ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 20 Δεκέμβρη 2012
Σελ. /28
Και οι δήμιοι πεθαίνουν!

Επιβεβαιώνει ο τίτλος της ασπρόμαυρης ταινίας του Φριτς Λανγκ, του 1943. Ταινία που συνιστά μια από τις καλύτερες αμερικάνικες αντιφασιστικές παραγωγές που γυρίστηκε στα τέλη του 1942, μέσα στη δίνη του πολέμου και προβάλλεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, κάθε βράδυ, στον κινηματογράφο ΤΙΤΑΝΙΑ CINEMAX. Το σενάριο της ταινίας έγραψε ο, τότε αυτοεξόριστος στο Χόλιγουντ, Μπέρτολτ Μπρεχτ. Ο Γερμανός κομμουνιστής δραματουργός, μολονότι δεν επιδοκίμασε το τελικό αποτέλεσμα γιατί ο επικός του χαρακτήρας εξουδετερώθηκε από χολιγουντιανού τύπου αφηγηματικές τεχνικές, συνέβαλε καθοριστικότατα -μαζί με την μουσική στήριξη του συνθέτη Χανς Αϊσλερ- στο να αναδειχθεί η λαϊκή αντίσταση σε συμπαγή, νικηφόρο καταπέλτη στη φασιστική τρομοκρατία. Η πρεμιέρα της ταινίας που πραγματοποιήθηκε χτες βράδυ, εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για το επιστημονικό συνέδριο για τον Μπρεχτ, που οργανώνει η ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό, στις 27-28 Απριλίου του 2013. Και η προβολή αυτής της Κυριακής, στις 11.30 το πρωί, περικλείεται στο πλαίσιο του συνεδρίου με δωρεάν είσοδο για το κοινό... Οι υπόλοιπες πρεμιέρες της βδομάδας φέρουν χαρακτηριστικά λαμπερών κινηματογραφικών πακέτων που ρίχνονται στη χριστουγεννιάτικη αγορά, προδιαθέτοντας την πελατεία όλων των ηλικιών να τα καταναλώσει...

Το 2010 έγινε η πρώτη γνωριμία με τη χελωνίτσα Σάμι, από την ώρα που έσπασε το κέλυφος του αυγού του μέχρι που άγγιξε το νερό και βρέθηκε στη μεγάλη θάλασσα με τα ρεύματα, τους καρχαρίες και τις καινούριες γνωριμίες. Χαριτωμένη μικρή ιστορία, τίποτα το «κλασικό», διασκεδαστικό ωστόσο για τους μικρότερους. Στο καινούριο, τρισδιάστατο και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά sequel του Μπεν Στάσεν «ΣΑΜΜΥ 2», η νέα ιστορία κυλά σε αβίαστους ρυθμούς. Οι animation φιγούρες διαθέτουν πλαστικότητα, πανέμορφα χρώματα και κινούνται στο πνεύμα «ΣΑΜΜΥ» - με παρόντα κάποια, ανατριχιαστικά στοιχεία για τους πολύ μικρούς θεατές. Ο Σάμι, που έχει ήδη προλάβει να γίνει παππούς, βρίσκεται εδώ αντιμέτωπος με άλλου είδους σοβαρά προβλήματα. Ο ίδιος και ο κολλητός του Ρέι, ενώ λιάζονταν στην παραλία Μπάχα στην Καλιφόρνια, έπεσαν στα δίχτυα ενός λαθροκυνηγού που τους μετέφερε πολύ μακριά από τα γνώριμά τους νερά, σ' ένα γιγαντιαίο ενυδρείο του Ντουμπάι που διασκεδάζει τους πλούσιους πελάτες. Εκεί συναντούν, μεταξύ ποικίλων θαλάσσιων στοιχείων, ένα μεγαλομανή ιππόκαμπο, κάποια δουλοπρεπή χέλια, ένα συγγενή του Νέμο, κλπ. κλπ... και αρχίζουν να πλέκουν σχέδια απόδρασης...

Η αμερικάνικη παραγωγή του 2012 «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΙ» είναι μια μεγαλεπήβολη δραματική περιπέτεια επιβίωσης, σε σκηνοθεσία του βραβευμένου με «Οσκαρ», ταϊβανέζικης καταγωγής, Ανγκ Λι. Το φιλμ που είναι κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου best seller μυθιστορήματος του Yann Martel, αφηγείται τη συνταρακτική, επική περιπέτεια ενός εφήβου από την Ινδία, του μοναδικού επιζήσαντα ενός τραγικού ναυαγίου που, στη μέση του ωκεανού, ρίχνεται σε μια ανείπωτη περιπέτεια με τα στοιχεία της φύσης και μια οδύσσεια εξερεύνησης, χτίζοντας μια απρόσμενη σχέση ζωής, μ' έναν ακόμα επιζήσαντα, μια φοβερή τίγρη της Βεγγάλης με το όνομα Ρίτσαρντ Πάρκερ. Το τεχνολογικό αυτό επίτευγμα, γυρισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου σε 3D, συνιστά όντως μια μαγευτική οπτικοακουστική εμπειρία...

