«Συνταγματική ανωμαλία θα ήταν να αναληφθεί πρωτοβουλία, από οποιαδήποτε πλευρά, όχι μόνο από την κυβέρνηση, στην κατεύθυνση αλλαγής του ισχύοντος νομικού πλαισίου, με δεδομένη την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας» δήλωσε την περασμένη Πέμπτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ενώ μια μέρα νωρίτερα είχε δηλώσει για την πολιτική της κυβέρνησης για το συγκεκριμένο θέμα: «Η πολιτική αυτή, όπως αναγνώρισε και το ΣτΕ, έχει πλέον και τη νομική εγκυρότητα που δεν επιτρέπει σε οποιονδήποτε να αμφισβητεί αυτή την πολιτική ή να επιδιώκει την αλλαγή και ανατροπή της».
«Δοξολογία» των θεσμών έκανε ο πρόεδρος του ΣΥΝ Ν. Κωνσταντόπουλος, ο οποίος μετά τη συνάντησή του με τη Συνοδική Επιτροπή δήλωσε μεταξύ άλλων: «Με ζητήματα που σχετίζονται με τη μορφή της πολιτείας, με τη λειτουργία των θεσμών, με το σεβασμό των αποφάσεων των συντεταγμένων αρχών, δε χρειάζεται να παίζει κανένας παιχνίδια σκοπιμότητας».
Ετσι δε δίστασε να παραδώσει το έδαφος της ελληνικής επικράτειας το 1999 για τη διέλευση των ΝΑΤΟικών στρατευμάτων από τη Βόρεια Ελλάδα, ενώ στα άρθρα 27 και 28 του Συντάγματος οριζόταν σαφέστατα ότι η διέλευση, ή παραμονή ξένων στρατευμάτων από την ελληνική επικράτεια μπορεί να επιτραπεί μόνο κατόπιν ψήφισης ειδικού νόμου. Γι' αυτό εξάλλου είκοσι ανώτατοι δικαστικοί, μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, με ανακοίνωσή τους στις 28 Απρίλη 1999 τόνιζαν: «Επομένως, εμπλοκή της Ελλάδας στο συνεχιζόμενο πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας ούτε με νόμο μπορεί να αποφασιστεί, γιατί ένας τέτοιος νόμος θα ήταν κατάφωρα αντισυνταγματικός».
Το πόσο σέβεται τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας το έδειξε η κυβέρνηση, όταν με την πρόσφατη αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος κατάργησε το Ε' Τμήμα του ΣτΕ που με τις αποφάσεις του ματαίωσε πολλά κυβερνητικά σχέδια και αποφάσεις, η υλοποίηση των οποίων θα είχε καταστροφικές συνέπειες στο περιβάλλον...
Διακρίνεται λοιπόν πίσω από την επιχειρηματολογία περί νομιμότητας, συνταγματικότητας και σεβασμού στους θεσμούς, η προσπάθεια να τεθούν εκτός νομιμότητας και συνταγματικής τάξης όλες οι αμφισβητήσεις της κυβερνητικής πολιτικής. Φυσικά, σε μια τέτοια περίπτωση, ο πραγματικός αποδέκτης είναι οι εργαζόμενοι που αγωνίζονται κατά της πολιτικής της κυβέρνησης, ζητώντας ακόμη και την κατάργηση ψηφισμένων νόμων, ή παλεύουν για να μην εφαρμοστούν. Αποδέκτες είναι επίσης πολιτικές δυνάμεις, όπως το ΚΚΕ, που παλεύουν για την ανατροπή ενός συστήματος, του καπιταλιστικού που επιβάλλει τη δική του νομιμότητα στη βάση του συσχετισμού των κοινωνικών δυνάμεων και δημιουργεί θεσμούς για να θωρακίσει την κυριαρχία του.