ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 18 Μάρτη 2021
Σελ. /24
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το μέλος της ΚΝΕ ως φορέας της σοσιαλιστικής προοπτικής

Συμφωνώ με το πρώτο κείμενο των Θέσεων. Με βάση το κείμενο, «το κεντρικό ζήτημα επεξεργασίας του 21ου Συνεδρίου είναι να γίνει ακόμη πιο διακριτός, στις πλατιές λαϊκές δυνάμεις, ο ρόλος του ΚΚΕ ως ισχυρής οργανωμένης ιδεολογικο-πολιτικής εργατικής λαϊκής πρωτοπορίας, ως φορέας νέων ιδεών της επαναστατικής κοινωνικής προοπτικής, απάντησης στα μεγάλα ζωτικά προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί και απαιτούν επιτακτικά τη λύση τους στον 21 αιώνα».

Πώς αντιλαμβάνεται ένα κομματικό μέλος χρεωμένο στην ΚΝΕ ή ένα μέλος της ΚΝΕ ήδη από τα πρώτα του βήματα στην οργανωμένη ζωή τον «ρόλο» του, ως φορέα των ιδεών της επαναστατικής προοπτικής, ως απάντηση στα μεγάλα προβλήματα που απαιτούν λύση; Μας απασχολεί καθοδηγητικά όταν σχεδιάζουμε τη δράση μας, πώς θα παρέμβουμε σε έναν χώρο δουλειάς, σε ένα σχολείο, γειτονιά; Οταν συζητάμε για το πώς θα οικοδομήσουμε νέες ΟΒ και ΚΟΒ; Δεν είναι βέβαια ερωτήματα ρητορικής φύσης, αλλά προβληματισμοί για το επίπεδο του καθοδηγητικού μας προσανατολισμού καθώς και της καθοδηγητικής στήριξης και βοήθειας προς τα στελέχη και μέλη της ΚΝΕ.

Οσον αφορά το πώς αντιλαμβάνεται πολλές φορές τον ρόλο του ένα μέλος της ΚΝΕ. Συνήθως πριν οργανωθεί ένα παιδί, κάποιους από τους προβληματισμούς που θέτει, όχι κατά βάση αρνητικοί, είναι ότι «είναι μια σημαντική απόφαση», «ότι θα έχω περισσότερες ευθύνες από τώρα», εμπνευσμένο όμως ταυτόχρονα από τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού και τη σοσιαλιστική προοπτική.

Πώς αντιλαμβάνεται όμως τον «ρόλο» του μετά; Σίγουρα έχει μάθει και γνωρίζει περισσότερα πράγματα από πριν, συζητάει με άλλους όρους με τους φίλους του, όντως έχει αναλάβει και περισσότερες «ευθύνες», από το να δώσει τον πρώτο του «Οδηγητή», να βγει μπροστά στην οργάνωση της πάλης στο σχολείο του, έως το να στρατολογήσει τον καλύτερό του φίλο. Πώς το βοηθάμε όμως να κατανοήσει, καθοδηγητικά, τον εαυτό του, όχι αποσπασμένο από το σύνολο της ΟΒ και τη λειτουργία της, ως φορέα - κρίκο της επαναστατικής προοπτικής, σε μια αντεπαναστατική περίοδο, μεγάλης υποχώρησης του εργατικού - λαϊκού κινήματος; Το βοηθάμε; Σίγουρα δεν μπορούμε να απαντήσουμε με ένα ναι ή όχι, αλλά υπάρχουν ενδείξεις στη δουλειά μας που χρειάζεται να προσέξουμε καλύτερα.

Παραδείγματος χάριν, όταν συζητάμε για τους λόγους αποστράτευσης ενός μέλους της ΚΝΕ, κάποιοι από αυτούς είναι οι πιέσεις που δέχεται το μέλος μας από το οικογενειακό, φιλικό και εργασιακό του περιβάλλον, παρά το γεγονός ότι συμφωνεί με το Κόμμα. Αν κοιτάξουμε καλύτερα όμως κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις, εντοπίζουμε ότι είναι απογοητευμένοι που το καπιταλιστικό σύστημα όχι μόνο δεν αλλάζει, αλλά γίνεται χειρότερο και που η κοινωνία του σοσιαλισμού - κομμουνισμού δεν «έρχεται» τόσο γρήγορα όσο πίστευαν, δεν υποστηρίζεται από πολλούς, αλλά ταυτόχρονα λοιδορείται.

