ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 25 Απρίλη 2025
Σελ. /24
ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΒΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Προειδοποιήσεις για τον αντίκτυπο της ενδεχόμενης κρίσης στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία

Οι δείκτες του κεφαλαίου «ανακάμπτουν», ενώ το 65% των νοικοκυριών δηλώνουν πως «μόλις τα βγάζουν πέρα»

Προβλέψεις του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία
Προβλέψεις του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία
Σε αναθεώρηση προς τα κάτω της εκτίμησης για τον ρυθμό της καπιταλιστικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, προχώρησε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών. Συγκεκριμένα, το ΙΟΒΕ, αναθεώρησε στην τελευταία τριμηνιαία έκθεσή του για την Ελληνική Οικονομία την εκτίμηση για ανάπτυξη το 2025 στο +2,2% από το +2,4% της προηγούμενης έκθεσης, τον Γενάρη του 2025.

Το ΙΟΒΕ τονίζει πως ενώ η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημάδια σταθεροποίησης και βελτίωσης σε δείκτες όπως οι επενδύσεις, η ανεργία και η δημοσιονομική ισορροπία, το διεθνές περιβάλλον και οι λεγόμενες διαρθρωτικές αδυναμίες εξακολουθούν να την καθιστούν ευάλωτη.

Οπως σημειώνει η έκθεση, σημαντικοί κίνδυνοι απορρέουν από τις «χαμηλές πτήσεις» του ρυθμού ανάπτυξης της Ευρωζώνης, την όξυνση της οικονομικής αβεβαιότητας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο λόγω κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου, την αβεβαιότητα ως προς τα δημοσιονομικά μεγέθη της ΕΕ ως απόρροια του ανοίγματος της χρηματοδοτικής κάνουλας για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, τη διατήρηση των γεωπολιτικών εντάσεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, το υψηλό έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο, την απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω υψηλότερου του μέσου όρου της Ευρωζώνης πληθωρισμού, και τις καθυστερήσεις στην εξυγίανση των κόκκινων δανείων εκτός τραπεζικών ισολογισμών.

Παροδική ή και βαθύτερη κρίση στις παγκόσμιες χρηματαγορές

Δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας εμπορικής πολιτικής
Δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας εμπορικής πολιτικής
Οσον αφορά τις «αναταραχές», που προκαλεί η όξυνση του εμπορικού πολέμου και η επιβολή δασμών στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, τονίζεται πως παρά τις διαπραγματεύσεις που ενδεχομένως μειώσουν τους δασμούς που ανακοίνωσε η αμερικανική κυβέρνηση «θα κυριαρχεί αβεβαιότητα που θα παγώσει πολλές επενδύσεις. Το μείγμα αβεβαιότητας, ασθενών επενδύσεων και της αναπόφευκτης υποχώρησης της ανάπτυξης που προκαλείται, μπορεί να πυροδοτήσει μια παροδική ή και βαθύτερη κρίση στις παγκόσμιες χρηματαγορές».

Το ζήτημα έχει τρεις σημαντικές διαστάσεις σύμφωνα με την έκθεση.

-- Η πρώτη αφορά την ενδεχόμενη εξισορρόπηση αρχιτεκτονικής του διεθνούς εμπορίου μεσοπρόθεσμα σε υψηλότερο επίπεδο δασμών. «Εφόσον αυτό συμβεί, το κόστος παραγωγής θα αυξηθεί κατά μέσον όρο παγκοσμίως, κατά τα επόμενα λίγα χρόνια, με αποτέλεσμα αύξηση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών και μείωση των πραγματικών εισοδημάτων των νοικοκυριών».

-- Η δεύτερη διάσταση αφορά την αβεβαιότητα, η οποία κυριαρχεί το τρέχον διάστημα για το επίπεδο των δασμών, όπως και για την επίδρασή τους. «Η ίδια η αβεβαιότητα παγώνει σε μεγάλο βαθμό τις επενδύσεις, ιδίως τις περισσότερο παραγωγικές και μεσομακροπρόθεσμες».

