ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Ιούλη 2000
Σελ. /32
ΝΕΟΛΑΙΑ
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΟΥ «Ρ» ΣΤΟ ΜΠΟΥΡΝΑΖΙ
Ονειρα απλωμένα στην πλατεία

Αρκετές μέρες μετά από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές βρισκόμαστε στην πλατεία Μπουρναζίου στο Περιστέρι. Στην καρδιά των δυτικών συνοικιών, εκεί που τα τελευταία χρόνια έχει μεταφερθεί το κέντρο της διασκέδασης, για τους νέους της δυτικής όχθης του Κηφισού και όχι μόνο. Οι παρέες των νέων ξεκινούν να γράφουν τις «ιστορίες του Σαββατοκύριακου» υπό τους ήχους της σύγχρονης ηλεκτρονικής μουσικής των στιλιζαρισμένων μαγαζιών της πλατείας μιας κατεξοχήν εργατούπολης...

Μια πλατεία, που παρ' όλο το πλαστικό με το οποίο τη γέμισαν απ' άκρη σ' άκρη, συνεχίζει να σφύζει από ζωή, όνειρα, συζητήσεις, ανησυχίες και προβληματισμούς.

Μια νεολαία, παρεξηγημένη από πολλούς, που πίσω από την αγορά μιας μοτοσικλέτας ή τα σχέδια των καλοκαιρινών διακοπών κρύβεται ένας γολγοθάς, ένας προσωπικός αγώνας. Κρύβονται οι σκληρές οικονομίες και η δουλιά στην οικοδομή, η εκμετάλλευση των εργοδοτών και το άγχος για την εύρεση μιας αξιοπρεπούς εργασίας. Μα πάνω από όλα βρίσκεται ο αγώνας για την επιβίωση και κάποιες φορές για την ίδια τη ζωή.

Στο οδοιπορικό του «Ρ», στην πολυσύχναστη πλατεία Μπουρναζίου, συναντήσαμε πολλές ιστορίες, όνειρα που κατάντησαν εφιάλτες και άλλα που επιμένουν να υλοποιηθούν. Την Παναγιώτα και τον Γιώργο που τελειώνοντας το νυχτερινό λύκειο, ελπίζουν να «έχουν μερικές ευκαιρίες παραπάνω». Το Λευτέρη που δηλώνει επιφυλακτικός στις προεκλογικές εξαγγελίες των πολιτικών και τονίζει πως «αν δεν αγωνιστείς, αν δε φωνάξεις, δε σε ακούνε». Συναντήσαμε τον Διονύση και τον Μπάμπη που θυσιάζουν το χαρτζιλίκι τους, επιμένοντας να κάνουν το όνειρο πραγματικότητα. Κάπου εκεί βρήκαμε και τον Παναγιώτη με την παρέα του, να θυμάται τους φίλους που «έφαγαν την παραμυθά» και «ξεκίνησαν το ταξίδι χωρίς επιστροφή».

Ονειρα απλωμένα στην πλατεία, που οι υποσχέσεις και τα μεγάλα λόγια είναι αδύνατον να τα σπιλώσουν και η νοθεία δε χωράει σε αυτά. Ονειρα που φυλακίζονται στα πλαίσια ενός απάνθρωπου κοινωνικού συστήματος που ασελγεί πάνω στα δικαιώματα των νέων, αλλά όνειρα που βλέπουν το δρόμο της διεκδίκησης ως τη μόνη ελπίδα.

«Μόνο όταν φωνάξεις σε ακούνε»

Αν και οι εκλογές πέρασαν, οι γιγαντοαφίσες των μεγάλων κομμάτων παραμένουν κολλημένες στη θέση τους, το ίδιο επιβλητικά δεσπόζουν και οι εξαγγελίες του ΠΑΣΟΚ για 300.000 θέσεις εργασίας. Η κυβέρνηση μπορεί να «ανανεώθηκε» με νέα στελέχη, γεμάτα «υποσχέσεις», αλλά στα τραπέζια της πλατείας, χιλιάδες νέοι απόφοιτοι κάποιας σχολής συνεχίζουν να κάνουν τα βράδια pizza - deliverry, χιλιάδες παιδιά δεν πρόλαβαν, δεν μπόρεσαν, δεν πήγαν καν Λύκειο και κάποιοι άλλοι βιώνουν στο πετσί τους, τα ελαστικά ωράρια εργασίας.