Παρά το γεγονός, λοιπόν, ότι κατανοούμε όχι μόνο από εννοιολογική σκοπιά, αλλά με βάση τις επεξεργασίες, Αποφάσεις, ντοκουμέντα που διαθέτουμε, ότι δρούμε σε περίοδο αντεπανάστασης, δεν υπολογίζουμε ή καλύτερα δεν λαμβάνουμε υπόψη ολοκληρωμένα το πώς επιδρούν οι συνθήκες αυτές στο σύνολο του δυναμικού μας σε καθημερινό επίπεδο. Μας «διαφεύγει» σταθερά, αν και έχει εντοπιστεί και συζητηθεί, ότι ένας άνθρωπος που ενθουσιάζεται με έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας, την ανωτερότητα αυτού καθώς και της προσφοράς του στην ανθρώπινη ιστορία, που βρίσκει απάντηση στα αδιέξοδα που βιώνει, ότι γρήγορα μπορεί να απογοητευτεί, μη βλέποντας άμεσα τη λύση, πρώτα για τη δική του ζωή. Δεν κατανοείται πλήρως με την έννοια της αφομοίωσης, ιδιαίτερα από τα πιο μικρά μας μέλη, τι σημαίνει περίοδος αντεπανάστασης και πώς επιδρά, ακριβώς γιατί και η επανάσταση και οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας και η ανατροπή αυτής και χρονολογικά είναι «μακριά» από τις ηλικίες τους.

Σαν συνέχεια λοιπόν, απαντώντας στο δεύτερο ερώτημα που τέθηκε εισηγητικά, τα ζητήματα αυτά έχουμε την ικανότητα να τα εντοπίζουμε, αλλά αποφεύγεται να γίνεται αντικείμενο συζήτησης στα όργανα, καθώς επικρατούν «λογικές» ότι μπορούμε να συζητήσουμε π.χ. για την πείρα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, μόνο ενόψει μαθημάτων, επετειακά. Αυτό είναι συνέπεια ότι αντιμετωπίζουμε την ιδεολογική δουλειά με μονομέρεια, ότι αφορά κάποιους συντρόφους, συνήθως τους πιο «διαβαστερούς» και όχι ως συστατικό στοιχείο της δράσης μας. Αντιλήψεις τέτοιου είδους αντανακλώνται στο πώς σχεδιάζουμε, συναντάται δυσκολία να σχεδιάσουμε τη δράση μιας ΟΒ σε επίπεδο τριμήνου, χρόνου (και δεν γίνεται αναφορά σε ημερομηνίες αλλά στο πώς σκεφτόμαστε να παρέμβουμε στον χώρο ευθύνης μας, να οικοδομήσουμε δεσμούς με κόσμο, να αναπτυχθούμε οργανωτικά).

Πρέπει καλύτερα να γίνει αντιληπτό και μέσω της συζήτησης στα όργανα και αναβάθμισης αυτής, ότι αυτά τα θέματα συζήτησης δεν είναι για κάποια «άλλη στιγμή», αλλά για το τώρα, είναι αναπόσπαστα στοιχεία της παρέμβασής μας, της κατανόησης των τωρινών συνθηκών που δρούμε, της διεξόδου που προτείνουμε. Γιατί και η λογική της «άλλης στιγμής» που συναντιέται στα όργανα με αυτόν τον τρόπο, έχει και ως αποτέλεσμα να κατανοείται από το δυναμικό μας ότι η συζήτηση γα τη σοσιαλιστική προοπτική είναι για κάποια άλλη «στιγμή» και όχι τώρα, άρα και το μέλος μας ως φορέας αυτής της προοπτικής μπορεί να γίνει πραγματικά χρήσιμος, σε κάποια άλλη «στιγμή» και όχι τώρα «που όλα μοιάζουν στάσιμα, ο κόσμος ασχολείται με άλλα πράγματα». Προφανώς ο συλλογισμός είναι απλουστευμένος, αλλά μπορούμε να κατανοήσουμε στα πολλά κανάλια που μπορούμε να οδηγηθούμε, όταν απορροφόμαστε από τις εξελίξεις, την καθημερινότητα.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σημειώσω πως σίγουρα μας απασχολεί το ζήτημα που θέτουν οι Θέσεις, το ότι «αποφασιστικός παράγοντας για την προώθηση της στρατηγικής μας, μέσα από την καθημερινή δράση είναι να ενισχυθεί το ιδεολογικό στοιχείο στην εσωκομματική και ΚΝίτικη λειτουργία των καθοδηγητικών οργάνων». Και πιο συγκεκριμένα πώς θα κατακτηθεί αυτό ως σταθερός τρόπος δουλειάς ιδιαίτερα στις μικρότερες ηλικίες της ΚΝΕ. Προκύπτει ότι και τα κομματικά μέλη χρεωμένα στην καθοδήγηση Οργανώσεων και Τομέων δουλειάς της ΚΝΕ, χρειάζεται να ανεβάσουμε με πρωτοβουλία τον πήχη της καθημερινής μας δουλειάς, έτσι ώστε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις που θέτουν οι εξελίξεις και η ανάγκη της ολόπλευρης ισχυροποίησης της ΚΝΕ.


Ελένη Παπαδοπούλου
Μέλος Κ.Ε.Ο.Ε του Κ.Σ της ΚΝΕ, Γραμματέας της ΤΟ Δήμου ΘεσσαλονίκηςΟ.Π Κεντρικής Μακεδονίας.

