ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 18 Μάη 2000
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
«Η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για όλα»
  • Αρχισε η συζήτηση για την ένταξη της Ελλάδας στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Σήμερα οι ψηφοφορίες
  • Πλήρης αποκάλυψη των αντιλαϊκών δεσμεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης

ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ(του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).-

Η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ) συζήτησε χτες στο Στρασβούργο τρεις «εκθέσεις» για την ένταξη της Ελλάδας στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ του Μάαστριχτ, τους «Γενικούς Προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών» (ΓΠΟΠ) της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και τα 15 «Προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης» (ΠΣ) και αναμένεται σήμερα να ψηφίσει «ναι» στην ελληνική προσχώρηση, βρίσκοντας ακόμη μια αφορμή για επανάληψη των γνωστών «απαιτήσεων αυστηρής οικονομικής πολιτικής» με όλο το οπλοστάσιο αντιλαϊκών και αντεργατικών «επιταγών» της κοινοτικής προπαγάνδας.

Οπως εκτιμά η «έκθεση σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος στην Ελλάδα από 1/1/2001», η προσχώρηση της Ελλάδας «δεν ενέχει στην πραγματικότητα κανέναν πολιτικό κίνδυνο. Οπως κάθε κράτος - μέλος, η Ελλάδα έχει το δικαίωμα, αν όχι την υποχρέωση, να προσχωρήσει στην ΟΝΕ (...). Οι οικονομικοί κίνδυνοι υπάρχουν. Και είναι μεγαλύτεροι για την Ελλάδα παρά για τις χώρες της ζώνης του Ευρώ (...) Ως προς τη σύγκλιση, κάθε κυβέρνηση της ΕΕ έχει υποχρέωση αποτελεσμάτων, αλλά δυνατότητα επιλογής μέσων». Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΚ «η Ελλάδα, προσχωρώντας θα είναι αναγκασμένη να συνεχίσει να εμφορείται από τη νοοτροπία σταθερότητας που εγκαθιδρύθηκε από το 1996, να τηρεί το Σύμφωνο Σταθερότητας και να εφαρμόζει υπεύθυνη οικονομική πολιτική, ιδίως στους τομείς του προϋπολογισμού, της εισοδηματικής πολιτικής και των μισθολογικών διαπραγματεύσεων».

Εξάλλου, ο αρμόδιος επίτροπος, Ισπανός Π. Σόλμπες διαβεβαίωσε την Ολομέλεια του ΕΚ ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί» για όλα αυτά. Ετσι, δεν αναμένονται εκπλήξεις, αφού σε επίπεδο κομμάτων μόνο η ευρωομάδα του ΚΚΕ έχει σαφή, ξεκάθαρη και αιτιολογημένη αρνητική ψήφο. Αλλά με αφορμή την ελληνική περίπτωση, μια ομάδα ευρωβουλευτών, υπό την καθοδήγηση της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας, πιέζει για να ψηφιστούν σήμερα, με τη μορφή «τροπολογιών», μια σειρά «επιταγών περί διατηρησιμότητας» των επιδόσεων Μάαστριχτ της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια, όχι στην έκθεση για την ένταξη, αλλά στην έκθεση για τα «Προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης» (ΠΣ). Μάλιστα, όλα δείχνουν ότι έχει επιτευχθεί μυστική συμφωνία μεταξύ των μεγάλων ευρω-ομάδων του ΕΚ, ώστε πρώτα να ψηφιστεί η έκθεση με τις «επιταγές» και μετά η έκθεση για το «ναι» στην ελληνική προσχώρηση.

Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο εισηγητής της έκθεσης για την ένταξη της Ελλάδας, Λουξεμβούργιος «σοσιαλιστής» Ρομπέρ Γκέμπελς «η απάντηση του γνωμοδοτούντος κοινοβουλίου δεν μπορεί λοιπόν παρά να είναι πολιτική» και «όποιος καταψηφίσει ή απέχει θα είναι ενάντια στο Ευρώ» (!!!)

