Μίλησε ο Αναστάσης Γκίκας, μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Αυτό το κομμάτι της Ιστορίας, η Ελληνική Επανάσταση, μπήκε στο περιεχόμενο των εκδηλώσεων του Διημέρου, μέσα από ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον workshop (εργαστήριο) για φοιτητές Τμημάτων Ιστορικών και Κοινωνικών Σπουδών, με ομιλητή τον Αναστάση Γκίκα, μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ. Στο επίκεντρο της συζήτησης τέθηκε το θέμα του χαρακτήρα της Επανάστασης του 1821 και των κινητήριων δυνάμεών της. Οι φοιτητές έκαναν ερωτήσεις σχετικές με τα όσα διδάσκονται στις σχολές τους για την Επανάσταση.
«Ηταν η Επανάσταση του '21 μια από τις πολλές κατά σειρά εξεγέρσεις των Ελλήνων κατά των Τούρκων; Οχι. Και εκεί είναι η ειδοποιός διαφορά», είπε χαρακτηριστικά ο Αν. Γκίκας, προσθέτοντας ότι υπήρχαν και άλλα ξεσπάσματα, αλλά «σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούσαν επανάσταση: Δηλαδή μια συνειδητή, οργανωμένη και με πρόγραμμα για την επόμενη μέρα ένοπλη εξέγερση, κοινωνικού ή εθνικοαπελευθερωτικού καν χαρακτήρα».
Θυμίζοντας ότι η ιστορία των κοινωνιών και της εξέλιξής τους είναι ιστορία ταξικών αγώνων, όπως έχουν δείξει ο Μαρξ και ο Ενγκελς, και ότι «η επανάσταση είναι η ανώτατη, η κορυφαία εκείνη εκδήλωση της βασικής αντίθεσης που ενυπάρχει σε όλες τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες», στη συνέχεια αναφέρθηκε αναλυτικά στην αστική τάξη, που ήταν η κινητήρια δύναμη της Επανάστασης, σημειώνοντας: «Στην πορεία του 17ου και 18ου αιώνα η ελληνόφωνη αστική τάξη, με αιχμή το εμπόριο και τη ναυτιλία, ανέπτυξε ιδιαίτερη δυναμική συσσωρεύοντας σημαντικό πλούτο και δύναμη» και αναφέρθηκε στους παράγοντες που συνέτειναν σε αυτό. «Οσο όμως η ελληνόφωνη αστική τάξη αναπτυσσόταν, τόσο πιο έντονοι - έως και ασφυκτικοί - γίνονταν οι περιορισμοί που αντικειμενικά έθεταν σε αυτή οι φεουδαρχικές δομές του κυρίαρχου κράτους, δηλαδή του οθωμανικού», πρόσθεσε και συνέχισε: «Επειδή η αντίθεση αυτή αναπτύχθηκε στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας, όπου η ίδια δεν ήταν εθνικά κυρίαρχη, η εν λόγω σύγκρουση έλαβε και εθνικοαπελευθερωτικά χαρακτηριστικά».
Εξετάζοντας το πώς φτάσαμε στο σημείο της επαναστατικής ρήξης, σημείωσε μεταξύ άλλων: «Κατά τα τέλη του 18ου αιώνα, η νεαρή ελληνόφωνη αστική τάξη, πέραν της οικονομικής δύναμης, οπλίστηκε επιπλέον με ιδεολογία και πολιτικό πρόγραμμα, που άντλησε από τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση. Ο ελληνικός Διαφωτισμός, όπως και ο ευρωπαϊκός, πρόβαλλε αστικές - φιλελεύθερες ιδέες (τότε προοδευτικές για την εποχή τους), όπως της ατομικής ελευθερίας, της ισότητας έναντι του νόμου, των "πολιτών" έναντι των υπηκόων, του ορθολογισμού έναντι της μεταφυσικής της Εκκλησίας κ.ο.κ. Οι ριζοσπαστικές αυτές ιδέες της κοινωνικής απελευθέρωσης, του αγώνα κατά του απολυταρχισμού για την αποτίναξη κάθε μορφής τυραννίας, διαπλέχθηκαν, οσμώθηκαν και εντέλει γίνανε εν πολλοίς ένα με το αίτημα για εθνική απελευθέρωση».
