ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 22 Νοέμβρη 2002
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ
Θέλαμε σκληρότερο προϋπολογισμό

Ακόμα πιο σφιχτός και αυστηρός θα έπρεπε να ήταν κατά τον ΣΕΒ, ο αντιλαϊκός προϋπολογισμός του 2003. Ετσι, στα πρώτα σχόλιά του επί του προϋπολογισμού, ο ΣΕΒ θέτει ερωτήματα για το πόσο ρεαλιστικός και αξιόπιστος είναι στην κατεύθυνση του στόχου για τη νομισματική σταθερότητα και τη συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, αλλά και τη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης.

Σε ό,τι αφορά στις δαπάνες, ο ΣΕΒ παρατηρεί πως οι πρωτογενείς δαπάνες αναμένεται ότι θα αυξηθούν με ρυθμό 6%, κάτι που αποτελεί βελτίωση έναντι της αύξησης 8,4% που, τελικά, σημειώθηκε το 2002. Ομως -σημειώνει- πρέπει να υπενθυμισθεί ότι ο αρχικός στόχος για τις δαπάνες το 2002 ήταν 6,1%. Με άλλα λόγια, τονίζει, «η δημοσιονομική πρόθεση για το 2003 δεν είναι πιο αυστηρή από ό,τι για το 2002, ενώ θα έπρεπε. Διατηρεί τις δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 20%, ενώ θα έπρεπε να τις έχει περιορίσει». Οπως επισημαίνουν στη συνέχεια οι βιομήχανοι, η «αναταξινόμηση των μεγεθών του προϋπολογισμού με βάση τους νέους όρους της Eurostat είχε ως αποτέλεσμα, τη μετατροπή των προϋπολογισμών των δύο τελευταίων ετών από πλεονασματικούς σε ελλειμματικούς, αλλά και τη μεγάλη αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ».

Είναι, συνεπώς, πιθανόν -συνεχίζει ο ΣΕΒ- να υπάρξουν σημαντικές αναθεωρήσεις και αποκλίσεις στη διάρκεια της εκτέλεσης. Η εμπειρία του 2002 είναι χαρακτηριστική τόσο με τις αναθεωρήσεις σε κρίσιμα μεγέθη όσο και με τις υπερβάσεις στον τομέα των δαπανών: Οι δαπάνες για αποδοχές προσωπικού παρουσίασαν υπέρβαση 211 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες για ασφάλιση περίθαλψης 116 εκατ. ευρώ. Οι λειτουργικές και λοιπές δαπάνες 170 εκατ. ευρώ. Ετσι, οι συνολικές δαπάνες που είχαν προϋπολογιστεί να αυξηθούν κατά 6,1% αυξήθηκαν, τελικά, κατά 8,4%.

Από την πλευρά του ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών, σημειώνει ότι ο προϋπολογισμός έχει θετικά στοιχεία ως την επιδίωξη της ανακατανομής των οικονομικών πόρων, δεν ενισχύει όμως την αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας και δεν είναι προς την κατεύθυνση της αύξησης της ανταγωνιστικότητας, που θα δώσει ώθηση και ορμή στην οικονομία.

ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ ΟΟΣΑ
Σε υψηλά επίπεδα η ανεργία

Οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να είναι τα μεγάλα θύματα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία πάντως δε δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας

Τη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα και πληθωρισμό πάνω από 3% προβλέπει για το 2003 και το 2004, στο προσχέδιο της έκθεσης για την ελληνική οικονομία, ο ΟΟΣΑ. Το προσχέδιο δόθηκε χτες στη δημοσιότητα. Ειδικότερα, ο διεθνής οργανισμός προβλέπει ότι η ανεργία θα διαμορφωθεί το 2002 στο 10,1% του ενεργού πληθυσμού, ενώ θα εμφανίσει μικρή μόνον κάμψη, στο 9,8% και στο 9,5%, για τα δύο επόμενα χρόνια. Για το ΑΕΠ προβλέπει, ότι θα αυξηθεί 3,6% το 2002 και 3,9% και 3,8% τα έτη 2003 και 2004, αντίστοιχα. Εξέλιξη απόλυτα φυσιολογική αν αναλογιστεί κανείς ότι τα δύο αυτά χρόνια θα βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη οι επενδύσεις του Γ΄ ΚΠΣ και τα Ολυμπιακά έργα για το 2004. Κι όμως, παρά τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η ανεργία δείχνει μια εμμονή κοντά στο 10%. Και αν το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί, όταν ο οικονομικός κύκλος βρίσκεται στην ανοδική του φάση, τότε ο καθένας μπορεί να αναλογιστεί τι έχουν να περιμένουν οι εργαζόμενοι για την περίοδο από το 2005 και μετά, οπότε και αναμένεται μια φυσιολογική κάμψη του ρυθμού ανάπτυξης. Κατά τον ΟΟΣΑ ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί το 2003 και το 2004 σε επίπεδα πάνω από 3%, «καρφώνοντας» έτσι την κυβέρνηση, η οποία, για λόγους καιροσκοπικούς - χορήγηση αυξήσεων στο δημόσιο τομέα 2,5% - προβλέπει ετήσιο πληθωρισμό 2,5%!