Οπως δήλωσε ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Γιάννης Θεωνάς «η επίτευξη των κριτηρίων από την Ελλάδα είχε πολύ μεγάλες αρνητικές συνέπειες στους όρους ζωής του ελληνικού λαού. Δεν επιτεύχτηκε από το μαγικό ραβδάκι της κυβέρνησης, αλλά με συγκεκριμένες και χρόνια σχεδιασμένες πρακτικές ανατροπής όλων των κεκτημένων στον εργασιακό τομέα, οι οποίες όχι μόνο πρόκειται να συνεχιστούν, αλλά και θα ενταθούν με στόχο τους μισθούς, τις συντάξεις, το ασφαλιστικό. Ηδη η πρώτη «ανταμοιβή», το «δώρο» όλων αυτών που επικαλούνται υποκριτικά τις «θυσίες του ελληνικού λαού», το άμεσο, χειροπιαστό αποτέλεσμα των δεσμεύσεων είναι η νέα αντιλαϊκή και αντεργατική διετής Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που υπογράφηκε χτες και κινείται μέσα στα αυστηρά πλαίσια των νέων εντολών».

Για τον ευρωβουλευτή του ΚΚΕ, η πλειοψηφία του ΕΚ αποδέχεται πλήρως την «πραγματικότητα της ευημερίας των οικονομικών αριθμών και δεικτών», όπως παρουσιάζεται στις «εκθέσεις» της Κομισιόν και της «Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας» (ΕΚΤ) για την Ελλάδα. Η ερμηνεία της αντίδρασης της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας πρέπει να αναζητηθεί αλλού, και συγκεκριμένα «κατά πρώτον στην υπεράσπιση, ακόμη μια φορά, και με αφορμή την ελληνική περίπτωση, των επιταγών αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας του Συμφώνου Σταθερότητας και αποτροπής οιουδήποτε ενδεχομένου χαλάρωσης στο σύνολο της ΕΕ. Κατά δεύτερον στην αποστολή συγκεκριμένου μηνύματος και προειδοποίησης προς τις υπό ένταξη χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ότι δεν πρόκειται να ενταχθούν ποτέ στην ΕΕ, ιδιαίτερα στην ΟΝΕ του Μάαστριχτ, αν δεν εφαρμόσουν από τώρα το σύνολο του πακέτου αντιλαϊκών και αντεργατικών πολιτικών».

Ο Γ. Θεωνάς εκτιμά ότι «δεν αποκλείεται, η όλη ιστορία της εξωτερικής ισοτιμίας Ευρώ/δολαρίου και οι κραυγές περί ισχυρού Ευρώ να συνδέονται και με την προσπάθεια εξαναγκασμού της Βρετανίας, να εισέλθει όσο γίνεται γρηγορότερα στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ του Μάαστριχτ».

Είναι χαρακτηριστικό της χτεσινής συζήτησης στην Ολομέλεια του ΕΚ ότι, ενώ, υποτίθεται το ζήτημα ήταν η ένταξη της Ελλάδας, τόσο ο βασικός εισηγητής όσο και η πλειοψηφία των ευρωβουλευτών αναφέρονταν (...) στα γρήγορα στην ελληνική οικονομία και, αμέσως, άρχιζαν το λογύδριο περί «ισχυρού Ευρώ», ότι «τρεις ισχυρές χώρες, η Βρετανία η Δανία και η Σουηδία πρέπει να προβληματιστούν από τη στάση της Ελλάδας και να επιταχύνουν την ένταξη τους στην ΟΝΕ», ότι «είναι απαράδεκτη η συμπεριφορά της Σουηδίας που, ενώ πληρεί τα κριτήρια επιδόσεων, δεν επιδεικνύει την απαραίτητη πολιτική βούληση και προϋποθέτει λαϊκό δημοψήφισμα για την ένταξη στην ΟΝΕ» κλπ.

Οσον αφορά ιδιαίτερα τη χώρα μας, ο ελληνικός λαός δέχτηκε χτες στο Στρασβούργο πολλά συγχαρητήρια για (...) «τις θυσίες», αλλά, όπως τόνισε ο Γ. Θεωνάς «όλοι κουβαλούν νερό στο μύλο της αντιλαϊκής και αντεργατικής πολιτικής της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ». Και η ΝΔ, αφού η εκπρόσωπός της ευρωβουλευτής Μ. Γιαννάκου τόνισε με έμφαση ότι «όσο μας αφορά ως μείζων αντιπολίτευση θα συμβάλουμε με την πολιτική μας στις προσπάθειες που θα γίνουν για την εφαρμογή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και για την τήρηση των κοινών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων».

