Οι αρνητικές συνέπειες ενός πολέμου στο Ιράκ δε θα εκδηλωθούν μονομερώς στο χώρο της οικονομίας, δήλωσε χτες ο υπουργός Οικονομίας...
«Οι επιπτώσεις από έναν πόλεμο στο Ιράκ δεν είναι μονομερείς και δεν περιορίζονται μόνο στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου, στο αυξητικό κόστος παραγωγής των εμπορευμάτων και στην άνοδο του πληθωρισμού. Θα υπάρξουν ευρύτερες επιπτώσεις, καθώς θα πληγούν οι οικονομίες χωρών που συνορεύουν με το Ιράκ, όπως είναι το Ιράν, η Σαουδική Αραβία κλπ.». Αυτά δήλωσε χθες ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκης, στη διάρκεια της άτυπης ενημέρωσης των δημοσιογράφων του οικονομικού ρεπορτάζ, για τα αποτελέσματα της Συνόδου G7, που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι το προηγούμενο Σάββατο και συμμετείχαν οι υπουργοί Οικονομικών των 7 ισχυρότερων χωρών του πλανήτη, καθώς και οι διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών των αντίστοιχων χωρών.
Οι θέσεις Χριστοδουλάκη, ότι οι συνέπειες ενός πολέμου στο Ιράκ «δε θα είναι μονοσήμαντα οικονομικές», ασφαλώς δεν είναι παρά επιφανειακή περιγραφή των σωρευτικών αρνητικών γεωπολιτικών επιπτώσεων, που θα σημειωθούν στην ευρύτερη περιοχή. Συνιστούν, όμως, «πρόοδο» ως προς προηγούμενες κυβερνητικές θέσεις, που συναρτούσαν «μονοσήμαντα» τις επιπτώσεις αποκλειστικά στο χώρο της οικονομίας και ειδικά στο θέμα της ανόδου, και πόσο, της τιμής του πετρελαίου. Αυτή η, έστω δειλή, αλλαγή της επίσημης κυβερνητικής θέσης, μπορεί αν εξηγηθεί μόνο σαν προσπάθεια προετοιμασίας της κοινής γνώμης της χώρας, σε μια ενδεχόμενη, αλλά παράλληλα και πολύ πιθανή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος σε μακροχρόνια περίοδο, αφού είναι πλέον κοινό μυστικό ότι η αμερικανική επιθετικότητα δε θα περιοριστεί μόνο στο Ιράκ, αλλά θα υπάρξει και συνέχεια...
Ασφαλώς, μια τέτοια δυσμενής εξέλιξη υπάρχει τουλάχιστον σαν σενάριο στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, όπως φυσικά και τα «δυσάρεστα μέτρα», τα όποια σχεδιάζονται από τώρα στα οικονομικά επιτελεία, καθώς είναι δεδομένο ότι τις συνέπειες και της νέας επώδυνης κρίσης θα πρέπει να τις επωμιστούν τα λαϊκά στρώματα. Ο υπουργός Οικονομίας επανέλαβε και πάλι ότι οι αρνητικοί παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ευρωπαϊκή οικονομία, οι οποίοι είχαν συζητηθεί το προηγούμενο φθινόπωρο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους, εξέλιξη η οποία αντανακλάται στη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της Ευρωζώνης, σε σχέση με τις προβλέψεις που υπήρχαν πριν από μερικούς μήνες. Ο υπουργός Οικονομίας επανέλαβε ότι για την Ελλάδα δεν υφίσταται θέμα αρνητικής αναθεώρησης των ρυθμών ανάπτυξής της για το 2003, με το επιχείρημα ότι οι στόχοι που έχουν τεθεί είναι συντηρητικοί και ενσωματώνουν αρνητικές επιπτώσεις από έναν πόλεμο στο Ιράκ...
Σε τροχιά μεγάλων ανατιμήσεων εξακολουθούν να κινούνται τα οπωροκηπευτικά, οι τιμές των οποίων από την αρχή του χρόνου δεν έχουν σταματήσει να «τσιμπάνε», με την ανοχή κυβέρνησης απέναντι στους κερδοσκόπους που δρουν σε όλη την αλυσίδα της διακίνησης των προϊόντων. Επίσημη δικαιολογία για την ανοδική πορεία των τιμών αποτελεί η κακοκαιρία, αλλά, όπως είναι κατανοητό, από τις αυξημένες τιμές οι παραγωγοί δεν καλύπτουν τις ζημιές τους, ενώ οι μόνοι που τρίβουν τα χέρια τους είναι οι μεγαλέμποροι και οι μεγαλοεισαγωγείς, που έχουν γεμίσει την αγορά με εισαγόμενα οπωροκηπευτικά.