Επίσης, να μη ξεχνάμε ότι συνεχίζεται η προβολή ενός «απόλυτου» σοβιετικού αριστουργήματος, του «ΑΜΛΕΤ» του Γκριγκόρι Κόζιντσεφ, στον κινηματογράφο «CAPITOL ΖΕΦΥΡΟΣ». Ακόμη, συνεχίζεται η προβολή της εξαίρετης κολομβιανής ταινίας του Γουίλιαμ Βέγκα «ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ», στον κινηματογράφο «ΑΣΤΥ»...

Καλές -όσο γίνεται- γιορτές...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΦΡΙΤΣ ΛΑΝΓΚ
Και οι δήμιοι πεθαίνουν

Από τις πολλές προπαγανδιστικές αντιφασιστικές παραγωγές που γυρίστηκαν στο Χόλιγουντ όσο διαρκούσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, λίγες ήταν αυτές που πλησίασαν ή ξεπέρασαν τη φήμη της ταινίας «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» του Φριτς Λανγκ, με μια ιστορία βασισμένη χαλαρά, στη δολοφονία του «Δήμιου της Πράγας». Ετσι αποκαλούνταν ο διοικητής του Τρίτου Ράιχ στην Πράγα, ο τρομερός Ράινχαρντ Χάιντριχ, στέλεχος των «SS», Νο 2 στην πυραμίδα της χιτλερικής εξουσίας. Ο «Δήμιος της Πράγας» δολοφονήθηκε στις 27 Μάη 1942 με απόφαση της εξόριστης αστικής κυβέρνησης. Τη δολοφονία, ακολούθησε λουτρό αίματος με μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις αμάχων για αντίποινα.

Και μόνο το όνομα του Φριτς Λανγκ θα αρκούσε να προϊδεάσει τους θεατές για ταινία εξαιρετικού ενδιαφέροντος... Πόσο μάλλον που με την ιδιότητα του συν-συγγραφέα και σεναριογράφου προστέθηκε στην παραγωγή και το όνομα του πρόσφατα νεοφερμένου εκείνη την εποχή Μπέρτολτ Μπρεχτ, στους κόλπους της γερμανικής κοινότητας των καλλιτεχνών εμιγκρέδων στη Σάντα Μόνικα. Η παραγωγή του «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» προβάλλεται συχνά ως αποτέλεσμα της γενναιοδωρίας του Φριτς Λανγκ. Ο Λανγκ, είχε πρωτοστατήσει στη συλλογή χρημάτων για να φέρει στην Αμερική τον Μπρεχτ από την Φινλανδία που βρισκόταν αυτοεξόριστος με την οικογένειά του, από τις αρχές του 1940. Ο Φριτς Λανγκ γνώριζε τι εστί Μπρεχτ, είχε δει έργα του σε θέατρα του Βερολίνου. Μάλιστα τον είχε γνωρίσει προσωπικά, μέσα από τον ηθοποιό Πέτερ Λόρε, ο οποίος τον λάτρευε, και που η γνώμη του μετρούσε ιδιαίτερα για τον Λανγκ. Λέγεται ότι ο σκηνοθέτης όντως πίστευε - το είχε εκφράσει καθαρά - ότι ο Μπρεχτ ήταν ο μόνος ιδιοφυής «ανάμεσά τους»...

Ο Μπρεχτ έφτασε στο Λος Αντζελες τον Ιούλη του 1941 και ο Λανγκ άρχισε να τον συναντά συστηματικά σε πάρτι και κοσμικές συνάξεις, όλο το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1941-1942. Ο «δύσκολος» και «στριμμένος» Μπρεχτ κρατούσε ένα ημερολόγιο που βρίθει από πικρόχολες σημειώσεις για κάθε άτομο και κάθε μέρος που συναντούσε και ο Λανγκ φιγουράριζε ανάμεσά τους. Στις 21 Οκτώβρη, ο Μπρεχτ σημειώνει ότι για πρώτη φορά ο Λανγκ τον κάλεσε στο σπίτι του. Ο Μπρεχτ «έφριξε» με το επίπεδο της ομήγυρης, όπως του συνέβαινε παντού όπου πήγαινε στο Χόλιγουντ. Στην οικία Λανγκ, «πολιτικοί πρόσφυγες, ενήλικες άνθρωποι, απομεινάρια του αστικού, παρακμιακού Βερολίνου, κάθονταν κι άκουγαν ένα Βρετανό αστρολόγο, έναν παχύσαρκο ηλίθιο, να προσδιορίζει ως αίτιο της νίκης του Χίτλερ επί της Γαλλίας, τη θέση των άστρων το Μάη του 1940»!