Για το τρίτο κείμενο των Θέσεων

Το τρίτο κείμενο των Θέσεων σωστά παρουσιάζει τις βασικές εξελίξεις της ταξικής διάρθρωσης στην Ελλάδα και τις μεταβολές οι οποίες έχουν συντελεστεί την προηγούμενη περίοδο σε συνάρτηση με την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα. Το Κόμμα σωστά προσανατόλισε την δουλειά στην εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα.

To συνδικαλιστικό κίνημα συνέχισε και το προηγούμενο διάστημα την πορεία υποχώρησης και ενσωμάτωσής του. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η δράση του ΠΑΜΕ και των σωματείων που συσπειρώνονται σ' αυτό και έδωσαν μάχες για την υπεράσπιση των εργατικών δικαιωμάτων, κόντρα στη λογική της ηττοπάθειας και της κοινωνικής ειρήνης. Ακόμα και μέσα στις συνθήκες της πανδημίας, το ΠΑΜΕ και οι κομμουνιστές πρωτοστάτησαν σε όλες τις κινητοποιήσεις για τη διεκδίκηση, κόντρα στη λογική της ΓΣΕΕ, που δεν μπορεί πλέον να συσπειρώσει την εργατική τάξη, παρά μόνο να τη χρησιμοποιεί για να αναπαράγεται στην ηγεσία της, δημιουργώντας αντιπροσώπους για τις εκλογές των σωματείων.

Παρά τη δουλειά του Κόμματος, που έχει φέρει ορισμένα θετικά αποτελέσματα, δεν άλλαξε το γεγονός ότι οι βασικές δευτεροβάθμιες οργανώσεις του συνδικαλιστικού κινήματος παραμένουν στα χέρια του εργοδοτικού συνδικαλισμού, που βέβαια ο ρόλος του έχει αποκαλυφθεί στην εργατική τάξη, αλλά διατηρεί τον μηχανισμό παραγωγής αντιπροσώπων για την εκλογή στα συνέδρια.

Είναι γεγονός ότι παρά την πτώση του ΠΑΣΟΚ σε εκλογικό επίπεδο, η ΠΑΣΚΕ διατηρεί ακέραιες τις δυνάμεις της, στηρίζεται όμως στους μηχανισμούς των πρώην ΔΕΚΟ και των δημοσίων υπαλλήλων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά την εκλογική του άνοδο, δεν κατάφερε να δημιουργήσει κάποια μαζική παράταξη στο συνδικαλιστικό κίνημα, δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι η εκλογική του άνοδος σημειώθηκε από την εισροή συνδικαλιστικών στελεχών της ΠΑΣΚΕ. Συνεχίζει άλλωστε να δημιουργεί αντι-ΠΑΜΕ ψηφοδέλτια και να λειτουργεί ως άλλοθι στους σχεδιασμούς του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Στον οπορτουνιστικό χώρο εντείνονται οι διεργασίες για τη δημιουργία διακριτού πόλου, αλλά συνεχίζουν να κατεβαίνουν σε ψηφοδέλτια με άλλες δυνάμεις όταν απειλούνται από το ΠΑΜΕ. Συνεχίζουν πάντως να έχουν μια παρουσία στους εκπαιδευτικούς και σε σωματεία του Δημοσίου, όπου κυριαρχεί η λογική της λύσης στο πρόβλημα, χωρίς να βάζουν άλλη προοπτική.

Η επίδραση των αντεπαναστατικών ανατροπών, η απογοήτευση που έφερε σε ένα τμήμα των εργαζομένων η κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και η κυριαρχία του εργοδοτικού συνδικαλισμού οδήγησαν σε μείωση του κύρους και της αποτελεσματικότητας δράσης των σωματείων. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας οδηγεί να υποτιμούμε τους εργατικούς αγώνες και τις ανόδους της ταξικής πάλης. Στη χώρα μας υπάρχει η σημαντικότερη κατάκτηση, που είναι το ΠΑΜΕ, που με τη δράση του έχει ξεχωρίσει και αποτελεί πόλο συσπείρωσης της εργατικής τάξης. Η δουλειά μας το επόμενο διάστημα είναι σωστό να επικεντρωθεί εκεί όπου δεν υπάρχει συνδικαλιστική εκπροσώπηση των εργαζομένων, στους κλάδους εκείνους όπου η συνδικαλιστική δουλειά έχει μείνει πίσω. Είναι ο κλάδος του Επισιτισμού - Τουρισμού και των Τροφίμων, που δέχτηκε το μεγαλύτερο πλήγμα από την πανδημία, αποτελεί έναν από τους κλάδους με μεγάλη συγκέντρωση εργαζομένων, ιδιαίτερα από νέους και γυναίκες, και τα τελευταία αποτελεί πεδίο μεγάλων επενδύσεων και ανταγωνισμού του μεγάλου κεφαλαίου. Υπάρχουν περιοχές όπου η συνδικαλιστική κάλυψη είναι πολύ χαμηλή, επειδή δεν υπήρχε παράδοση εκεί τα προηγούμενα χρόνια. Επίσης ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια, οι εργασιακές σχέσεις εκεί είναι ελαστικές και είναι κλάδος έντασης της πάλης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.