-- Η τρίτη διάσταση αφορά την ευρύτερη αναταραχή που μπορεί να υπάρξει στο παγκόσμιο οικονομικό πεδίο, με ανακατατάξεις στη σχετική ισχύ και πορεία μεγάλων οικονομιών. «Σταθερές της παγκοσμιοποίησης για τις διασυνδέσεις περισσότερο και λιγότερο αναπτυγμένων οικονομιών αμφισβητούνται και στο πλαίσιο αυτό θα αναζητηθεί νέα στρατηγική για την ΕΕ, με άξονες την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, της στρατηγικής αυτονομίας και της άμυνας».

Μείωση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας

Σκιαγραφώντας το διεθνές περιβάλλον υπό τη σκιά του εμπορικού πολέμου, η έκθεση σημειώνει: «Διεθνείς τραπεζικοί οίκοι εκτιμούν ότι η πιθανότητα ύφεσης στην αμερικανική οικονομία έχει αυξηθεί σημαντικά. Οι διεθνείς οργανισμοί αναθεώρησαν πρόσφατα τις προβλέψεις τους για την παγκόσμια ανάπτυξη (προς τα κάτω) και τον πληθωρισμό (προς τα πάνω), με το μέγεθος των αναθεωρήσεων να είναι ακόμη μικρό. Βάσει των πλέον πρόσφατων προβλέψεων του ΟΟΣΑ (Μάρτιος 2025), εκτιμάται χαμηλότερη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας το 2025 σε σχέση με τις προβλέψεις Δεκεμβρίου (3,1% από 3,3%).

Ο πληθωρισμός διατηρείται σε υψηλότερα από τα επιθυμητά επίπεδα, παρά τη σημαντική αποκλιμάκωση που έχει καταγραφεί, ενώ και ο δομικός πληθωρισμός αποδεικνύεται επίμονος σε πολλές οικονομίες. Ενδεικτικά, τον Φεβρουάριο του 2025 ο πληθωρισμός στις 38 χώρες του ΟΟΣΑ άγγιξε το 4,5%.

Προκλήσεις στην ανάπτυξη της ΕΕ

Ταυτόχρονα, η έκθεση αποτυπώνει τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας και ρυθμών ανάπτυξης: Το τέταρτο τρίμηνο του 2024, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ σε ΕΕ-27 και Ευρωζώνη επιταχύνθηκε σε 1,4% και 1,2% αντίστοιχα, από 1,0% και 0,9% το προηγούμενο τρίμηνο. Σε ετησιοποιημένη μορφή, σε 5 από τις 20 χώρες - μέλη της ΕΖ εξακολουθεί να καταγράφεται αρνητικός ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ, μεταξύ αυτών η Γερμανία.

Το οικονομικό κλίμα επιδεινώθηκε στην Ευρώπη τον Μάρτιο του 2025, καθώς εντάθηκε η αβεβαιότητα σχετικά με την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Μάρτιος 2025), η οικονομία της Ευρωζώνης προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό +0,9% το 2025 και +1,2% το 2026, 0,2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο των προβλέψεων του προηγούμενου τριμήνου. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να ανέλθει στο 2,3% το 2025 και να υποχωρήσει στο 1,9% το 2026.

Προκλήσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα

Οσον αφορά τα στοιχεία της Ελληνικής οικονομίας, το ΙΟΒΕ σημειώνει πως «η ανάκαμψη της οικονομίας, μετά και την πανδημία, σε όρους ΑΕΠ συστηματικά υπερβαίνει τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους - ωστόσο στηρίζεται πρωτίστως σε μεγέθυνση της απασχόλησης και των επενδύσεων, χωρίς όμως ακόμη να καταγράφεται σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας. Δεύτερον, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που είχε ουσιαστικά μηδενιστεί μετά τα μνημόνια, έχει επιστρέψει σε υψηλά επίπεδα, σηματοδοτώντας πως η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων εφεξής δεν μπορεί να είναι αυτόματη».

Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 2,6% το δ' τρίμηνο του 2024, χάρη κυρίως σε αύξηση επενδύσεων και εξαγωγών. Ο πληθωρισμός παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα (2,6% - 3,1%). Το ΙΟΒΕ υπογραμμίζει πως «παρά τη θετική αναβάθμιση από τη "Moody's", τα ερωτήματα παραμένουν για τη βιωσιμότητα της αναπτυξιακής πορείας και τη χαμηλή παραγωγικότητα. (...) Στις αρνητικές εξελίξεις συγκαταλέγεται το επίμονα αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο και ο υψηλότερος ρυθμός πληθωρισμού από τον μέσο όρο στην Ευρωζώνη».

Παρά το γεγονός ότι η ανεργία μειώθηκε στο 9,5% (αυξήσεις καταγράφηκαν στην απασχόληση στους τομείς της εκπαίδευσης, του χονδρικού και λιανικού εμπορίου και στις τεχνικές υπηρεσίες) το ΙΟΒΕ προειδοποιεί πως «περαιτέρω μειώσεις κατά τα επόμενα τρίμηνα θα είναι βραδύτερες, καθώς διαφαίνονται αναντιστοιχίες μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας λόγω της υψηλής διαρθρωτικής ανεργίας. Η απασχόληση αναμένεται να ενισχυθεί, αν και ηπιότερα, το 2025, κυρίως λόγω της ανοδικής τάσης σε επενδύσεις, εξαγωγές και σε επιμέρους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Το ποσοστό ανεργίας για το 2025, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 9,3%».

Δείκτες επιχειρηματικών προσδοκιών στη Βιομηχανία και τις Κατασκευές

Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη Βιομηχανία το πρώτο τρίμηνο του 2025 διαμορφώθηκε στις 110,2 (από 103,7 το δ' τρίμηνο του 2024) μονάδες. Στα βασικά στοιχεία δραστηριότητας, ο δείκτης στις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της παραγωγής από τις +16,4 μονάδες στο δ' τρίμηνο του 2024 ενισχύθηκε και διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο στις +38,5 μονάδες. Παράλληλα, ενισχύθηκαν οι ήπια αρνητικές εκτιμήσεις για το επίπεδο παραγγελιών και ζήτησης (στις -8,4 από -6,3 μονάδες ο σχετικός δείκτης). Στις προβλέψεις για την απασχόληση, το σχετικό μέσο τριμηνιαίο ισοζύγιο κινήθηκε ανοδικά, στις +17,1 (από +6,7) μονάδες κατά μέσο όρο. Το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού κυμάνθηκε ήπια χαμηλότερα, στο 74,7% (από 78,4%), ενώ παράλληλα οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής των επιχειρήσεων υποχώρησαν ελαφρά, στους 4,9 (από 6) μήνες κατά μέσο όρο.

Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στις Κατασκευές ενισχύθηκαν το τρίμηνο του 2025, με το σχετικό ισοζύγιο να διαμορφώνεται στις 165,6 μονάδες κατά μέσο όρο, από 144,6 μονάδες το προηγούμενο τρίμηνο. Αυτή η επίδοση βρίσκεται σε ήπια χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με εκείνη στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2024 (160,8 μον.). Στις βασικές μεταβλητές, οι προβλέψεις για την απασχόληση του τομέα ενισχύθηκαν στις +38 (από +25) μονάδες, με το 40% (από 32%) των επιχειρήσεων να αναμένουν περισσότερες θέσεις εργασίας, όταν το 3% (από 7%) αναμένει μείωσή τους. Οι αρνητικές προβλέψεις των επιχειρήσεων για τις προγραμματισμένες εργασίες αμβλύνθηκαν σημαντικά (στις -4 από -21 μον. ο δείκτης), ενώ παράλληλα οι εκτιμήσεις για το τρέχον επίπεδο του προγράμματος εργασιών ενισχύθηκαν ελαφρά (στις +28 από +23 μον. το σχετικό ισοζύγιο).