Ο Αν. Γκίκας αναφέρθηκε επίσης στην οργάνωση της Επανάστασης από την αστική τάξη, που ήταν στον πυρήνα της Φιλικής Εταιρίας, η οποία πρόβαλε, προώθησε και επέμεινε στην οργανωμένη επαναστατική πάλη, σε αντίθεση με άλλες αντιλήψεις της εποχής. «Η Φιλική Εταιρία προσανατόλισε τα λαϊκά στρώματα στο να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους, να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις και στη δική τους δράση, προκειμένου να προχωρήσει το έργο της εθνικής απελευθέρωσης», τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «ήταν εκείνη, η οποία, έχοντας κάνει την απαραίτητη προπαρασκευή, την κατάλληλη στιγμή κινητοποιήθηκε, με σχέδιο, πυροδοτώντας την ταυτόχρονη εξέγερση από τον Μοριά έως τη Μολδοβλαχία».
Επίσης, τόνισε και ανέλυσε ότι η στάση των κοινωνικών δυνάμεων της εποχής - ακόμα και τμημάτων της αστικής τάξης - δεν ήταν ενιαία, με κάποιες να αμφιταλαντεύονται και κάποιες να κρατούν ακόμη και στάση ανοιχτά εχθρική προς την Επανάσταση, στάση που εδραζόταν σε συγκεκριμένους υλικούς παράγοντες. Στο πλαίσιο αυτό, μίλησε αναλυτικά για τον ρόλο της Εκκλησίας, τον αφορισμό της Επανάστασης από το Πατριαρχείο, αλλά και σημαντικό μέρος μετείχε ενεργά στην Επανάσταση. Αναφέρθηκε στις αντίστοιχες διαφοροποιήσεις που υπήρχαν στους Φαναριώτες, πολλοί από τους οποίους μετείχαν σε υψηλά πόστα στην οθωμανική διοίκηση, αλλά και στους κοτζαμπάσηδες, το κατώτερο τμήμα της οθωμανικής διοικητικής ιεραρχίας, που είχαν και προνόμια συνυφασμένα με το υπάρχον οθωμανικό καθεστώς, αλλά είχαν και υλικό συμφέρον από την ανατροπή του.
«Αυτοί βέβαια που επάνδρωσαν τον κύριο όγκο των μάχιμων δυνάμεων της επανάστασης, δεν ήταν άλλοι από τη φτωχή αγροτιά, την κλεφτουριά, τους ναυτικούς, τους τεχνίτες κ.ά. προερχόμενους από τα λαϊκά - αλλά και μικροαστικά - στρώματα της πόλης και της υπαίθρου», σημείωσε.
Και ένα αφιέρωμα στο πολιτικό τραγούδι μπορεί να είναι «ένα ωραίο ταξίδι», όπως είπε η Ρίτα Αντωνοπούλου, και δίκαια να αρχίζει με τραγούδια σε ποίηση του Νίκου Καββαδία, του ποιητή που μας προτρέπει να κατακτήσουμε το αδύνατο «χορεύοντας πάνω στο φτερό του καρχαρία», και φυσικά με την υπέροχη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου.
Στο ξεκίνημα της συναυλίας, η Ρίτα Αντωνοπούλου παρουσίασε τους σπουδαίους μουσικούς που πλαισίωναν τη σκηνή, τον Θύμιο Παπαδόπουλο, τον Σταύρο Καβαλιεράτο και τον Μανόλη Ανδρουλιδάκη.
Από τον «Σταυρό του Νότου» και το «Καραντί» περάσαμε στην ιστορία του «Κεμάλ», γιατί... «με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»!