«Αλλα είχα ονειρευτεί, αλλιώς περίμενα ότι θα ήταν τα πράγματα», είπε ο Γιώργος Κ., ο οποίος δουλεύει σε μια από τις καφετερίες της πλατείας. Και όπως λέει και ο ίδιος η πλατεία έχει πάντα κόσμο, όλες τις ώρες και τις μέρες. Ερχονται δεκάδες νέοι, από διάφορες περιοχές, όχι απαραίτητα από τα δυτικά προάστια, η δουλιά είναι πολλή και κουραστική. Παρ' όλα αυτά «ο μισθός είναι κάτω του βασικού, τα ρεπό είναι ελάχιστα, ένσημα δεν έχει, ασφάλιση δεν υπάρχει. Το οχτάωρο γίνεται τετράωρο, το τετράωρο εξάωρο, ανάλογα τις ανάγκες. Αυτό δεν εφαρμόζεται μόνο σε μένα, αλλά στα περισσότερα παιδιά που κάνουν τέτοιες δουλιές».

Ο Γιώργος είναι απόφοιτος ιδιωτικής σχολής και σπούδασε διαφημιστής. Επιχείρησε να ασχοληθεί με το αντικείμενο των σπουδών του, όμως «υπάρχει μεγάλη εκμετάλλευση. Δουλεύαμε μήνες, χωρίς να πληρωνόμαστε. Ξέρεις σε αυτό τον κλάδο, όπως και σε άλλους είναι καθεστώς να δουλεύεις τσάμπα. Εκτός και αν είσαι γνωστός κάποιου». Οι ανάγκες ήταν μεγάλες και «βρήκα μια δουλιά, που να βγάζω έστω και ένα χαρτζιλίκι. Και τώρα ξέρω ότι με "κλέβουν", αλλά από το τίποτα»...

«Δεν περίμενα ότι θα ζω σε έναν κόσμο όμορφο, αγγελικά πλασμένο, αλλά όχι και έτσι», υπογραμμίζει ο Λευτέρης Ντίνης, που δουλεύει από 16 χρονών στην οικοδομή. Δεν κατάφερε να τελειώσει το λύκειο, αφού είχε άλλα τρία μικρότερα αδέλφια και δεν «υπήρχε δυνατότητα και για τους τέσσερις να συνεχίσουν το σχολείο. Ο πατέρας μου, χρειαζόταν άλλον ένα άνθρωπο να τον βοηθάει. Ενα μεροκάματο δεν έφτανε. Ούτε τώρα φτάνουν τα δύο, αλλά τι να κάνεις». Ο Λευτέρης πήγε διακοπές πέρυσι για πρώτη φορά. Στα είκοσι δυο.

Για να ξεχυθεί, η επιθυμία για μια καλύτερη ζωή, στο δρόμο, απαιτεί χρόνο. Ομως το όνειρο παραμένει. Ολοι αυτοί οι νέοι επιμένουν να ονειρεύονται ένα καλύτερο κόσμο, ένα μέλλον πιο ανθρώπινο. Κι όμως «σκοτώνουν τα όνειρα όταν γίνονται συνήθεια»...

Δίνοντας παράταση στην ελπίδα

Συζητώντας με τους νέους για τα όνειρα, τις ανησυχίες και τους καήμους τους
Συζητώντας με τους νέους για τα όνειρα, τις ανησυχίες και τους καήμους τους
Ο Γιώργος, η Παναγιώτα και η Αλέκα πριν λίγο τέλειωσαν την εργασία τους και πίνουν βιαστικά τον καφέ τους, για να προλάβουν το μάθημα που θα εξεταστούν. Είναι μαθητές στο 1ο νυχτερινό ΤΕΕ Περιστερίου και ταυτόχρονα εργαζόμενοι. Ο Γιώργος δουλεύει σε εταιρία delivery, ενώ οι κοπέλες είναι πωλήτριες σε κατάστημα ρούχων. Η κούραση στα μάτια τους είναι φανερή. Ρίχνουν μια πρόχειρη ματιά στα βιβλία τους. Αυτό είναι και το καθημερινό τους διάβασμα. Αρχικά φαίνονται να ενοχλούνται από την παρουσία δημοσιογράφων στην παρέα τους, ακόμα περισσότερο όπως είπαν, «ενοχλούνται πιο πολύ όταν θέλουν να τους μιλήσουν για θέματα που υποτίθεται θα λυνόντουσαν μετά τις εκλογές».

