ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Νοέμβρη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα ποντίκια και οι κερκίδες!

Δε λέω πως δε με συγκινεί γενικώς ο αθλητισμός και όχι μόνο ο τηλεοπτικά ασκούμενος κάτω από τα χαριτόβρυτα παραγγέλματα των ξανθών αμαζόνων, που απευθύνονται με άκρως θελκτικό τρόπο την ώρα που οι Νεοέλληνες ή κοιμούνται ή εργάζονται! Πολλές φορές, μάλιστα, έχω τσακώσει τον εαυτό μου να παρακολουθεί υπομονετικά στην τηλεόραση αθλητικά γεγονότα, που πολλές φορές δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι και από πάνω πληκτικά και τις πιο πολλές φορές αυστηρώς ενοχλητικά. Διαφημίζονται όμως επίμονα όλες αυτές οι αθλητικές ταραντέλες, και στο τέλος μέσα στη συνείδησή μου κατασταλάζει μια περίεργη εντολή πως πρέπει να προσέλθω πειθαρχημένος και συναινετικός και να παρακολουθήσω, κάνοντας, μάλιστα, και τον ενθουσιασμένο, όλ' αυτά που η διαφήμιση μου υπόσχεται. Ετσι, δεν είναι και λίγες οι περιπτώσεις που βρίσκομαι παγιδευμένος μέσα στην επικίνδυνη γοητεία που ασκεί ο κόσμος του αθλητισμού. Γήπεδα, στάδια, κορίτσια και αγόρια που τρέχουν και πηδούν, που κλοτσούν και σηκώνουν, χωρίς λόγο, κιλά και κιλά πάνω από τους στιβαρούς τους ώμους, με το νεανικό τους πρόσωπο να γεμίζει ρυτίδες, ιδρώτα, απελπισία και τα σημάδια ενός εφιαλτικού ενθουσιασμού που σε τρομάζει. Και σε άλλη περίπτωση άλλα παιδιά που αλληλοκυνηγιούνται, διεκδικώντας πεισματικά μια μπάλα, κάτω από τις αυστηρές και, ενίοτε, εκ προοιμίου ρυθμισμένες εκρήξεις μιας "σφυρίχτρας" που εγκαθίσταται ως υπέρτατος κριτής μεταξύ του "τυχαίου" και του "εκ προθέσεως", μεταξύ του υπάρξαντος και του μη.

Και είναι αλήθεια πως η ουσία του σύγχρονου και "εκ προοιμίου ρυθμισθέντος αθλητισμού" σ' αυτό το σημείο, αναιρείται ως κοινωνικό φαινόμενο ή νομιμοποιείται ως άσκοπη πρόθεση. Εννοώ το σημείο εκείνο, όπου τα περίφημα "ιδεώδη" του αθλητισμού μπορεί να είναι και "τυχαία" και "εκ προθέσεως". Μπορεί ακόμα να υπάρχουν και να μην υπάρχουν, γιατί δυο είναι τα κυρίαρχα στοιχεία που καθιστούν τον αθλητισμό κοινωνικό σύστημα, σύνολο πράξεων, δηλαδή, που συναινούν με την καθημερινή μοίρα του μέσου ανθρώπου και τη διαμορφώνουν ως ιστορική συμπεριφορά. Το ένα στοιχείο είναι η δύναμη, τα "ποντίκια", με άλλα λόγια, που σε βοηθούνε να τρέχεις, να πηδάς, να κλοτσάς ή να σηκώνεις. Που σε βοηθούνε, να είσαι ο πρώτος ή ο 25ος, που σε κάνουν, τέλος, να ξεχωρίζεις από τους άλλους, να γίνεσαι τελικά "κάτι άλλο", να ξεπερνάς την τρέχουσα, ανθρώπινη φύση και να συμπεριφέρεσαι, κατά κάποιον τρόπο, σαν ένα ευγενές "τέρας" που ζει, μόνο όταν διακρίνεται και το χειροκροτούν, το φωτογραφίζουν και του καρφώνουν στο δασύτριχο ή προτεταμένο στήθος του ένα χρυσό "νόμισμα" που στην περίπτωση αυτή λέγεται "μετάλλιο". Υστερα τελειώνεις. Απλώς δεν υπάρχεις. Και δεν υπάρχεις, γιατί κάποια στιγμή παύει να σε ακολουθεί το άλλο κυρίαρχο στοιχείο του πολιτισμού που είναι οι "κερκίδες". Και με τη λέξη αυτή δεν αναφέρομαι στα γνωστά τσιμεντένια καθίσματα των γηπέδων. Αναφέρομαι σε όλους αυτούς που διαχειρίζονται το "χειροκρότημα", τη "φωτογράφιση" και τα "μετάλλια". Σε όλους αυτούς που αποφασίζουν πότε ο αθλητισμός "υπάρχει" και πότε όχι. Πότε είναι ένα τυχαίο γεγονός και πότε "εκ προθέσεως". Και το κακό με όλους αυτούς είναι πως τα καταφέρνουν πάντα να υπάρχουν και μάλιστα "εκ προθέσεως"!