Από την αρχή του χρόνου και σε διάστημα μικρότερο από δύο μήνες οι αυξήσεις στις τιμές των οπωροκηπευτικών έφτασαν μέχρι και 82,88% και όχι μόνο σε εκτός εποχής προϊόντα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σε 26 προϊόντα υπάρχει μόνο μία μείωση στο διάστημα αυτό, στα λεμόνια, και μόνο οι τιμές σε δύο από αυτά παρέμειναν αμετάβλητες, στις μπανάνες και στα πορτοκάλια. Σε όλα τα άλλα, οι τιμές έχουν αυξηθεί. Ειδικότερα, συγκρίνοντας τις τιμές στις λαϊκές αγορές, ανάμεσα στο διάστημα που μεσολάβησε από τα τέλη Δεκέμβρη η μεγαλύτερη αύξηση τιμής σημειώθηκε, σύμφωνα με τις τιμοληψίες του υπουργείου Ανάπτυξης στις χονδρές πιπεριές (82,88%). Κι αν αυτό «δικαιολογείται» ως εκτός εποχής προϊόν, δεν ισχύει το ίδιο με το λάχανο που ακρίβυνε κατά 29,57%, ξεπερνώντας τα 0,9 ευρώ το κιλό, ή τα μαρούλια που ανατιμήθηκαν κατά 28,30% ξεπερνώντας την προηγούμενη εβδομάδα τα 0,7 ευρώ, τα ραδίκια που ακρίβυναν κατά 62,38%, το σπανάκι που ανατιμήθηκε από την αρχή του χρόνου μέχρι την προηγούμενη βδομάδα κατά 60,94%. Επίσης, κατά 24,04% ανατιμήθηκαν από την αρχή του χρόνου τα πράσα, κατά 51,22% τα φρέσκα κρεμμυδάκια, κατά 34,48% το κουνουπίδι, κατά 12,32% τα αχλάδια και κατά 10% τα μήλα.
Με παχιά λόγια, συχνά χωρίς νόημα, προσπαθεί η κυβέρνηση να δικαιολογήσει την αναζωπύρωση της ακρίβειας και της κερδοσκοπίας στην αγορά. Ενδεικτικά απ' αυτή την άποψη είναι και όσα είπε ο αρμόδιος υπουργός Ανάπτυξης Ακης Τσοχατζόπουλος, κατά τη διάρκεια σεμιναρίου που πραγματοποιήθηκε χτες στο πλαίσιο της προεδρίας στο Ζάππειο. «Η στρατηγική του καταναλωτικού κινήματος, η κοινή συνύπαρξη μέσα στις αγορές, το κοινό συμφέρον των παραγωγών, των επιχειρήσεων, των υπηρεσιών και των καταναλωτών, μέσα από μια ανταγωνιστική, ανοιχτή, χωρίς παρεμπόδια και αναχρονιστικούς περιορισμούς λειτουργία, αποτελεί τη βάση της προσπάθειάς μας»!
Ετσι αντιλαμβάνεται η Ελληνική Προεδρία την «προστασία του καταναλωτή» και κατ' επέκταση το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο που θα τη διέπει, με βάση τα όσα είπε χτες στο Ζάππειο ο αρμόδιος υπουργός. Ουσιαστικά, δηλαδή, μέσα από μια ομιλία με ως επί το πλείστον ανέξοδες κορόνες περί «ολοκληρωμένης λειτουργίας της δημοκρατίας» και περί «κοινωνικής ευαισθητοποίησης», ο Α. Τσοχατζόπουλος σε μία μόνο φράση περιέλαβε την επικίνδυνη για τους καταναλωτές και τα λαϊκά εισοδήματα «αρχή» της ελληνικής κυβέρνησης και συνολικά της ΕΕ.
Η «κεντρική ιδέα» αυτού που είπε ο υπουργός, βάζει «στο ίδιο τσουβάλι» τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, σε μια άγρια καπιταλιστική κοινωνία που αποκλειστικός γνώμονας των πρώτων είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους τους, που εκ προοιμίου μόνο μέσα από την καταλήστευση των καταναλωτών και τη διαρκή υποβάθμιση της ποιότητας, μπορεί να επιτευχθεί.