ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 5 Δεκέμβρη 2000
Σελ. /48
Αιχμάλωτοι του εχθρού

 

Απαραίτηση προϋπόθεση για να διατηρείται στην εξουσία η αστική τάξη και να λειτουργήσει αποτελεσματικά η δικτατορία της, είναι η ύπαρξη πολιτικών κομμάτων. Αποστολή των κομμάτων της αστικής τάξης μεταξύ άλλων, είναι αφ' ενός να περνούν την πολιτική της στην κοινωνία. Αφ' ετέρου να απορροφούν όσο είναι δυνατόν τους κραδασμούς από τις αντιδράσεις των προλετάριων και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων στην πολιτική αυτή. Με την ύπαρξη και λειτουργία των κομμάτων του, το αστικό καθεστώς κατορθώνει και κάτι άλλο: Να κρύβει το πραγματικό του πρόσωπο πίσω από το προσωπείο της δήθεν λαϊκής κυριαρχίας με το θεσμό της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Τα κόμματα έχουν ανάγκη οικονομικών πόρων. Τέτοιους πόρους τα αστικά κόμματα τους βρίσκουν είτε απευθείας από το Κεφάλαιο, είτε μέσω της κρατικής χρηματοδότησης που έχει θεσπιστεί, ώστε μέσω του κρατικού προϋπολογισμού (δηλαδή από τα έσοδα του κράτους που ως γνωστόν στο μέγιστο βαθμό προέρχονται από τη φορολογία των εργαζόμενων και διαχειρίζονται κατά το δοκούν οι αστοί) να χρηματοδοτούνται τα κόμματα. Είναι φανερό πως όποια κόμματα έχουν και άλλες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης δεν εξαρτώνται απόλυτα από το αστικό κράτος. Τι γίνεται όμως με αυτά, που ως κύρια πηγή χρημάτων έχουν την κρατική επιχορήγηση; Τι επιπτώσεις έχει αυτό τόσο στην πολιτική τους πρακτική (ου μην αλλά και στην ιδεολογία τους), αλλά και σ' αυτή καθ' αυτή την ύπαρξη και λειτουργία τους; Γιατί βέβαια οι αστοί, όργανο των οποίων είναι το κράτος στην κοινωνία που ζούμε, δε δίνουν τίποτα χωρίς να ζητούν ανταλλάγματα.

Τα παραπάνω, αφορούν άμεσα το Κόμμα μας. Στις Θέσεις και ειδικότερα στην ακροτελεύτια θέση αρ. 58 επισημαίνεται η δυσχερής οικονομική του κατάσταση. Η παράθεση των στοιχείων για την οικονομική κατάσταση του Κόμματος, πέρα του ότι σίγουρα θα κούραζε τους μη εθισμένους στη μελέτη των αριθμών, ίσως δεν είναι και σκόπιμο να αναφερθούν στο δημόσιο προσυνεδριακό διάλογο. Σε κάθε περίπτωση πάντως, υπάρχουν στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου κομματικού μέλους που θα τα αναζητήσει μέσω της κομματικής οδού.

Μετά από την προσεκτική μελέτη των στοιχείων για τα οικονομικά του Κόμματος, οδηγούμαστε σε ένα συμπέρασμα που γεννά μερικά ερωτήματα. Το συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα σήμερα από οικονομική άποψη εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από το αστικό κράτος. Δηλαδή εμφανίζεται το οξύμωρο να χρηματοδοτείται από αυτούς που διακηρύσσει ότι θα ανατρέψει.

Ερώτημα πρώτο: Γιατί μας χρηματοδοτεί ο εχθρός; Μήπως μας χρειάζεται ως άλλοθι; Ενδεχόμενη απάντηση: Γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Πρέπει να «ταΐζει» τα δικά του κόμματα. Αναγκαστικά δίνει και σε μας.