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΟΝΕ
Γενικοί «έπαινοι», αλλά και συγκεκριμένες επιταγές

Μόνο οι κομμουνιστές τοποθετήθηκαν αρνητικά στην εισηγητική έκθεση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οφείλει να γνωμοδοτήσει σε σχέση με την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και τη θετική «έκθεση» παρουσίασε στην Ολομέλεια ο εισηγητής, Λουξεμβούργιος ευρωβουλευτής Ρ. Γκέμπελς. Εκτός από τους κομμουνιστές, όλες οι ευρω-ομάδες τοποθετήθηκαν θετικά υπέρ της έκθεσης και αναμένεται σήμερα να ψηφίσουν «υπέρ» της ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ, παρόλο που θα υπάρξουν αρκετές ουδέτερες ή αρνητικές ψήφοι ευρωβουλευτών.

Οι όποιες «τροπολογίες» εκ μέρους ιδιαίτερα των Γερμανών χριστιανοδημοκρατών ή αντιρρήσεις Βρετανών «ευρωσκεπτικιστών» δεν αφορούν την ουσία της ελληνικής περίπτωσης, αλλά άλλους στόχους και συμφέροντα για το σύνολο της ευρωπαϊκής πολιτικής και τους συσχετισμούς ισχύος μεταξύ των ευρωπαϊκών «μεγάλων δυνάμεων». Αυτός είναι και ο λόγος που η έκθεση Γκέμπελς δεν προβλέπει «τροποποιήσεις», θα ψηφιστεί ολόκληρη και, όπως δήλωσε ο εισηγητής, «η απάντηση του γνωμοδοτούντος Κοινοβουλίου δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική» αφού, μάλιστα, «δεν εναπόκειται στο Κοινοβούλιο να επαληθεύσει εκ νέου τα οικονομικά και στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσαν η Κομισιόν και η ΕΚΤ».

Οι προτεινόμενες «τροπολογίες» των Γερμανών χριστιανοδημοκρατών ευρωβουλευτών «εξ ονόματος» του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) θα γίνουν στην άλλη έκθεση του Ισπανού Π. Ρουίζ για τα 15 «Προγράμματα Σύγκλισης και Σταθερότητας» (ΠΣ), παρόλο που όλες λαμβάνουν αφορμή από την ελληνική περίπτωση, αφορώντας το επίμαχο ζήτημα της «διατηρησιμότητας» των επιδόσεων, στα πλαίσια των επιταγών της ΟΝΕ, του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας. Ετσι, το ενδιαφέρον δεν εστιάζεται στο προκαθορισμένο αποτέλεσμα, αλλά στο πώς περιγράφεται η «προσπάθεια σύγκλισης» της Ελλάδας μέχρι τώρα και τι αναμένεται να συμβεί.

«Συνεπής προσπάθεια»

Σύμφωνα με την έκθεση Γκέμπελς και με τίτλο «συνεπής προσπάθεια», η εκτίμηση είναι ότι «οι οικονομικές πρόοδοι της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια είναι αξιοσημείωτες, ιδιαίτερα για μια χώρα που στις αρχές της δεκαετίας του 1990 θεωρούνταν γενικά ως ο σοβαρότερος οικονομικός ασθενής της ΕΕ». Η εκτίμηση στηρίζεται στην περιοδική έκθεση της τράπεζας Ρατίβαs, όπου σημειώνεται ότι «η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να περηφανεύεται ότι πέτυχε σημαντικές οικονομικές προόδους σε σύντομο χρονικό διάστημα, και ειδικότερα από το 1996», στη γνώμη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) ότι «η Ελλάδα εισήλθε στον ενάρετο κύκλο» (8/11/1999), στη βελτιωμένη επαναξιολόγηση διεθνών «οργανισμών», όπως η περίπτωση του Moody's και του Standard and Poors «και στη γοργή ανάπτυξη της χρηματιστηριακής κεφαλαιοποίησης προς το ΑΕΠ μεταξύ 1998 και 1999 από 36% σε 74%».

