Συνεπώς, όταν έρχονται αντιμέτωποι με εκείνους που και αρχές έχουν και αξίες... χάνουν τον μπούσουλα.
***
Σχεδόν ενάμιση χρόνο αργότερα, και αφού ο παραπάνω αντι-ΚΚΕδισμός αποδείχτηκε ότι δεν έπεισε ούτε τους αφελείς που συνωθούνταν για να δουν τα θαύματα της... «Αγίας Αθανασίας» στην Αγία Βαρβάρα, το τροπάρι άλλαξε: «Το ΚΚΕ στηρίζει την κυβέρνηση» (!), είναι η νέα εκδοχή της «Βίβλου» της εξαπάτησης. Ενεργούν πάλι με την ίδια επαίσχυντη ιδιοτέλεια. Αφού δεν μπόρεσαν να «περάσουν» τη συκοφαντία, τώρα το γύρισαν το φύλλο. Τώρα τους χρειάζεται το ΚΚΕ γιατί χωρίς αυτό πώς θα πείσουν ότι είναι κι αυτοί λίγο «προοδευτικοί»; Τώρα θέλουν να το «τσουβαλιάσουν» το ΚΚΕ, να το εμφανίσουν ωσάν να ήταν ένας ακόμα από τους ΣΥΝοδοιπόρους τους.
Σημειωτέον: Αυτή η μετάλλαξη, επαναλαμβάνουμε, εκδηλώθηκε μέσα σε ένα σχεδόν χρόνο. Με ποιον λοιπόν είναι το ΚΚΕ; Με το Σημίτη ή με το Χριστόδουλο; Θα αποφασίσουν;
***
Ηδη από το ιδρυτικό συνέδριο του 1918 το ΣΕΚΕ (κατόπιν ΚΚΕ), τόνιζε ότι το πρόγραμμά του καθορίζεται από την κάτωθι αρχή:
«Ελευθερία πάσης θρησκείας χωρίς την ανάγκη επισήμου θρησκείας. Η θρησκεία να αναγνωριστεί ως ιδιωτική υπόθεσις και η Εκκλησία ως ιδιωτικόν ίδρυμα. Απαγόρευση εις τους κληρικούς να διδάσκουν εις τα σχολεία. Ενέργεια των ληξιαρχικών πράξεων υπό της τοπικής διοικήσεως. Κατάργησις όλων των δημοσίων νόμων δι' εκκλησιαστικούς και θρησκευτικούς σκοπούς και κατάργησις των διά θρησκευτικούς σκοπούς επιβαλλομένων φόρων. Καθιέρωσις και του πολιτικού γάμου». Αυτά από το 1918...
Πέρσι, που το ΚΚΕ... ήταν με το Χριστόδουλο, στην ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος, στις 14/6/2000, εν μέσω «λαοσυνάξεων» από τη μια και ΠΑΣΟΚων, που αφόριζαν στο όνομα της δημοκρατίας (!), από την άλλη, το ΚΚΕ μεταξύ άλλων τόνιζε:
«Με αφορμή τη μη αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες επιχειρείται τεχνητή όξυνση και ο διαχωρισμός του λαού με βάση τις θρησκευτικές πεποιθήσεις (...). Η μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες ως μέτρο είναι ανεπαρκές αφού δε βασίζεται και δεν επικεντρώνει στο κύριο, που είναι ο διαχωρισμός Εκκλησίας-κράτους... με τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος (...). Η ηγεσία της Εκκλησίας τροφοδοτεί την ένταση, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ συμπεριφέρεται υποκριτικά στο θέμα αυτό (...)».
Φέτος, που το ΚΚΕ... είναι με το Σημίτη στην τελευταία ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος, στις 28/8/2001, σημειώνει:
«Η άρνηση της κυβέρνησης, μαζί με τη ΝΔ, να ψηφίσουν υπέρ του πλήρους και σαφούς διαχωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος στη Βουλή, διατηρεί το έδαφος, στο οποίο στηρίζεται η ηγεσία της Εκκλησίας για να παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή (...). Το ΚΚΕ... επιμένει και σήμερα στο σαφή διαχωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος, με ό,τι συνεπάγεται αυτός στη δημόσια ζωή, στην Παιδεία, στους διάφορους θεσμούς (...). Το ΚΚΕ δε διαχωρίζει το λαό ανάλογα με τα θρησκευτικά του πιστεύω (...)».
***
Βέβαια, αυτή η συνέπεια σε θέσεις και αρχές ανήκει στα «ψιλά γράμματα», όταν μιλάμε για το ΠΑΣΟΚ. Οχι 80 χρόνων συνέπεια δεν μπορεί να δείξει το ΠΑΣΟΚ, αλλά ούτε 80 ημερών. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Οτι αφού ανέκυψε το θέμα των ταυτοτήτων αμέσως μετά πήγαν και αναθεώρησαν το Σύνταγμα αφήνοντας αλώβητη και αναπαράγοντας τη σύμφυση κράτους- Εκκλησίας, παρά τα όσα έταζαν στα προγράμματά τους το '74 ή στα «κοινωνικά τους συμβόλαια» το '81; Οτι ο νόμος για τη λεγόμενη εκκλησιαστική περιουσία μένει για 14 χρόνια στα συρτάρια; Οτι ο πρωθυπουργός την ώρα που καμώνεται τον διώκτη του «σκοταδισμού» καλεί την Εκκλησία να του καταθέσει μελέτες για να της παραχωρήσει πακτωλό δισ. ευρώ από το Γ΄ ΚΠΣ (προφανώς τα λεφτά αυτά η ιεραρχία δε θα τα αξιοποιήσει για να διακονεί το σκοταδισμό...).
