ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Νοέμβρη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Μιλώντας για την εικόνα

Είμαστε στο στέκι μας στην Ομόνοια και, με αφορμή το Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλική, μιλάμε με τον Τάκη Σπετσιώτη για τη δύναμη της κινηματογραφικής εικόνας.

Ο Τάκης Σπετσιώτης από μικρός έδειξε κλίση προς το γράψιμο, δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα περιοδικά. Σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου και γύρισε τις μεγάλου μήκους ταινίες Στην Αναπαυτική μεριά (1981), Μετέωρο και Σκιά (1985, με θέμα τη ζωή του Ν. Λαπαθιώτη: Α` Κρατικό Βραβείο Καλύτερης Ταινίας), Κοράκια (1991) και Εις το φως της ημέρας (μεσαίου μήκους, 1986).

Γ.Κ. Πώς βλέπεις αναδρομικά τον ελληνικό κινηματογράφο;

Τ.Σπ. Εχοντας ξεκινήσει, ως έφηβος, από το γράψιμο, σνομπάριζα τις παλιές, καλές ελληνικές ταινίες ( τις κωμωδίες κυρίως, που ανακάλυψα αργότερα). Μου φαινόταν ότι ο κινηματογράφος σαν τέχνη υστερούσε - αν θεωρούνταν τέχνη κι όχι βιομηχανία. Δεν είχε την ελευθερία της λογοτεχνίας, το χειροτεχνιακό στοιχείο του θεάτρου. Ασε που, σα βιομηχανία, ήταν και αρχοντοχωριάτικη στην Ελλάδα, καμιά σύγκριση με την ευρωπαϊκή και την αμερικάνικη! Μικρομίζερη βιοτεχνία! Είχε βγάλει όμως και καλούς σκηνοθέτες, όπως τον Τζαβέλα.

Γ.Κ. Δεν είχες ξεχωρίσει καμιά από αυτές τις ταινίες;

Τ.Σπ. Πώς! Ως νέος, είχα ξεχωρίσει δυο τρεις, ρομαντικοκαταραμένες: την Εκδρομή του Κανελλόπουλου, τις Σιλουέτες του Ζώη, το Φόβο του Κώστα Μανουσάκη. Αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του '70, μου 'χε κάνει εντύπωση ο Ιωάννηςοβίαιος της Μαρκετάκη, κυρίως για το σενάριο με τον ισχυρό βαρύ διάλογο, σε μια εποχή που στις ελληνικές ταινίες είχε πέσει... μούγκα! Γιατί, κατά τα άλλα, δε συμμερίστηκα ποτέ ούτε τις ξένες, ακραία φορμαλιστικές, ταινίες που πατρονάριζαν τότε τα κουλτουριάρικα περιοδικά, ούτε τα τετράωρα μπρεχτο-γιαντσικά ξεσαλώματα τύπου «Θιάσου» του Αγγελόπουλου.

Γ.Κ. Τι συμβαίνει σήμερα στον ελληνικό κινηματογράφο;

Τ.Σπ. Το ίδιο αδιέξοδο παραγωγής - διανομής. Ο κινηματογράφος μας, πέρα από τ' άλλα του προβλήματα, δεν είχε ομαλή εξέλιξη. Το παλιό βιομηχανικό μοντέλο τού αποκαλούμενου «εμπορικού» διαδέχτηκαν είτε...«ταύροι σε υαλοπωλεία», είτε «διάττοντες» και βέβαια, από κοντά, και «πλήθος αναπήρων». Εμφανίζονται ορισμένοι ανεξάρτητοι παραγωγοί, αλλά γρήγορα χάνονται. Το μονοπώλιο το έχει το Κέντρο Κινηματογράφου, που επί δύο δεκαετίες δεν κατάφερε να παραγάγει ταινίες με «στίγμα» σύγχρονης ελληνικής ταινίας και να τις επιβάλει, κατάφερε ωστόσο να χορτάσει με μπόλικα κομμάτια από την πίτα του τους κατ' εξακολούθησιν χρηματοδοτούμενους ημέτερους. Φοβάμαι πως ο ελληνικός κινηματογράφος, στην καλύτερή του εκδοχή, είναι και θα εξακολουθεί, όπως το μυθιστόρημα να παραμένει η τέχνη των... διαττόντων. Τι διεδέχθη την Πάπισσα Ιωάννα και το Τρίτο στεφάνι; Τι θα διαδεχτεί την Ευδοκία; Αλίμονο, ούτε κι αυτός, ακόμη, ο πολύ καθυστερημένος Ηνίοχος.