Γι' αυτό κι εγώ πέφτω σε βαθιές σκέψεις κάθε φορά που ακούω όλες αυτές τις υπερβολικές περιγραφές του αθλητισμού ως ιδέας, ως υπέρτατου κοινωνικού αγαθού, ως μεγάλου μαθήματος για τη νεολαία, που την απομακρύνει από τις "κακές παρέες" και τα ναρκωτικά. Και πέφτω σε βαθιές σκέψεις, γιατί δε βρίσκω τον τρόπο να συμβιβάσω μέσα στη συνείδησή μου τις ιδέες, τα κοινωνικά αγαθά και τα μεγάλα μαθήματα με τα "ποντίκια" και τις "κερκίδες". Και δεν τον βρίσκω, γιατί, όπως τελικά τον έχουν καταντήσει τον αθλητισμό οι διάφοροι "εκ προθέσεως" μόνο δυο μπορεί να είναι τα κοινωνικά του στηρίγματα: το ντοπάρισμα και το πληρωμένο θέαμα, οι δύο κατ' εξοχήν παραγωγικές δυνάμεις στο χώρο του ανταγωνιστικού αθλητισμού, εξού και τα δυο χαρακτηριστικά του αναλώσιμα προϊόντα: τα "ποντίκια" και οι "κερκίδες".


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


ΘΕΡΙΝΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ
Η έλευση... των «παγετώνων»

Μέσα στο καταχείμωνο λήγει η προθεσμία εξαίρεσης των θερινών κινηματογράφων από τον καταστροφικό, γι' αυτούς - και προσοδοφόρο για τους οικοπεδούχους - νόμο «Περί εμπορικών μισθώσεων». Εάν η κυβέρνηση δε δώσει άμεση και οριστική λήξη, οι θερινοί κινηματογράφοι, από 1/1/2001 θα περάσουν στην Ιστορία...

Ο νομοθέτης προτιμά στη θέση αυτής της εικόνας... ένα σούπερ μάρκετ ή χώρο στάθμευσης...
Ο νομοθέτης προτιμά στη θέση αυτής της εικόνας... ένα σούπερ μάρκετ ή χώρο στάθμευσης...
Εκκληση για τη διάσωση των θερινών κινηματογράφων, του, κατ' εξοχήν, ελληνικού, πολιτιστικού φαινομένου που γαλούχησε γενιές και γενιές απευθύνει μέσω του «Ρ» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Επαγγελματιών θερινών Κινηματογράφων, Θόδωρος Ρίγγας, προς τα συναρμόδια υπουργεία, τα κόμματα, τους μαζικούς και πολιτιστικούς φορείς.