Ο Μπρεχτ στις σημειώσεις του αναφέρει ότι ήδη, από την επομένη της δολοφονίας του «Δημίου της Πράγας», ο ίδιος και ο Λανγκ, προσανατολίστηκαν προς μια ταινία «με ομήρους» που να σχετίζεται με τη δολοφονία του Χάιντριχ που πραγματοποιήθηκε με εντολή της εξόριστης, αστικής κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας. Το γεγονός αυτό υπήρξε μόνο η αφορμή για τη μυθοπλασία της ταινίας. Μέσα από την ιστορία του σεναρίου της ο Μπρεχτ βάζει στόχο να καταδείξει τη λαϊκή αντίσταση στο τσουνάμι της φασιστικής τρομοκρατίας, αλλά και να θίξει το ζήτημα του αντιφασιστικού αγώνα, ο οποίος για να είναι αποτελεσματικός θα πρέπει να ταυτίζεται με την επαναστατική πάλη - κάτι που η δυτική κινηματογραφία αποφεύγει συστηματικά έστω και να υπαινίσσεται. Ο Μπρεχτ και με αυτόν το σχεδιασμό, προσπαθεί να επέμβει με τον τρόπο του, στο κοινωνικό προτσές της εποχής, παροτρύνοντας τους εργαζόμενους και τους προλετάριους σε στάση αγωνιστική. Αρχικά φαίνεται ότι ο Φριτς Λανγκ δεν είχε διαφωνίες ως προς αυτό. Ωστόσο, κατά την ανάπτυξη του σεναρίου, αναφύησαν ειδοποιείς διαφορές σε ζητήματα αρχών οι οποίες όξυναν περαιτέρω - και ανεπανόρθωτα - την αντίθεση ανάμεσα στον Μπρεχτ και τη βιομηχανία του θεάματος του Χόλιγουντ.

Οι αρχικές σκέψεις ήθελαν την ταινία «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» με δομή επική μέσα από παράλληλη ανάπτυξη τριών ξεχωριστών ιστοριών οι οποίες τέμνονται σε κάποια σημεία. Η πρώτη, είχε να κάνει με τον άνδρα που δολοφόνησε τον Χάιντριχ, η δεύτερη, με την κοπέλα που ο πατέρας της κρατείται όμηρος στην Γκεστάπο και η τρίτη, με τον «κουίσλινγκ» που ολόκληρη η πόλη μισεί... Ο επικός χαρακτήρας της ταινίας τελικά ισοπεδώθηκε από μια πολύπλοκα διαρθρωμένη αστυνομική ιστορία γεμάτη ίντριγκες. Επίσης, ισοπεδώνεται τελικά και το ουσιαστικό νόημα της μοναδικής σεκάνς, στην αρχή του φιλμ, όπου βλέπουμε για μοναδική φορά τον δήμιο Χάιντριχ να επιπλήττει τους Τσέχους βιομηχάνους, γιατί βρέθηκαν αντιστασιακές προκηρύξεις να κυκλοφορούν στους χώρους δουλειάς στα εργοστάσιά τους, προτρέποντας τους εργάτες να σαμποτάρουν την παραγωγή πολεμοφοδίων για το Ανατολικό Μέτωπο. Ο Χάιντριχ τους ξεκαθαρίζει στεγνά ότι γι' αυτό θα γίνουν αντίποινα. Σε αυτήν την ενότητα καταδεικνύεται με σαφήνεια το ομόκεντρο τη σχέσης καπιταλισμού, φασισμού και ναζισμού...

Παρά το γερό «στρογγύλεμα» που υπέστησαν τα «μπρεχτικά» στοιχεία της ταινίας, το ιδεολογικό στίγμα του κομμουνιστή δραματουργού εντοπίζεται ατόφιο σε κάποιες μεμονωμένες σκηνές...

Παίζουν: Γουόλτερ Μπρέναν, Αννα Λι, Αλαξάντερ Γκράναχ, Ντένις Ο' Κιφ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (1943).

ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ
Το μερίδιο των αγγέλων

Β© Joss Barratt / Sixteen Film

Η 26η ταινία του βετεράνου Κεν Λόουτς, που έλαβε το βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο τελευταίο φεστιβάλ των Καννών, πραγματεύεται ένα τραγικό κοινωνικό πρόβλημα με όρους κωμωδίας. Ο εγκλωβισμός των νέων της εργατικής τάξης στα αδιέξοδα της ανεργίας, στη δίνη της εγκληματικότητας και την έλλειψη όποιας προοπτικής, παρουσιάζεται μέσα από μια «καρικατούρα» της φτώχειας. Ο ηλίθιος νεαρός με τα γυαλιά, τα μύρια «fuck» σε κάθε πρόταση, η επιβολή μιας «απλοϊκότητας» στην αντίληψη μιας πραγματικότητας που οι δημιουργοί της ταινίας αμφισβητείται ότι γνωρίζουν, η εξίσωση της φτώχειας με την ηλιθιότητα και την πνευματική μιζέρια... Πανάκεια γι' όλα αυτά, δεν είναι σίγουρα το γέλιο...

Μοχλός της αφήγησης, η παραδοχή ότι ο άνθρωπος αλλάζει... Σύμφωνοι. Σε ποια κατεύθυνση όμως; Ο Κεν Λόουτς επιλέγει να κοινωνήσει το θυμό του απέναντι στο σύστημα - δηλώνοντας πάντα «στρατευμένος» στην πλευρά των αδυνάτων - μέσα από τους εκτονωτικούς τόνους της κωμωδίας. Με την ιστορία του νεαρού Ρόμπι από τις εργατικές συνοικίες των περιχώρων της Γλασκόβης, του ήδη σταμπαρισμένου ως εγκληματία, που όμως εν τέλει καταφέρνει να «κοροϊδέψει» το σύστημα και μέσα πάντα στο πλαίσιό του συστήματος, να «πιάσει την καλή». Μιλάμε πάντα για λεφτά...

Εδώ δεν μιλάμε πια για κοινωνική κωμωδία, αλλά για κοινωνικό παραμύθι - σαν κι εκείνα της Χαλιμάς - που όμως ρουφιέται ευεργετικά, απ' όσους έμαθαν να «ρουφούν» ευχάριστα ό,τι «δει» γενικώς και αδιακρίτως...

Βέβαια και καταγράφεται, με αφήγηση τρυφερή, φίνα και ανάλαφρη σαν παραμύθι, η καταγγελία της ανεργίας που καταδικάζει τη νέα γενιά της εργατικής τάξης σε ανυπαρξία μέλλοντος, σε ανυπαρξία προοπτικής... Η προσωπική όμως περιπέτεια του πρωταγωνιστή Ρόμπι ξεκινά από έναν εντυπωσιακό ρεαλισμό τύπου «kitchensinkrealism» και καταλήγει - μέσα από μια τεμπέλικη πορεία κρεσέντο - σε μια ελεγχόμενη κατρακύλα στο μπουρλέσκ... Ο Ρόμπι έχει «μύτη» για το καλό ουίσκι. Κάνοντας χρήση αυτής του της ιδιότητας καταστρώνει ένα σχέδιο «παράνομο» για μια καινούργια «τίμια» αρχή...

Ο Λόουτς οραματίζεται την εκδίκηση των φτωχών επί των πλουσίων. Επειδή το θέμα δεν είναι καινούργιο, ενδιαφέρει ιδιαίτερα το «πώς;» το αποδίδει. Αυτό πραγματοποιείται μέσα από μια ισχνή ιστορία με γερές δόσεις αφέλειας γραμμένης από τον Πολ Λάβερτι. Κατά το ήμισυ τραγωδία, κατά το άλλο ήμισυ κωμωδία, χωρίς όμως να παίρνει τίποτα στα σοβαρά. Αποδίδεται με επίπεδη σκηνοθεσία, με ηθοποιούς ερασιτέχνες που βέβαια επιδεικνύουν οίστρο, φυσικότητα, εμπάθεια και ταλέντο - κάτι που παράλληλα βοηθά στο να παραβλέπει κανείς τις δομικές αδυναμίες της ταινίας. Οι διάλογοι δεν είναι πάντα καλογραμμένοι και ευφυείς... Αν, λοιπόν, προστεθούν όλα αυτά, αναδεικνύεται το γεγονός ότι ο Λόουτς σπάνια επέδειξε στη διάρκεια της καριέρας του ένα τόσο άχρηστο - μη χρήσιμο - ανώδυνο και ξεδοντιασμένο φιλμ ... στο οποίο η τυχαία συνάντηση μιας παρέας νεαρών, με βεβαρυμένο ποινικά παρελθόν, με ένα φημισμένο δοκιμαστή ουίσκι, ανοίγει τις πόρτες της ελπίδας στις εξαθλιωμένες αυτές υπάρξεις. Εδώ οι καλές προθέσεις νομιμοποιούν το παράνομο, σε ατομικό πάντα επίπεδο... Ο καθένας για τον εαυτό του κι ο Θεός για όλους για να γλιτώσουμε από τα δεινά του καπιταλισμού! Ο καλός σκοπός που επιτυγχάνεται με βρώμικα μέσα... αλλά επειδή αυτά τα κάνουν οι φτωχοί, και όχι οι πλούσιοι, συγχωρούνται... Σημειωτέον ότι αυτά δεν μπορούν να τα πραγματώσουν όλοι παρά μόνο αυτοί, που έχουν εγγενή ταλέντα, που δύνανται να εξαπατούν τους άλλους ... δηλαδή ...Μύλος!...

