ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 4 Γενάρη 2001
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2001
Αρχίζει το ψαλίδισμα των δαπανών

Ακραία νεοφιλελεύθερα μέτρα επιλέγει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για να περικόψει τις δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα του προϋπολογισμού

Τη δαμόκλειο σπάθη της περικοπής ακόμα και των κρατικών δαπανών που έχουν εγκριθεί και ψηφιστεί στον κρατικό προϋπολογισμό του 2001, κραδαίνει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μέσω της εγκυκλίου του υπουργείου Οικονομικών με θέμα «εκτέλεση προϋπολογισμού του οικονομικού έτους 2001». Ετσι στην κατεύθυνση της υλοποίησης των πολιτικών μισθολογικής - συνταξιοδοτικής λιτότητας και συνεχούς συρρίκνωσης των κοινωνικών δαπανών του προϋπολογισμού, το υπουργείο Οικονομικών, μέσω της εγκυκλίου προειδοποιεί ότι η εγγραφή των πιστώσεων στον προϋπολογισμό δε σημαίνει κατ' ανάγκη και καταβολή τους!

Απερίφραστα στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι «η βελτίωση στα δημοσιονομικά αποτελέσματα θα επιτευχθεί κυρίως μέσω του περιορισμού των δαπανών. Για το λόγο αυτό θα δοθεί προτεραιότητα στην εκλογίκευση και στον αποτελεσματικότερο έλεγχο των δαπανών». Ετσι οι συντάκτες της εγκυκλίου προειδοποιούν τους αρμόδιους φορείς (υπουργεία, υπηρεσίες, ταμεία κλπ) «...εξάλλου δε θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η απορρόφηση του συνόλου των εγγεγραμμένων στον προϋπολογισμό πιστώσεων. Αυτό θα εξαρτηθεί από την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Είναι ενδεχόμενο να μην εγκριθεί η διάθεση του συνόλου των πιστώσεων ορισμένων κατηγοριών δαπανών»! Ειδικότερα στον ευαίσθητο τομέα των επιχορηγήσεων νομικών προσώπων, τα οποία αφορούν κυρίως τομείς νοσοκομειακής, υγειονομικής και προνοιακής περίθαλψης, τις αστικές συγκοινωνίες, την παιδεία, τον ερασιτεχνικό αθλητισμό κλπ, που εδώ και πολλά χρόνια έχουν βρεθεί στο κυβερνητικό στόχαστρο, η εγκύκλιος επισημαίνει «...η εγγραφή πιστώσεων στον κρατικό προϋπολογισμό για επιχορήγηση δε σημαίνει κατ' ανάγκη και υποχρέωση καταβολής της, αν διαπιστώνεται ότι οι ανάγκες καλύπτονται από ίδια έσοδα περιουσίας, ταμειακό υπόλοιπο κλπ». Επιρρίπτοντας την ευθύνη στις διοικήσεις των επιχορηγούμενων φορέων, οι οποίες είναι και διορισμένες από την κυβέρνηση, η εγκύκλιος στη συνέχεια αναφέρει ότι «ο κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να αναλαμβάνει το οικονομικό βάρος όλων των επιλογών των διοικήσεων των επιχορηγούμενων φορέων, οι οποίες οφείλουν να καθορίσουν τις προτεραιότητές τους κλπ...». Στα πλαίσια της εκβιαστικής αυτής πολιτικής, το υπουργείο Οικονομικών, μέσω της εγκυκλίου απειλεί τους επιχορηγούμενους φορείς ακόμα και με περικοπές δαπανών για μισθούς! Ετσι αναφέρει ότι «δεν επιτρέπεται τα κονδύλια που προβλέπονται ειδικά για μισθοδοσία προσωπικού να διατεθούν για λειτουργικές ανάγκες. Στις περιπτώσεις που τα εγκριθέντα κονδύλια για μισθοδοσία δεν επαρκούν, η συμπλήρωσή τους θα γίνει σύμφωνα με τα ίδια έσοδα του φορέα ή τα αποθεματικά του». Το ερώτημα είναι αν ο φορέας αδυνατεί να καλύψει τις μισθολογικές δαπάνες τι γίνεται; Στο ίδιο πνεύμα η εγκύκλιος προειδοποιεί τις διοικήσεις των επιχορηγούμενων φορέων, να κοιτάξουν να εξασφαλίσουν πρώτα κατ' απόλυτη προτεραιότητα τα κονδύλια για τακτικές αποδοχές. Προφανώς θεωρούν τα κονδύλια για λειτουργικές δαπάνες ως είδος πολυτελείας...

Την ουρά του απ' έξω βγάζει το υπουργείο Οικονομικών και για τις περιπτώσεις των αποσπάσεων δημοσίων υπαλλήλων από μια υπηρεσία σε άλλη. Ετσι, με εγκύκλιο στις 15 Δεκέμβρη του 2000, αφού εξαιρεί από το μέτρο αποσπάσεις υπάλληλων στην Προεδρία της Δημοκρατίας, σε γραφεία υπουργών, βουλευτών κλπ, σε τομείς δηλαδή αποσπάσεων... υψηλής προτεραιότητας, που απαιτείται περιορισμός της γραφειοκρατίας, καλεί τους εμπλεκόμενους φορείς να διασφαλίσουν μετά από συνεννόηση μεταξύ τους τα κοδυλια για τη μισθοδοσία των αποσπασμένων δημοσίων υπάλληλων, καθώς το ίδιο δεν έχει καμιά ευθύνη για το συγκεκριμένο πρόβλημα...

ΜΕΓΑΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ
Καλή χρονιά με περισσότερες αξιώσεις

Στη «μέγκενη» των προκλητικών αιτιάσεων των βιομηχάνων και των κατά καιρούς απειλών τους, εισέρχεται και πάλι - ακόμα πιο έντονα - η οικονομική πολιτική της χώρας, και, εξ αφορμής των κυριολεκτικώς άκρατων κυβερνητικών πανηγυρισμών, που εκδηλώθηκαν λόγω της, όντως ιστορικής, (με την αρνητική έννοια για τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα) ένταξης της χώρας στη «ζώνη» του ευρώ, χτες, δόθηκε στη δημοσιότητα η νέα έκθεση του φορέα των βιομηχάνων, του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για την ελληνική οικονομία. Το «νέο» ποιοτικό στοιχείο της εν λόγω έκθεσης, είναι η «επιτακτική προτροπή» προς την κυβέρνηση, να «ληφθούν γενναίες αποφάσεις, με σαφείς στόχους, οι οποίες θα εφαρμοστούν το συντομότερο δυνατό και θα συνοδεύονται από δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα».

Με τον κύριο όγκο των αιτημάτων των μεγαλοβιομηχάνων να έχει αποτυπωθεί σαφώς στην πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ, η νέα, αυτή, έρχεται, με αρκούντως κινδυνολογικό τρόπο και ανάλογο περιεχόμενο, πρωτίστως, για να επιταχύνει τους ρυθμούς της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση ικανοποίησης των αιτημάτων της άρχουσας τάξης, και, δευτερευόντως να επισημάνει συγκεκριμένες ή και γενικές «αβλεψίες» των κυβερνώντων, που οφείλονται, είτε σε «λανθασμένες» εκτιμήσεις, είτε στο «άγχος» της επιφόρτισης του «πολιτικού κόστους».

Το γενικό στίγμα της έκθεσης για την κυβέρνηση και την πολιτική της, αποτελεί μια γενική, αλλά μετ' ελαφρών εγκωμίων «κριτική». Για τα ευρύτερα όμως λαϊκά στρώματα που πλήττονται βάναυσα από την εφαρμογή της (πολιτικής), δεν μπορεί, παρά να αποτελεί τη «λυδία λίθο» της έντασης της αντιλαϊκής πολιτικής, που θα επιβάλλεται στο όνομα της επίτευξης του κάθε στόχου, που θα θέτει με τον προσδιορισμό «εθνικός» η ντόπια και ξένη οικονομική ολιγαρχία.

Αναφέρει λοιπόν η έκθεση του ΙΟΒΕ, πως «ο στόχος της ΟΝΕ θα πρέπει να αντικατασταθεί με ένα νέο εξίσου σαφή τελικό σκοπό που θα κινητοποιήσει πιο έντονα τις παραγωγικές δυνάμεις. Αν συμβεί αυτό (...) θα συνέτεινε στην άρση παραγόντων που σήμερα θεωρούνται αρνητικοί και λειτουργούν ως τροχοπέδη στην "απογείωση" της ελληνικής οικονομίας».

Ποιοι είναι όμως αυτοί οι παράγοντες που θα πρέπει να «αρθούν» προκειμένου να απογειωθεί η ελληνική οικονομία; Ενας από τους παράγοντες αυτούς, είναι οι «καθυστερήσεις στους κρίσιμους τομείς της οικονομικής πολιτικής», σημειώνοντας πως «με τη μετάβαση στο καθεστώς όπου η νομισματική πολιτική καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τα μέσα για την επίτευξη των αναπτυξιακών και σταθεροποιητικών στόχων περιορίζονται πλέον στη δημοσιονομική και διαρθρωτική πολιτική (...) οι οποίες παρουσιάζουν καθυστερήσεις, ελλείψεις και διστακτικότητα».

Υπό αυτές τις διαπιστώσεις, το πρώτο πράγμα που τίθεται στην κριτική των βιομηχάνων είναι ο αντιλαϊκός προϋπολογισμός και αναφέρεται ότι ενώ παρείχε την κατάλληλη ευκαιρία να δοθεί ένα νέο στίγμα στην οικονομική πολιτική, αποτελεί προέκταση των υφιστάμενων τάσεων (ελλείψεις, διστακτικότητα) και οι στόχοι του είναι «ιδιαίτερα μετριοπαθείς». Δηλαδή οι βιομήχανοι απαιτούν ακόμα πιο σκληρή εισοδηματική πολιτική, μικρότερες δαπάνες κ.ο.κ.