Παρά το γεγονός ότι η έκθεση καταγράφει μια επιστροφή σε ορισμένους οικονομικούς δείκτες στην προ κρίσης εποχή, αυτό δεν σημαίνει πως το λαϊκό εισόδημα επανήλθε, επιβεβαιώνοντας πως ακριβώς η καθήλωσή του και συνολικά η επίθεση στους εργαζόμενους και τον λαό αποτέλεσαν προϋποθέσεις για την ανάκαμψη του κεφαλαίου. Για παράδειγμα, η αύξηση των ενοικίων και των τιμών στα σπίτια αντιμετωπίζεται ως στοιχείο ανάκαμψης της αγοράς ακινήτων. Το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάκαμψης αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα στοιχεία της έρευνας καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους: Το ποσοστό εκείνων οι οποίοι είναι απαισιόδοξοι για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους το επόμενο 12μηνο είναι 55%, ενώ μόλις 6% δήλωσαν το αντίθετο. Το 63% διατυπώνουν δυσοίωνες προβλέψεις σχετικά με την οικονομική κατάσταση της χώρας, με το 8% να αναμένει βελτίωση. Το 84% των νοικοκυριών δεν αξιολογούν ως πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο. Το 6% των καταναλωτών αναφέρει ότι είναι «χρεωμένο», ενώ το 65% δήλωσε πως «μόλις τα βγάζουν πέρα».


ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Στις συμπληγάδες του κέρδους συνθλίβεται το δικαίωμα στη στέγη

Κυβερνητικά προγράμματα - «κοροϊδία» που από τη μία δίνουν κι από την άλλη παίρνουν πίσω... εις διπλούν

Eurokinissi

Τα μεγάλα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά νοικοκυριά και τα νέα ζευγάρια σχετικά με το ζήτημα της στέγης, επιβεβαιώνουν μια σειρά στοιχεία και έρευνες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα.

Δεδομένα που επιβεβαιώνουν ότι τα μέτρα - κοροϊδία που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση, αλλά και εκείνα που ήδη έχει πάρει, αποτελούν ουσιαστικά βούτυρο στο ψωμί των τραπεζιτών που τα ζητούσαν επιτακτικά. Κι αυτό γιατί οι εργαζόμενοι γίνονται όμηροι των δανείων που για να τα αποπληρώσουν «φτύνουν αίμα». Βέβαια, τα μέτρα - ασπιρίνες δεν μπορούν ούτε να λύσουν το πρόβλημα, ούτε να κρύψουν ότι η στεγαστική κρίση είναι αποτέλεσμα του ότι η κατοικία στον καπιταλισμό αποτελεί εμπόρευμα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόσφατη μελέτη της Alpha Bank καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ...«ανακούφιση» θα έρθει μέσα από κυβερνητικές πρωτοβουλίες και προγράμματα σε άμεση σύνδεση βέβαια με το τραπεζικό σύστημα και τα επενδυτικά κεφάλαια. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση σε ρόλο «κράχτη» στέλνει «πελατεία» στις τράπεζες, διαμορφώνοντας τη νέα γενιά αυτών που εν δυνάμει θα μπουν στην επόμενη λίστα πλειστηριασμών.