Η έκθεση αναφέρει και τη γνώμη του ΟΟΣΑ (30/10/1998) ότι «η ελληνική οικονομία οδεύει προς τη συμμετοχή στην ΟΝΕ το 2001», αλλά «τα ελλείμματα παραμένουν σημαντικά» και υπάρχει «ιδιαίτερα ανάγκη αναμόρφωσης του τομέα των δημόσιων επιχειρήσεων, ο οποίος περιλάμβανε γύρω στις 50 επιχειρήσεις με υπεράριθμο προσωπικό 130.000 απασχολουμένων». Αυτοί δεν είναι και οι μόνοι (...) προγραμμένοι Ελληνες εργαζόμενοι.

Η έκθεση έχει γενικούς επαίνους για την κυβέρνηση «ιδιαίτερα μετά το 1996», αλλά συγκεκριμένες «επιταγές» σε σχέση με τον εργαζόμενο λαό. Επιταγές και δεσμεύσεις, που καταλαμβάνουν και το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης Γκέμπελς. Είναι αυτές που το ΕΚ «υπογραμμίζει, όπως και τ' άλλα ευρωπαϊκά όργανα». Μεταξύ αυτών και όλο το πάγιο αντεργατικό οπλοστάσιο, όπως «η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ενισχύσει τον αντιπληθωριστικό προσανατολισμό των μέσων οικονομικής πολιτικής που έχει στη διάθεσή της, ιδίως στους τομείς του προϋπολογισμού και της εισοδηματικής πολιτικής», «η συνεργασία όλων των κοινωνικών εταίρων, ιδίως κατά τις μελλοντικές μισθολογικές διαπραγματεύσεις, φαίνεται απαραίτητη, προκειμένου να διατηρηθεί ένα κλίμα μη πληθωριστικής ανάπτυξης», και βέβαια το (...) κερασάκι, δηλαδή «έστω κι αν επιτεύχθηκαν προσφάτως σημαντικές πρόοδοι στην Ελλάδα όσον αφορά την πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δηλαδή στη λειτουργία του δημόσιου τομέα με την ευρεία έννοια, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να επιταχύνει το ρυθμό των μεταρρυθμίσεων που παραμένουν επιβεβλημένες, ώστε να βελτιωθούν οι όροι ανταγωνισμού και η λειτουργία των αγορών εργασίας και των αγορών προϊόντων και κεφαλαίων».

Οι άλλες εκθέσεις

Οι άλλες δύο εκθέσεις δεν αφορούσαν ειδικά την Ελλάδα, αλλά το σύνολο της ΕΕ. Εχει όμως σημασία να αναφερθούμε στην έκθεση για τους ΓΠΟΚ των 15 κρατών - μελών και γιατί ο εισηγητής είναι ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Γ. Κατηφόρης. Σύμφωνα με την έκθεση, «η σύσταση για το 2000 διατυπώθηκε μέσα σε συνθήκες ευνοϊκών εξελίξεων», αλλά «ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ (3%) δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνιμα» και γι' αυτό «ο καθορισμός ποσοτικών οικονομικών στόχων δεν πρέπει να υπονομεύσει τους στόχους που τίθενται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και που αποτελούν το θεμελιώδη οδηγό για τις οικονομικές πολιτικές στη ζώνη του ΕΥΡΩ».

Η αναγκαία οικονομική αύξηση «οφείλει να στηριχτεί σε ένα καθεστώς σταθερότητας των τιμών, σε δημοσιονομική πειθαρχία, λογικές (!!!) αυξήσεις μισθών, την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, ακόμη και στην περίπτωση μείωσης των εργάσιμων ωρών». Ως βασικό εργαλείο, προτείνεται η «μεγαλύτερη απελευθέρωση του ανταγωνισμού» σε πληθώρα τομέων «ιδίως στον τομέα επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, καθώς και στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών», για τις οποίες, ειδικότερα, προτείνεται επίσπευση του «προγράμματος δράσης για το 2003 αντί για το 2005».