Παίζουν: Πολ Μπράνιγκαν, Τζον Χένσοου, Γκάρι Μέιτλαντ, Τζασμίν Ρίτζινς, κ.ά.

Παραγωγή: Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία (2012)

ΜΑΡΚΟΣ ΜΑΡΚΟΥ
Παπαδόπουλος και Σία

Κατηγορηματικά, αυτό δεν είναι σινεμά! Είναι συρραφή κινούμενων εικόνων «με ειδικές ανάγκες». Και δε χωρά ουδεμία δικαιολογία, ότι τάχα η ταινία δηκτικά αντιπαρατίθεται έτσι στην αισθητική του νεοπλουτίστικου καρακιτσαριού των πετυχημένων οικονομικά ομογενών. Τέτοια ένδειξη δεν υπάρχει ούτε για δείγμα, όσο κι αν σκαλίσει κανείς. Δεν υφίσταται σενάριο, δραματουργία, χαρακτήρες, συναισθήματα, έρωτας, ούτε καν χιούμορ... Είναι μια -θέλω να πιστεύω μη ενσυνείδητη- «αρπαχτή» από ομογενείς, για ομογενείς.

Χρήσιμο υλικό μόνο για σπουδαστές σε κάτι καινούρια πανεπιστημιακά τμήματα με αντικείμενο εθνολογικές συμπεριφορές, πολιτισμικές ταυτότητες, κλπ, κλπ... γιατί αυτή η ά-ψυχη, ά-νοστη και ά-οσμη κονσέρβα, χωρίς ίχνος αυθεντικότητας κι αλήθειας δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης. Ούτε έχει και σχέση με την κρίση όπως διαφημίζεται. Δε συμβαίνει μόνο σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης αλλά και καπιταλιστικής ανάπτυξης ένας επιχειρηματίας να γεμίζει δάνεια, να πέφτει έξω και να χάνει βίλες, κότερα και αυτοκίνητα. Δηλαδή, αυτό βλέπει ο καλλιτέχνης ως εικόνα της οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης; 'Η μήπως συμφωνεί με τη θέση που λέει ότι είναι «ευκαιρία» η κρίση για ουσιαστική ενδοσκοπική διδαχή μας ηθικοθρησκευτικής τάξης γιατί παραείμαστε άπληστοι, βρε αδελφέ...

Εν κατακλείδι, το τραγικό δεν είναι η ταινία καθαυτή. Σε ελεύθερη αγορά ζούμε, ο «πάσα ένας», που λένε, που βρίσκει δυο δεκάρες τις επενδύει στην κινηματογραφική μπίζνα, πληρώνει δεξιά κι αριστερά για παχιές διαφημίσεις και εκείνο το κοινό που έχει διδαχθεί να χάβει αυτομάτως και υπερηφάνως, από μύγες μέχρι υπερωκεάνια κόβει κι ένα εισιτήριο, υπέρ κερδοσκοπικής πίστεως... Τραγικό όμως είναι όταν τέτοιου είδους ταινίες, επιλέγονται και δείχνονται σε φεστιβάλ, προτάσσονται και προτείνονται από ειδήμονες ως καλλιτεχνική δημιουργία... Απαράδεκτη!!!

Παίζουν: Γιώργος Χωραφάς, Στίβεν Ντιλέιν, Τζωρτζίνα Λεονάιντας, Εντ Στόπαρντ, κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα, Βρετανία (2012)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