Σύγχρονα τραγούδια, όπως τα «Διόδια», και μελωδίες παλιές και νέες, πάντα όμως αγαπημένες. Από μια «Ομορφη πόλη», στην «ομορφιά του κόσμου» που «πώς να τη σωπάσω μέσα μου», και «στ' άστρο του κόσμου μες απ' τα μάτια ενός πιτσιρικά» ή μέσα απ' τα μάτια του Κυρ - Μέντιου, που φωνάζει να μη «σκοτώνονται οι λαοί για τ' αφέντη το φαΐ». Ο «Μικρόκοσμος», «Το τραγούδι του Σεβάχ του Θαλασσινού», «Καραγκιόζης», «Κάποτε θα 'ρθουν να σου πουν» και τόσα άλλα...
Μετά το τέλος της συναυλίας ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, συνεχάρη τους καλλιτέχνες.
Οι εκδηλώσεις του Σαββάτου είχαν αρχίσει νωρίτερα το βράδυ με μια παρουσίαση τοπικών παραδοσιακών χωρών από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Καρπενησίου, ενώ μετά τη συναυλία τη σκυτάλη πήρε το Συγκρότημα της Οργάνωσης Περιοχής Δυτικής Ελλάδας της ΚΝΕ, αρχίζοντας ένα ακόμη γλέντι που θα διαρκούσε πολύ περισσότερο αν δεν το εμπόδιζε η διαρκής βροχή.
Αφού ευχαρίστησε την ΚΝΕ για την πρόσκληση, τόνισε ότι «για εμάς είναι πολύ σημαντική η μελέτη και η ανάλυση της Ιστορίας, προκειμένου να εξάγουμε από αυτήν συμπεράσματα που είναι πολύτιμα στο παρόν», και υπό αυτήν την έννοια μίλησε για τον Ισπανικό Εμφύλιο κατά την περίοδο 1936 - 1939, σημειώνοντας:
«Αρχικά, θα πρέπει να ορίσουμε τον πόλεμο στην Ισπανία ως τη σύγκρουση της εργατικής τάξης και της αγροτιάς ενάντια στο πιο αντιδραστικό τμήμα των καπιταλιστών, οι οποίοι, μπροστά στο φόβο που τους ξυπνούσε η ανάπτυξη της οργάνωσης της εργατικής τάξης και η πιθανότητα μιας σοσιαλιστικής επανάστασης στη χώρα, οργάνωσαν στρατιωτικό πραξικόπημα με τη στήριξη των διαφόρων φασιστικών οργανώσεων που υπήρχαν εκείνη την περίοδο στην Ισπανία. Σε ένα πρώτο στάδιο, η μεγάλη πλειονότητα του ρεπουμπλικανικού στρατού συντάχθηκε με το πραξικόπημα, ωστόσο η άμεση κινητοποίηση των συνδικάτων και του Κομμουνιστικού Κόμματος κατάφεραν να καταστείλουν το πραξικόπημα σε πολλές από τις βασικές ισπανικές περιφέρειες και πόλεις. Αυτή η αντίδραση από τις εργατικές και λαϊκές μάζες υπερέβη κατά πολύ τη ρεπουμπλικανική κυβέρνηση, η οποία στην αρχή προσπάθησε ακόμη και να τις εμποδίσει να πάρουν τα όπλα για να υπερασπιστούν την ίδια τη δημοκρατία.