Κατά τ' άλλα, ο διεθνής Οργανισμός «προτείνει» τα γνωστά γιατροσόφια για τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Ετσι, ζητά σκληρότερη δημοσιονομική πολιτική, με μεγαλύτερες περικοπές πρωτογενών δαπανών, πλήρη απορύθμιση της αγοράς εργασίας, δραστικές μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση (αντιλαϊκού βέβαια χαρακτήρα) και ταχύτερη είσοδο των ιδιωτών στα δίκτυα της ενέργειας και του φυσικού αερίου. Οπως και στο παρελθόν, ο διεθνής Οργανισμός, ενώ εκφράζει τη σύμφωνη γνώμη του για το γενικότερο προσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας, ζητά ωστόσο γρηγορότερο - αντιλαϊκό - βηματισμό... Στηρίζοντας και αυτός τις κυβερνητικές επιλογές, εκτιμά ότι οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό σύστημα κινούνται στη σωστή κατεύθυνση... ενώ για την εξέλιξη του πληθωρισμού το 2002 - τον εκτιμά στο 3,8% - αναφέρει ως αιτίες την εισαγωγή του ευρώ και τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Σε σχετικά υψηλά επίπεδα προβλέπεται ότι θα διαμορφωθούν η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου τη διετία 2003-2004, οι δύο δηλαδή παράγοντες που θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη.

Η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να αυξηθεί κατά 3,1% και 3,2%, αντίστοιχα, και οι πάγιες επενδύσεις κατά 9,5% και 6,7%. Προβλέπει επίσης αισθητή βελτίωση των εξαγωγών, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν κατά 6,2% και 7% (έναντι αύξησης μόλις 0,6% το 2002), αλλά και των εισαγωγών, οι οποίες προβλέπεται να αυξηθούν κατά 6,6% και 5,6%, έναντι αύξησης 1,5% το 2002.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Οριακή ενίσχυση τον Οκτώβρη

Αντιτιθέμενες οι εκτιμήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών από διάφορους οικονομικούς κλάδους

Οριακή ενίσχυση κατέγραψε ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στην Ελλάδα κατά το μήνα Οκτώβρη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, από τις 101,6 μονάδες το Σεπτέμβρη ανήλθε στις 101,9, ενώ αντίθετα στην ευρωζώνη, ο σχετικός δείκτης κατέγραψε οριακή πτώση από 99 μονάδες στη 98,9. Στο επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο δείκτης παρέμεινε αμετάβλητος, στις 99,2 μονάδες.

Στη βιομηχανία, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών βελτιώθηκε τον Οκτώβρη κατά μία ποσοστιαία μονάδα, έναντι του Σεπτέμβρη και συγκεκριμένα, από 103,6 μονάδες ανήλθε στα 104,6. Η βελτίωση αυτή σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εκτιμώμενη μείωση των αποθεμάτων έτοιμων προϊόντων και δευτερευόντως στην ελαφρά ισχυροποίηση των εκτιμήσεων για τις συνολικές παραγγελίες, οι οποίες θεωρούνται από τις επιχειρήσεις ελαφρώς κατώτερες του κανονικού. Αντίθετα, οι εκτιμήσεις για τις παραγγελίες εξωτερικού είναι δυσμενέστερες, καθώς αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνει το επίπεδό τους κατώτερες του κανονικού.

Στις κατασκευές, η πτώση του δείκτη στις 126,5 μονάδες έναντι 135 το Σεπτέμβρη, αποδίδεται αποκλειστικά στη μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων που προβλέπουν αύξηση στο ποσοστό απασχόλησης. Σημειώνεται πάντως ότι στον τομέα των κατασκευών οι προβλέψεις για την απασχόληση εξακολουθούν να αναφέρονται σαφώς σε άνοδο.

Στο λιανικό εμπόριο, ο δείκτης των επιχειρηματικών προσδοκιών κατέγραψε άνοδο στις 102 μονάδες, έναντι 97,3 μονάδων του Σεπτέμβρη. Η εξέλιξη αυτή, αποδίδεται κυρίως στη βελτίωση των εκτιμήσεων για τα επίπεδα πωλήσεων, καθώς το 66% εκτιμά σταθερότητα και το 25% άνοδο και μείωση των αποθεμάτων τα οποία προσέγγισαν κανονικά για την εποχή επίπεδα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