ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 28 Οχτώβρη 2000 - Κυριακή 29 Οχτώβρη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Σκηνές από το νεοελληνικό βίο
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Η αστική ηθική έκανε πάλι την εμφάνισή της. Αφησε στην άκρη το κέντημα της πραγματικότητας και, όπως πάντα, ατένισε εξ αποστάσεως τον θαυμαστό της κόσμο. Η αστική ηθική δε βλέπει παρά μόνο ό,τι γράφουν οι εφημερίδες της. Δεν ένιωσε τη μεγάλη διαδήλωση που έγινε στην Αθήνα, απλώς, πατώντας το κουμπί της τηλεόρασης, είδε ότι οι μόνοι που κινούνται στο κέντρο της ζωής μας είναι οι Ολυμπιονίκες, που θυμίζουν εξωτικά σ' έναν κόσμο λεπρών. Χωρίς να το καταλάβει, ξύπνησε μέσα της η ηρωίδα του Προυστ, κυρία Βερντιρέν, η οποία μέσα στον πόλεμο υπέφερε ακόμα περισσότερο από τις ημικρανίες της, επειδή δεν είχε κρουασάν να βουτήξει στον καφέ της, ώσπου κατάφερε τελικά το γιατρό της να της γράψει τη συνταγή που επέτρεπε να της τα φτιάχνουν αποκλειστικά για την ίδια. Αυτό ήταν εξίσου δύσκολο να το αποκτήσει κανείς από τις δημόσιες αρχές, όσο και ο διορισμός ενός στρατηγού. Η κυρία Βερντιρέν, λοιπόν, απολάμβανε το πρώτο από αυτά τα ειδικά κρουασάν το πρωινό που οι εφημερίδες περιέγραφαν τη βύθιση του Λουζιτάνια (πολεμικό πλοίο που βούλιαξε ο εχθρός). Ετσι, όπως το βύθιζε στον καφέ της, δίνοντας μικρά χτυπήματα στην εφημερίδα με το ένα χέρι, για να την κρατά ορθάνοιχτη χωρίς να χρειάζεται να αποσπάσει το άλλο χέρι από τα βουτήματα, έλεγε: Τι τρομερό, αυτό ξεπερνά σε φρίκη και τις πιο φοβερές τραγωδίες! (...) ακόμη και τη στιγμή, που, με γεμάτο το στόμα, προέβαινε σ' αυτές τις εκδηλώσεις θλίψης, η έκφραση, που απλώθηκε στο πρόσωπό της, οφειλόμενη πιθανόν στη γεύση του κρουασάν, αυτού του τόσο αποτελεσματικού για την ημικρανία, ήταν μάλλον μιας γλυκιάς ικανοποίησης.

ΣΚΗΝΗΔΕΥΤΕΡΗ

Στη συνάντηση στο «Τιτάνια», αίσθηση προκάλεσε η φράση της Γεν. Γραμματέως του ΚΚΕ Αλέκας Παπαρήγα ότι «το μέτωπο πρέπει να γίνει χτες». Πρέπει το μέτωπο να γίνει έμμονη ιδέα και να μας θυμίζει τους στίχους του Αλαν Γκίνσμπεργκ: «Αρνούμαι να απαλλαγώ από την έμμονη ιδέα μου». Να μας θυμίζει, επίσης, την ιστορία ενός ζωγράφου που του ζήτησαν κάποτε να σχεδιάσει όσο πιο παραστατικά μπορούσε το κέντρο της πόλης. Και ζωγράφιζε, για πολύ καιρό, τους δρόμους με τους ανθρώπους, τα μαγαζιά, τη ζωή μέσα στα σπίτια. Και ήρθε η ώρα των εγκαινίων. Στα αποκαλυπτήρια του πίνακα, αυτό που εμφανίστηκε ήταν η προσωπογραφία του ζωγράφου. Σαν ένα έργο τέχνης, η ζωή του καθενός, μέσα από την κοινή δράση, εξελίσσεται, γίνεται αυτό που είναι κατά βάθος. Σε όσους πολεμούν την ιδέα του μετώπου, ενώ γνωρίζουν, μέσα σ' αυτήν την κηρυγμένη διάλυση, την αναγκαιότητά του, τους αξίζει η φράση του Σατωβριάνδου: «Υπάρχουν εποχές, στις οποίες πρέπει κανείς να ξοδεύει με μέτρο την περιφρόνησή του, λόγω του μεγάλου αριθμού εκείνων που τη χρειάζονται».