Ερώτημα δεύτερο και πλέον κρίσιμο: Τι θα κάνουμε εάν σταματήσει η κρατική χρηματοδότηση; Για ένα αστικό κόμμα δεν μπαίνει θέμα εξάρτησης από τον κρατικό κορβανά. Για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα όμως, αυτό είναι κυρίαρχο ζήτημα, αφού η κρατική χρηματοδότηση μπορεί να λειτουργήσει σαν διαφθορείο των ηγετών του, μετατρέποντάς τους πρακτικά σε δημόσιους υπαλλήλους που εισπράττουν το μισθό τους μέσω της κρατικής επιχορήγησης. Η ιστορία διδάσκει ότι κανένα επαναστατικό κόμμα που εξαρτήθηκε οικονομικά από το αστικό κράτος δεν έκανε επανάσταση.

Ερώτημα τρίτο, εξίσου κρίσιμο με το προηγούμενο: Πώς αποδεσμευόμαστε από την κρατική επιχορήγηση, δηλαδή από τον κρατικό κορβανά; Οχι βέβαια μην παίρνοντας την επιδότηση, αλλά δημιουργώντας τέτοιες συνθήκες, ώστε να μην την έχουμε ανάγκη. Τούτο σημαίνει ότι: Πρέπει να έχουμε ζωντανές Οργανώσεις και ισχυρή επιρροή στις μάζες οι οποίες στην κρίσιμη στιγμή να πάρουν το Κόμμα στα χέρια τους. Να πάψουμε, δηλαδή, να είμαστε αιχμάλωτοι του εχθρού.

Από το τελευταίο ερώτημα προκύπτει και ένα άλλο: Τι μέτρα έχουν πάρει ή σκοπεύουν να πάρουν τα ανώτερα και ανώτατα καθοδηγητικά όργανα του Κόμματος, ώστε μέσω της μαζικοποίησης των Οργανώσεων να είναι οι εργαζόμενοι η κύρια πηγή άντλησης χρηματικών πόρων για το Κόμμα και όχι η κρατική επιχορήγηση, με ό,τι αυτό σημαίνει σήμερα ή μπορεί να σημάνει στο μέλλον για την πολιτική αυτοτέλεια και την ιδεολογική καθαρότητα του ΚΚΕ;

Εν κατακλείδι: Η λήψη της κρατικής χρηματοδότησης είναι σωστή, μόνο αν αυτή είναι επικουρική και όχι η κύρια πηγή των εσόδων του Κόμματος.

Για την πρόταση του σ. Κεπέση (τι έλεγε ο σ. Νίκανδρος για το Στάλιν και όχι μόνο, πριν 10 μόλις χρόνια)...

Επειδή εκ του μη όντος (;) εμφανίστηκε στον προσυνεδριακό διάλογο και η πρόταση του σ. Κεπέση σχετικά με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ και τον Στάλιν, όπως και για την 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ και τον Νίκο Ζαχαριάδη (πρόταση που από τις στήλες του προσυνεδριακού διαλόγου πέρασε στις στήλες του αστικού Τύπου), ας δούμε τι υποστήριζε ο σ. Νίκανδρος για το Στάλιν πριν 10 χρόνια σε σημείωμά του, στο πλαίσιο του προσυνεδριακού διαλόγου για το 13ο Συνέδριο, που δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» την 31η Οκτώβρη 1990.

