. «Επιστροφή» στην «ευρωπαϊκή ρητορεία», αλλά με την ίδια στρατηγική: Υπεράσπιση των συμφερόντων της ισπανικής ολιγαρχίας καθώς και των πολυεθνικών. Συμφέροντα που υπερασπίστηκε και η κυβέρνηση του Χοσέ Μαρία Αθνάρ, απλώς με «ευκαιριακά» διαφορετικούς συμμάχους από αυτούς που φαίνεται να επιλέγει ο Θαπατέρο. Εξάλλου, τα προβλήματα που δημιούργησε αυτή η «άκαμπτη» στάση του Αθνάρ, καθώς και η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης είναι τόσα πολλά σε μια χώρα με τόσες «φυγόκεντρες» δυνάμεις, που ο Θαπατέρο είναι αναγκασμένος να στρέψει το βλέμμα του με «αλλότριο» τρόπο στην ΕΕ, στη Μεσόγειο και ειδικά στο Μαρόκο και τέλος στην «υπό εξέγερση» Λατινική Αμερική.