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

Ο απρόσωπος εκπρόσωπος γενικός γραμματέας της πρεσβείας του Ισραήλ, κ. Νταγιάν, μ' έκανε να τα χάσω. Φιλοξενούμενος στην εκπομπή της κ. Γκουντούνα στο κρατικό κανάλι, δε σεβάστηκε το γεγονός ότι οι Παλαιστίνιοι καθημερινά κηδεύουν νεκρούς, και μάλιστα παιδιά, και με μεγάλη αλαζονεία δήλωσε τα εξής: «Αν ήθελαν κράτος οι Παλαιστίνιοι, θα το είχαν (με τους όρους του, φυσικά), αν δε θέλετε να σκοτώνονται παιδιά, μην τα στέλνετε εναντίον μας». Φυσικά, έλαβε αποστομωτική απάντηση από τον Ισμάτ Σάμπρι, τον διπλωματικό αντιπρόσωπο της Παλαιστίνης στην Ελλάδα, αλλά το σημαντικό σ' αυτήν την εκπομπή ερχόταν απευθείας από την παρουσία του ίδιου του Νταγιάν. Ηταν αυτή του κατακτητή, που νιώθει πως βρίσκεται μπροστά σ' ένα τέλος. Που γνωρίζει ότι πια τίποτα δεν είναι στο χέρι του.

ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Είμαστε μέσα σ' έναν πίνακα ζωγραφικής του 1815. Του Fuseli: «Η Αριάδνη που παρακολουθεί την πάλη του Θησέα με τον Μινώταυρο». Η Αριάδνη είναι η χαζή μας δημοκρατία.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΟΥΡΛΟΥΜΗΣ
Ποίηση της καθημερινότητας

«Καλύτερα να μη μιλάει κανείς για την τέχνη. Τα έργα μιλάνε μόνα τους σωστότερα και εγκυρότερα. Αλλωστε, κι ο ίδιος ο καλλιτέχνης γνωρίζει ότι καλά καλά δεν ξέρει πώς γίνεται το έργο του. Χρειάζεται, βέβαια, η έμμονος ιδέα της τέχνης του. Χρειάζεται να κυνηγάει το τέλειο, όσο μπορεί. Χρειάζεται ασταμάτητη εργασία. Το πρώτιστο όμως που χρειάζεται, είναι, νομίζω, η αγαθή πρόθεση», έγραφε πριν δυόμισι περίπου χρόνια ο Ανδρέας Βουρλούμης, λίγο προτού φύγει από τη ζωή.

Η αίθουσα «Σκουφά» (Σκουφά 4) τιμά στις 2 του Νοέμβρη (8μ.μ.), τον Ανδρέα Βουρλούμη, σημαντικό ζωγράφο, αλλά και συνεργάτη της. Ο Αν. Βουρλούμης έφυγε από κοντά μας πριν δύο χρόνια, αφήνοντας ένα έργο σημαντικότατο. Καλλιτέχνης στην ουσία αυτοδίδακτος, ζωγράφιζε με απλότητα τους ανθρώπους, τους δρόμους, τα μπαλκόνια, τις γειτονιές που έζησε: το Στάδιο, το Λυκαβηττό, τον Υμηττό, την Αίγινα, με το ωραίο αττικό φως. Ολα αυτά, δίνοντας έμφαση στο χρώμα και έχοντας πάντα ένα πολύ ιδιαίτερο βλέμμα, γεμάτο ευγένεια και ευαισθησία. Στα έργα του, που θα παρουσιάζονται στην αίθουσα «Σκουφά» έως τις 25 του Νοέμβρη, ο θεατής θα έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει έναν καλλιτέχνη που διατρέχει όλον τον αιώνα και συνομιλεί με τεχνοτροπίες, με ομότεχνούς του, με το ελληνικό τοπίο.