Πολλές φορές στην καθημερινή κομματική δραστηριότητα, ιδιαίτερα εκεί όπου δεν υπάρχουν ΚΟΒ σε χώρους δουλειάς, αμελούμε την οργάνωση των εργαζομένων στα συνδικάτα και δεν τη συνδέουμε με την κομματική οικοδόμηση. Αφήνουμε έτσι τον ταξικό αντίπαλο να «παίζει μπάλα» μόνος του και να διαμορφώνει συνειδήσεις, και όταν φτάνουν οι δυνάμεις μας εκεί είναι αργά. Γι' αυτό πρέπει και οι εδαφικές ΚΟΒ να προσανατολίζουν τη δράση τους στους χώρους δουλειάς της περιοχής τους, έστω κι αν δεν έχουμε δυνάμεις.

Η Απόφαση της ΚΕ για τη δουλειά στο συνδικαλιστικό κίνημα, που δημοσιεύτηκε στην ΚΟΜΕΠ το προηγούμενο διάστημα, είναι αρκετά διαφωτιστική για τη δράση μας, αλλά δεν μελετήθηκε επαρκώς και δεν παρουσιάστηκε στις Οργανώσεις, παρά μόνο σε έναν στενό περίγυρο. Επίσης το άρθρο της συντρόφισσας Αλέκας Παπαρήγα για τη δράση των κομμουνιστών στα συνδικάτα είναι καλό να γίνει παρουσίασή του στις ΚΟΒ το επόμενο διάστημα και να αποτελέσει μέρος της αυτομόρφωσης.

Στο αγροτικό κίνημα η δράση μας δεν είναι πάντα ολοκληρωμένη. Εκεί που υπάρχουν δυνάμεις και έγιναν κινητοποιήσεις, δεν συνδυάστηκαν με ολόπλευρο άνοιγμα της οργάνωσης αλλά περιορίστηκαν στον περίγυρό μας και σε όσους ήρθαν κοντά μας. Οι αγροτικοί σύλλογοι θα πρέπει να αποτελούν κύτταρο οργάνωσης των μικρομεσαίων αγροτών σε όλα τα θέματα και να ανοίγουμε τη δουλειά μας ανεξαρτήτως κινητοποιήσεων ή σταθμών στο κίνημα. Υπάρχουν βέβαια λανθασμένες ακόμα αντιλήψεις και κυριαρχεί η λογική της ανάθεσης, που καλλιεργήθηκε από τις αστικές δυνάμεις τα προηγούμενα χρόνια. Στο χέρι μας είναι όμως, με συστηματική και σχεδιασμένη δουλειά, να αλλάξουμε αυτές τις αντιλήψεις, με σχέδιο και χαρτογράφηση του περίγυρού μας.

Η ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος και η χειραφέτηση της γυναίκας είναι προτεραιότητα για το Κόμμα μας, δεν έχουν γίνει όμως αποφασιστικά βήματα για το ξεπέρασμα αντιλήψεων περασμένων ετών, ιδιαίτερα στην επαρχία. Η δουλειά μας στους ΕΒΕ παραμένει αποσπασματική και πίσω από τις ανάγκες, ιδιαίτερα σε περιοχές με έντονη παρουσία αυτοαπασχολούμενων.

Στο επόμενο διάστημα πρέπει η ΚΕ να δώσει κατεύθυνση για ολοκληρωμένο σχεδιασμό της παρέμβασής μας κατά περιοχή και κατά κλάδο της οικονομίας, ώστε αυτό να εξειδικευτεί κατά περιοχές και ΚΟΒ, να γίνεται ολοκληρωμένη παρέμβαση από τις δυνάμεις μας το επόμενο διάστημα, μετά την πανδημία, όπου οι επιπτώσεις από τη νέα οικονομική κρίση θα είναι έντονες και θα υπάρχει αυξημένη δυσαρέσκεια στον κόσμο.

Η εργατική τάξη είναι ο φορέας της επαναστατικής ανατροπής στη χώρα μας. Οταν δημιουργηθούν και οι υποκειμενικές συνθήκες, για να μπορέσει να επιτελέσει το καθήκον της θα πρέπει να υπάρχει δυνατό ΚΚΕ, με ισχυρές Οργανώσεις στους βασικούς κλάδους της οικονομίας, και αυτό θα γίνει με σχεδιασμό, επαγρύπνηση και γνώση της κοσμοθεωρίας μας.