Εγραφε, τότε, ο σύντροφος: «Συμφωνώ με τη Θέση 671 για την κοσμοθεωρία του ΚΚΕ. Η άποψη που υποστηρίζεται ακόμη από μερικούς για το "Μαρξισμό - Λενινισμό" (Μ-Λ), δεν είναι σωστή. Εξηγούμαι: Ο όρος Μ-Λ διατυπώθηκε από το Στάλιν. Εκανε επιλογές των ιδεών των Μ.Ε.Λ. Τις περιόρισε στα μέτρα του. Κάθε αντίθετη άποψη θεωρούνταν αίρεση. Οι συνέπειες έγιναν τώρα γνωστές. Εμποδίστηκε έτσι η πιο πέρα ανάπτυξη της θεωρίας. Να μείνουμε λοιπόν στον όρο Μ-Λ, θα ισοδυναμούσε με απάρνηση της ουσίας του επιστημονικού σοσιαλισμού. Με παραίτηση του Κόμματος, για πιο πέρα ανάπτυξη της κοσμοθεωρίας μας, που πλουτίζεται από τις εξελίξεις της ζωής και της επιστήμης. Εξάλλου ο Μ-Λ σ' όλα αυτά τα χρόνια υπήρξε η ιδεολογική βάση του "γραφειοκρατικού μοντέλου" που καταδικάσαμε για τις σοβαρές συνέπειές του. Αυτονόητο, λοιπόν, ότι πρέπει να συμφωνήσουμε στην ουσία της θέσης 67». Τον Στάλιν που έκανε όλα αυτά, θέλει να αποκαταστήσουμε ο σ. Κεπέσης;

Για τις απόψεις του σχετικά με τον Νίκο Ζαχαριάδη, επειδή ο χώρος είναι περιορισμένος, παραπέμπω όποιον ενδιαφέρεται στα βιβλία του συντρόφου και ειδικότερα στο: «Η δίκη μου και όχι μόνο».

Στο ίδιο σημείωμά του, στον προσυνεδριακό διάλογο του 13ου Συνεδρίου, ο σ. Κεπέσης έγραφε: «Εκφράζω ολόψυχα την αλληλεγγύη μου στο ΚΚΣΕ για την ΠΕΡΕΣΤΡΟΪΚΑ, για ένα δημοκρατικό, ανθρώπινο σοσιαλισμό. Για το σκοπό αυτό ευελπιστώ». Τέλος, άφηνε αιχμές για τη μη εκλογή του στην ΚΕ του ΚΚΕ στο 12ο Συνέδριο, σε βάρος του σ. Χαρίλαου Φλωράκη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΣΤΑΚΗΣ

ΚΟΒ Ριζοσπάστη

1) Η θέση 67 πρότεινε την αντικατάσταση του όρου Μαρξισμός - Λενινισμός σαν κοσμοθεωρία του ΚΚΕ, με το εξής: «Κοσμοθεωρία του ΚΚΕ είναι η κοινωνικο-πολιτική, οικονομική και φιλοσοφική θεωρία που θεμελίωσαν οι Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν».

Επισημάνσεις για το Καταστατικό και το α.α.δ.μ.

Οι βετεράνοι του Κόμματος έχουν δίκιο: Δεν μπορεί κανένας να «σώσει το Κόμμα» όταν παραβιάζει τις αρχές, τους θεμελιώδεις όρους λειτουργίας και δράσης του. Δεν είναι δυνατόν τα μέχρι χτες ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ και της εργατικής τάξης, οι σύντροφοι Κωστόπουλος και Θεωνάς, να μην καταλαβαίνουν ότι ανεξάρτητα από προθέσεις, ρίχνουν νερό στο μύλο της αντίδρασης! Οτι με τη στάση τους, γυρίζοντας από κανάλι σε κανάλι, από εφημερίδα σε εφημερίδα, προσφέρουν κακές υπηρεσίες στην εργατική τάξη, στον ελληνικό λαό, στο Κόμμα. Δεν έχουν το δικαίωμα να μη βλέπουν πέρα από τη μύτη τους! Να επιτρέπουν να αξιοποιούνται, όπως αξιοποιούνται, από τον ταξικό εχθρό και τα φερέφωνά του.

Οταν σήμερα εκδηλώνεται με τέτοια ένταση η επίθεση των δυνάμεων του μονοπωλιακού κεφαλαίου και των πολιτικών του εκφραστών, ενάντια σε στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα, όταν η εργατική τάξη οδηγείται σε ένα νέο εργασιακό μεσαίωνα, όταν η μικρομεσαία αγροτιά και οι ΕΒΕ ξεκληρίζονται από την ΕΕ, όταν η ειρήνη κινδυνεύει καθημερινά από τη «νέα τάξη» του ιμπεριαλισμού, είναι λάθος να προβάλλεται σαν κυρίαρχο ζήτημα: «Ο τρόπος αντιμετώπισης των αντίθετων απόψεων μέσα στο ΚΚΕ» και μάλιστα από τα ΜΜΕ του εχθρού.

