Ο Πινιέρα προσπάθησε με τακτικούς ελιγμούς να δώσει την εντύπωση ότι θέλει διάλογο για να γίνουν κάποιες μεταρρυθμίσεις, ωστόσο η κίνηση αυτή απορρίφθηκε από το νεολαιίστικο κίνημα αφού δεν είπε κουβέντα για τους όρους που αυτό έθετε. Τον τερματισμό της καταστολής και τη συζήτηση επί της ουσίας ώστε να αλλάξει ριζικά η νομοθεσία που διατηρείται από την περίοδο της χούντας του Πινοτσέτ. Μια νομοθεσία που έχει καταστήσει την Παιδεία ένα ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα για τα λαϊκά στρώματα και μια χρυσοφόρα μπίζνα για το κεφάλαιο. Στην ουσία, η λεγόμενη δημόσια εκπαίδευση, είτε είναι πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια ή ανώτερη, χρυσοπληρώνεται και τα ...σπουδαστικά δάνεια είναι ο χειρότερος βραχνάς για το λαό. Φυσικά η αστική τάξη διατηρεί για τα τέκνα της τα αμιγώς ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τελευταίο τραγικό περιστατικό αυτού του ανοιχτού μετώπου είναι και το γεγονός ότι τρεις 15χρονες μαθήτριες που προχώρησαν σε απεργία πείνας μεταφέρθηκαν σε πολύ κρίσιμη κατάσταση και νοσηλεύονται σε μονάδα εντατικής παρακολούθησης.
Η κατάσταση στην Παιδεία εξελίσσεται στη Χιλή ως βασικός κρίκος που αναδεικνύει όλη την ταξική φύση του εκμεταλλευτικού συστήματος και θέτει επί τάπητος την ανάγκη συνολικής ρήξης με την αστική εξουσία.
Η συγκεκριμένη έκδοση περιλαμβάνει κείμενα των Μαρξ και Ενγκελς για την καπιταλιστική οικονομική κρίση. Η επιλογή των άρθρων έγινε από τη γερμανική έκδοση Marx Engels Werke (MEW) και την αγγλική έκδοση Marx Engels Collected Works (MECW).
Τα κείμενα που περιλαμβάνονται είναι δύο ειδών: α) Αρθρα εφημερίδων τα οποία σχεδόν στο σύνολό τους είναι ανταποκρίσεις του Μαρξ από το Λονδίνο προς τη Νέα Υόρκη στο διάστημα που αυτός ήταν απεσταλμένος για την Ευρώπη της αμερικανικής εφημερίδας New York Daily Tribune (1851- 1862). Γι' αυτόν το λόγο επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στη βασική οικονομική κρίση αυτής της περιόδου (την κρίση του 1857) ταυτόχρονα με τις αναφορές, τον εντοπισμό ομοιοτήτων και διαφορών με τις προηγούμενες οικονομικές κρίσεις, αλλά και τις προβλέψεις για το μέλλον.1 β) Αλληλογραφία ανάμεσα στους Μαρξ - Ενγκελς και άλλα στελέχη του εργατικού κινήματος, η οποία επικεντρώνεται στη μακροχρόνια ύφεση του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα.
Στο ερώτημα «ανάπτυξη για ποιον» απαντά ουσιαστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Α. Ανδρεάδης, σε άρθρο του σχετικά με την παρέμβασή του στο συνέδριο του «Εκόνομιστ» που έγινε τη Δευτέρα.
Εκεί, ζήτησε από την τρόικα να τοποθετηθεί θετικά στα εξής: «Συντελεστής 6,5% στα καταλύματα, 13% στην εστίαση και στις μεταφορές, μείωση κατά 50% του σπατόσημου, καθώς επίσης και ουσιαστική ευελιξία στο εργασιακό περιβάλλον, ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και να αυξηθεί η απασχόληση».
Μάλιστα στο άρθρο του, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, γνήσιος εκφραστής του μεγάλου κεφαλαίου στον τουριστικό τομέα, σημειώνει ότι «στα εργασιακά, παρατηρείται στασιμότητα, με τις αναγκαίες τομές, στην καθιέρωση ουσιαστικής και νόμιμης ευελιξίας στο εργασιακό περιβάλλον, να καθυστερούν υπερβολικά».
Περιέγραψε έτσι τι σημαίνει «ανάπτυξη» για τους μεγαλοεπιχειρηματίες. Σημαίνει μεγάλα κέρδη στις τσέπες τους, βγαλμένα από «ευέλικτους» εργαζόμενους - σκλάβους, με μεροκάματα πείνας. Σημαίνει χοντρά πορτοφόλια με αντίτιμο τη δυστυχία, τη φτώχεια και την εξαθλίωση εκατοντάδων χιλιάδων εργατικών οικογενειών. Σημαίνει φοροαπαλλαγές όταν ο λαός απειλείται από αλλεπάλληλα φοροχαράτσια, με κακοπληρωμένες, ανασφαλείς θέσεις εργασίας με την εντατικοποίηση να τους στραγγίζει τη ζωή.
Οι μεγαλοεπιχειρηματίες του τουρισμού αξιώνουν από τους εργαζόμενους θυσίες και απώλειες, απαιτώντας από την κυβέρνηση να επιβάλει στους εργαζόμενους κι' άλλα μέτρα που καταδικάζουν τη ζωή και το μέλλον των παιδιών τους, δηλαδή αβάσταχτες θυσίες, για να αυξάνουν τα κέρδη τους.
