ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 22 Σεπτέμβρη 2018 - Κυριακή 23 Σεπτέμβρη 2018 - 2η έκδοση
Σελ. /48
Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ

Στο ρόλο, στο χαρακτήρα και την αποστολή του αστικού κράτους ήταν αφιερωμένη η κεντρική συζήτηση που οργανώθηκε στη Λαϊκή Σκηνή, την Παρασκευή, δεύτερη μέρα των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ. «Αστικό κράτος: Υπηρετώντας τα συμφέροντα των λίγων, με τις ζωές και τις ανάγκες μας στο περιθώριο». Κάτω από τον τίτλο αυτό ο Κύριλλος Παπασταύρου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, και η Ζωή Χαχάμη, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ, ανέδειξαν τον ταξικό χαρακτήρα όλων των μορφών κρατικής οργάνωσης, εστιάζοντας στο σύγχρονο αστικό κράτος. Υπό το πρίσμα αυτό εξήγησαν πως το κράτος, οι θεσμοί και οι μηχανισμοί του δεν είναι ουδέτεροι οργανισμοί αλλά όργανα που τίθενται στην υπηρεσία της κυρίαρχης τάξης. Ακολουθούν αποσπάσματα από τις δυο ομιλίες και τη συζήτηση που ακολούθησε.

«Αστικό κράτος: Υπηρετώντας τα συμφέροντα των λίγων με τις ζωές και τις ανάγκες μας στο περιθώριο»

Αποσπάσματα από την ομιλία του Κύριλλου Παπασταύρου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

«Δεν υπάρχει κράτος», «το κράτος είναι ανίκανο, άχρηστο», φταίει «η κρατική αναλγησία και αδιαφορία»...

Αυτές οι φράσεις, συνήθως λέγονται από συνανθρώπους μας απελπισμένους, θύματα μιας θεομηνίας, μιας φυσικής καταστροφής ή ακόμα καταστάσεων που βαραίνουν στη ζωή των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, όπως η εκτίναξη της ανεργίας, της φτώχειας. Το σκηνικό είναι πολύ γνωστό και τηλεοπτικά οικείο. Αυτό το αίσθημα δυσφορίας, αυτή η αγανάκτηση, η αίσθηση της εγκατάλειψης βασίζεται σε μια αντίληψη πολύ διαδομένη, εμπεδωμένη μέσα σε βάθος δεκαετιών. Αυτή η αντίληψη αντιμετωπίζει το κράτος, τους μηχανισμούς και τους θεσμούς του ως έναν οργανισμό στην υπηρεσία του συνόλου, του κοινού καλού, στην υπηρεσία όλων, ανεξάρτητα από κοινωνική τάξη και θέση. Δηλαδή, λίγο πολύ το συμπέρασμα περί ανυπαρξίας του κράτους προκύπτει από το γεγονός ότι βλέπουμε το κράτος να μη λειτουργεί με τον τρόπο που εμείς θα θέλαμε ή εμείς φανταζόμαστε ή εμείς πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να λειτουργεί. (...)

Δεν υπάρχει «ουδέτερο κράτος»

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπήρξε κράτος «ουδέτερο», που να τους υπηρετεί όλους. Υπήρξε κράτος των δουλοκτητών, κράτος των φεουδαρχών και σήμερα κράτος των καπιταλιστών, κράτος που περιφρουρεί τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, του κεφαλαίου.