* * *

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που καταγράφονται σε σειρά ερευνών:

  • Μέχρι το 2025, περίπου 1,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν στεγαστική επισφάλεια. Παρόμοια είναι η εικόνα και στην Ευρώπη. Σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ, το 46% των Ευρωπαίων «ανησυχεί» ή «ανησυχεί πολύ» για το αν θα μπορέσει να βρει ή να διατηρήσει κατάλληλη στέγαση μέσα στα επόμενα ένα έως δύο χρόνια.
  • Οι δείκτες τιμών κατοικιών στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ-27) και στη ζώνη του ευρώ κατέγραψαν άνοδο από το 2014 έως το 2022, σωρευτικά περίπου 50%. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 13,9% το 2023 και 8,7% το 2024. Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη οι τιμές αυξήθηκαν κατά 8,2% και 11,2%, αντίστοιχα.
Η στέγη έχει γίνει «είδος πολυτελείας»

Η επιβάρυνση του λαού για τη στέγη είναι αποτέλεσμα τόσο της αύξησης της τιμής της όσο και της μείωσης του πραγματικού μισθού και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Οπως αναφέρει έρευνα της Alpha Bank, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων θεωρεί ανέφικτη την αγορά (54%), αλλά και την ενοικίαση κατοικίας σε τιμές αγοράς (68%) σήμερα, γεγονός που συμβαδίζει με την οικονομική τους κατάσταση, με περισσότερους από τους μισούς (54%) να δηλώνουν ότι απλώς καταφέρνουν να καλύψουν τα βασικά έξοδα διαβίωσης, χωρίς να μπορούν να αποταμιεύσουν, ενώ το 11% απάντησε ότι δεν καταφέρνει ούτε να πληρώσει τα βασικά - καθημερινά έξοδα! Ειδικά για τους ενοικιαστές, τα αποτελέσματα της έρευνας αποκαλύπτουν ότι το 52% δαπανά περισσότερο από το 30% του διαθέσιμου εισοδήματός του αποκλειστικά για την πληρωμή του ενοικίου. Για όσους ιδιοκατοικούν και πληρώνουν στεγαστικό δάνειο, το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται σε 42%. Με βάση τα αποτελέσματα, ο μέσος όρος ηλικίας για μετακόμιση από τη γονική εστία είναι περίπου τα 35 έτη.

Στο μεταξύ, ζαλίζουν οι τζίροι που καταγράφουν επιχειρηματικοί κολοσσοί του real estate από την κατασκευή και πώληση κατοικιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η «Lamda Development», η οποία έχει δει να μπαίνουν στο ταμείο της ήδη 1,118 δισ. ευρώ από τις προπωλήσεις κατοικιών στο project του Ελληνικού. Ταυτόχρονα, το καθεστώς της Golden Visa δίνει γην και ύδωρ στα ξένα επενδυτικά κεφάλαια. Η ΤτΕ επισημαίνει πως άνω του 45% των συνολικών ροών κεφαλαίων από το εξωτερικό το 2024 κατευθύνθηκε προς τον κλάδο των ακινήτων και συνολικά οι ξένες άμεσες επενδύσεις στη διαχείριση ακίνητης περιουσίας και οι ιδιωτικές αγοραπωλησίες ακινήτων ανήλθαν στο ποσό των 2,7 δισ. ευρώ το 2024.

Η στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ υπεύθυνη για την αύξηση στην τιμή της κατοικίας

Η άνοδος των τιμών της κατοικίας, όπως και κάθε εμπορεύματος, δεν αποτελεί «έκτακτο» ή «τυχαίο» φαινόμενο, αλλά προϊόν της στρατηγικής του κεφαλαίου και της ΕΕ και της «φυσιολογικής» λειτουργίας του καπιταλισμού.

  • Οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι νέοι και οι νέες έρχονται σήμερα αντιμέτωποι από τη μία με την αύξηση της τιμής των ακινήτων (είτε πρόκειται για αγορά, είτε για ενοικίαση) και από την άλλη με τους καθηλωμένους μισθούς, την ακρίβεια που «χτυπάει κόκκινο» και τη δυσβάσταχτη φορολογία.
  • Το κόστος της Ενέργειας γονατίζει ακόμα περισσότερο τα λαϊκά νοικοκυριά στον βωμό της «πράσινης» οικονομίας.
  • Ολόκληρες περιοχές κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα μετατρέπονται σε πόλους έλξης επενδυτικών κεφαλαίων του Τουρισμού, με τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης να ξεπηδούν σαν μανιτάρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το κέντρο της Αθήνας, όπου μεγάλα επιχειρηματικά κεφάλαια εγχώρια και ξένα (αμερικανικά, κινεζικά, ρώσικα, ισραηλινά) «κονταροχτυπιούνται» κάτω από τις ευλογίες της αστικής τάξης της χώρας, η οποία έχει κι αυτή τα δικά της σχέδια, να μετατρέψει την Αθήνα σε «διεθνή προορισμό υψηλού επιπέδου».
  • Επιπλέον, το κράτος χρηματοδοτεί έργα υποδομών (π.χ. Μετρό, αυτοκινητόδρομους, γήπεδα) αλλά και εκτεταμένων αστικών αναπλάσεων σε συγκεκριμένες περιοχές στην Αθήνα, στον Πειραιά, στο παράκτιο μέτωπο, σε αδόμητες εκτάσεις στα βόρεια προάστια, ενισχύοντας την αξία των επενδύσεων ακινήτων στις περιοχές αυτές και αυξάνοντας την αξία της κατοικίας.
  • Οι κρατικές ενισχύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ μέσω του προϋπολογισμού ή του Ταμείου Ανάκαμψης, στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αγοράς, ενισχύουν σημαντικά τη ζήτηση κατοικίας ως κεφαλαίου - όχι για ατομική, ιδιωτική χρήση - χωρίς ωστόσο να οδηγούν σε αντίστοιχη αύξηση στους μισθούς των εργαζομένων.
  • Οι τιμές κατασκευής αυξήθηκαν κατά 26% από το 2020 έως το 2023, ανεβάζοντας περαιτέρω τις τιμές των νέων και ανακαινισμένων κατοικιών. Το καρτέλ των ομίλων των δομικών υλικών καθορίζει τις τιμές, ενώ ο πληθωρισμός τροφοδοτείται από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία που επηρεάζουν τις τιμές της Ενέργειας στην ΕΕ, γενικότερα τις τιμές πρώτων υλών, όπως του χάλυβα, λόγω και της αύξησης του κόστους μεταφορών εξαιτίας του πολέμου στη Μέση Ανατολή.

Κι όλα αυτά την ίδια στιγμή που βγαίνουν στο σφυρί χιλιάδες λαϊκές κατοικίες, που κυβέρνηση, τράπεζες και funds δεν διστάζουν να πετάξουν κυριολεκτικά στον δρόμο ακόμα και οικογένειες ΑμεΑ ή σεισμόπληκτους (όπως συνέβη στο Αρκαλοχώρι που έβγαλαν σε πλειστηριασμό τη μόνη και κύρια σεισμόπληκτη κατοικία μονογονεϊκής πολύτεκνης οικογένειας), με τους νόμους της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του «ΣΥΡΙΖΑ των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών».

Προγράμματα - κοροϊδία

Ολα τα σχετικά προγράμματα που προωθεί η κυβέρνηση, «Σπίτι μου ΙΙ», «Κοινωνικής Αντιπαροχής», «Ανακαινίζω - Νοικιάζω» ή τα φορολογικά κίνητρα εκμετάλλευσης «κλειστών» διαμερισμάτων προς ιδιοκατοίκηση, τα μέτρα «περιορισμού» των βραχυχρόνιων μισθώσεων με αύξηση συντελεστών φορολόγησης και το «Μητρώο ακινήτων», αποδεικνύονται πολύ μακριά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες για στέγαση.