***
Είναι, δε, προφανές ότι το ΚΚΕ θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του ώστε να μην καταφέρουν ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ιεραρχία να αντιδραστικοποιήσουν την πολιτική και κοινωνική ζωή με επαναφορά θεωριών περί «φωτός και σκότους», όπου ο κ. Σημίτης θα το παίζει «αριστερός» στο όνομα μιας παρανυχίδας αστικού εκσυγχρονισμού, όπως η αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, και η ΝΔ θα ηγείται της άλλης όψης του νομίσματος της πατριδοκαπηλίας, υπό τις ιαχές του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».
Ο λαός δεν έχει την πολυτέλεια να παγιδευτεί. Το δίπολο «Αριστερά-Δεξιά» ή «πρόοδος-συντήρηση» δεν έχει για οριογραμμή τη θέση για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Αν ήταν έτσι τότε οι Κ. Στεφανόπουλος, Α. Ανδριανόπυολος, Στ. Μάνος, Γ. Ράλλης κ.ά., που έχουν ταχθεί κατά της αναγραφής, θα έπρεπε να θεωρούνται... ακροαριστεροί!
«Συνταγματική ανωμαλία θα ήταν να αναληφθεί πρωτοβουλία, από οποιαδήποτε πλευρά, όχι μόνο από την κυβέρνηση, στην κατεύθυνση αλλαγής του ισχύοντος νομικού πλαισίου, με δεδομένη την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας» δήλωσε την περασμένη Πέμπτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ενώ μια μέρα νωρίτερα είχε δηλώσει για την πολιτική της κυβέρνησης για το συγκεκριμένο θέμα: «Η πολιτική αυτή, όπως αναγνώρισε και το ΣτΕ, έχει πλέον και τη νομική εγκυρότητα που δεν επιτρέπει σε οποιονδήποτε να αμφισβητεί αυτή την πολιτική ή να επιδιώκει την αλλαγή και ανατροπή της».
«Δοξολογία» των θεσμών έκανε ο πρόεδρος του ΣΥΝ Ν. Κωνσταντόπουλος, ο οποίος μετά τη συνάντησή του με τη Συνοδική Επιτροπή δήλωσε μεταξύ άλλων: «Με ζητήματα που σχετίζονται με τη μορφή της πολιτείας, με τη λειτουργία των θεσμών, με το σεβασμό των αποφάσεων των συντεταγμένων αρχών, δε χρειάζεται να παίζει κανένας παιχνίδια σκοπιμότητας».
Ετσι δε δίστασε να παραδώσει το έδαφος της ελληνικής επικράτειας το 1999 για τη διέλευση των ΝΑΤΟικών στρατευμάτων από τη Βόρεια Ελλάδα, ενώ στα άρθρα 27 και 28 του Συντάγματος οριζόταν σαφέστατα ότι η διέλευση, ή παραμονή ξένων στρατευμάτων από την ελληνική επικράτεια μπορεί να επιτραπεί μόνο κατόπιν ψήφισης ειδικού νόμου. Γι' αυτό εξάλλου είκοσι ανώτατοι δικαστικοί, μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, με ανακοίνωσή τους στις 28 Απρίλη 1999 τόνιζαν: «Επομένως, εμπλοκή της Ελλάδας στο συνεχιζόμενο πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας ούτε με νόμο μπορεί να αποφασιστεί, γιατί ένας τέτοιος νόμος θα ήταν κατάφωρα αντισυνταγματικός».
Το πόσο σέβεται τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας το έδειξε η κυβέρνηση, όταν με την πρόσφατη αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος κατάργησε το Ε' Τμήμα του ΣτΕ που με τις αποφάσεις του ματαίωσε πολλά κυβερνητικά σχέδια και αποφάσεις, η υλοποίηση των οποίων θα είχε καταστροφικές συνέπειες στο περιβάλλον...
Διακρίνεται λοιπόν πίσω από την επιχειρηματολογία περί νομιμότητας, συνταγματικότητας και σεβασμού στους θεσμούς, η προσπάθεια να τεθούν εκτός νομιμότητας και συνταγματικής τάξης όλες οι αμφισβητήσεις της κυβερνητικής πολιτικής. Φυσικά, σε μια τέτοια περίπτωση, ο πραγματικός αποδέκτης είναι οι εργαζόμενοι που αγωνίζονται κατά της πολιτικής της κυβέρνησης, ζητώντας ακόμη και την κατάργηση ψηφισμένων νόμων, ή παλεύουν για να μην εφαρμοστούν. Αποδέκτες είναι επίσης πολιτικές δυνάμεις, όπως το ΚΚΕ, που παλεύουν για την ανατροπή ενός συστήματος, του καπιταλιστικού που επιβάλλει τη δική του νομιμότητα στη βάση του συσχετισμού των κοινωνικών δυνάμεων και δημιουργεί θεσμούς για να θωρακίσει την κυριαρχία του.