Ομως παραβιάσεις στο Καταστατικό δεν έκαναν μόνο, ούτε κυρίως, οι προσυνεδριακώς (!) διαγραφέντες:

- Δεν είναι άραγε παραβίαση του Καταστατικού η εκτός προσυνεδριακού διαλόγου ανυπόγραφη απάντηση στην καταστατικά διατυπωμένη άποψη Θεωνά; Δεν είναι αντίθετοι με το Καταστατικό οι απαράδεκτοι χαρακτηρισμοί;

- Δεν ήταν απαράδεκτη και αντικαταστατική η αντιπαράθεση ανάμεσα στο Κόμμα και την οργανωτική ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, στο κατά τα άλλα εύστοχο άρθρο του σ. Κόφφα («Ρ» 21/9);

- Δεν ήταν αντικαταστατική ενέργεια η διατύπωση σε άρθρο γραμμής, από τη σ. Α. Παπαρήγα ότι τα συνδικάτα είναι «αστικοί θεσμοί» (ΚΟΜΕΠ τ.6/1998, σελ. 51-53)! Πότε, ποιο κομματικό σώμα, πότε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, πότε οι κλασικοί ανέπτυξαν μια τέτοια θέση, με τέτοιο τρόπο;

- Μήπως δε συνιστά αντικαταστατική ενέργεια η προώθηση αντικομματικών, σεχταριστικών, αναρχοσυνδικαλιστικών αντιλήψεων σε άρθρα γραμμής από τον Κομματικό Τύπο (ενδεικτικά και μόνο βλ. άρθρο της σ. Α. Αγκαβανάκη στην ίδια ΚΟΜΕΠ)! Είναι ποτέ δυνατόν να επιδιώκει η ΚΕ να κρατήσει εκτός προσυνεδριακού διαλόγου και να αιφνιδιάσει το Συνέδριο ή κάποιο άλλο Κομματικό Σώμα σε μία τόσο σοβαρή πολιτική πράξη όπως η οργανωτική διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος; Πολύ περισσότερο που σε ολόκληρη την ιστορία της Κομμουνιστικής Διεθνούς (βλ. εκδ. ΣΕ) και μέχρι τις μέρες μας οι κομμουνιστές κάναμε αγώνα για να διαφυλάξουμε την οργανωτική ενότητα της εργατικής τάξης. Επιχειρήματα του τύπου «ήταν αλλιώτικος ο ρεφορμισμός», που ψελλίζουν ορισμένοι, μόνο σαν αποτέλεσμα άγνοιας και ιστορικοπολιτικής αμορφωσιάς μπορούν να εκληφθούν.

Είναι λοιπόν απόλυτα σωστό, πως πρέπει να καταδικάζουμε τις παραβιάσεις του Καταστατικού από όποιους και αν γίνονται, όσο ψηλά κι αν βρίσκονται. Χρειάζεται να αναπτύξουμε κριτήρια επαγρύπνησης στους συντρόφους. Το Καταστατικό τα ορίζει με σαφήνεια και ισχύει για όλους!

Χρειάζεται να περιφρουρήσουμε το Δημοκρατικό Συγκεντρωτισμό, να περιφρουρήσουμε τον επαναστατικό χαρακτήρα του Κόμματος. «Ελευθερία κριτικής και ενότητα δράσης» απαιτούσε ο Λένιν σε άρθρο του (τ. 13 σ. 130-131/ΜΜΒ σ.173-174) που κατακεραυνώνει οργανωτικές αντιλήψεις των μενσεβίκων.