Αν είναι οι εργάτες να θυσιαστούν, ας το κάνουν για μια καλύτερη ζωή στον αγώνα για ανακούφιση της ζωής των οικογενειών τους σε ρότα ανατροπής της εξουσίας των μονοπωλίων και όχι για τα αφεντικά τους...
Πολλή κουβέντα γίνεται για την «άνοιξη» των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα. Μόνο που θα είναι οικονομικός «χειμώνας» για τα νοικοκυριά. Κάθε κιλοβατώρα από ΑΠΕ πληρώνεται ήδη πολύ ακριβά και εγγυημένα για πολλά χρόνια. Είναι το τίμημα, λένε κάποιοι, για να αναπτύξουν οι ιδιώτες τις ΑΠΕ και να ελαφρυνθεί το... περιβάλλον.
Είναι το κόλπο, ουσιαστικά, για να μην ξέρουν πού να βάλουν τα κέρδη τους. Οι ΑΠΕ θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και από τις κρατικές εταιρείες ενέργειας, εξαιρετικά ισχυρές οικονομικά, επιχειρηματικά και πολιτικά μέχρι πριν μερικά χρόνια. Με πρόγραμμα, στόχους, συνεργασίες ανάμεσα στα κράτη και χωρίς τα υπέρογκα «κίνητρα». Με αύξηση της απασχόλησης και της επιστημονικής γνώσης, με σεβασμό στο περιβάλλον, με κάλυψη των πραγματικών αναγκών.
Αλλά το ζήτημα είναι να «κονομάνε» οι ενεργειακές επιχειρήσεις, που όχι μόνο επιδοτούνται αδρά για τις επενδύσεις τους, αλλά μεθοδεύουν και την απάνθρωπη αύξηση των τιμολογίων για να κερδίζουν περισσότερα. Και ετοιμάζονται τώρα να μετατρέψουν την Ελλάδα σε ένα τεράστιο πάρκο ΑΠΕ, όχι για να καλύπτονται οι ανάγκες μας, αλλά για να εξάγουν την ενέργεια. Την ίδια ώρα, η διαρκής ανάπτυξη των ΑΠΕ με αυτούς τους όρους, με ανάλογη αύξηση της απορρόφησης της παραγωγής τους, αυξάνει τις απαιτήσεις για τις πληρωμές.
Νέες αυξήσεις του τέλους ΑΠΕ εξετάζονται για να καλυφθεί η «κονόμα» των εταιρειών. Αλλά και το τέλος να μην αυξήσουν, θα τα βάλουν στα άλλα «κουτάκια» που έφτιαξαν στους λογαριασμούς. Για να καλύπτονται κόστη που προκύπτουν από νομοθετικές ρυθμίσεις και υπό την «υποχρέωση» ο ιδιώτης να βγάζει μεγάλα κέρδη από την ενέργεια.
Κανένα έλεος δεν έχουν για κανέναν οι εταιρείες και οι «φίλοι» τους. Οποιος δεν έχει να πληρώσει θα καταδικάζεται στο σκοτάδι ή στην ενεργειακή ανέχεια.
«Το Διαβαλκανικό Ινστιτούτο Δημόσιας Διοίκησης (ΔΙΔΔ) ως αναγνωρισμένος φορέας παροχής υπηρεσιών διά βίου εκπαίδευσης της ΑΔΕΔΥ και πιστοποιημένος φορέας επιμόρφωσης των δημοσίων υπαλλήλων υλοποιεί μια σειρά προγράμματα για το ανθρώπινο δυναμικό του δημόσιου τομέα καθώς επίσης και σε συνδικαλιστικά στελέχη».
Ετσι ξεκινά μία επιστολή της ΔΙΔΔ (εκτός από την ΑΔΕΔΥ συμμετέχουν σε αυτό συνδικάτα από Βουλγαρία, Αλβανία, ΠΓΔΜ) με την οποία προσκαλεί εργαζόμενους στα σχολεία της Ρόδου να συμμετάσχουν σε διάφορα προγράμματα διά βίου εκπαίδευσης που εξ ορισμού στόχο έχουν την προσαρμογή τους στις ανάγκες μιας Δημόσιας Διοίκησης στις υπηρεσίες των κεφαλαιοκρατών. Ακόμα και για όποιον επιμένει να βλέπει «καλοπροαίρετα» αυτή τη διαδικασία, αρκεί να αναφερθεί ότι μεταξύ άλλων το πρόγραμμα προβλέπει δύο μαθήματα ειδικά για συνδικαλιστές, συνολικής διάρκειας 70 ωρών. Τα μαθήματα αυτά έχουν τα εξής αντικείμενα: «Εκπαίδευση συνδικαλιστικών στελεχών στις βασικές αρχές του κοινωνικού διαλόγου, διαβούλευσης, διαπραγμάτευσης» και «Εκπαίδευση συνδικαλιστικών στελεχών σε πρακτικά θέματα κοινωνικής διαβούλευσης».
Είναι ολοφάνερος ο ρόλος του ΔΙΔΔ. Να εκπαιδεύει στον «κοινωνικό διάλογο», η διεξαγωγή του οποίου και μόνο «νομιμοποιεί» στη συνείδηση των εργαζομένων την αντίληψη της ταξικής συνεργασίας και τελικά της υποταγής στις κυβερνήσεις του κεφαλαίου.