Πάντα ως γενικό συμφέρον, ως γενικό καλό θεωρούνταν αυτό που συμφέρει την κυρίαρχη κάθε φορά τάξη. Σήμερα θεωρείται για παράδειγμα ως γενικό καλό, ως γενικό συμφέρον να μπει η οικονομία σε τροχιά ορμητικής ανάπτυξης, να γίνουν νέες επενδύσεις, να ανοίξουν δουλειές, αυτό τους «συμφέρει όλους», λέει το γνωστό παραμύθι. Ομως, η πραγματικότητα είναι άλλη: Για να γίνουν όλα αυτά θα πρέπει τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα να μείνουν ποδοπατημένα, από τον μεγάλο πλούτο που θα παραχθεί οι εργαζόμενοι θα παίρνουν όλο και μικρότερο κομμάτι, η εισαγωγή νέων μεθόδων παραγωγής μειώνει το εργατικό δυναμικό που αξιοποιείται, άρα τα περί μείωσης της ανεργίας θα αποδειχθούν ψεύτικες ελπίδες, ενώ όσοι θα δουλέψουν, θα δουλέψουν με εργασιακές σχέσεις - λάστιχο, με χαμηλούς μισθούς και με τσακισμένα δικαιώματα. Ασε δε που ο μπαμπούλας της κρίσης θα είναι πάντα παρών...

Αυτό λοιπόν το «γενικό καλό» καλείται να υπηρετήσει το κράτος. (...)

Το αστικό κράτος λειτουργεί αποτελεσματικότατα για τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων

Είναι αλήθεια αναποτελεσματικό το σημερινό κράτος; (...)

Το κράτος δεν φαίνεται και πολύ αναποτελεσματικό όταν αντιμετωπίζει τις εργατικές - λαϊκές κινητοποιήσεις με την καταστολή και τις δικαστικές διώξεις, με την κήρυξη παράνομων απεργιών. (...)

Το κράτος δεν φαίνεται αναποτελεσματικό όταν παίρνει διάφορα μέτρα ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων. (...) Οταν κόβει συντάξεις, τσακίζει μισθούς, νομοθετεί την εργασιακή ζούγκλα. (...)

Το κράτος επίσης δεν φαίνεται αδύναμο όταν συμμετέχει σε ιμπεριαλιστικά πολεμικά σχέδια, όταν στηρίζει και διευκολύνει ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στην περιοχή. (...)

Οι περισσότερες παρεμβάσεις του κράτους υπέρ των μονοπωλίων αποτελούν και τη βαθύτερη αιτία για μικρά ή μεγάλα «εγκλήματα» σε βάρος των εργαζομένων. Δηλαδή, το γεγονός ότι το κράτος κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά του προς όφελος της κοινωνικής μειοψηφίας είναι και αιτία για το γεγονός ότι μοιάζει αναποτελεσματικό και ανίκανο όσον αφορά τα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων.

Δεν μπορεί, από τη μια, να νομοθετείς και να διαμορφώνεις χωροταξικό σχέδιο με κριτήριο ότι η γη είναι εμπόρευμα, να ανοίγεις το δρόμο για αλλαγές χρήσης γης, να ανοίγεις την όρεξη σε επιχειρηματικά σχέδια σε φιλέτα γης και μετά να λες και να αναρωτιέσαι ποιος οπλίζει τους επίδοξους εμπρηστές. (...)

Δεν μπορεί να μειώνεις διαρκώς δαπάνες για την πυροπροστασία, ιεραρχώντας άλλες προτεραιότητες, πιο αποδοτικές για το κεφάλαιο (...) και να αναρωτιέσαι γιατί η Πυροσβεστική δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει το πύρινο μέτωπο.

Δεν μπορεί να μην ιεραρχείς έργα προστασίας του λαού (...) και μετά να απορείς γιατί κάθε που βρέχει πνίγονται λαϊκά νοικοκυριά και κάθε που κάνει ζέστη καίγονται σε πυρκαγιές.

Ετσι, λοιπόν, αυτό που τους μένει είναι η «πολιτική διαχείριση» του ζητήματος. Πώς δηλαδή η οργή, η αγανάκτηση, η διαμαρτυρία θα μείνουν εντός πλαισίου, θα προσανατολιστούν στην «ανικανότητα» θεσμών, προσώπων, μηχανισμών, στην ανευθυνότητα υπουργών, θα χρεωθούν στη μια ή στην άλλη πολιτική δύναμη... Αλλά ποτέ μα ποτέ στον ταξικό χαρακτήρα του κράτους. Ποτέ μα ποτέ στον ταξικό χαρακτήρα των κυβερνήσεων και των κομμάτων που βρίσκονται στη διακυβέρνηση.