Αλλωστε, όπως είναι αδύνατο να αναπτύσσεται η επιστήμη χωρίς συνεχή ανοιχτό διάλογο, χωρίς τη δοκιμασία της πράξης, το ίδιο αδύνατο είναι να αναπτύσσεται ο Επιστημονικός Κομμουνισμός χωρίς απροκατάληπτο, γόνιμο διάλογο, χωρίς τη ζύμωση διαφορετικών απόψεων (χωράει 1.200 λέξεις ανά τετραετία;), διαφυλάσσοντας πάντα την κοινή μαρξιστικολενινιστική αντίληψη - μέθοδο και την κοινή δράση. «Για να γίνουμε κόμμα μαζών, όχι μόνο στα λόγια, πρέπει να προσελκύσουμε σε όλες τις κομματικές υποθέσεις όλο και πιο πλατιές μάζες» τόνιζε ο Λένιν (τ.8 σ. 93-97/ΜΜΒ σ. 92- 96). Φυσικά η σιδερένια πειθαρχία των συνειδητών επαναστατών είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία, αν θέλουμε να παραμείνουμε Κόμμα, να μη γίνουμε σκορποχώρι. Οι σύντροφοι που φθάνουν να ισχυρίζονται πως «ο Λένιν τα έλεγε αυτά πριν από 90 χρόνια», που διαπιστώνουν (!) ότι «άλλαξαν οι συνθήκες», αποφεύγοντας μάλιστα κάθε διεξοδική και συγκεκριμένη ανάλυση, θέτουν σε άμεση αμφισβήτηση το μαρξιστικολενινιστικό χαρακτήρα του Κόμματος.

Συμπερασματικά, για την υλοποίηση της πολιτικής μας για το ΑΑΔΜ, δεν είναι επικίνδυνες μόνο οι δεξιές οπορτουνιστικές, αλλά και οι αριστερίστικες παρεκκλίσεις. Ο σ. Στάλιν προειδοποιούσε ότι ο κίνδυνος έρχεται πάντοτε από την πλευρά που τον περιμένεις λιγότερο, από την πλευρά που υποτιμάς!

Σημαντική συνεισφορά στην πείρα για το ξεδίπλωμα της μετωπικής πολιτικής μας είναι και η εξαιρετικά αξιόλογη και ανθεκτική στη δοκιμασία του χρόνου μελέτη του σ. Δημήτρη Σάρλη «Η πολιτική του ΚΚΕ στον αγώνα κατά του μοναρχοφασισμού» (εκδ. ΣΕ). Με παραστατικότητα και στοιχεία επισημαίνονται οι αδυναμίες στην τότε μετωπική πολιτική του Κόμματος, την περίοδο 1929-1936, δηλαδή μέχρι την αφομοίωση της νέας γραμμή του 7ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς από το Κόμμα. Την περίοδο αυτή ανεξάρτητα από τις προθέσεις της τότε καθοδήγησης, σημειώνει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας (σ. 248): «το "πανελλαδικό", "παλλαϊκό", "πλατύ", "ενιαίο" μέτωπο από την άποψη της γραμμής και των μελών του δεν ήταν παρά μόνο μέτωπο του ΚΚΕ με τους οπαδούς του»!..

Σημείωση: Οι παραπομπές στον Λένιν είναι από τα «Απαντα» και από το βιβλίο «Για τους κανόνες της κομματικής ζωής και τις αρχές της κομματικής καθοδήγησης» στη σειρά Μικρή Μαρξιστική Βιβλιοθήκη της ΣΕ.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΗΣ

ΚΟΒ Κεντρικών ΔΕΗ

Εκεί που δεν πείθουμε

Οι Θέσεις σωστά τονίζουν το πρόβλημα της λειψής ιδεολογικής δουλιάς. Θα το πήγαινα παραπέρα και θα έλεγα ότι παγκόσμια λείπουν οι ιδεολογικές επεξεργασίες, λείπει η μαρξιστική ερμηνεία για τις εξελίξεις. Ομως η διαπίστωση δε φτάνει. Χρειάζονται άμεσα πρακτικά μέτρα κι αυτά δεν έγιναν. Πουθενά, εγώ τουλάχιστον, δεν είδα να θυσιάζονται οργανωτικά στελέχη για την ιδεολογική δουλιά, πουθενά οι δείκτες για την αποτελεσματικότητα ενός στελέχους ή μιας οργάνωσης δεν είχαν σχέση με την ιδεολογία. Αντίθετα, υπάρχει μια ισοπέδωση στην κρίση μας με αριθμητικούς δείκτες του τύπου αριθμός ψήφων, επιρροών, φύλλων, πανό, αφισών, συσκέψεων, οικονομικών.