Στην πραγματικότητα, τα προγράμματα αυτά αφορούν μια πολύ μικρή μειοψηφία των εργαζομένων, περιλαμβάνοντας μόλις 20.000 δικαιούχους για αγορά πρώτης κατοικίας και 2.500 για παροχή κατοικιών με χαμηλό ενοίκιο και δικαίωμα αγοράς. Είναι ξεκάθαρο ότι τα προγράμματα αυτά ωφελούν και τροφοδοτούν την κερδοφορία των κατασκευαστικών ομίλων, των τραπεζών, επιβάλλοντας τραπεζικό δανεισμό για την αγορά ή την αναβάθμιση μιας κατοικίας. Με τον τρόπο αυτόν καθιστούν τους εργαζόμενους ενοικιαστές στα ίδια τους τα σπίτια, και τα νέα ζευγάρια που αγωνιούν για μια στέγη προκειμένου να ξεκινήσουν την κοινή τους ζωή, ομήρους στη λίστα της επόμενης γενιάς πλειστηριασμών.

Στην έκθεση της Alpha Bank αποτυπώνεται ξεκάθαρα το αλισβερίσι που αναπτύσσεται μέσω κυβερνητικών πρωτοβουλιών με το τραπεζικό σύστημα:

«Κρίνεται - λένε - επιτακτική η αλληλεπίδραση των κυβερνητικών πολιτικών με τις πρωτοβουλίες του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Οι προσπάθειες αυτές θα πρέπει να αποσκοπούν στην τόνωση της χρηματοδότησης για στέγαση και στη διευκόλυνση των υποψήφιων αγοραστών κατοικιών ώστε να αποκτήσουν πρώτη κατοικία, ιδίως των ευάλωτων νοικοκυριών και των νέων», για να καταλήξει ότι «τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να ενεργούν ως χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι των νοικοκυριών».

Ταυτόχρονα, ο λαός πληρώνει τα κεφάλαια των κρατικών ενισχύσεων μέσω της κρατικής φορολογίας, που αφήνει ανέγγιχτα τα κέρδη των ομίλων, και των περικοπών δαπανών για τις κοινωνικές ανάγκες, για τα ματωμένα πλεονάσματα που αναδιανέμουν τη φτώχεια μεταξύ φτωχότερων και φτωχών. Επιπλέον, χρεώνεται την «Κοινωνική Αντιπαροχή» της δωρεάν παραχώρησης ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου μέσω ΣΔΙΤ σε αναδόχους ομίλους για δεκαετίες.

Οσο για τις προτάσεις των αστικών κομμάτων για τη στέγη, αυτές εξαντλούνται στην κατασκευή «κοινωνικών κατοικιών» (ΠΑΣΟΚ) ή την «Τράπεζα Στέγης» (ΣΥΡΙΖΑ) με κριτική για μη αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του κράτους για επιδότηση στεγαστικών δανείων, προβάλλοντας τα «παραδείγματα» από τις καλύτερες πρακτικές άλλων χωρών της ΕΕ, στις οποίες ωστόσο επίσης οξύνεται η στεγαστική κρίση, αποδεικνύοντας ότι η πολιτική που εφαρμόζει η ΕΕ σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετεί τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες.

Η πραγματικότητα άλλωστε είναι ότι ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ συναίνεσαν στην κατάργηση του ΟΕΚ, ενώ σήμερα συναινούν στην παραχώρηση της ακίνητης περιουσίας του μέσω ΣΔΙΤ για την εγγυημένη κερδοφορία των κατασκευαστικών ομίλων, στην πολιτική στήριξης των τραπεζικών ομίλων που μέχρι σήμερα οδηγεί σε χιλιάδες νέους πλειστηριασμούς λαϊκών κατοικιών, με «πρωτοπόρο» τον ΣΥΡΙΖΑ των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και του «ιδιώνυμου» της κρατικής καταστολής των κινητοποιήσεων ενάντια στους πλειστηριασμούς.