Εκπαιδεύουν μακρόχρονα τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, τη νεολαία ιδιαίτερα, να συνηθίζουν να διαλέγουν ποιο δικαίωμα θα χάσουν, ποια ανάγκη θα θυσιάζουν, πολύ απλά γιατί τα δικαιώματα και οι λαϊκές ανάγκες βρίσκονται στο περιθώριο.

Το πραγματικό δίλημμα για τη λαϊκή πλειοψηφία

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ένας εκσυγχρονισμός του αστικού κράτους, με όποιο πρόσημο και αν αυτός γίνει, αριστερός, σοσιαλδημοκρατικός ή φιλελεύθερος, αφορά την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς του ως προς τα ζητούμενα του κεφαλαίου και όχι βεβαίως ως προς την αλλαγή του χαρακτήρα του προσανατολισμού του.

Το κράτος, οι θεσμοί και οι μηχανισμοί του δεν εκδημοκρατίζονται, ούτε γίνονται φιλολαϊκοί εξαιτίας μιας αλλαγής στη σύνθεση της κυβέρνησης ή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Αλλωστε, όλοι επισημαίνουν ότι η εναλλαγή κυβερνήσεων δεν πρέπει να θίξει τη «συνέχεια του κράτους». Οσοι είχαν μάλιστα αμφιβολίες για κάτι τέτοιο και αυταπάτες, ήρθε η 4χρονη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να διαλύσει κάθε αμφιβολία. Οχι μόνο δεν διαταράχθηκε η «συνέχεια του κράτους», αλλά μπορούμε να πούμε ότι ενισχύθηκαν πολιτικές που υποτίθεται πως ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση αμφισβητούσε και μάλιστα έντονα. Πολύ απλά γιατί, όπως είχαν σημειώσει εκπρόσωποι του κεφαλαίου και πρώτα απ' όλα του ΣΕΒ, η οικονομία έχει τη δική της λογική, οι κυβερνητικές πολιτικές είναι που προσαρμόζονται στα θέλω και τις ανάγκες της οικονομίας (βλέπε της καπιταλιστικής οικονομίας) και όχι το ανάποδο. Ετσι λοιπόν διασφαλίζεται και η συνέχεια του κράτους. Πολύ περισσότερο που μια σειρά μηχανισμών του είναι ανεπίδραστοι από την κυβερνητική εναλλαγή και μάλιστα οι εκσυγχρονισμοί που διακηρύσσουν διάφοροι αποσκοπούν να τους κάνουν ακόμα περισσότερο ανεπίδραστους από εκλογικές αναμετρήσεις και εναλλαγές κυβερνήσεων. (...)

Το δίλημμα λοιπόν που προβάλλει δεν είναι «αποτελεσματικό ή αναποτελεσματικό κράτος», αλλά «κράτος για ποιον;», για τους επιχειρηματικούς ομίλους ή για τη λαϊκή πλειοψηφία;

Το ερώτημα είναι: Υπάρχει κράτος που μπορεί να βγάλει τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες από το περιθώριο, να τις βάλει στο προσκήνιο;

Ναι, υπάρχει, έχει ήδη υπάρξει στο παρελθόν...

Ενα κράτος που δεν θα έχει στόχο τη στήριξη των κερδών των επιχειρήσεων, αλλά την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, μια οικονομία που δεν θα κυβερνάται από το καπιταλιστικό κέρδος, αλλά θα στηρίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία, όπου η γη θα είναι λαϊκή περιουσία και δεν θα υπάρχουν «δημοσιονομικοί κόφτες», προσαρμοσμένοι στις ανάγκες του κεφαλαίου. Ενα τέτοιο κράτος, σε μια τέτοια οικονομία, μπορεί να σχεδιάσει κεντρικά και αποτελεσματικά τα ζητήματα προστασίας του πληθυσμού, να τον εκπαιδεύσει και να τον προετοιμάσει για τέτοιες έκτακτες καταστάσεις.

