Η αλήθεια, όμως, είναι πολύ διαφορετική, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τις μελέτες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Η δαπάνη των 2 τρισ. δραχμών είναι υπαρκτή, αλλά δεν κατευθύνεται στο έλλειμμα της Κοινωνικής Ασφάλισης. Από το ποσό αυτό, τα 935 δισ. δραχμές είναι οι συντάξεις, που είναι υποχρεωμένο να καταβάλλει το δημόσιο, είτε ως εργοδότης των δημοσίων υπαλλήλων, είτε στη βάση άλλων νόμων και διατάξεων (πολιτικοί, στρατιωτικοί, αστυνομικοί, βουλευτές, πρόεδροι κοινοτήτων, συνταξιούχοι, κλπ.). Τα 482 δισ. δραχμές αφορούν στις βασικές συντάξεις του ΟΓΑ, τα 145 δισ. αφορούν στην κάλυψη των ελλειμμάτων του ΝΑΤ και μόλις τα 434 δισ. δραχμές είναι η επιχορήγηση προς τα λοιπά Ταμεία. Και να σκεφθείτε, ότι στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται και το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το γνωστό ΕΚΑΣ, το οποίο αποτελεί προνοιακό επίδομα.
Η αλήθεια, όμως, δε σταματά στα παραπάνω στοιχεία. Σύμφωνα με τις ίδιες μελέτες, το κράτος δεν αποδίδει κάθε χρόνο στα ασφαλιστικά ταμεία, ούτε καν τα ποσά, που θεσμοθέτησε ο αντιασφαλιστικός νόμος Σιούφα - τον οποίο το ΠΑΣΟΚ υποσχόταν τότε να καταργήσει, αλλά μετά τον εφάρμοσε και τον εφαρμόζει μέχρι σήμερα. Μόνο για το έτος 2000 και για τα ασφαλιστικά ταμεία του ιδιωτικού τομέα (πλην δημοσίου και ΟΓΑ) το εισφοροδιαφεύγον κράτος δεν απέδωσε 214,1 περίπου δισεκ. δραχμές, ενώ για όλη την περίοδο, από το 1993 και μετά, το μη αποδιδόμενο ποσό φτάνει τα 722 δισεκ. δραχμές περίπου.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι το δημόσιο κατέβαλε εργοδοτική εισφορά στην επικουρική ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων, για πρώτη φορά το 1993 και μόνο για τους «νέους» ασφαλισμένους (όσοι προσλήφθηκαν μετά την 1.1.93), ενώ για τους «παλαιούς» άρχισε να πληρώνει σταδιακά, μόλις το 2000. Ως εκ τούτου, το ΤΕΑΔΥ (Ταμείο Αρωγής) έχασε από το 1974 μέχρι το 2000 πόρους, ύψους 1,2 τρισεκ. δραχμών. Αλλα 15 τουλάχιστον τρισεκατομμύρια δραχμές έχασαν τα ασφαλιστικά ταμεία, από το 1974 και μέχρι σήμερα, μόνο και μόνο από την όχι προς όφελός τους αξιοποίηση των κεφαλαιακών διαθεσίμων τους (τα... αξιοποιούσαν οι τράπεζες) και την επιβάρυνση από την κάθε λογής κοινωνική (διάβαζε: ψηφοθηρική) πολιτική των κυβερνήσεων.
Ολα τα παραπάνω στοιχεία, βέβαια, αποτελούν ένα μόνο μέρος της τεράστιας και πολύχρονης λεηλασίας των ασφαλιστικών ταμείων από τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και το μεγάλο κεφάλαιο. Η πραγματική έκτασή της είναι πολύ μεγαλύτερη και, ίσως, ανυπολόγιστη. Ετσι ή αλλιώς, όμως και - έστω - για όση έκταση έχει γίνει γνωστή, μπαίνει το θέμα της επιστροφής των κλεμμένων. Το έθεσαν και το θέτουν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι, με τις μεγάλες απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις τους. Το θέτει, επίσης, η στοιχειώδης λογική και νομιμότητα. Δε βλέπουμε, όμως, να το θέτουν οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ στις προτάσεις τους και στα όσα είπαν στην προχτεσινή συνέντευξη Τύπου.
Και το ερώτημα είναι γιατί; Εχουν, έστω και την ελάχιστη δικαιολογία, το παραμικρό επιχείρημα, για τη σιωπηρή εγκατάλειψη - απ' ό,τι φαίνεται - του πολύχρονου και βασικού αυτού αιτήματος του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος; Και, τέλος πάντων, γιατί δεν ξεκαθαρίζουν τις θέσεις τους, απέναντι στους εργαζόμενους;
Οι αφέντες
μόνοι τους, λαέ:
ποτέ δε δίνουν
κάτι,
αντίθετα
τον ίδρωτα
σου κλέβουν
με απάτη,
έτσι συμβαίνει,
δυστυχώς,
αιώνες
και αιώνες
κι αν πήρες
κάτι απ' αυτούς,
το κέρδισες
μ' αγώνες.
* * *
Οι αφέντες
νιώσε το, λαέ,
οίκτο δεν έχουν
δράμι
και δίνουν μόνο
αν σε δουν
μπροστά τους
σαν ποτάμι,
γι' αυτό
στους δρόμους,
αύριο, όλες
οι «κάτω» τάξεις,
οι αφέντες
δίνουν μοναχά
ό,τι
θα τους αρπάξεις!