Γεώργιος Αμαργιανός
ΚΟΒ Ακτίου - Βόνιτσας

Το Κόμμα ως καθοδηγητής

Στο πρώτο κείμενο των θέσεων βασικό ζήτημα είναι «το Κόμμα ως καθοδηγητής» και σε αυτό θέλω να ξεχωρίσω κάποιες αναφορές:

Α. Το πολύπλευρο και διαρκές της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης σωστά εντοπίζεται ως μια ενότητα, με γενικό μορφωτικό αποτύπωμα που στηρίζεται στην ιστορική γνώση, στην πολιτιστική ταυτότητα, στην ιδεολογική - πολιτική ετοιμότητα, στη βαθιά εμπιστοσύνη στις λαϊκές μάζες, που πρέπει να πηγαίνει πάντα μαζί με το πιο βαθύ μας μίσος για ό,τι τις καθυστερεί. Αυτή η διαδικασία μπορεί να γίνει ολοκληρωμένα μόνο μέσα από την οργανωμένη ζωή. Αυτή και μόνο αυτή εξασφαλίζει τη συνεχή διάθεση για τριβή με τις μάζες, αυτή και μόνο αυτή μπορεί να γιατρεύει απογοητεύσεις και να ανατροφοδοτεί την κομμουνιστική συνείδηση, την απαιτούμενη όσο ποτέ άλλοτε ΑΝΤΟΧΗ.

Να σχεδιάζουμε λοιπόν την κομματική ζωή έχοντας στο μυαλό μας την ιδιαίτερη διαπάλη σε κάθε γειτονιά, σε κάθε μέτωπο, αλλά και για κάθε σύντροφο.

Είναι για προβληματισμό π.χ. η έλλειψη της εικόνας των κινήσεων των άλλων δυνάμεων, που αυτές όντως δρουν πολυεδρικά, συνδυαστικά και στη μορφή και στο περιεχόμενο, αθροιστικά - συμπληρωματικά η μία προς την άλλη.

Η αμηχανία μας σε θέματα πολιτιστικών - μορφωτικών δράσεων από κρατικούς φορείς ή και θεσμούς με δράση στην κοινότητα, όπως η Εκκλησία ή τα αθλητικά σωματεία.

Πρέπει να διανυθεί σύντομα η απόσταση με τους συντρόφους νέους γονείς που έχουν σύνθετους προβληματισμούς γύρω από την ανατροφή των παιδιών τους. Γι' αυτό είναι σημαντικό να συζητάμε για την ουσία των στρατηγικών επιλογών των αναδιαρθρώσεων στην Εκπαίδευση, να φωτίζονται καλύτερα οι μηχανισμοί και τα ιδεολογήματα της κυρίαρχης ιδεολογίας, η διαπάλη και τα αδιέξοδα της πολιτικής τους. Να δώσουμε χρόνο για άρθρα του «Ριζοσπάστη» και της ΚΟΜΕΠ, αλλά και των «Θεμάτων Παιδείας», για θέματα κοινωνικοποίησης (bullying, ναρκωτικά, ΜΚΔ), παιδαγωγικής μεθόδου και εργαλείων (ρεύματα στην Παιδαγωγική, ψηφιακά μέσα, τρόπο που διαβάζουμε κ.λπ.). Να γίνεται έτσι βαθιά κατανοητό ότι σε τελική ανάλυση αυτές οι πολιτικές δεν αντιπαλεύονται στο επίπεδο των ατομικών λύσεων, ότι για τον κομμουνιστή η φροντίδα για τη νέα γενιά είναι στην καρδιά τού σε τι κοινωνία θέλουμε να ζήσουν τα δικά μας παιδιά. Να μπορεί ο κάθε κομμουνιστής να διαπαιδαγωγεί με επαναστατικό τρόπο και ενθουσιασμό τα παιδιά του (σχέση θεωρίας και πράξης στην καθημερινότητα, συνεργασία και ενδιαφέρον, δικαίωμα και ευθύνη μέσα στην οικογένεια, συνεχής ανατροφοδότηση και αγάπη για την επιστημονική αλήθεια και συνειδητή αισιοδοξία, εργατικότητα κ.ά.).

Συχνά η ιδεολογική δουλειά «ίπταται» της κομματικής στιγμής. Ετσι, μπορεί τα γραφεία να συζητάνε για τη δυσκολία π.χ. να μπει σε κίνηση ο φορέας των ΕΒΕ, αλλά δεν εντοπίζεται αυτό ως πρόβλημα στη διαπάλη, ή αυτή γίνεται αντιληπτή με ένα τσιτάτο «έτσι είναι οι ΕΒΕ, μην τους λυπάσαι», και έτσι τα μέτρα που υιοθετούνται είναι μέτρα στενά οργανωτικά, που εξαντλούνται γρήγορα, χωρίς οι Κομματικές Ομάδες να έχουν καν τη δυνατότητα συμπερασμάτων, επανασχεδιασμού, κριτικής και αυτοκριτικής. Και αυτό εμπεδώνεται ως μία κανονικότητα.

Το ζητούμενο της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης είναι κρίσιμο για την ΚΝΕ και τη νεαρή κομματική μας επιρροή, που δεν έχει σαφή εικόνα του σοσιαλισμού του 20ού αιώνα, του ηρωικού αγώνα του 1940-'49, του διεθνούς κινήματος. Που ταυτίζουν τη στιγμιαία μορφή πάλης με τον αγώνα, και αυτό οδηγεί σε απογοητεύσεις. Είναι χαρακτηριστικό το αγκάθι «κατάληψη - μη κατάληψη», που εγκλωβίζει τις μαθητικές μας δυνάμεις σε απογοητεύσεις ή ανάγεται σε κριτήριο συμμαχίας - συμπάθειας ή μη με τους συμμαθητές τους.