Ενα κράτος όπου κουμάντο δεν θα κάνουν οι καπιταλιστές, τα κόμματα και οι κυβερνήσεις τους, αλλά ο οργανωμένος λαός, οι εργαζόμενοι και οι κοινωνικοί τους σύμμαχοι.

Και αν πριν από 100 χρόνια στο έδαφος της συγκριτικά με άλλα κράτη καθυστερημένης Ρωσίας ξεκίνησε μια μακρά πορεία με τους εργαζόμενους, τους αγρότες, τα λαϊκά στρώματα να βρίσκονται στο τιμόνι της χώρας, να έχουν την εξουσία και να προσπαθούν να ελέγξουν την παραγωγή, τον πλούτο που παράγεται στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών, να αρχίζουν την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες... Σήμερα οι δυνατότητες για ένα τέτοιο βήμα μπροστά στην ανθρωπότητα είναι πολλαπλάσιες.

Μέσα στη μάχη χτίζουμε τις προϋποθέσεις για την ανατροπή

Αντικειμενικά έρχονται ορισμένες στιγμές που οι μάσκες πέφτουν, που αποκαλύπτεται ο πραγματικός χαρακτήρας του κράτους, με ποιους είναι, ποιους υπηρετεί. Ερχονται γεγονότα, που το κράτος δυσκολεύεται να διαχειριστεί κρίσεις, που στη μεγάλη καταστροφή αφήνει το λαό στο έλεος των φυσικών φαινομένων, στην οικονομική κρίση στο έλεος της οικονομικής καταστροφής, στην πολεμική ήττα στο έλεος των εχθρών. (...)

Σε τέτοιες συνθήκες είναι κρίσιμο ζήτημα το εργατικό - λαϊκό κίνημα να βάλει τη σφραγίδα του στις εξελίξεις, να πρωτοστατήσει στην εργατική - λαϊκή οργάνωση, στην αλληλεγγύη, αλλά ταυτόχρονα και στη διεκδίκηση, στη διαμόρφωση οργάνων πάλης που ουσιαστικά θα πάρουν στα χέρια τους την ευθύνη. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες θα πρέπει οι διεκδικήσεις επιβίωσης να συνδεθούν με την πάλη για τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες και με τις προϋποθέσεις που μπορούν αυτές να ικανοποιηθούν. Τότε είναι που τίθεται στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα: Ποια εξουσία μπορεί να απαντήσει σε αυτά τα ζητήματα, μπορεί να βάλει τέλος στις αιτίες της κρίσης και της καταστροφής.

Και το σίγουρο είναι ότι μόνο μια εργατική - λαϊκή εξουσία, που θα αφαιρέσει την ιδιοκτησία από τους επιχειρηματικούς ομίλους και θα την κάνει κοινωνική λαϊκή περιουσία, θα πάρει στα χέρια της τον πλούτο που παράγεται, θα βγάλει από τη μέση το κίνητρο του καπιταλιστικού κέρδους, μια τέτοια εξουσία μπορεί να δώσει απάντηση στα φλέγοντα εργατικά - λαϊκά ζητήματα και να βγάλει στο προσκήνιο τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες.

Σήμερα όμως δεν καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια, δεν έχουμε στάση αναμονής. Είναι σήμερα αναγκαίο να διαμορφωθεί ένα εργατικό - λαϊκό ρεύμα, ένα μαζικό κίνημα που απέναντι στην προσπάθεια προσαρμογής της ζωής των εργαζομένων, ιδιαίτερα των νεότερων ηλικιακά, στις κάθε φορά απαιτήσεις της καπιταλιστικής κερδοφορίας, θα αντιτάσσει τη διεκδίκηση στόχων, αιτημάτων και ένα συνεκτικό πλαίσιο πάλης, που θα έχει ως σημαία του τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. (...)

Οσο δυναμώνει αυτό το ρεύμα, που θα συγκρούεται με το καπιταλιστικό κέρδος ως κίνητρο της παραγωγής, με τις ιεραρχήσεις και τις ανάγκες του, με την κρατική πολιτική που το υπερασπίζει, με τις κυβερνήσεις και τα κόμματα που το υπηρετούν, τόσο θα βελτιώνεται ο συσχετισμός δυνάμεων.