Ο Ανδρέας Βουρλούμης γεννήθηκε στην Πάτρα τον Ιούλιο του 1910. Από μικρός είχε εκδηλώσει μεγάλη επιθυμία για τη ζωγραφική, τόσο που ο πατέρας του, του αγόρασε «ένα τεράστιο κουτί με χρώματα που θα το ζήλευε και ο Παρθένης», όπως έλεγε ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Καταπιανόταν ακόμη με την πηλοπλαστική. Ο «Πληγωμένος Γαλάτης», που κατασκεύασε σε ηλικία 10 ετών, μαζί με την πληθώρα των σκίτσων, άναψαν το «πράσινο φως» για την ενασχόλησή του με τη ζωγραφική, αφού ο πατέρας του αποφάσισε να μαθητεύσει κοντά στον Γάλλο ζωγράφο Αντουάν Πικ. Τα διδάγματα του Πικ μπορούν να θεωρηθούν ως η μοναδική επαγγελματική κατάρτιση του ζωγράφου, δεδομένου ότι ουδέποτε μαθήτευσε συστηματικά.


Η αγάπη του για τη ζωγραφική οδήγησε τον Αν. Βουρλούμη να εγκαταλείψει τις σπουδές του στη χημεία. Το 1933 και '34, βρέθηκε στο Παρίσι, όπου μελετούσε τα σχέδια του Ντύρερ και τα λάδια του Ρέμπραντ, ανακαλύπτοντας παράλληλα και το έργο του Σεζάν. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, συνδέθηκε με φωτισμένα πρόσωπα της εποχής του: τον Γιάννη Παππά, τον Γιάννη Τσαρούχη, αλλά και τον Φώτη Κόντογλου, κοντά στον οποίο μελέτησε τις βυζαντινές ρίζες της νεοελληνικής τέχνης ζωγραφίζοντας αρκετές φορητές εικόνες σε αυστηρό βυζαντινό ύφος.

«Το εξαιρετικά παραγωγικό του έργο», σημειώνει η Φανή Μαρία Τσιγκάκου στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε πέρυσι, με αφορμή την έκθεση έργων του Αν. Βουρλούμη στο «Μουσείο Μπενάκη», «καλύπτει μια ποικιλία τεχνικών (μολύβια, ακουαρέλες, παστέλ, αυγοτέμπερες, λάδια) και θεμάτων. Το εκφραστικό του ιδίωμα παρέμεινε με συνέπεια πάνω σε μια παραστατική βάση. Αλλά η ζωγραφική του, αν και παραστατική στη διατύπωση, δεν είναι αφηγηματική. Φορτισμένος με συγκρατημένη ευαισθησία ο ρεαλισμός του δεν εξωραΐζει τα πλέον πεζά θέματα: Ο Βουρλούμης αποδίδει δίχως καλλωπισμούς. Αλλά μέσα στους πίνακές του όλα τα ταπεινά αντικείμενα, που ίσως στερούνται οποιασδήποτε σύμφυτή τους ομορφιά, αποκτούν καινούρια ζωή και προσωπικότητα».

Ο κόσμος του Βουρλούμη είναι ο κόσμος των ταπεινών αντικειμένων και των οικείων μορφών: σπίτια με απλωμένα ρούχα, ένας δρόμος αθηναϊκός, μια αυλόπορτα ή ένας κήπος στην Αίγινα, όπου περνούσε τα καλοκαίρια του, ξεθωριασμένοι τοίχοι σπιτιών, μια παρέα πλανόδιων μουσικών, πορτρέτα φίλων ή μελών της οικογένειάς του.

«Ο Βουρλούμης» καταλήγει η Φ.Μ. Τσιγκάκου «έσκυψε με τον ίδιο σεβασμό πάνω στις ανθρώπινες μορφές, στο χώρο, στα αντικείμενα. Στο έργο του τα ελάσσονα της καθημερινότητας κατέχουν ηγεμονική θέση, παιανίζοντας τη χαρά της ζωγραφικής. Και κάτι ακόμα: στην εργογραφία του Βουρλούμη μάταια θα αναζητήσουμε έργα μεγάλων διαστάσεων. Ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε "μικρά έργα αλλά με μέγεθος". Ολότελα απελευθερωμένη από στοιχεία εντυπωσιασμού και φορτισμένη με μία συγκινητική οικειότητα, η ζωγραφική του αναδίδει μία ποίηση: την ποίηση της καθημερινότητας».


«Αυτοπροσωπογραφία», 1950
«Αυτοπροσωπογραφία», 1950

Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