Ειδικότερα για τη δημοσιονομική πολιτική, οι βιομήχανοι απαιτούν:

  • Την περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση για να έχει περιθώρια να αντιμετωπίσει εξωγενείς διαταραχές.
  • Τη διατήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας για την άμβλυνση πληθωριστικών πιέσεων.
  • Την ενίσχυση της ανάπτυξης με την αναδιάρθρωση των κρατικών δαπανών και την αποτελεσματική χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων.
  • Την αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος με στόχο τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης που θα επιτρέψει τη μείωση των φορολογικών συντελεστών.

Στον τομέα των διαρθρωτικών αλλαγών, η έκθεση του ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι παρατηρούνται σοβαρές καθυστερήσεις, γι' αυτό συγκεκριμένα απαιτείται:

  • Η βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, ο περιορισμός και η απλοποίηση των διαδικασιών.
  • Η προώθηση της μεταρρύθμισης στο ασφαλιστικό.
  • Ο εκσυγχρονισμός της αγοράς εργασίας η οποία διατηρεί σημαντικές ακαμψίες.
  • Η απελευθέρωση των αγορών προϊόντων με την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και τη θέσπιση ενός λειτουργικού θεσμικού πλαισίου για τον ανταγωνισμό.

Βέβαια, το ΙΟΒΕ «αναγνωρίζει» πως σε όλους τους παραπάνω τομείς έχουν γίνει βήματα, υπάρχουν όμως και σημαντικές καθυστερήσεις. Σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας, το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι «οι αλλαγές που προτάθηκαν από το υπουργείο Εργασίας και υλοποιούνται ήδη με νομοσχέδιο, θα καταλήξουν σε μια πιο άκαμπτη αγορά εργασίας, με αμελητέα αποτελέσματα στην απασχόληση». Σ' αυτό το σημείο οι βιομήχανοι εκφράζουν τη λύπη τους που το υπό εκκόλαψιν αντεργατικό τερατούργημα, δε θα είναι επακριβώς όπως το θέλουν.

ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ
Αρχίζουν από τη Δευτέρα

Σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα ξεκινάνε και φέτος οι τακτικές εκπτώσεις και σύμφωνα με την υπουργική απόφαση που υπογράφτηκε χτες από την υφυπουργό Ανάπτυξης, αρμόδια για θέματα Εμπορίου, Μιλένα Αποστολάκη, οι χειμερινές εκπτώσεις των εμπορικών καταστημάτων σε όλη τη χώρα, αρχίζουν από τις 8 Γενάρη και θα λήξουν στις 28 Φλεβάρη.

Με την εν λόγω υπουργική απόφαση ορίζεται μεταξύ άλλων ότι οι εκπτώσεις μπορούν να αφορούν το σύνολο των ειδών εμπορίας της εμπορικής επιχείρησης που τις διενεργεί και επιβάλλεται η αναγραφή διπλών τιμών σε όλα τα πωλούμενα είδη ή η αναγραφή σε πινακίδα του ποσοστού της έκπτωσης για σαφώς καθορισμένες κατηγορίες ομοίων προϊόντων. Αναρτάται στο κατάστημα έγγραφη αναγγελία ότι πραγματοποιεί τακτικές χειμερινές εκπτώσεις.

Σε ό,τι αφορά τις προσφορές, αυτές απαγορεύονται 20 μέρες μετά τη λήξη των εκπτώσεων και επίσης απαγορεύεται η καθ' οιονδήποτε τρόπο παραπλάνηση του καταναλωτικού κοινού με εκπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα (αναγραφόμενη τιμή προ των εκπτώσεων, υψηλότερη της πραγματικής, απόκρυψης αποθεμάτων και πώληση μικρής εκ τούτων ποσότητας κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων, πώληση ειδών β' διαλογής ειδικά αγορασθέντων γι' αυτό το σκοπό κλπ).

Επίσης συνιστώνται τριμελείς επιτροπές στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της χώρας τις οποίες συγκροτεί με απόφασή του ο οικείος νομάρχης από τον προϊστάμενο του τομέα εμπορίου σαν πρόεδρο, ένα υπάλληλο της Νομαρχίας υποδεικνυόμενο από το νομάρχη και ένα υπάλληλο του τομέα Εμπορίου που θα εκτελεί, και χρέη εισηγητή των παραβάσεων ως και γραμματέα της Επιτροπής. Στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις που υφίστανται οργανικές μονάδες, επιπέδου διεύθυνσης εμπορίου και οι τρεις υπάλληλοι που συγκροτούν την Επιτροπή, ορίζονται από τη διεύθυνση αυτή. Οι υπάλληλοι του τομέα εμπορίου των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων θα διενεργούν ελέγχους κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη των εκπτώσεων, προκειμένου να διαπιστώνουν την τήρηση της υπουργικής απόφασης.

Κυρώσεις

Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της υπουργικής απόφασης οι παραπάνω επιτροπές επιβάλλουν πρόστιμο, μέχρι και το 0,5% των ακαθάριστων ετήσιων εσόδων του προηγούμενου έτους του παραβάτη μέσα σε ένα μήνα από τη διαπίστωση της παράβασης. Σε περίπτωση υποτροπής το πρόστιμο που επιβάλλεται μπορεί να φτάνει το 3% των ακαθάριστων ετήσιων εσόδων.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