Η έκθεση «επιδοκιμάζει» πολλαπλώς τις αντεργατικές αποφάσεις της Λισαβόνας «για τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και την αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού». Ζητείται «ένας ρόλος στο δημόσιο τομέα κάπως θετικότερος από το να διατηρήσουμε απλώς ένα μαντρόσκυλο της σταθερότητας των τιμών», αλλά «απορρίπτει δημόσιες επενδύσεις για λόγους απλής διαχείρισης του οικονομικού κύκλου». Από κοντά και η έκθεση Ρ. Ρουίζ για τα «προγράμματα σύγκλισης και σταθερότητας» (ΠΣ), η οποία, ούτε λίγο - ούτε πολύ, τονίζει ότι «έχουν υπερκαλυφθεί όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι», αλλά αυτό «δεν οφείλεται στις ιδιαίτερες προσπάθειες των κρατών - μελών, αλλά σε παράγοντες, όπως η εξέλιξη των επιτοκίων και τα φορολογικά έσοδα, που ξεπέρασαν τα αναμενόμενα». Ως εκ τούτου, «η ευνοϊκή αυτή συγκυρία δεν μπορεί να αποτελεί λόγο για τα κράτη - μέλη να μην κάνουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στην αγορά εργασίας».


Β. ΓΚ.

ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ
Εκφραση της νεοφιλελεύθερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής

Παρέμβαση του ευρωβουλευτή του ΚΚΕ Γιάννη Θεωνά στη σχετική συζήτηση της Ολομέλειας του Ευρωκοινοβουλίου

Πλήρη έκφραση της νεοφιλελεύθερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, χαρακτήρισε τη Σύσταση για τους Γενικούς Οικονομικούς Προσανατολισμούς των κρατών-μελών ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Γ. Θεωνάς, παρεμβαίνοντας στη σχετική συζήτηση της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τονίζοντας ότι η πλήρης και σταθερή απασχόληση, που διατείνεται ότι στηρίζει η Σύσταση, δεν προωθείται με την πολιτική της απασχολησιμότητας και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πολιτικές απελευθέρωσης και ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων.

Σημειώνοντας ότι «η Σύσταση της Επιτροπής για τους Γενικούς Οικονομικούς Προσανατολισμούς του 2000, αν και αποδέχεται την επιστροφή στην πλήρη απασχόληση, διατηρεί τα βασικά χαρακτηριστικά των προηγούμενων ετών», ο Γ. θεωνάς υπογράμμισε: «Τι σημαίνει απασχόληση σε μια περίοδο που αποδιαρθρώνονται οι εργασιακές σχέσεις, γενικεύεται η ελαστική και μερική απασχόληση και καταδικάζονται τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα στη νέα φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό;».

Σ' ό,τι αφορά στη γενική κατεύθυνση, ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε ότι η Σύσταση της Επιτροπής κινείται στη γενικότερη νεοφιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική πολιτική, που με τη στήριξη της πλειοψηφίας της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής βρίσκει την έκφρασή της και στη συζητούμενη έκθεση».

«Για μας», υπογράμμισε ο Γ. Θεωνάς, «βασικά στοιχεία πολιτικής θα έπρεπε να είναι η στήριξη των δημοσίων επενδύσεων, η σταθερή, μόνιμη και πλήρης απασχόληση, η προστασία και βελτίωση του κοινωνικού ασφαλιστικού συστήματος και γενικότερα του συστήματος κοινωνικής προστασίας, η ενίσχυση της ενεργού ζήτησης με τη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων».