Το πρόβλημα να είμαστε πειστικοί σ' αυτούς που απευθυνόμαστε για το μέτωπο έχει να κάνει και με τις απαντήσεις που δίνουμε σε βασικά ζητήματα. Ενα απ' αυτά που δεν πείθουμε, είναι η εξήγηση για το τι έγινε στις σοσιαλιστικές χώρες. Η συνδιάσκεψη δεν έλυσε το ζήτημα κι η απάντησή μας ότι για όλα έφταιγαν οι ηγεσίες, δεν είναι πειστική, ούτε μαρξιστική. Η πολύ σημαντική προσέγγιση που έκανε ο Κ. Κάππος με καθαρά ταξικά κριτήρια, αντιμετωπίστηκε με λιβελογραφήματα, παρ' όλο που εμείς οι ίδιοι λέγαμε ότι η συζήτηση συνεχίζεται. Το σίγουρο είναι ότι η σοσιαλιστική προοπτική δε θα γίνεται άμεση και συγκεκριμένη, αν δεν απαντήσουμε πειστικά στο τι έγινε και πολύ περισσότερο όταν διατηρούμε την πλήρη σύγχυση στο κεφάλαιο των Θέσεων που μιλάμε για την Κίνα, την Κορέα και το Βιετνάμ και βαφτίζουμε την παλινόρθωση του καπιταλισμού, σε προσπάθεια για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.

Ενα άλλο ζήτημα που δεν απαντάμε πειστικά, είναι η περίοδος 1987-1990. Τα δεξιά λάθη που γίνανε σ' αυτό το διάστημα ποτέ δεν ειπώθηκαν με τ' όνομά τους, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται σήμερα ο Δ. Κωστόπουλος και οι άλλοι ρεφορμιστές και να νοσταλγούν τις μέρες του Συνασπισμού, των «μεγαλειωδών» κινητοποιήσεων με σύνθημα «αέρα να φύγει η χολέρα», των «κατακτήσεων», της τιμής του ψωμιού και του διορθωτικού της ΓΣΕΕ, των «θεσμικών αλλαγών» του Κουβέλη και του Κωνσταντόπουλου, της ρεαλιστικής πολιτικής του Φαράκου και του Ανδρουλάκη. Το ότι δεν έχουμε ξεκαθαρίσει τι έγινε τότε και γιατί, είναι και αιτία για σημερινά λάθη. Η εκλογική μας συνεργασία με τους Κανέλλη και Ζουράρι, πέρα από τις προθέσεις, άλλαξε και την εικόνα του Κόμματος στον κόσμο. Ηταν σα να επιβραβεύουμε και εμείς αυτά που αντιπροσωπεύουν τα συγκεκριμένα πρόσωπα του σταρ σίστεμ των ΜΜΕ, το στιλ διανοούμενου που θεωρεί ότι όλος ο κόσμος γυρνάει γύρω του, που προκαλεί για να ασχολούνται μαζί του, που, κατά βάθος περιφρονεί το λαό και προσκυνά μια ελίτ ημιμαθών παράσιτων των παραθύρων των καναλιών, που έχει παντελή έλλειψη σεμνότητας. Ηταν αυτή η συνεργασία που μας αφόπλισε στα επιχειρήματα όχι μόνο των αριστεριστών αλλά και των έντιμων αριστερών, αφού μέχρι τώρα ξεχωρίζαμε γιατί οι εκπρόσωποί μας ήταν σεμνοί, μιλούσαν για την ουσία και όχι για τις εντυπώσεις, δε συμμετείχαν σε κίτρινες εκπομπές, δε βρίζανε. Και μάλιστα, η εικόνα αυτή γινόταν χειρότερη όταν από το ψηφοδέλτιό μας έλειπαν άνθρωποι με το ηθικό ανάστημα και τη σεμνότητα του Κ. Κάππου. Υπάρχουν τέλος, ζητήματα όπου δεν έχουμε πείσει ότι ερχόμαστε σε ρήξη με την κυρίαρχη ιδεολογία, αλλά αντίθετα καλοπροαίρετοι άνθρωποι θεωρούν την πρακτική μας καθεστωτική ή «μια απ' τα ίδια». Τέτοια ζητήματα είναι:

1. Η θέση μας απέναντι στους οικονομικούς μετανάστες και τα φαινόμενα ρατσισμού και εθνικισμού στην Ελλάδα: Πέρα από τη θέση αρχών που το Κόμμα διακηρύσσει (αν και παλιότερα και εκεί υπήρξε πρόβλημα, όπως αυτή η απαράδεκτη ανακοίνωση του Συνδικάτου Οικοδόμων) ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει με πρωτοβουλία του Κόμματος. Κάποιες σκόρπιες προσπάθειες για να οργανωθούν συνδικαλιστικά οι μετανάστες, κάποιες προκηρύξεις στα αλβανικά, μια αξιόλογη κινητοποίηση για τους τσιγγάνους στην Πελοπόννησο, η εκπομπή στον «902». Αυτά μόνο, τη στιγμή που η χώρα μας βρίσκεται πολύ κοντά στην κατάσταση που βρισκόταν η Γερμανία ή οι ΗΠΑ στη δεκαετία του 1950. Ρατσισμός και εθνικισμός υπάρχει πολύ διαδεδομένος στην Ελλάδα και δεν εξαφανίζεται με ευχολόγια του τύπου «οι Ελληνες δεν είναι ρατσιστές», ούτε βέβαια με περίεργες εθνικιστικές θεωρίες περί ελληνικότητας και ελληνικού πολιτισμού που αναπτύσσουν οι Κανέλλη και Ζουράρις. Οι προτεραιότητες του Κόμματος μετά τη δουλιά στην εργατική τάξη και τη νεολαία, νομίζω ότι θα πρέπει να κατευθυνθούν στη δουλιά στους μετανάστες, που στο κάτω κάτω αποτελούν το πιο καταπιεσμένο κομμάτι της κοινωνίας μας. Φαίνεται αστείο να γίνεται ολόκληρη καμπάνια για τις γελοιότητες του Γιαννόπουλου και να μην έχει γίνει κεντρική κινητοποίηση για τα δικαιώματα των μεταναστών, για την πλήρη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αλλοδαπών στην Ελλάδα, για τα εγκλήματα ρατσισμού στη χώρα μας. Και φυσικά κι εδώ θα πρέπει να περάσουμε σε αντεπίθεση, διεκδικώντας για τους μετανάστες τα δικαιώματα που πάγια διεκδικούσαμε για τους Ελληνες μετανάστες στη Δ. Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όπως είναι η πλήρης ισότητα στην αμοιβή και τις συνθήκες εργασίας και της κοινωνικής ζωής, η διδασκαλία της μητρικής τους γλώσσας και η ανάπτυξη της κουλτούρας τους, η δημιουργία και η ενίσχυση των μαζικών φορέων τους, η μεταφορά των συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων, η συμμετοχή τους στις εθνικές εκλογές της χώρας τους. Τέτοια αιτήματα πρέπει να γίνουν και αιτήματα του συνδικαλιστικού κινήματος, μαζί με την καταπολέμηση του ρατσισμού κι όχι να φτάνουμε μαζικοί φορείς, όπως σύλλογοι γονέων να γίνονται η αιχμή του δόρατος του ρατσισμού και του εθνικισμού.