Οταν μιλάμε εμείς για βελτίωση του συσχετισμού, δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ή την αυταπάτη ότι μπορεί το σημερινό κράτος να αλλάξει, ή οι θεσμοί του, οι μηχανισμοί του να γίνουν εργαλεία στα χέρια του λαού.

Σημαίνει όμως ότι σήμερα συγκεντρώνουμε δυνάμεις. Οτι σήμερα δίνουμε τη μάχη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Τη μαζικοποίηση των συνδικάτων, των σωματείων, τη δημιουργία νέων, την ενίσχυση του διεκδικητικού αγωνιστικού προσανατολισμού που βάζει στο επίκεντρο την πάλη για όλες τις σύγχρονες ανάγκες, που ξεπερνά ρεφορμιστικές αυταπάτες και την επίδραση του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Δίνουμε τη μάχη για την κοινή δράση εργαζομένων με φτωχούς αγρότες και επαγγελματίες, να συνενώνονται στη βάση της αντιπαράθεσης με τον κοινό τους αντίπαλο, το μεγάλο κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους. (...)

Στο βαθμό που βελτιώνεται ο συσχετισμός, μπορούν να μπουν εμπόδια στους σχεδιασμούς των μονοπωλιακών ομίλων, μπορούν οι εργαζόμενοι να μετράνε προσωρινές επιτυχίες και νίκες που μπορούν να αποτελέσουν βήματα για τη συνέχεια.

Δίνουμε τη μάχη για τη χειραφέτηση λαϊκών δυνάμεων, ιδιαίτερα νέων, από την αστική πολιτική σε όλες τις εκφράσεις της, τον απεγκλωβισμό εργατικών - λαϊκών δυνάμεων από την επιρροή των αστικών κομμάτων. Γι' αυτό έχει σημασία σήμερα πολύ περισσότεροι νέοι να ενισχύσουν εκλογικά τους κομμουνιστές στις επόμενες μάχες του 2019, τοπικές εκλογές και ευρωεκλογές, καθώς και πιθανές εθνικές νωρίς ή αργότερα. Η ενίσχυση του ΚΚΕ παντού σημαίνει ενίσχυση της δύναμης που κατατίθεται στην πιο αποφασιστική ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, της λαϊκής αντιπολίτευσης, ακόμα και από τη θέση της δημοτικής αρχής στα όργανα Τοπικής Διοίκησης, σημαίνει μεγαλύτερα μέσα για την αποκάλυψη των αντιλαϊκών σχεδιασμών, για την ενδυνάμωση της φωνής του εργατικού - λαϊκού κινήματος... Η στάση των κομμάτων απέναντι στο δίλημμα σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες ή καπιταλιστική κερδοφορία θα πρέπει να γίνει κριτήριο ψήφου για ένα σημαντικό τμήμα των νέων που προέρχονται από εργατικά - λαϊκά στρώματα, απορρίπτοντας τη λογική του μικρότερου κακού. (...)

Οι ανάγκες της νέας γενιάς δεν «χωράνε» στο καπιταλιστικό σύστημα

Παίρνοντας το λόγο η Ζωή Χαχάμη, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ, είπε μεταξύ άλλων:

«Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο που προσφέρει τεράστιες δυνατότητες. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην τεχνολογία, στην επιστήμη, έχουν εκσυγχρονιστεί τα μέσα που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος στη δουλειά και τη ζωή του. Αρκεί να δούμε την αλματώδη εξέλιξη στα μέσα τηλεπικοινωνίας, ηλεκτρονικών υπολογιστών, μέσων μεταφοράς, την εισαγωγή της ρομποτικής τεχνολογίας στην παραγωγή (...)