Γ.Κ. Τι ρόλο παίζει η ζωγραφική στην περιπέτεια της κινηματογραφικής εικόνας;

Τ.Σπ. Το λεγόμενο εικαστικό μπακγκράουντ ενός σκηνοθέτη δίνει οπωσδήποτε μια άλλη διάσταση στην εικόνα. Ενα βάθος πέρα από τον φωτογραφικό νατουραλισμό- αυτή την ευκολία της κινούμενης εικόνας ν' αναπαριστάνει δήθεν φυσικά την καθημερινή πραγματικότητα. Κάτω από έναν ζωγραφικό προσανατολισμό, η κινηματογραφική εικόνα αποκτά σημασίες. Αλλά η εικαστικότητα στην κινηματογραφική εικόνα έχει ενδιαφέρον μόνον ως συνδρομή, όχι αυτοσκοπός.

Γ.Κ. Τι ρόλο παίζει η ποίηση στην εικόνα;

Τ.Σπ. Ο ποιητικός λόγος είναι πιο συμπυκνωμένος, πιο αφηρημένος από την εικόνα. Θεωρώ την κινηματογραφική εικόνα, κατά κανόνα, ανίκανη να εικονογραφήσει την ποίηση. Είναι πολύ εύκολο να μιμείται η εικόνα τα τερτίπια της ποίησης και να ποιητικίζει. Η ποίηση ωστόσο, σαν άλλη γλώσσα, μπορεί να διδάξει το άρρητο, το αόρατο στοιχείο που η ίδια φέρει στην εικόνα.

Γ.Κ. Και η μουσική;

Τ.Σπ. Το σινεμά είναι μια τέχνη άρρηκτα δεμένη με τη μουσική, αφού δίνει στη σκηνοθεσία το λεγόμενο εσωτερικό ρυθμό. Μερικοί σκηνοθέτες στήριζαν άλλωστε τη σκηνοθεσία τους ολοκληρωτικά στη μουσική, όπως ο Βισκόντι, που έκανε όπερα μέσα στον κινηματογράφο. Αλλά δεν είναι μόνο το σινεμά τέχνη προσκολλημένη στη μουσική.

Ο ποιητής Λαπαθιώτης έλεγε: «... πάντα θεωρώ τη μουσική σαν την κορυφαία των τεχνών, προς την οποία τείνουν, καθεμιά βέβαια με τον δικό της τρόπο, όλες οι άλλες. Γι' αυτό κι ο στίχος μου ανέκαθεν υπήρξε περισσότερο μια μουσική προσπάθεια, μια ηχητική υποβολή, παρά ειρμός και λογική συνέπεια».


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ

Η «ταυτότητα» της παράστασης

Η επίβλεψη της σκηνοθεσίας και η επιμέλεια παραγωγής είναι του Κώστα Καζάκου, η διασκευή, μετάφραση και επιμέλεια σκηνοθεσίας της Λίλιαν Δημητρακοπούλου, τα σκηνικά-κοστούμια της Κλέβες Χρυσικού, η μουσική του Δημήτρη Βαρελόπουλου, οι χορογραφίες της Καίη Χόλντεν, η διδασκαλία κομέντια ντελ άρτε της Δώρας Καραθανάση. Ερμηνεύουν: Δημήτρης Γιαννακόπουλος, Γιάννης Γούνας, Κυριάκος Κατριβάνος, Ισμήνη Καλέση, Νίκος Νικολαΐδης, Ευγενία Κόλλια, Γιώτης Ταταρίδης, Εβίτα Παπασπύρου, Στάθης Γράψας.

Εκτός από τις οργανωμένες παραστάσεις, το έργο παρουσιάζεται και κάθε Κυριακή στις 11 το πρωί και στις 3 μ.μ. Οσοι ενδιαφέρονται για οργανωμένες παραστάσεις σε συλλόγους και σχολεία, μπορούν να απευθύνονται στα τηλέφωνα 3825.773 και 3825.286.

«Υπηρέτης δύο αφεντάδων» του Κ. Γκολντόνι

Διασκεδάσαμε, γελάσαμε, περάσαμε δυο ώρες αξέχαστες στην παράσταση του θεάτρου «Τζένη Καρέζη» με το έργο του Κ. Γκολντόνι «Υπηρέτης δύο αφεντάδων». Φεύγοντας η σκέψη μου γύριζε στα καταπληκτικά κοστούμια, στη δημιουργική σκηνοθεσία, στους ταλαντούχους ηθοποιούς, που γέμισαν δυο όμορφες ώρες της ζωής μου. Θα 'θελα να φωνάξω σ' όλα τα παιδιά να μη χάσουν αυτή την όμορφη παράσταση, μια παράσταση γεμάτη μπρίο, ζωντάνια, κουλτούρα, ομορφιά, μια παράσταση ενός έργου που γράφτηκε πριν από τη Γαλλική Επανάσταση και όμως εξακολουθεί να συγκινεί και να διασκεδάζει.