Εδώ η πολύπλευρη, κομμουνιστική, διαρκής διαπαιδαγώγηση είναι ένα παζλ με πρώτο κομμάτι την απάντηση στο ερώτημα «τι έμαθαν τα παιδιά στο σχολείο και αν το έμαθαν». Ιδίως ο κομματικός καθοδηγητής πρέπει να ξέρει τι τάξη πάει κάθε μαθητής και τι Ιστορία κάνει, αν είναι καλός σε κάτι, πού έχει κλίση. Από εκεί θα μπορεί πιο αποτελεσματικά να ανοίγει δρόμο στη μελέτη του εξωσχολικού βιβλίου, στην παρακολούθηση της προοδευτικής Τέχνης, στην αγάπη για την επιστήμη, στη δημιουργικότητα του κάθε νεαρού μαθητή με βάση τα ενδιαφέροντά του. Θα βοηθάει να γίνεται κατανοητό ότι το δίκιο δεν είναι θέμα νόμων, ούτε ποσοστών. Θα δώσει τη μάχη να αποκατασταθεί η έννοια «δικαίωμα», που συνθλίβεται από τον μικροαστισμό του «δικαιώματος της αυτοπροβολής», κ.λπ.

Εχουμε καθήκον ως Κόμμα να βοηθήσουμε στην προσέγγιση των εργατόπαιδων - από τα γυμνάσια έως τα ΓΕΛ/ΕΠΑΛ - που είναι πιο μαγκιόρικα και με δυσκολία βρίσκουμε κοινή γλώσσα, και τα οποία έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τη συλλογική δράση και την ένταξη σε μια ιστορική συνέχεια με ηρωισμό, έχουν έμφυτα αντανακλαστικά στο δίκιο και στο άδικο, είναι εν δυνάμει λαϊκοί ηγέτες, αλλά διαλέγουν τυφλούς δρόμους για να το εκφράσουν. Πώς θα τα προσεγγίσουμε, πώς θα τους κρατήσουμε το ενδιαφέρον όταν η ορμή τους είναι πιο σαρωτική; Πώς δεν θα αισθάνονται παρίες επειδή δεν διαβάζουν ή δεν ξέρουν κλασική λογοτεχνία; Πώς θα δουν ότι μάγκας είναι αυτός που διακινεί τον «Οδηγητή» και όχι τον ...μπάφο;

Β. Η ανάγκη γενίκευσης της εμπειρίας.

Το κείμενο δίνει τον ορισμό: Η ικανότητα και η μεθοδολογία για την ανάδειξη ιδεολογικών και στρατηγικών πλευρών κάθε πολιτικού και μαζικού καθήκοντος. Να εκπαιδευτούμε σε αυτήν την ικανότητα βάζοντας ερωτήματα και ανατρέχοντας στη θεωρία μας, επιμένοντας στον δημιουργικό έλεγχο των στόχων και στη συζήτηση της πείρας. Οι βοηθητικές επιτροπές που πρέπει να φτιαχτούν, με αντίστοιχη διάταξη, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στο κομμάτι των επεξεργασιών, στην αποτύπωση της ανθρωπογεωγραφίας κάθε γειτονιάς. Κύριο όμως είναι η κουβέντα μέσα στα Οργανα. Μέσα σε αυτά θα λυθεί το πρόβλημα οι εξελίξεις στο κίνημα να μην έρχονται ως δελτία Τύπου, αλλά να γίνεται προσπάθεια να απαντηθεί το με τι συγκρουόμαστε, ποιο ιδεολόγημα, ποια στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου, ποιες δυνάμεις συγκεντρώνονται απέναντί μας και δίπλα μας. Τι πρωτοβουλίες και πότε πρέπει να παρθούν, ποιο σύνθημα και σχήμα «περπατά» στις γειτονιές, πώς το κάθε πλαίσιο πάλης και οι μορφές θα οξύνουν την αποκάλυψη και θα βοηθήσουν στη συγκέντρωση δυνάμεων, θα προτάσσουν τις σύγχρονες ανάγκες, θα ανεβάζουν το κλίμα αντίστασης.

Αυτοί είναι κάποιοι κρίκοι που πρέπει να είναι αδιάρρηκτοι ώστε να επιβεβαιώνεται καθημερινά στην πράξη το «Κόμμα παντός καιρού», ιδίως σε συνθήκες αντεπανάστασης, υποχώρησης του κινήματος, των δοσμένων συσχετισμών παγκοσμίως, αλλά και της επιθετικότητας του κεφαλαίου.


Κανέλλα Γεωργοπούλου
Μέλος του Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής Ανατολικών Συνοικιών της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Για τον ρόλο των Τομεακών Επιτροπών

Αρχικά θέλω να δηλώσω τη συμφωνία μου με τις Θέσεις συνολικά. Μου αρέσει που μπαίνουν όλα τα ζητήματα ανοιχτά και καθαρά. Αυτό δημιουργεί προϋποθέσεις ώστε να γίνει η συζήτηση πιο ουσιαστική, άρα και πιο αποτελεσματική.

