Η αξιοποίηση του υδάτινου πλούτου στην παραγωγή ενέργειας, καλύπτει πλήρως τις εθνικές ανάγκες και επιτρέπει στη Νορβηγία να εξάγει το σύνολο του πετρελαίου που παράγει, παρέχοντας έτσι στους πολίτες της ένα βιοτικό επίπεδο από τα υψηλότερα παγκοσμίως. Στο επίπεδο των ατομικών δικαιωμάτων, ο θεσμός του «Συνηγόρου του πολίτη» απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία λειτουργεί από το 1962. Στο χώρο της Κοινωνικής Ασφάλισης, η παροχή δωρεάν υπηρεσιών Υγείας καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού και για κάθε υγειονομικό πρόβλημα, ενώ ενθαρρύνεται και ενισχύεται οικονομικά ο τοκετός.
Εντυπωσιακό είναι το πάρκο Φρόγκνερ, ένα ανοιχτό μουσείο με διακόσιες περίπου γλυπτές συνθέσεις του καλλιτέχνη Γουστάβου Βίγκελαντ (1869-1943), όλα εμπνευσμένα από τον άνθρωπο και τη ζωή του. Πενηνταέξι από αυτά τα γλυπτά είναι τοποθετημένα στις δύο πλευρές της γέφυρας του πάρκου. Στην πόλη υπάρχουν και πολλά άλλα μουσεία. Στο μουσείο των πλοίων των Βίκινγκς ο επισκέπτης μπορεί να δει τα τρία καλύτερα διατηρημένα πλοία των σπουδαίων αυτών θαλασσοπόρων. Τα πλοία αποτελούν ταφικά μνημεία βασιλέων ενός λαού ταξιδευτή, που ήθελε τους αρχηγούς του να ταξιδεύουν «στον άλλο κόσμο» με τα πλοία τους, συνοδευόμενοι και από τα προσωπικά τους, χρηστικά αντικείμενα, κάποτε και από το υπηρετικό τους προσωπικό. Στο μουσείο Κον Τίκι εκτίθεται το αυθεντικό σκάφος με το οποίο ο Θορ Χάγιερνταλ πραγματοποίησε τα ερευνητικά του ταξίδια στα νησιά του Πάσχα, καθώς και δύο άλλα ανάλογης κατασκευής μεταγενέστερα σκάφη μιμούμενα πρωτόγονες ανάλογες κατασκευές. Στο μουσείο Fram εκτίθεται το ανθεκτικότερο σκάφος που ναυπηγήθηκε ποτέ ως πλοίο επιφανείας. Μ' αυτό το πλοίο έγιναν τρεις αποστολές στους πόλους: η πρώτη στα 1893-96 στον Βόρειο και η τελευταία με τον Αμούνδσεν στο Νότιο Πόλο (1910-12). Στο Πανεπιστημιακό Μουσείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς (Ιστορικό Μουσείο) υπάρχουν εκθέματα που καλύπτουν από την προϊστορική περίοδο έως τα νεότερα χρόνια: Θησαυροί των Βίκινγκς, μεσαιωνικές συλλογές με ξυλόγλυπτα αντικείμενα, νομισματικές συλλογές κλπ. Υπάρχουν ακόμα σε ειδικές αίθουσες εθνογραφικά εκθέματα από όλο τον κόσμο.