Αφορμή για την έκκληση αυτή και για τη συνέντευξη που ακολουθεί είναι η λήξη της παράτασης για την εξαίρεση των θερινών κινηματογράφων από το νόμο «Περί εμπορικών μισθώσεων» που, αν τελικά εφαρμοστεί, θα σημάνει το πέρασμα του θερινού κινηματογράφου στην ιστορία. Η παράταση λήγει στις 31/12/2000. Εάν μέχρι τότε δε δοθεί η νέα, 5ετής παράταση που ζητά η Ενωση με ανοιχτή επιστολή της, από 5/11, προς την υφυπουργό Ανάπτυξης Μιλένα Αποστολάκη και προς τους υπουργούς ΠΕΧΩΔΕ και Πολιτισμού, τότε, όπως δηλώνει ο Θ. Ρίγγας, «δυστυχώς, θα είμαι ο τελευταίος πρόεδρος της Ενωσης», αφού πλέον οι ιδιοκτήτες θα προχωρήσουν σε αγωγές έξωσης «και έχουν έτοιμες τις μπουλντόζες να σαρώσουν τα θερινά σινεμά». Για να φτιαχτούν στη θέση τους πολυώροφα γκαράζ ή σούπερ μάρκετ...

Η συνέντευξη έγινε στο μικρό γραφείο του Θ. Ρίγγα στον κινηματογράφο «Ααβόρα», με ηχητικό «φόντο» τους διαλόγους από το «Θάνατο στη Βενετία» του Βισκόντι που προβαλλόταν εκείνη τη στιγμή. Μια τυχαία «υπενθύμιση», θαρρείς, ότι ο κινηματογράφος είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα οικόπεδο με μια μεγάλη οθόνη στη μια πλευρά του...

Ετοιμες οι μπουλντόζες

Ενας από τους παλιότερους θερινούς κινηματογράφους της Αθήνας που εξακολουθεί να λειτουργεί
Ενας από τους παλιότερους θερινούς κινηματογράφους της Αθήνας που εξακολουθεί να λειτουργεί
«Οπως γνωρίζετε», λέει ο Θ. Ρίγγας, «με εντολή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, απελευθερώθηκαν οι μισθώσεις στην Ελλάδα, μέσω του νόμου "Περί εμπορικών μισθώσεων". Με τους αγώνες τους δικούς μας και με τη βοήθεια των βουλευτών και ευρωβουλευτών όλων των κομμάτων και ιδιαίτερα του ΚΚΕ, καθώς και του δήμου Αθηναίων και όλων των δημοτικών παρατάξεων - ιδιαίτερα ενδιαφέρθηκε ο Λεων. Αυδής - δόθηκε παράταση μέχρι 31/12/2000 να μην εξωστούν οι επαγγελματίες κινηματογραφιστές. Τώρα ζητάμε μια παράταση 5ετή, γιατί οι ιδιοκτήτες είναι έτοιμοι να κάνουν αγωγές εξώσεως, με συνοπτικές διαδικασίες, ενώ έχουν έτοιμες τις μπουλντόζες να σαρώσουν τους κινηματογράφους. Να κατεδαφίσουν αυτή την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Μια ιστορία 90 χρόνων που αγαπήθηκε πολύ και ιδιαίτερα από τη νεολαία. Μια ιστορία που δεν πρέπει να χαθεί. Μην εισάγουμε ό,τι βρομερό υπάρχει στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ και εξώνουμε τον πολιτισμό μας».

«Γιατί ο θερινός κινηματογράφος», συνεχίζει ο Θ. Ρίγγας, «είναι ελληνικό φαινόμενο. Είναι μια φθηνή διασκέδαση που αγαπήθηκε όσο τίποτε άλλο στην Ελλάδα. Ο θερινός κινηματογράφος δεν πουλάει ναρκωτικά. Προσφέρει μόρφωση και ψυχαγωγία στη νεολαία. Σε καμία χώρα δεν υπάρχει. Οι Ευρωπαίοι τώρα μας αντιγράφουν. Ο δήμαρχος του Βερολίνου έκανε θερινό κινηματογράφο, ο δήμαρχος του Παρισιού επίσης, στο δάσος της Βουλώνης. Μας λένε ότι είναι εντολή της ΕΕ να απελευθερωθούν όλες οι μισθώσεις. Εμείς τους απαντούμε: Ενας υπέροχος λαός με αυτές τις πολιτιστικές και αγωνιστικές παραδόσεις δεν είναι δυνατόν να χάσει τους θερινούς κινηματογράφους. Ερωτώ τον κάθε αρμόδιο υπουργό: αν μας πει η ΕΕ "κατεδαφίστε την Ακρόπολη" θα την κατεδαφίσουμε; Πρέπει να διατηρηθούν οι θερινοί κινηματογράφοι και για τις επόμενες γενιές».