Θέλω να καταπιαστώ με ορισμένες πλευρές της καθοδηγητικής δουλειάς, καίρια υπόθεση για τη δράση του Κόμματος.

Ο ρόλος των ΤΕ μάς έχει απασχολήσει σταθερά τα τελευταία χρόνια, ως κρίκος για την καθοδήγηση των ΚΟΒ. Θεωρώ ότι σε επίπεδο ΤΓ έχουμε αναμετρηθεί με διάφορες δυσκολίες βελτιώνοντας το πολιτικό περιεχόμενο της συζήτησης, που εκφράζεται και στην επεξεργασία της πολιτικής μας και των αιτημάτων ανά χώρο. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν πολλά περιθώρια ακόμη. Είναι ανάγκη να εντείνουμε και την καθεαυτό ιδεολογική συζήτηση, να μη λυπόμαστε τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία σε σχέση με το διάβασμα και τις συνεδριάσεις, παρά τα ομολογουμένως πολλά τρέχοντα καθήκοντα.

Εξίσου σημαντική, κατά τη γνώμη μου, είναι η συμβολή κάθε στελέχους στη συζήτηση στα Οργανα, όχι μόνο από την άποψη της τοποθέτησης - που με ευθύνη χρειάζεται να είναι δουλεμένη, συνοπτική και εύστοχη για να βοηθάει και τα υπόλοιπα μέλη του Οργάνου - αλλά και από την άποψη της ενασχόλησης με το Οργανο, για παράδειγμα να φέρνει θέματα προς συζήτηση, να συνεργάζεται και απευθείας με άλλα μέλη του Οργάνου για ένα μέτωπο ή μια δουλειά.

Κυρίως όμως από την άποψη της μεταφοράς πείρας, τον τρόπο δουλειάς και τα συμπεράσματα. Η γενίκευση της πείρας είναι ζητούμενο. Αυτό το στοιχείο μπορεί να λύσει διάφορες σημαντικές πλευρές, όπως το να γίνεται κάθε στέλεχος πιο αποτελεσματικό, το να δουλεύει έχοντας συνολική ευθύνη και συμβολή και όχι στενά γύρω από τις χρεώσεις του, το να σπάει ο συμβιβασμός με δυσκολίες που πιθανόν συναντάει σε έναν χώρο ή μια ΚΟΒ. Για παράδειγμα, η θετική πείρα που καταγράφει μία ΚΟΒ, να μη νοείται ως εξαίρεση. Αλλά η πείρα της να γίνεται συμπέρασμα που μπορεί να αξιοποιηθεί και σε άλλες ΚΟΒ, όχι βέβαια μηχανιστικά αλλά λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες σε κάθε χώρο.

Μπορεί τα παραπάνω να δουλεύονται και να κατακτιούνται σε επίπεδο Γραφείων, όμως παραμένουν σαν στόχος για τις Επιτροπές (ΤΕ, ΕΠ). Ξεχωρίζω την ανάγκη να ξεπεραστεί ένα πνεύμα συζήτησης «εκπροσώπων οργανώσεων». Οι Επιτροπές κυρίως μέσα από τη δράση πρέπει να δουλεύουν σαν ενιαία ομάδα καθοδηγητών μιας περιοχής, ενός τομέα κ.τ.λ. Αυτό, ασφαλώς, σε κάποιο βαθμό μπορεί να το εξασφαλίσει το περιεχόμενο της συζήτησης, όμως παράλληλα πρέπει να δημιουργούνται από τα μέλη των Γραφείων και άλλες προϋποθέσεις, όπως η τακτική συνεργασία για τα θέματα που συζητά το Γραφείο, ειδικά με τα άμεσα εμπλεκόμενα μέλη των ΤΕ ή ΕΠ, η σχεδιασμένη συνεργασία γύρω από θέματα, όπως κάποια μέλη τους που ασχολούνται με τον ίδιο κλάδο, ακόμη και αν είναι σε άλλους νομούς.

Τέλος, σε σχέση με τα Οργανα, νομίζω ότι το βάσανο της πολυχρέωσης παραμένει εμπόδιο πολλές φορές στην ουσιαστική και αποτελεσματική ενασχόληση με ένα ζήτημα. Βέβαια, αυτά δεν λύνονται μαγικά και η πραγματική λύση είναι το να «έχεις χέρια» και μάλιστα «δουλεμένα». Ομως, όσο παλεύουμε αυτό χρειάζεται να είμαστε πιο προσεκτικοί στις χρεώσεις και στην οργανωτική διάταξη, στοιχείο που δεν είναι το πρώτο θέμα, όμως μπορεί να απελευθερώσει δυνάμεις σε κάθε φάση και να ανοίξει δρόμους.