Από ό,τι φαίνεται ο απόηχος των εκλογών, όχι τόσο για το αποτέλεσμα, όσο η διαδικασία, κρατάει ακόμα σε αυτή την παρέα. «Βασικά με τις εκλογές ασχολήθηκαν μόνο όσοι περίμεναν κάτι από κάποιο κόμμα. Πανηγύριζαν, όχι για τίποτα άλλο, απλώς επειδή το ρουσφέτι που τους έταξαν προεκλογικά, τώρα μπορεί και να έχει γίνει πραγματικότητα», λέει ο Γιώργος πιο εκδηλωτικός από τους υπόλοιπους, δηλώνοντας ταυτόχρονα «αηδιασμένος» από όλα τα κόμματα. «Το πρωί λέει δουλεύω σε εταιρία delivery με το μηχανάκι. Τα βράδια προσπαθώ να πάρω τουλάχιστον το χαρτί του λυκείου. Παράτησα το σχολείο μόλις τέλειωσα το γυμνάσιο, δεν τα 'παιρνα βλέπεις τα γράμματα», εξομολογείται. «Πήγα νωρίς - νωρίς στρατό για να τελειώνω γρήγορα. Είδα όμως με το πέρασμα του χρόνου ότι η αναζήτηση εργασίας δεν είναι και τόσο εύκολο πράγμα. Ελπίζω ότι τελειώνοντας το νυχτερινό θα έχω μερικές ευκαιρίες παραπάνω», λέει. «Με το χαρτί του λυκείου θα μπορέσω ίσως πιο εύκολα να βρω μια δουλιά στο δήμο ή κάπου αλλού, με λίγο περισσότερα λεφτά από τα 120 χιλιάρικα το μήνα.»

Σ' αυτό το σημείο παρεμβαίνει η Αλέκα γελώντας: «Είναι κι αυτό μια αυταπάτη ίσως. Να πάρουμε λίγο παράταση στην ελπίδα, ότι μόλις τελειώσουμε το νυχτερινό κάτι καλύτερο θα μας συμβεί». Τη διακόπτει η Παναγιώτα: «Εδώ βλέπεις, πτυχιούχοι πανεπιστημίου και δουλεύουν σε πιτσαρίες, κατά το διαφημιστικό σποτάκι της ΝΔ που βλέπαμε καθημερινά την περίοδο των εκλογών», λέει και κοιτάζει λοξά τον Γιώργο που κρυφογελάει. «Εμένα μην με κοιτάς, δεν ψήφισα ΝΔ», της απαντάει, με αποτέλεσμα να αρχίσει όλη η παρέα μαζί να γελάει δυνατά και να αρχίσει να κατηγορεί ο ένας τον άλλον για... ψηφοφόρο του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Για να έρθει σαν αποκορύφωμα στη συζήτηση η αφοπλιστική ατάκα της Παναγιώτας: «Εντάξει ρε παιδιά πώς κάνετε έτσι, βρισιά είναι να σου πει κάποιος ότι ψήφισες ΠΑΣΟΚ;».

Τέσσερα νέα παιδιά που προσπαθούν με την εργασία τους να πετύχουν κάτι καλύτερο στη ζωή τους. Παιδιά με όνειρα για τη ζωή, σχέδια για το μέλλον τους, που αγαπούν τη μουσική, το διάβασμα, τα ταξίδια. Χρόνια τώρα «κολλημένα» στην ίδια πλατεία λίγο πριν το μάθημα για καφέ, λίγο μετά για ποτό. Παίρνοντας απλώς «παράταση στο όνειρο»...

Μια ζωή οικονομίες... για τα αυτονόητα

Η ανεργία είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι νέοι σε ένα άδικο κοινωνικό σύστημα που τους στερεί το μέλλον
Η ανεργία είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι νέοι σε ένα άδικο κοινωνικό σύστημα που τους στερεί το μέλλον
Σε ένα από τα πιο «in caffe» της πλατείας ο «Ρ» «εισβάλλει» στη συντροφιά του Διονύση και του Μπάμπη. Φαίνονται αρκετά ευδιάθετοι και οι δύο, ενώ κουβεντιάζουν έντονα για το τι μηχανές θα αγοράσουν, τα χαρακτηριστικά της μιας ή της άλλης μηχανής, ποια «βγάζει περισσότερα γκάζια». Δέχονται ευχάριστα να μιλήσουν σε δημοσιογράφους, «Θα κουβεντιάσουμε για μηχανές, όμως» μάς λένε. «Γιατί όχι. Θα κουβεντιάσουμε και για τις μηχανές», τους λέμε.