Πρέπει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στην Εθνική Πινακοθήκη του Οσλο, με πολύωρη λειτουργία και ελεύθερη είσοδο, με επεξηγηματικά σημειώματα σε κάθε αίθουσα ή συλλογή, και αναλυτικές πληροφορίες για κάθε έργο στα αγγλικά και στα νορβηγικά. Η Πινακοθήκη διαθέτει μεγάλη διεθνή συλλογή έργων, ακόμα μεγαλύτερο αριθμό από Σκανδιναβούς και, βεβαίως, από Νορβηγούς καλλιτέχνες. Μεταξύ των άλλων υπάρχουν 58 έργα του Εντβαρ Μουνκ (άλλα από εκείνα που υπάρχουν στο Μουσείο Μουνκ) με γνωστότερο τον εκπληκτικό πίνακα που έχει τον τίτλο «Κραυγή» (Krik, 1893). Θα αναφέρω ακόμα, γιατί έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εμάς, το έργο «Ελληνική Τραγωδία ΙΙ, 1945-1949», πίνακα του 1954 του ζωγράφου Finn Faaborg (1902-1995). Στο έργο ο καλλιτέχνης, απεικονίζει τρεις γυναικείες φιγούρες μαυροντυμένες και μαντιλοδεμένες που, σαν χορός αρχαίας τραγωδίας, παραστέκουν τα παλουκωμένα κεφάλια δύο ανταρτών.
Το Οσλο είναι ένας μακρινός και μάλλον ακριβός προορισμός. Αλλά τόσο η πόλη, όσο και γενικότερα η μοναδικότητα του νορβηγικού τοπίου αποζημιώνουν τον ταξιδιώτη που θα φτάσει ως εκεί.
Μα πρώτα - πρώτα να σας γνωρίσω την Μαρία Ρούσσου, που κι εγώ τη γνώρισα μέσα από το συγκλονιστικό βιβλίο της «Τι θα πάθει με ένα χαστούκι» εκδόσεις «ΕΣΤΙΑ». Η Μαρία γεννήθηκε στη Θήβα το 1966 και έζησε μέσα στη φτώχεια και στη σκληρότητα μέχρι που μια μέρα, αντί να πάρει τον εφιαλτικό «εύκολο» δρόμο, είπε τέρμα, δίνοντας διέξοδο στα αδιέξοδα γράφοντας, με τα ελληνικά της Τρίτης Δημοτικού - τόσο μπόρεσε να παρακολουθήσει το σχολείο - τετρακόσιες χειρόγραφες σελίδες, που όταν τις διαβάσει κανείς θα μένει άναυδος από το συγκλονιστικό ρεαλισμό της γραφής και τη μαγεία του απλού, αλλά τόσου πλούσιου και μεστού λόγου της. Η Μαρία έγραψε την ιστορία της, τότε όταν 23 χρόνων η Μαρία με την πένα στο χέρι αντιστάθηκε στο δυνατό χαστούκι που της έδινε καθημερινά η ζωή από την πρώτη μέρα που γεννήθηκε. Η Μαρία αντιστάθηκε στο σκοτάδι και αναζήτησε το φως. Το φως, τη γνώση και την ελευθερία. Σ' αυτό το συναρπαστικό, αλλά και σπαρακτικό βιβλίο περιγράφει την απερίγραπτη ζωή της, χωρίς μελοδραματισμούς, χωρίς ωραιοποιήσεις, γράφει με πάθος, αλλά χωρίς φόβο. Δε φοβάται η Μαρία γιατί μιλά τη γλώσσα της αλήθειας. Ετσι τελειώνει τον πρόλογό της: «Ας φοβούνται όλοι αυτοί που μου δείξανε τον κόσμο της βίας και μόνον της βίας».
Οταν διάβασα το βιβλίο της την αναζήτησα, μιλήσαμε τηλεφωνικώς, μου έγινε μάλιστα μια πρόταση να μεταφέρω σε σενάριο το βιβλίο της και δέχτηκα. Μα κάπου σκάλωσε η υπόθεση του σίριαλ και το θέμα ξεχάστηκε. Αλλά εγώ δεν ξέχασα. Χτες ξαναδιάβασα την επιστολή που είχε στείλει και μου περιέγραφε ένα επεισόδιο από τη ζωή της και απορούσε και η ίδια πώς είχε ξεχάσει να το συμπεριλάβει μέσα στο βιβλίο της. Ηταν στην Τρίτη τάξη του Δημοτικού τότε, όταν η δασκάλα της ζήτησε από τα κορίτσια να φέρουν ένα κέντημα για το μάθημα των Καλλιτεχνικών. Το κοριτσάκι το είπε το βράδυ στους γονείς της και την ξεφορτώθηκαν με ένα «θα δούμε». Ενα «θα δούμε», που η Μαρία δεν είδε ποτέ. Και κάθε πρωί καθόταν στη «γωνία» τιμωρία για την αμέλειά της. Η Μαρία ντρεπόταν και η ντροπή όλο μεγάλωνε και άρχισε ένα πρωί να κλαίει με λυγμούς, μέχρι που, γεμάτη απορία, η δασκάλα τη ρώτησε τι συμβαίνει. Και τότε το κοριτσάκι ξέσπασε. Είπε ότι «είναι άδικο να την τιμωρεί επειδή οι δικοί της δεν της αγοράζουν κέντημα».