Η λογική λέει πως μέσα σε αυτήν την έκρηξη δυνατοτήτων που συντελούνται στην κοινωνία θα ήταν φυσιολογικό να δουλεύουμε όλοι, λιγότερο κοπιαστικά, πιο δημιουργικά, να έχουμε ελεύθερο χρόνο για ψυχαγωγία, αθλητισμό. Η καπιταλιστική πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική: Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιστημών οδηγεί στην αύξηση της ανεργίας, από τη μια, και στην εντατικοποίηση της εργασίας γι' αυτούς που παραμένουν στη δουλειά, από την άλλη. Ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι η ικανότητα του ανθρώπου να εργάζεται στον καπιταλισμό λογίζεται ως εμπόρευμα, οπότε το κεφάλαιο την αξιοποιεί όσο το δυνατόν πιο "οικονομικά για το ίδιο" εντείνοντας με αυτόν τον τρόπο την εκμετάλλευση συνολικά των εργαζομένων (...)

Το παιχνίδι της χειραγώγησης από μεριάς του συστήματος και των αστικών κομμάτων του είναι γνωστό: Μπροστά στις αγωνίες, στα άγχη και τα ερωτήματα των νέων που αφορούν στο πώς θα ζήσουμε καλύτερα, απαντά μονότονα το ίδιο: Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, να γίνεις πιο ανταγωνιστικός, πιο ευέλικτος. Κάλπικες διέξοδοι που οδηγούν στο δρόμο που μας έφερε μέχρι εδώ. Μην ξεχνάμε πως η ανταγωνιστικότητα και η "ευελιξία" των εργαζομένων ενισχύθηκαν κατακόρυφα τα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης. Τι έμεινε από αυτό; Κακοπληρωμένη προσωρινή δουλειά για τους νέους - περισσότερα κέρδη και "όροι για επενδύσεις" στο κεφάλαιο.

Η χειροτέρευση των όρων δουλειάς, μόρφωσης, ζωής και διαβίωσης των νέων δεν γίνεται "γενικά" στο σημερινό σύστημα. Τους ορίζουν, τους προωθούν μέσα από νόμους το αστικό κράτος, η πολιτική των κομμάτων της εκάστοτε κυβέρνησης, η στήριξη και η ανοχή των κομμάτων του συστήματος που βρίσκονται στην αντιπολίτευση.

Το νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν αντιμετωπίζει τα υπαρκτά προβλήματα του Λυκείου αλλά οδηγεί σε παραπέρα χτύπημα των μορφωτικών δικαιωμάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση μέσα από την υποβάθμιση της γενικής παιδείας, την προώθηση της Τεχνικοεπαγγελματικής Εκπαίδευσης, την ενίσχυση του Λυκείου - εξεταστικού κέντρου (...)

Το ξεκοκάλισμα των κρατικών προϋπολογισμών από μεγαλοεργολάβους στη φοιτητική μέριμνα, η κατεύθυνση να πετάγονται αναγκαία μαθήματα για τη γνώση του αντικειμένου εκτός σπουδών και να μεταφέρονται στα μεταπτυχιακά με δίδακτρα - όπως γίνεται στην πλειοψηφία των σχολών, ιδιαίτερα αφότου η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ γενίκευσε τα δίδακτρα - δεν γίνονται επειδή το κράτος δεν μπορεί να καλύψει αυτές τις παροχές αλλά γιατί είναι κατεύθυνση η ανταποδοτική και η επιχειρηματική λειτουργία των Ιδρυμάτων (...)

Ακόμα και η μετανάστευση νέων επιστημόνων στο εξωτερικό μπορεί να οφείλεται στα αδιέξοδα που βρίσκει μεγάλο τμήμα υψηλά ειδικευμένου δυναμικού για να βρει δουλειά στον τόπο του, προωθείται όμως από τους νόμους και τις κατευθύνσεις της ΕΕ που υλοποιούν οι κυβερνήσεις ώστε να υπάρχει ένα "ευέλικτο" τμήμα επιστημόνων, έτοιμο να πάει από χώρα σε χώρα, για να καλύψει τις ανάγκες του κεφαλαίου.