Τελειωτικό χτύπημα

Ποιος μπορεί να φανταστεί τα Εξάρχεια, χωρίς το «Βοξ»; Τελικά, ο συγκεκριμένος κινηματογράφος σώθηκε την τελευταία στιγμή από την κατεδάφιση
Ποιος μπορεί να φανταστεί τα Εξάρχεια, χωρίς το «Βοξ»; Τελικά, ο συγκεκριμένος κινηματογράφος σώθηκε την τελευταία στιγμή από την κατεδάφιση
Ο συγκεκριμένος νόμος αποτελεί το τελειωτικό χτύπημα στους θερινούς κινηματογράφους, οι οποίοι και χωρίς τον άμεσο κίνδυνο εξαφάνισής τους και παρά τα φαινόμενα (την επιστροφή του κόσμου στη μεγάλη οθόνη) αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα.

«Εμείς, σαν επαγγελματίες κινηματογραφιστές ζήσαμε μέσα στους θερινούς κινηματογράφους, τους αγαπήσαμε. Σαν εμπορική επιχείρηση δεν έχει μεγάλο κέρδος. Βάζουμε τα παιδιά μας στο ταμείο και στην πόρτα κι εμείς δουλεύουμε στις μηχανές προβολής για να αντεπεξέλθουμε στα έξοδα. Τα ποσοστά επί του εισιτηρίου μοιράζονται ως εξής: 25-30% στον ιδιοκτήτη, 45% στην εταιρία διανομής και μένει ένα 25% για μας. Τι να πρωτοπληρώσεις; Καθαρίστρια, θυρωρό, ρεύμα, ταμεία; Πολλοί κινηματογράφοι μπαίνουν και μέσα και τους κρατάμε με την ψυχή μας».

Κι όμως, τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως ο κόσμος επιστρέφει στον κινηματογράφο. Οι στατιστικές ευημερούν, αλλά, ως είθισται, όταν ευημερούν αυτές, κάποιοι ή κάτι πληρώνουν το κόστος αυτής της ευημερίας. Γιατί η πραγματικότητα για τους θερινούς κινηματογράφους απέχει πολύ από το να είναι ειδυλλιακή. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 152 θερινοί κινηματογράφοι σε όλη την Ελλάδα, εκ των οποίων οι 96 στην Αθήνα. Στα νούμερα αυτά συμπεριλαμβάνονται και οι δημοτικοί θερινοί κινηματογράφοι, που όμως τα καταφέρνουν να επιβιώνουν καλύτερα, γιατί το κόστος συντήρησης πληρώνεται από τους δήμους. Οι παλιότεροι κινηματογράφοι που εξακολουθούν να λειτουργούν είναι η «Μπομπονιέρα» στην Κηφισιά από το 1919, το «ΒΟΞ» από το 1920 και το «Θησείο» από το 1924.

Στην εποχή των «βίλατζ»

Ειδυλλιακές ονομασίες εν μέσω «εκσυγχρονιστικού»... χειμώνα
Ειδυλλιακές ονομασίες εν μέσω «εκσυγχρονιστικού»... χειμώνα
Ποιος παίρνει τον κόσμο από τους θερινούς; «Οι πολυεθνικές, τα "βίλατζ" που βάλανε και κλιματισμό στις αίθουσες. Χτυπιόμαστε από πολλές πλευρές και δεν έχουμε καμία προστασία. Η πολιτεία σιωπά. Οι πολυεθνικές έχουν σκοπό να σαρώσουν τους θερινούς. Τραβάνε τη νεολαία. Εμείς συγκεντρώνουμε κυρίως τη νεολαία και ανθρώπους περασμένης ηλικίας οι οποίοι δεν πάνε εύκολα στα βίλατζ. Αυτό φάνηκε και στα ταμεία μας. Ο θερινός κινηματογράφος είναι ένα όνειρο. Εμείς ζητάμε από την πολιτεία να μη σβήσει αυτό το όνειρο».