Κατά τα πρώτα στάδια του πολέμου, το 5ο Σύνταγμα του Δημοκρατικού Στρατού Ισπανίας ξεχώρισε ως η πιο πειθαρχημένη και αποτελεσματική δύναμη. Δημιουργήθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα και συμμετείχε σε αυτό ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, που ήταν οργανωμένη πολιτικά μέσα και γύρω από την Ενωμένη Σοσιαλιστική Νεολαία. Η νεολαία αυτή σχηματίστηκε από την ένωση της Κομμουνιστικής Νεολαίας και της Σοσιαλιστικής Νεολαίας σε μία ενιαία οργάνωση, λόγω του στόχου να δημιουργηθεί ένα ενιαίο εργατικό κόμμα που θα μάχεται ενάντια στην άνοδο του φασισμού και θα παλεύει για το σοσιαλισμό. Ωστόσο, σύντομα αποδείχθηκε ότι η ηγεσία του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE) δεν συμμεριζόταν αυτόν το στόχο και κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου μέρους της σύγκρουσης εφάρμοσαν μια πολιτική κατευνασμού απέναντι στο φασιστικό στρατόπεδο, όπως έκαναν και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις μπροστά στην άνοδο του γερμανικού φασισμού, και βεβαίως με το ίδιο αποτέλεσμα: Την ήττα. Σήμερα, οι κομμουνιστές στην Ισπανία μπορούμε να πούμε πως η επιδίωξη ενότητας με τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις ήταν και είναι λανθασμένη.
Σε διεθνές επίπεδο, τα μόνα έθνη που προσέφεραν τη βοήθειά τους στην Ισπανική Δημοκρατία ήταν η Σοβιετική Ενωση και το Μεξικό, ενώ οι φασιστικές και αντιδραστικές δυνάμεις (Ιταλία, Γερμανία, Πορτογαλία κ.ά.) συνεργάζονταν ενεργά με τον ισπανικό φασισμό και οι υποτιθέμενες δημοκρατίες που πλαισίωναν την Κοινωνία των Εθνών προωθούσαν έναν εγκληματικό οικονομικό αποκλεισμό εναντίον της χώρας μας».
Αναφέρθηκε επίσης στις Διεθνείς Ταξιαρχίες, όπου χιλιάδες άνθρωποι κατέφθασαν στην Ισπανία από όλες τις μεριές του κόσμου για να πολεμήσουν εναντίον του φασισμού, καθώς και στην παρουσία εκατοντάδων Ελλήνων μαχητών σε αυτές, και έκλεισε απευθύνοντας στην ΚΝΕ θερμό χαιρετισμό και φωνάζοντας: «Ζήτω η Κομμουνιστική Νεολαία! Ζήτω ο προλεταριακός διεθνισμός!».
Με τις καλύτερες εντυπώσεις αναχώρησαν από την Ευρυτανία οι χιλιάδες νέοι και νέες κατασκηνωτές του 28ου Αντιιμπεριαλιστικού Διημέρου της ΚΝΕ. Ηταν άλλο ένα Διήμερο της ΚΝΕ υποδειγματικό, τόσο γεμάτο σε περιεχόμενο και δραστηριότητες, τόσο γεμάτο παλμό και δύναμη, με τη μεγάλη συγκέντρωση που έγινε το Σάββατο στο Καρπενήσι, τόσο γεμάτο συγκινήσεις, με τους μαχητές και τις μαχήτριες του ΔΣΕ που βρέθηκαν μαζί με τους νέους και τις νέες της ΚΝΕ, τόσο απολαυστικό μέσα στην υπέροχη φύση στις πλαγιές κάτω από το Βελούχι, με τις συναυλίες και τα γλέντια του, με τη συντροφικότητά του με όλη τη σημασία της λέξης!
Με τις καλύτερες εντυπώσεις όμως άφησε και τους κατοίκους της περιοχής, αφού όπως γνωρίζει και πάντα κάνει η ΚΝΕ, προχώρησε σε όλες τις δραστηριότητες του Διημέρου με οργάνωση και πειθαρχία, με σεβασμό στο χώρο και στους ανθρώπους του, με υποδειγματική συνεργασία με τους εργαζόμενους που συνέδραμαν στις απαιτούμενες εργασίες του Διημέρου, άφησε πεντακάθαρο το Πάρκο του Κεφαλόβρυσου και την πλατεία του Καρπενησίου, αποσπώντας εγκωμιαστικά σχόλια από κατοίκους, από τις τοπικές αρχές, ακόμα και από τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, που έκαναν σχετικά ρεπορτάζ με λόγια του τύπου «συγχαρητήρια, αυτό θα πει παιδεία»!