Συχνά πολλοί νέοι προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την παραπάνω κατάσταση λένε ότι το κράτος μας είναι ανίκανο, διεφθαρμένο, δεν είμαστε σαν την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν δίνει κίνητρα κ.λπ.

Η αλήθεια είναι ότι το ελληνικό κράτος καθώς και τα υπόλοιπα στην Ευρώπη και στον κόσμο είναι ικανά στο βασικό σκοπό που έχουν: Να νομοθετούν, να προωθούν και να υλοποιούν κατευθύνσεις υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου (...)

Στην αντικαπιταλιστική πάλη η διέξοδος για το λαό και τη νεολαία

Κάθε νέος που έχει όνειρα, φιλοδοξίες και απαιτήσεις από τη ζωή του δεν έχει άλλο δρόμο από το να συνδέσει την προσωπική προσπάθεια που κάνει στο σχολείο, στη σχολή και τη δουλειά με τον οργανωμένο, συλλογικό αγώνα διεκδίκησης και σύγκρουσης με το σημερινό σύστημα, τον καπιταλισμό.

Κάνοντας κριτήριο τις δικές του ανάγκες να παλέψει για ένα κράτος που μπορεί να τις ικανοποιήσει, να στηρίξει την ανάπτυξη προς όφελος του λαού, να εξασφαλίσει τη φιλία και την ειρήνη των λαών (...)

Αυτό το κράτος υπήρχε και πέτυχε. Και δεν είναι το κράτος της καπιταλιστικής Γερμανίας ή άλλων ευρωπαϊκών χωρών που μας τα παρουσιάζουν ως αυτά που φροντίζουν τους πολίτες τους. Τα 5 εκατ. εργαζομένων με μερική απασχόληση, τα 2,1 εκατ. με mini jobs, το 1 εκατ. ενοικιαζόμενοι, το 21% των παιδιών που ζουν σε συνθήκες μόνιμης φτώχειας είναι μόνο κάποια από τα στοιχεία που συνειδητά αποκρύβουν και αποτυπώνουν πού στηρίζεται η ισχύς του γερμανικού κράτους.

Το κράτος που πέτυχε είναι το εργατικό, τόσο στην ΕΣΣΔ όσο και στις άλλες χώρες που προσπάθησαν να οικοδομήσουν σοσιαλισμό για πρώτη φορά. Πέτυχε να εξαφανίσει την ανεργία, να μορφώσει με υψηλού επιπέδου προδιαγραφές το σύνολο του λαού, να παράσχει υψηλού επιπέδου για την εποχή Υγεία σε όλους, να βγάλει μεγάλα μυαλά επιστημόνων, να αναπτύξει σημαντικές και πολλές καινοτομίες στην τεχνολογία (...)

Αυτό κρύβουν και οι δεκάδες καθηγητές πανεπιστημίου, όπως και πολιτικές δυνάμεις που υπερασπίζονται το σημερινό σύστημα, που έχουν κάνει επιστήμη τη συκοφάντηση του σοσιαλισμού (...) Την ίδια ώρα, τη σήψη του καπιταλιστικού κράτους την ονομάζουν παθογένειες που θα αντιμετωπιστούν, την ανικανότητά του να καλύψει τις λαϊκές ανάγκες τη φορτώνουν στο μείγμα πολιτικής που κάθε φορά ακολουθείται, τα εγκλήματα που συντελούνται, ως αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής, π.χ. πλημμύρες, πυρκαγιές, τα ανάγουν σε διάφορες προσωπικές ευθύνες που έχουν όλοι και τελικά κανένας.

Η αλήθεια είναι ότι το σημερινό σύστημα και το κράτος του είναι ανίκανα να εξασφαλίσουν τη ζωή που μπορούμε να έχουμε με βάση τις διαμορφωμένες δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν. Η σύγκρουση με το σημερινό βάρβαρο σύστημα είναι μονόδρομος για κάθε νέο που θέλει να ζήσει όπως του αξίζει.