Καταλήγοντας ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ κάλεσε το ΕΚ να υπερψηφίσει τις 7 τροπολογίες που κατέθεσε και με τις οποίες, μεταξύ άλλων, ζητά «μια σταθερή οικονομική ανάπτυξη, βασισμένη στην τόνωση της εσωτερικής ζήτησης και επικεντρωμένη σε τομείς κρίσιμους όπως η δημιουργία και διατήρηση υποδομών, η εκπαίδευση, η υγεία, η έρευνα». «Την εφαρμογή αναπτυξιακών οικονομικών πολιτικών που θα συμβάλουν στην αύξηση της απασχόλησης με τη δημιουργία σταθερών σχέσεων εργασίας και θα οδηγούν κατά συνέπεια στη διεύρυνση της βάσης εισφορών, επιτρέποντας στα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία να συνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών προς τον πληθυσμό, σε δίκαιη και ισότιμη βάση». «Αύξηση της ζήτησης μέσω της χορήγησης πραγματικών μισθολογικών αυξήσεων, γεγονός που θα συμβάλει ουσιαστικά στο στόχο της πλήρους και σταθερής απασχόλησης». «Ενίσχυση των εργατικών δικαιωμάτων και της ποιότητας της απασχόλησης, αύξηση της κατάρτισης και των δεξιοτήτων εργασίας και μείωση του ωραρίου εργασίας χωρίς μείωση αποδοχών». «Την άσκηση μιας μακροοικονομικής πολιτικής ανάπτυξης που θα δημιουργεί νέες θέσεις σταθερής απασχόλησης, αποδοκιμάζοντας κάθε προσπάθεια υπονόμευσης του δημόσιου συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο θα έπρεπε να στηρίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών και στην παροχή υψηλού επιπέδου παροχών».

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Προσπάθεια συρρίκνωσης της παραγωγής του ελληνικού ούζου

Επιστολή του ευρωβουλευτή του ΚΚΕ Στρατή Κόρακα στον πρόεδρο της Κομισιόν

Επίκειται παραπομπή της ελλάδας στο Ευρωδικαστήριο

Σε επιστολή που έστειλε ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Στρατής Κόρακας στον Πρόεδρο της Κομισιόν Μ. Πρόντι, ενόψει της συνεδρίασης των επιτρόπων για να υιοθετήσουν επίσημα την απόφαση παραπομπής της Ελλάδας στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, για το θέμα της μειωμένης φορολόγησης του ούζου, τονίζει τα ακόλουθα.

«Με λύπη μας ενημερωθήκαμε ότι η Επιτροπή συνεχίζει τις προσπάθειές της για αλλαγή της φορολογίας του ούζου που ισχύει στην Ελλάδα σύμφωνα και με το ίδιο το κοινοτικό Δίκαιο. Η απόφαση των διευθυντών των γραφείων των επιτρόπων που θα παρουσιαστεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής για παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη φορολόγηση του ούζου αποτελεί μία ακόμα προσπάθεια συρρίκνωσης της παραγωγής ενός εθνικού προϊόντος, που αποτελεί μέρος των παραδόσεων του λαού μας».

Στην επιστολή του, ο Στρ. Κόρακας επισημαίνει ότι «η Επιτροπή παρόλο που αναγνωρίζει την ονομασία του ούζου σε αυτό το προϊόν που παράγεται αποκλειστικά στην Ελλάδα, δεν έχει προχωρήσει στην κατοχύρωση της ονομασίας αυτής σε διεθνές επίπεδο, ούτε καν στις διμερείς συμφωνίες που συνάπτει με τρίτες χώρες, όπως ήταν η περίπτωση με τη Ν. Αφρική, αφήνοντας απροστάτευτο ένα προϊόν, σημαντικό για την Ελλάδα, στοιχείο των διατροφικών συνηθειών των Ελλήνων και κομμάτι του τρόπου ζωής τους».

Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ καλεί τον πρόεδρο της Επιτροπής να πάρει πρωτοβουλίες και να σταματήσει τη διαδικασία παραπομπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς φορολογίας του ούζου δεν καταστρατηγεί το άρθρο 95 της Συνθήκης της ΕΕ περί ανταγωνισμού, προβλέπεται από το ίδιο το κοινοτικό Δίκαιο, και ειδικότερα το άρθρο 23 της οδηγίας 92/83, ανταποκρίνεται στο υψηλό λειτουργικό κόστος που οφείλεται στην παραγωγή του σε μικρούς παραδοσιακούς άμβυκες, και ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι ανταγωνιστικό άλλων οινοπνευματωδών ποτών, όπως το ουίσκι».

Καταλήγοντας, ο Στρ. Κόρακας καλεί επίσης την Επιτροπή «να πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την κατοχύρωση σε διεθνές επίπεδο της ονομασίας του ούζου και την υποστήριξη του προϊόντος αυτού που παρουσιάζει φθίνουσα πορεία κατανάλωσης στην ίδια την ελληνική αγορά, σε σχέση με τα άλλα οινοπνευματώδη ποτά».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