Πενήντα θερινοί έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέοι. Αλλά τι σημαίνει αυτό; «Υπάρχουν και νεοκλασικά διατηρητέα και κατοικούν ποντίκια», λέει ο Θ. Ρίγγας. «Διατηρητέο για το θερινό κινηματογράφο σημαίνει να λειτουργεί ως κινηματογράφος. Γιατί υπάρχουν και τα "παραθυράκια". Για παράδειγμα, ένας ιδιοκτήτης διατηρητέου μπορεί να κλείσει τον κινηματογράφο επικαλούμενος οικονομικό πρόβλημα. Υστερα θα τον αφήσει παραμελημένο, με τον καιρό θα τον παροπλίσει από τα μηχανήματα και την οθόνη και στο τέλος ο κινηματογράφος θα πέσει από μόνος του.

Γι' αυτό θέλουν να εξώσουν τον επαγγελματία κινηματογραφιστή. Βέβαια, εμείς δε λέμε πως και οι ιδιοκτήτες δεν έχουν κάποιο δίκιο. Θέλουν να μετατρέψουν τις ιδιοκτησίες τους σε γκαράζ ή κάτι άλλο για να κερδίζουν περισσότερα. Εμείς λέμε να βρεθεί μια χρυσή τομή. Εχουμε προτάσεις, αλλά δε θέλω να τις ανακοινώσω πριν υπάρξει κάποια αντίδραση από την πολιτεία, που μέχρι τώρα δεν υπάρχει. Εμείς ζητάμε να κάτσουν το ΥΠΕΧΩΔΕ, το υπουργείο Ανάπτυξης, το ΥΠΠΟ, η Τοπική αυτοδιοίκηση και οι ενδιαφερόμενοι φορείς, να βρουν οριστικούς τρόπους διάσωσης των εναπομεινάντων θερινών κινηματογράφων».

Στις τουαλέτες του «ΒΟΞ»

Το όνειρο για το οποίο κάνει λόγο ο Θ. Ρίγγας ξεκινάει το 1916, όταν σε μια μάντρα της πλατείας Συντάγματος λειτουργεί για πρώτη φορά θερινός κινηματογράφος, με μια χειροκίνητη μηχανή προβολής των 8 χιλιοστών που χειρίζονταν δύο Γάλλοι κινηματογραφιστές της εταιρίας «Πατέ». Πολύ σύντομα, πολλά θέατρα θα μετατραπούν σε κινηματογραφικές αίθουσες και πολλά ακόμη θα λειτουργούν εκ περιτροπής, ανεβάζοντας και παραστάσεις, προβάλλοντας και ταινίες.

Οι θερινοί κινηματογράφοι έχουν δώσει το λιθαράκι τους και στην Εθνική Αντίσταση, σαν πρόσφοροι τόποι συνάντησης των αντιστασιακών οργανώσεων. «Οταν ήρθαν οι Γερμανοί τους επιτάξανε και παίζανε επί το πλείστον γερμανικές και ιταλικές ταινίες, πότε για τα στρατεύματα κατοχής, πότε για το κοινό». Ενα χαρακτηριστικό γεγονός από εκείνη την περίοδο είναι και το παρακάτω: «Οι αντιστασιακές οργανώσεις χρησιμοποιούσαν τις τουαλέτες του "ΒΟΞ", στα Εξάρχεια, σαν σημείο συνάντησης. Ο σύνδεσμος του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ της πόλης, κάτω από τη μύτη της Γκεστάμπο ανταλλάζανε έγγραφα. Πριν χρόνια ήρθε στο "ΒΟΞ" ένα γεροντάκι και ζήτησε να πάει στις τουαλέτες. Του είπα πώς να πάει και μου λέει "ξέρω". Οταν βγήκε ήταν δακρυσμένος. Και μου είπε πως κατέβαινε εδώ από την Πάρνηθα και συναντούσε τον εκπρόσωπο του ΕΑΜ για να ανταλλάξουν τα έγγραφα»...