Κάθε νέος και νέα έχει σήμερα επιλογή για να ζήσει καλύτερα. Να μπει στον αγώνα, δυναμώνοντας το σωματείο, το φοιτητικό σύλλογο, τη μαθητική κοινότητα, να διεκδικήσει τα σύγχρονα δικαιώματά του που μπορεί να έχει με βάση τις δυνατότητες της εποχής, κόντρα στα ψίχουλα που ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ πουλάνε, να αντιμετωπίσει νόμους, κυβερνήσεις, συμμαχίες που τσακίζουν τη ζωή του (...)

Ο λαός και η νεολαία έχουν τη δική τους δύναμη, το ΚΚΕ και την ΚΝΕ. Μαζί μπορούμε να τα καταφέρουμε. Μαζί να δώσουμε τη μάχη για τη ζωή που έχουμε ανάγκη, μαζί να ανοίξουμε δρόμο για την κοινωνία και την εξουσία που μπορεί να εξασφαλίσει την ανάπτυξη του λαού και της νεολαίας».

Η εργατική - λαϊκή εξουσία μπορεί να προστατεύσει την ανθρώπινη ζωή

Στη συζήτηση που ακολούθησε, οι συγκεντρωμένοι έθεσαν τα δικά τους ερωτήματα, όπως το πώς γίνεται η κυβέρνηση, το κράτος να αδιαφορούν για την επιβίωση των πολιτών, ή το πώς εξηγούνται οι διαφορές με άλλα κράτη (π.χ. Σουηδία, Γερμανία), μήπως ένα «πιο σύγχρονο κράτος» είναι πιο αποτελεσματικό. Ενδιαφέρον ήταν και το ερώτημα του τι θα μπορούσε να κάνει ένα εργατικό κράτος σε μια καταστροφή όπως στο Μάτι.

Ο Κ. Παπασταύρου, απαντώντας στις ερωτήσεις, ανέδειξε ότι το θέμα δεν είναι αν οι αστικές κυβερνήσεις θέλουν ή επιδιώκουν τις καταστροφές, αλλά το «τι μπορούν να κάνουν μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο, μέσα δηλαδή στο σύστημα όπου επικρατεί ως μοναδικό και βασικό κριτήριο η εξυπηρέτηση του καπιταλιστικού κέρδους». Σημείωσε επίσης ότι «στο σύστημα που ζούμε η οικονομική και πολιτική ανάπτυξη των κρατών γίνεται ανισόμετρα. Δεν έχει την ίδια δύναμη και τις ίδιες δυνατότητες το ελληνικό αστικό κράτος με το γερμανικό, το αμερικανικό ή το γαλλικό. Εχουν άλλα μεγέθη και άλλες δυνατότητες διαχείρισης ζητημάτων». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όσο πιο ισχυρό είναι ένα κράτος τόσο και πιο φιλολαϊκό γίνεται, το αντίθετο. Αναφέρθηκε σε μια σειρά από παραδείγματα από τα λεγόμενα «σύγχρονα κράτη», όπου σημειώθηκαν τεράστιες ανθρωπιστικές καταστροφές που θα μπορούσαν να αποφευχθούν (όπως με την οδογέφυρα στην Ιταλία, τον τυφώνα «Κατρίνα» στις ΗΠΑ κ.ά.), που αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει αστικό κράτος που να μπορεί να ικανοποιήσει τις λαϊκές ανάγκες.

Τέλος, υπογράμμισε ότι το κράτος των εργαζομένων, ακριβώς επειδή στηρίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία και έχει βγάλει από τη μέση το καπιταλιστικό κέρδος, δεν θα είχε κανένα εμπόδιο (από αυτά που βάζει π.χ. η εμπορευματοποίηση της γης) να πάρει όλα τα αναγκαία προληπτικά μέτρα για να μη συμβεί καταστροφή όπως στο Μάτι. Επίσης, θα είχε κάθε δυνατότητα να αξιοποιήσει ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει στο ζήτημα της πρόγνωσης των κινδύνων, αλλά και στη στελέχωση των υπηρεσιών πυρόσβεσης, στην εκπαίδευση του πληθυσμού κ.ά.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