2. Οι θέσεις μας για τις εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα: Κι εδώ παρά τις θέσεις αρχών, η πράξη δεν αποδεικνύει το «πλην Λακεδαιμονίων», που πάντα χαρακτήριζε το ΚΚΕ στα φαινόμενα εθνικισμού. Η απαράδεκτη δήλωση του Χ. Φλωράκη του 1988 («... για το Κόμμα μας, μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει», συνέντευξη Τύπου στη Θεσ/νίκη, «Ρ», 16.9.1988) που έσβηνε τη σλαβομακεδονική μειονότητα, που τόσα είχε προσφέρει στον ΕΛΑΣ και το ΔΣΕ, διορθώθηκε κάπως με τη συνεπή στάση μας στο ζήτημα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Ομως το πρόβλημα παραμένει και φάνηκε ακόμα και στα εκλογικά αποτελέσματα στη Θράκη και τη Δ. Μακεδονία. Το Κόμμα άμεσα πρέπει να διακηρύξει την υποστήριξή του στα δικαιώματα των Τούρκων και Πομάκων της Θράκης, των Σλαβομακεδόνων, των Βλάχων και Αρβανιτών, στα δικαιώματά τους για διδασκαλία της μητρικής τους γλώσσας, για την πολιτιστική και πολιτική έκφρασή τους, για ισονομία στην κοινή πατρίδα.

3. Η θέση μας για τη θρησκευτική ελευθερία: Κι εδώ, παρά τη θέση αρχών, η πρακτική μας δε συμβαδίζει. Πέρα από τη σύγχυση που δημιουργήθηκε για το θέμα των ταυτοτήτων με την εντύπωση ότι οι νεορθόδοξοι Ζουράρις και Κανέλλη εκπροσωπούν το Κόμμα, μερικά απαράδεκτα άρθρα του «Ριζοσπάστη», όπως εκείνο του σ. Ξένου ή τον τίτλο «Η κυβέρνηση ρίχνει λάδι στη φωτιά», δημιουργούν την εντύπωση ότι το Κόμμα προτιμά να μην αγγίζει το ζήτημα. Κι όμως, η σημαντική πρωτοβουλία για την καύση των νεκρών (που όμως δεν αξιοποιήθηκε όσο πρέπει, για να δείξει την υποκρισία του Συνασπισμού που εξαιρούσε αντισυνταγματικά τους ορθόδοξους), όπως και η πρακτική δεκάδων μελών μας που αρνούνται να συμμετέχουν στην υποκρισία και κάνουν πολιτικό γάμο και ονοματοδοσία ή η τελευταία μεγάλη πράξη του σ. Αυδή, πρέπει να ενισχυθούν. Μια συμβολική πρωτοβουλία, όπως η ορκωμοσία στη Βουλή χωρίς θρησκευτικό όρκο και πρόταση νόμου για πλήρη διαχωρισμό Εκκλησίας - κράτους με συγκεκριμένα μέτρα (εθνικοποίηση περιουσίας, κατάργηση θρησκευτικών, μισθοδοσίας κληρικών, θρησκευτικών τελετών στις κρατικές υπηρεσίες), θα έδειχνε σαφέστερα τη ρήξη μας και σ' αυτό το ζήτημα.

4. Η θέση μας για τους Ολυμπιακούς: Ενώ καταγγέλλουμε τόσο τις συνέπειες όσο και το χαρακτήρα, ακόμη δεν έχουμε θέση για ματαίωση της διεξαγωγής τους στην Αθήνα, αντίθετα συμμετέχουμε και σε αντιπροσωπείες. Δεν πρέπει να αφήνουμε καμιά αυταπάτη για το πώς θα γίνουν οι Ολυμπιακοί το 2004. Πρέπει άμεσα να πάρουμε θέση να μη γίνουν στην Ελλάδα και να οργανώσουμε κίνημα σ' αυτή την κατεύθυνση.

Συντροφικά

ΠΑΥΛΟΣ ΒΑΛΑΗΣ

ΚΟ Βούλας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