Η Βενετία, ευρωπαϊκή πόλη, καθρέφτης του τότε κόσμου, εμπορική και οικονομική δύναμη της εποχής, για τον Κάρλο Γκολντόνι είναι πραγματικά το «Μεγάλο βιβλίο του κόσμου». Μετά από περιπλάνηση σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπου συγκεντρώνει εμπειρίες γύρω από την ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες αξίες, σταματά σ' αυτή.

Θα γίνει ο εκφραστής της κρίσης αξιών και αξιοπιστίας της αριστοκρατίας που λίγο πριν το θάνατό του, θα οδηγήσουν στην αστική Γαλλική Επανάσταση.

Οι θεατρικοί συγγραφείς της εποχής, χρησιμοποιούν τη διάλεκτο ή για φολκλόρ ή για να υπογραμμίσουν χαρακτήρες των κατωτέρων τάξεων, η «Commedia del Arte» αυτοσχεδιάζει τους διαλόγους στη σκηνή, έχοντας σαν μόνο σταθερό σημείο τους χαρακτήρες. Ο Κάρλο Γκολντόνι στο θεατρικό γίγνεσθαι ξεπερνάει την «Commedia del Arte» μεταφέροντας σε γραπτό το θεατρικό έργο με συγκεκριμένους διαλόγους. Χρησιμοποιεί τη βενετσιάνικη διάλεκτο, σαν πηγή απλοϊκότητας και φρεσκάδας, ενώ κρατιέται στα σύνορα του ρεαλισμού, της λογικής και συγχρόνως συγκινεί τους ακροατές. Οι χαρακτήρες των έργων του δεν είναι ποτέ θεωρητικοί, ιδιόρρυθμοι ή αφηρημένοι, αντίθετα είναι σχεδόν πάντα απλοϊκοί, αξιοπρεπείς και ανθρώπινοι. Στον Κ. Γκολντόνι χρωστάμε το δικαίωμα του «σοβαρού κωμικού», επίσης ανυψώνει τη λαϊκή κωμωδία εμπλουτίζοντάς τη με αστικό πνεύμα, ορθολογισμό, κοινό νου, αισιοδοξία, πίστη στον ορθό λόγο και μετριοπάθεια.

Ειρωνεύεται τους αριστοκράτες, τους δεσμούς αίματος, τους ηρωικούς άθλους, ενώ απεικονίζει τους αστούς με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους και δείχνει προσοχή για το μόχθο του λαού. Θεωρεί την «Commedia del Arte» παρωχημένο λαϊκό θέαμα, θέαμα με χοντροκομμένο γέλιο, όπως επίσης αμφισβητεί την Αρκάδια για τη ρητορική και την μπαρόκ έκφρασή της.

Προοδευτικός στην τέχνη και στις πολιτικές πεποιθήσεις για την εποχή του (1707-1793), τα τελευταία χρόνια αναζητά καλλιτεχνική καταξίωση στο Παρίσι, όπου και πεθαίνει λίγο πριν τη Γαλλική Επανάσταση.

Παρ' όλο που το συγγραφικό του έργο υπολογίζεται σε 120 θεατρικά έργα, λίγα έχουν φτάσει ως εμάς, και ένα από τα σημαντικά είναι και ο «Υπηρέτης δύο αφεντάδων». Αυτό το έργο του υπέροχου Ιταλού δραματουργού, αυτού του μάστορα της λαϊκής κωμωδίας, ανέβασε με συνέπεια η «Πολιτιστική Παρέμβαση», μια παράσταση για μικρούς και μεγάλους, μια παράσταση που θα τη ζήλευαν και οι Ιταλοί. Μια παράσταση όπου όλοι οι συντελεστές δούλεψαν με κέφι, ζωντάνια και σεβασμό προς το έργο. Μια παράσταση με ευρηματική χορογραφία, πολύ καλή διασκευή - μετάφραση και σκηνοθεσία, φανταστικά κοστούμια και σκηνικά. Οσο για τους ηθοποιούς, θα 'ταν άδικο να μιλήσουμε για έναν ιδιαίτερα, γιατί όλοι τους όχι απλώς είναι καλοί, εγώ θα 'λεγα, υπέροχοι. Θα 'ταν κρίμα οι νέοι άνθρωποι και ιδιαίτερα τα παιδιά, να χάσουν μια τέτοια παράσταση, μια τέτοια ευκαιρία διασκέδασης, κουλτούρας, ζωντάνιας και πολιτισμού.


Τ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