Και πάνω σε αυτή την «κουβέντα για τις μηχανές», μαθαίνουμε ότι ο Διονύσης Μουζής και ο Μπάμπης Σπανός κάνουν εδώ και ένα χρόνο οικονομίες δουλεύοντας, για να αγοράσουν από μια ταξιδιωτική μηχανή, να μαζέψουν λίγα λεφτά ακόμα και να «κάνουν ένα καλό ταξίδι». Περιστεριώτες γέννημα θρέμμα όπως λένε θυμούνται ακόμα την εποχή που το Μπουρνάζι δεν είχε τα σημερινά πολυδιαφημισμένα μαγαζιά, «όταν καθόμασταν απλώς στα παγκάκια με μια μπίρα στο χέρι, και εκεί γράφονταν όλες οι ιστορίες μας». Ο Διονύσης είναι υπάλληλος σε ένα από τα γνωστά σούπερ μάρκετ, ενώ ο Μπάμπης αυτό το διάστημα παρακολουθεί ένα σεμινάριο του ΟΑΕΔ για γραφίστες.

Και ακόμη αρχίζουμε να μαθαίνουμε με περισσότερες λεπτομέρειες πόσο κοστίζει το όνειρο των 25 χρόνων τους.

«Πριν πιάσω δουλιά στο σούπερ μάρκετ, λέει ο Διονύσης, εργαζόμουν σε εταιρία δομικών υλικών για 1,5 χρόνο περίπου, ώσπου απολύθηκα όταν η εταιρία από τους 5 υπαλλήλους που είχε έδιωξε τους τρεις πιο νέους μέσα σ' ένα μήνα. Για ένα διάστημα έπαιρνα το επίδομα από το ταμείο ανεργίας, ενώ ταυτόχρονα έκανα διάφορες ψευτοδουλιές, για να συμπληρώνω τα έξοδα. Τη δουλιά στο σούπερ μάρκετ τη βρήκα από τον ΟΑΕΔ. Δουλεύω με σπαστό ωράριο 4 - 5 ώρες τη μέρα και παίρνω 120.000 το μήνα».

Οσο για τον Μπάμπη δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να κολλήσει ούτε ένα ένσημο και συμπληρώνει «όσο πήγαινα στο ΙΕΚ έκανα μερικά σκόρπια μεροκάματα από δω κι από κει. Τέλειωσα τη σχολή πήγα στρατό και τη μόνη ασχολία που βρήκα πάνω σε αυτό που μου άρεσε ήταν αυτό το σεμινάριο του ΟΑΕΔ. Τι κερδίζω από αυτό; Γύρω στις 400.000 με το τέλος του σεμιναρίου και μια επιπλέον παράταση στην αγωνία μου. Αν είμαι τυχερός ίσως να βρω και 'γω καμιά δουλιά σαν του Διονύση».

Σ' αυτό το σημείο επέρχονται λίγες στιγμές σιωπής στην παρέα, για να σπάσουν όμως σχεδόν αμέσως από τον αυτοσαρκασμό του Διονύση: «Ρε παιδιά όλη μέρα αυτά σκεφτόμαστε. Τουλάχιστον τώρα να πιούμε τον καφέ μας συζητώντας για τα ταξίδια που θα πάμε μόλις πάρουμε τις μηχανές μας...». Η κουβέντα με τον Μπάμπη και τον Διονύση τελειώνει κάπου εδώ. Φεύγοντας τούς ευχόμαστε τα όνειρά τους να «ξεφύγουν από τις οικονομίες και τα αυτονόητα»...