Κυβέρνηση και αστικά κόμματα ούτε θέλουν αλλά ούτε και μπορούν - όποιο μείγμα διαχείρισης και αν υιοθετήσουν - να αντιμετωπίσουν τη στεγαστική κρίση, που πηγάζει απ' το γεγονός ότι στον καπιταλισμό η κατοικία αποτελεί εμπόρευμα.

Η λαϊκή στέγη είναι δικαίωμα και όχι εμπόρευμα - Οργανώνουμε την πάλη μας στον δρόμο της ανατροπής

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπαίνουν μπροστά και παλεύουν για να σώσουν τα σπίτια του λαού από τα «αρπακτικά» των τραπεζών. Παράλληλα, αναδεικνύεται η ανάγκη για ολόπλευρη ενδυνάμωση της πάλης διεκδίκησης του κοινωνικού δικαιώματος σε ασφαλή και σύγχρονη στέγη, κλιμακώνοντας τη σύγκρουση με την πολιτική των επιδομάτων - φιλοδώρημα που δεν αντιμετωπίζει το κόστος στέγασης, την πολιτική επιδότησης δανείων που υποθηκεύει τη ζωή των νέων και των λαϊκών οικογενειών, με προμετωπίδα τις διεκδικήσεις του ταξικού κινήματος, πρώτα και κύρια για ουσιαστικές αυξήσεις μισθών με μείωση του εργάσιμου χρόνου, για ολοκληρωμένο στεγαστικό σχεδιασμό με στόχο την κάλυψη των εργατικών - λαϊκών αναγκών, με επανασύσταση του ΟΕΚ και ενίσχυση του αποκλειστικά κρατικού κατασκευαστικού προγράμματος, για απαγόρευση των πλειστηριασμών των λαϊκών κατοικιών, για αναβάθμιση και επέκταση των φοιτητικών εστιών και για αξιοποίηση, με ευθύνη του κράτους, διαμερισμάτων και ξενοδοχείων για δωρεάν στέγαση των φοιτητών.

Οι δυνάμεις του ΚΚΕ οργανώνουν τον αγώνα για τη μόνη πραγματική διέξοδο, που δεν είναι άλλη από τον σοσιαλισμό, την κοινωνική ιδιοκτησία με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, που μπορεί να διασφαλίσει την κάλυψη του συνόλου των σύγχρονων αναγκών στη στέγη, στην Ενέργεια και τα υπόλοιπα κοινωνικά αγαθά και δικαιώματα.

Χρήσιμη πείρα μπορεί να αντληθεί από το παράδειγμα της ΕΣΣΔ. Με βασική αρχή πως το πρόβλημα της στέγης δεν πρέπει να εξαρτάται από το οικονομικό επίπεδο των ανθρώπων, η ΕΣΣΔ κινητοποίησε όλους τους πόρους που μπορούσε για να αντιμετωπίσει το στεγαστικό πρόβλημα της λαϊκής κατοικίας. Γι' αυτό κάθε χρόνο μεγάλωναν οι πιστώσεις για την κατασκευή κατοικιών. Είχε εγκαινιάσει βιομηχανικές μεθόδους που εξασφάλιζαν, χωρίς προηγούμενο, ρυθμούς παράδοσης 2.200.000 άνετων διαμερισμάτων τον χρόνο. Ο αριθμός αυτός ήταν ανώτερος από αυτόν που έδιναν όλες οι χώρες της ΕΟΚ μαζί, καθώς και οι ΗΠΑ. Το Σύνταγμα της ΕΣΣΔ εξασφάλιζε το δικαίωμα της κατοικίας με χαμηλό ενοίκιο, το οποίο είχε μείνει σταθερό από το 1928 και αποτελούσε - μαζί με την πληρωμή για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν τα δημοτικά όργανα - κατά μέσο όρο το 3% περίπου του οικογενειακού προϋπολογισμού του εργάτη ή του υπαλλήλου.


Κατ. Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