Η δασκάλα τής είπε να καθίσει, την ηρέμησε και την επόμενη το πρωί την κάλεσε στο γραφείο της. Η Μαρία φοβήθηκε ότι η τιμωρία θα ήταν μεγαλύτερη τώρα και ότι θα ξαναπερνούσε όρθια και ντροπιασμένη όλη την ημέρα στη «γωνία», όμως έπεσε έξω. Η καλή αυτή η γυναίκα της είχε φέρει ένα κέντημα, ένα κέντημα και πολλές πολύχρωμες μαγικές κλωστές που θάμπωσαν τα παιδικά αθώα μάτια. «Πάρτο, Μαρία», της είπε «είναι δικό σου, σου το κάνω δώρο» και το παιδί μαγεμένο, μαλακωμένο από την ευγένεια της κυρίας, έπεσε με τα μούτρα στη δουλιά και έμαθε να κεντά. Αυτή ήταν μια από τις ωραιότερες στιγμές της παιδικής ηλικίας της Μαρίας, που ενήλικη πια είναι μητέρα η ίδια τριών παιδιών. Να είσαι καλά Μαρία και να ξέρεις ότι δε σε ξέχασα. Οτι ξαναδιάβασα το βιβλίο σου και το συστήνω σε όλους τους αναγνώστες μας να το διαβάσουν για να δουν «Τι θα πει με ένα χαστούκι».
...ενώ, η Αναστασία Γ. Παληού, με το εξαιρετικά πρωτότυπο και ενδιαφέρον βιβλίο της: «Πουλούνται βιβλία και πάσης φύσεως χαρτικά», εκδόσεις «Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης» μας κάνει μια νοσταλγική και πολύ ενημερωτική περιήγηση στα βιβλιοπωλεία του νομού Κοζάνης την περίοδο 1900-1950.
Η Ρόζα Ιμβριώτη (1898-1977) γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές της στη Γερμανία και τη Γαλλία. Παντρεύτηκε έναν φιλόσοφο τον Γιάννη Ιμβριώτη και συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Δελμούζο στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Κατηγορήθηκε για υλιστική διδασκαλία της ιστορίας, που αποτέλεσε αφορμή του ξεσπάσματος των Μαρασλειακών (1924). Ενταγμένη στο χώρο της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ), η Ιμβριώτη υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα εκπαιδευτικός που έφτασε ως το βαθμό του γυμνασιάρχη (1934). Δυο χρόνια αργότερα ίδρυσε το Πρότυπον Σχολείον Ανωμάλων Παίδων, όπου εφάρμοσε πρωτοποριακές για την εποχή της παιδαγωγικές μεθόδους. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και στη σύνταξη του εκπαιδευτικού προγράμματος της ΠΕΑΕΑ, ενώ κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ο ΕΛΑΣ της ανέθεσε τη διεύθυνση του Παιδαγωγικού Φροντιστηρίου της Τύρνας, στα πλαίσια της λειτουργίας του οποίου συνεργάστηκε και στη συγγραφή του σχολικού αναγνωστικού «Τ' αετόπουλα». Από το 1948 και για τρία χρόνια έζησε εξόριστη για πολιτικούς λόγους. Το 1967 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Πέθανε στην Αθήνα.