Ανεργία και ναρκωτικά στη δυτική όχθη του Κηφισού

Απο την πρόσφατη κινητοποίηση Εθνικού Συμβουλίου κατά των Ναρκωτικών με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα στις 26 Ιούνη.
Απο την πρόσφατη κινητοποίηση Εθνικού Συμβουλίου κατά των Ναρκωτικών με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα στις 26 Ιούνη.
Υποβάθμιση, ναρκωτικά, ανεργία, εγκληματικότητα. Μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν το φόντο των δυτικών συνοικιών. Τα μεγάλα μαγαζιά, τα χλιδάτα νυχτομάγαζα που ανοίγουν συνέχεια στο Μπουρνάζι είναι αδύνατο να δώσουν μια άλλη όψη, καλύτερη, στην πλατεία και σε όσους την επισκέπτονται. Οσο για τους «πρίγκιπες» της δυτικής όχθης του Κηφισού, δεν είναι δυνατόν να ξεχάσουν σε λίγες μέρες, ό,τι και όλα όσα βλέπουν και βιώνουν καθημερινά.

«Ξέρεις κάτι; Τα περισσότερα παιδιά που βρίσκονται στην Ομόνοια και ζητάνε κατοστάρικα από τους περαστικούς, είναι από τα δικά μας μέρη. Από το Αιγάλεω, το Περιστέρι, την Πετρούπολη, τον Κολωνό, τα Λιόσια. Από αυτές τις γειτονιές. Τώρα, τι τους οδηγεί να βρίσκονται με τη σύριγγα στο χέρι, είναι μια άλλη ιστορία. Οχι άσχετη, απλά μεγάλη. Να ξέρεις ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο», τονίζει κυνικά ο Παναγιώτης Κοντοβουνίσιος.

Ο Νίκος, ο Χάρης, ο Γιάννης ήταν η παρέα του Παναγιώτη από το σχολείο του, στο Περιστέρι. Αλλά ένας, ένας, «έφευγε». «Αλλος είχε προβλήματα με το σπίτι, άλλος δεν έβρισκε δουλιά, άλλος δεν κατάφερε να τελειώσει καν το σχολείο, λέει ο Παναγιώτης. Το θέμα είναι ότι και οι τρεις βρέθηκαν νεκροί με μια σύριγγα στο χέρι. Πες μου πώς να μην οργίζομαι; Πώς να μη σκέφτομαι ότι αν οι γονείς του Χάρη είχαν φράγκα μπορεί και να την είχε γλιτώσει; Αν ο Νίκος είχε την τύχη να γεννηθεί αλλού, μπορεί και να ζούσε ακόμα. Το ίδιο και για το Γιάννη, αλλά και όλα τ' άλλα παιδιά που χάνονται κάθε μέρα».

«Και όσοι ζούμε, είμαστε 23 χρονών και ακόμα ψάχνουμε για δουλιά στις αγγελίες. Σε φαστφουντάδικα, σε νυχτερινά μαγαζιά, σε σούπερ μάρκετ, όπου βρούμε», συμπληρώνει η Μάρα Γερασιμίδου, που ψάχνει εδώ και μήνες για δουλιά. Περιστασιακά έχει δουλέψει σε διάφορες επιχειρήσεις, αλλά, όπως μας διηγείται, οι συνθήκες ήταν απαράδεκτες. «Δεν μπορείς να μείνεις σε μια δουλιά που δε σε πληρώνουν», λέει. «Δεν μπορώ, όταν έχω πατήσει τα είκοσι, να ζητάω από τον πατέρα μου, που είναι συνταξιούχος, λεφτά για να βγω με την κοπέλα μου», προσθέτει ο Νίκος Χρυσάφης.

Οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές. «Γελάμε με τα σλόγκαν τους, για να μην βρίζουμε». «Οταν περνάω από την Ομόνοια, κοιτάζω χαμηλά για να μην δω το χαμένο βλέμμα ενός ακόμα φίλου». Γιατί, όπως είπε και ο Μάκης Ζώτος, «εδώ βρίσκονται παράδεισος και κόλαση. Και εσύ πρέπει να έχεις διαρκώς τεντωμένες τις κεραίες σου, για να αποφεύγεις τις παγίδες. Στη δυτική μεριά του Κηφισού, δεν υπάρχουν περιθώρια για λάθη. Ξέρεις, όλα ξεκινούν από ένα λάθος. Και τα λάθη κοστίζουν ακριβά »...


ΡΕΠΟΡΤΑΖ - ΚΕΙΜΕΝΑ:
Ελένη ΤΖΙΒΡΑ, Φώτης ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