Είναι πολύ ουσιαστικά όσα αναφέρονται στη θέση 27 για τις ΚΟΒ. Η ΚΟΒ θέλουμε να είναι ένα επιτελείο στον χώρο της. Επομένως, χρειάζεται να βάλουμε στο χαρτί για να φτιαχτεί «ο χάρτης» του: Τι έχουμε από δυνάμεις, τι απασχολεί τον κόσμο - όχι μόνο στον χώρο δουλειάς αλλά και συνολικά, κοινωνικά, τι υπάρχει στο κίνημα για να μπούμε, να οργανώσουμε, τι δεν υπάρχει και πρέπει να μπούμε μπροστά για να το φτιάξουμε, αυτά που απασχολούν πώς θα διατυπωθούν σε διεκδικήσεις και μέσα από ποιο φορέα, το Κόμμα τι συζήτηση θα ανοίξει, όχι μόνο γύρω από οξυμένα προβλήματα, αλλά συνολικά με βάση τον κλάδο ή την περιοχή για να εδραιώσει τη δική μας λογική, να βοηθήσει να εμβαθύνει τη σκέψη του κόσμου πολιτικά.

Για παράδειγμα, σε μια περιοχή που υπάρχουν πολλά σχολεία μια εδαφική ΚΟΒ που έχει την ευθύνη, δεν μπορεί απλά να αναδείξει τις ευθύνες της κυβέρνησης που δεν καλύπτει τα αναγκαία μέσα για την τηλεκπαίδευση αλλά ακόμη και ανεξάρτητα από τα προβλήματα, χρειάζεται να ανοίξει τη συζήτηση για το τι μαθαίνουν τα παιδιά μας και με τι όρους. Αλλωστε, αυτό θα έχει βάλει άλλα κριτήρια στη σκέψη των γονιών ώστε να κατανοήσουν και το γιατί πρέπει να παλέψουν για ισότιμη πρόσβαση των παιδιών στην Εκπαίδευση.

Ασφαλώς, για τη δουλειά των ΚΟΒ υπάρχουν προϋποθέσεις και κυρίως πολλές απαιτήσεις από τη δουλειά των στελεχών και των Οργάνων.

Το καλό ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο των στελεχών είναι εκ των ων ουκ άνευ. Το ότι η μόρφωση των κομμουνιστών είναι συλλογική υπόθεση του Κόμματος δεν αναιρεί καθόλου την αναντικατάστατη ατομική και ακούραστη προσωπική προσπάθεια για αυτομόρφωση.

Η καλή γνώση του χώρου ευθύνης, που εξασφαλίζεται τόσο με την καλή παρακολούθηση των εξελίξεων και την καταγραφή στοιχείων όσο και με το ανακάτεμα προσωπικά με κόσμο.

Η ευθύνη του κάθε στελέχους προφανώς δεν είναι να συνθέτει ένα παζλ από δουλειές και διαθέσιμο κόσμο με βάση το σχέδιο παρέμβασης, αλλά να διαπαιδαγωγεί και να διαπαιδαγωγείται. Η αντιμετώπιση του κάθε κομματικού μέλους ως μιας ξεχωριστής προσωπικότητας, με ξεχωριστές δυνατότητες και ανάγκες, είναι σημαντική πλευρά. Η ατομική ενασχόληση και καθοδήγηση - χωρίς ταμπέλες και εύκολα συμπεράσματα - μπορεί να βοηθήσει τον κάθε σύντροφο να ξεμπλοκάρει στη δράση και να ανεβάσει την προσφορά του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, για παράδειγμα, σε μια εδαφική ΚΟΒ που τα μέλη του Κόμματος μπορεί να είναι εντελώς ετερόκλητος κόσμος (φοιτητές, νέοι γονείς, συνταξιούχοι) το στέλεχος πρέπει να κάνει πολύ διαφορετική δουλειά με κάθε σύντροφο, ώστε παρά τις διαφορετικές αφετηρίες και αναφορές όλα τα μέλη του Κόμματος να γίνονται μια γροθιά, μια δυνατή ομάδα που δρα σε έναν χώρο. Δηλαδή, τον νέο γονιό κομμουνιστή να τον πείσει και να τον μάθει να μεγαλώνει τα παιδιά του με τα ιδανικά μας, τον σύντροφο που είναι σε τηλεργασία να τον πείσει να μην το βάλει κάτω και να παλέψει την απομόνωση και τον εγκλεισμό, τον σύντροφο συνταξιούχο ότι έχει ακόμη πολλά να προσφέρει, και ούτω καθεξής.

Ολα τα παραπάνω, κατά τη γνώμη μου, μπορούν να συμβάλλουν ώστε κάθε μέλος του Κόμματος να κερδίζεται συνολικά. Η επιλογή της ένταξης στο Κόμμα είναι συνειδητή απόφαση κάποιου να ενταχθεί στην πάλη για την επαναστατική ανατροπή, όμως η διαπαιδαγώγηση ενός επαναστάτη είναι μια καθημερινή και απαιτητική δουλειά που μπορεί να κατορθωθεί μέσα στη συλλογική δουλειά του Κόμματος.


Γεωργία Πύθουλα
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Στερεάς & Εύβοιας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