«Ετσι φτάνουμε στη "χρυσή εποχή" του '60. Ο κόσμος μετά τον εμφύλιο αναζητούσε τη γαλήνη, τη χαρά, το γέλιο και τη συγκίνηση για να ξεχάσει. Κάθε γειτονιά είχε πέντε και έξι κινηματογράφους. Υπήρχαν 748 θερινοί μόνο στο λεκανοπέδιο της Αθήνας, 100 στη Θεσσαλονίκη και αμέτρητοι στην επαρχία», συνεχίζει ο Θ. Ρίγγας. Πάνω στην ακμή όμως των θερινών κινηματογράφων ξεκινάει και η ανοικοδόμηση της πρωτεύουσας, σύμφωνα με τα σχέδια της άρχουσας τάξης που έβλεπε στην τσιμεντοποίηση έναν γρήγορο τρόπο πλουτισμού. «Πολλοί θερινοί κατεδαφίστηκαν. Για παράδειγμα, στη Λ. Αλεξάνδρας υπήρχαν οχτώ θερινοί με 2.000 καθίσματα. Εκεί που τώρα βρίσκεται το ΥΠΕΧΩΔΕ υπήρχαν τα "Παναθήναια". Πιο πέρα η "Θερινή Γρανάδα", το "Λουξ", το "Βερντέν", το "Ραντάρ", η "Θερινή Νιρβάνα", το "Φλερύ"».

Το «πογκρόμ»

Στην περίοδο της χούντας οι θερινοί αναδείχτηκαν σε εστίες πνευματικής αντίστασης. «Οι κεντρικοί κινηματογράφοι, το "Λιλά", το "ΒΟΞ", η "Ριβιέρα", το "Εκράν" παίζανε ταινίες προοδευτικών σκηνοθετών και κρατούσαν ψηλά το πνευματικό επίπεδο της νεολαίας. Με αυτό τον τρόπο νομίζουμε ότι κι εμείς βάλαμε ένα λιθαράκι στην εξέγερση του Πολυτεχνείου».

Η συνέχεια θύμιζε πραγματικό «πογκρόμ» ενάντια στους θερινούς κινηματογράφους, με αποτέλεσμα, μερικοί «αθεράπευτα ρομαντικοί» επαγγελματίες δημιούργησαν την Ενωση σαν μια τελευταία γραμμή άμυνας. «Την Ενωση την ιδρύσαμε όχι για εμπορικό κέρδος, αλλά γιατί βλέπαμε να κατεδαφίζονται κάθε χρόνο 40 και 50 κινηματογράφοι. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 είχαν απομείνει 200 σε όλη την Ελλάδα. Τώρα βέβαια είναι λιγότεροι, αλλά αν δεν κάναμε την Ενωση θα τους είχαμε χάσει όλους».

«Δεν πρέπει να χαθεί αυτή η ιστορία» επαναλαμβάνει ο Θ. Ρίγγας και προσθέτει: «Και από αυτή τη συνέντευξη θέλω να ευχαριστήσω δημόσια το ΚΚΕ, τον "902" και το "Ρ" για τη συμπαράστασή τους στον αγώνα μας για τη διάσωση και διατήρηση των θερινών κινηματογράφων. Εμείς στείλαμε το μήνυμα στην πολιτεία. Δε μας κάλεσαν και δε μας απάντησαν. Θα είναι υπεύθυνοι για τη συνέχεια. Κάνω έκκληση στην υφυπουργό Ανάπτυξης να δώσει λύση. Αν και πολύ φοβάμαι, ότι ο τελευταίος πρόεδρος της Ενωσής μας θα είμαι εγώ» κατέληξε ο Θ. Ρίγγας.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