ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 26 Φλεβάρη 2003
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ
Σε Ελλάδα και Πορτογαλία τα φτηνότερα μεροκάματα

Αποκαλυπτικά τα στοιχεία της Eurostat, που δείχνουν την Ελλάδα και την Πορτογαλία να έχουν τα χαμηλότερο κόστος εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση

Η Ελλάδα και η Πορτογαλία είναι οι δύο χώρες - μέλη της ΕΕ, που έχουν τα φτηνότερα μεροκάματα, όπως βεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας (Eurostat) που είδαν χτες το φως της δημοσιότητας. Σε πείσμα των ισχυρισμών που προβάλλουν ο πρωθυπουργός και οι επιτελείς του (στην κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ), ότι χάρη στην πολιτική τους η Ελλάδα έγινε πιο ισχυρή και σημειώθηκε «σύγκλιση» στο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων εργαζομένων με το μέσο όρο της ΕΕ, τα στοιχεία της Eurostat αποκαλύπτουν ότι στην Ελλάδα (και στην Πορτογαλία) έχουμε «μισθούς Ασίας και τιμές Ευρώπης».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, που καταγράφει τις εξελίξεις στο εργατικό κόστος σε 13 χώρες - μέλη της ΕΕ (δεν υπάρχουν στοιχεία για την Ιταλία και το Βέλγιο) το έτος 2000, προκύπτει ότι ο μέσος όρος του ωριαίου εργατικού κόστους για τους «13» της ΕΕ ανέρχεται σε 22,7 ευρώ. Με βάση τα ίδια στοιχεία, το χαμηλότερο ωριαίο κόστος εργασίας εμφάνιζαν η Πορτογαλία (8,13 ευρώ), η Ελλάδα (10,40 ευρώ), η Ισπανία (14,22 ευρώ) και η Ιρλανδία με 17,34 ευρώ. Αντίθετα, το υψηλότερο κόστος εργασίας έχει η Σουηδία (28,56 ευρώ) και ακολουθούν η Δανία με 27,1 ευρώ, η Γερμανία με 26,54 ευρώ και το Βέλγιο με 26,2 ευρώ.

Από τα αναλυτικά στοιχεία της Eurostat, προκύπτει ότι ειδικά για την Ελλάδα το ωριαίο εργατικό κόστος είναι υψηλότερο στο δημόσιο τομέα και χαμηλότερο στο εμπόριο και τις επισκευές. Συγκεκριμένα, το εργατικό κόστος στην Ελλάδα είναι:

  • 16,37 ευρώ στην παραγωγή και διανομή ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου και νερού, έναντι 30,48 ευρώ για την ΕΕ και 4,18 ευρώ στις υποψήφιες για ένταξη χώρες.
  • 16,34 ευρώ στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (όπως είναι οι τραπεζικοί υπάλληλοι), έναντι 34,85 ευρώ για την ΕΕ και 6,45 για τις υποψήφιες χώρες.
  • 7,62 ευρώ στον κλάδο του εμπορίου και των επισκευών, έναντι 19,11 ευρώ για την ΕΕ και 3,2 ευρώ για τις υποψήφιες χώρες.
  • 7,76 ευρώ στις κατασκευές, έναντι 19,39 ευρώ για την ΕΕ και 2,95 ευρώ για τις υποψήφιες χώρες.
ΔΑΝΕΙΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ
Αυξήθηκαν πέρσι ακόμα 32,2%

Τα ανεξόφλητα υπόλοιπα δανείων νοικοκυριών και επιχειρήσεων έφτασαν στο 62% του ΑΕΠ

Με εκρηκτικούς ρυθμούς συσσωρεύονται τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των ποικιλώνυμων δανείων που «προσφέρουν» οι τράπεζες προς τα νοικοκυριά. Στην εξέλιξη αυτή συμβάλλουν κύρια η πολιτική λιτότητας για τα λαϊκά νοικοκυριά που «σπρώχνουν» όλο και περισσότερους εργαζόμενους στον τραπεζικό δανεισμό, αλλά και τα ληστρικά επιτόκια των τραπεζών που διατηρούν τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των δανείων συνολικά, σε υψηλά επίπεδα. Παράλληλα οι αυξήσεις στα επιτόκια στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, που είτε έχουν ανακοινωθεί είτε προαναγγέλλονται, θα οδηγήσει σε νέα επιβράδυνση του ρυθμού εξόφλησης των υπολοίπων και θα ισοφαρίσει έτσι τη διαφαινόμενη οριακή κάμψη που παρουσιάζουν τους τελευταίους μήνες οι νέες εκταμιεύσεις, κυρίως στα καταναλωτικά δάνεια. Η συντελούμενη ληστεία των νοικοκυριών της χώρας από τη δράκα του τραπεζικού κεφαλαίου προκύπτει ανάγλυφα και από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Με βάση τα στοιχεία για το Δεκέμβρη του 2002 προκύπτουν τα εξής:

  • Τα νοικοκυριά της χώρας χρωστούσαν στις τράπεζες το ποσό των 31,5 δισ. ευρώ (από 23,8 δισ. ευρώ το Δεκέμβρη του 2001). Με το ετήσιο ποσοστό αύξησης να φτάνει σε 32,2% και τα σημερινά υπόλοιπα διαμορφώνονται στο 22,5% του ΑΕΠ.
  • Τα στεγαστικά δάνεια έφτασαν σε 21,2 δισ. ευρώ, με ετήσια αύξηση 35,6%.
  • Τα καταναλωτικά δάνεια εμφανίζονται στα 9,7 δισ. ευρώ, με ετήσιο ρυθμό αύξησης 24,2%. Τα υπόλοιπα σε πιστωτικές κάρτες έφτασαν σε περίπου 5 δισ. ευρώ, με αύξηση 33,1%, τα προσωπικά δάνεια σε 3 δισ. ευρώ (αύξηση 39,6%), ενώ τα δάνεια με διαιολογητικά αγοράς (1,8 δισ.) είναι τα μόνα που παρουσιάζουν αρνητική μεταβολή σε ποσοστό 9,6%.
  • Τα τραπεζικά δάνεια προς τις επιχειρήσεις φτάνουν στα 55 δισ. ευρώ (ετήσια αύξηση 9,6%). Αύξηση καταγράφεται στου κλάδους τουρισμού (33,7%), σε μεταλλεία - βιοτεχνία (13,9%), ενώ στο γεωργικό τομέα παρατηρείται πτώση κατά 13,4%.
  • Το σύνολο των ανεξόφλητων υπολοίπων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, το Δεκέμβρη του 2002, έφτασε σε 86,5 δισ. ευρώ, ποσό που αναλογεί στο 62% του ΑΕΠ και είναι αντίστοιχο με αυτό που ισχύει και στα άλλα κράτη της ΕΕ.

Τα στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδας, για το Δεκέμβρη του 2002, εμφανίζουν το ύψος των καταθέσεων και των ρέπος (από νοικοκυριά και επιχειρήσεις μαζί) στα 133,8 δισ. ευρώ (από 135,7 δισ. το Δεκέμβρη του 2001) με αρνητική μεταβολή κατά 1,4%. Είναι φανερό ότι ένα μέρος της μείωσης οφείλεται στα σχεδόν ανύπαρκτα επιτόκια που δίνουν οι τραπεζίτες για τις καταθέσεις των λαϊκών νοικοκυριών.

ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Θησαυρίζουν από τόκους και προμήθειες

Μείωση του συνολικού κέρδους κατά 63,2% σε σύγκριση με το 2001 εμφανίζει και ο Ομιλος της Εμπορικής Τράπεζας, λόγω χρηματιστηρίων

Η αύξηση στα κέρδη από τόκους και προμήθειες, ταυτόχρονα η συγκράτηση, ακόμη και μείωση, στο μισθολογικό κόστος και τα λεγόμενα προγράμματα εθελούσιας εξόδου για εκατοντάδες εργαζόμενους είναι το βασικό μοτίβο των ισολογισμών που δημοσιεύουν οι μεγάλες από τις ντόπιες τράπεζες. Η μάζα των κερδών τους για το 2002 παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ η εμφανιζόμενη μείωση της κερδοφορίας τους (σαν γενική τάση) συγκριτικά με το 2001 οφείλεται αποκλειστικά στις εξελίξεις των χρηματιστηρίων (μετοχές και ομόλογα), από τα οποία είχαν θησαυρίσει τα προηγούμενα χρόνια.

Ο ισολογισμός της Εμπορικής Τράπεζας εμφανίζει τα καθαρά έσοδα από τόκους στα 560,8 εκατ. ευρώ (από 509,5 εκ. το 2001) με αύξηση 10,1%, ενώ τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν σε ποσοστό 4% (στα 145,7 εκατ. ευρώ). Από τις δυο αυτές κατηγορίες (τόκους και προμήθειες) ο όμιλος της Εμπορικής Τράπεζας είχε κέρδη συνολικού ύψους 598,4 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε ημερήσιο κέρδος πάνω από 1,6 εκατ. ευρώ.

Τα προ φόρων κέρδη του Ομίλου της Εμπορικής έφτασαν στα 89,62 εκατ. ευρώ (από 243,2 εκ. το 2001) με μείωση σε ποσοστό 63,2%, που οφείλεται στη «μείωση των αποτελεσμάτων από χρηματοοικονομικές πράξεις» και επίσης στα «αρνητικά αποτελέσματα της "Φοίνιξ Metrolife"». Τα προ φόρων κέρδη της Τράπεζας (χωρίς τις θυγατρικές) έφτασαν στα 86,2 εκατ. ευρώ και είναι 69,5% χαμηλότερα σε σύγκριση με το 2001. Το προτεινόμενο από τη διοίκηση μέρισμα είναι 0,40 ευρώ ανά μετοχή, που αντιστοιχεί σε μερισματική απόδοση 3,1% (με βάση την τιμή μετοχής στις 24 Φλεβάρη).

Τα κέρδη μετά τη φορολογία για την Τράπεζα Κύπρου έφτασαν σε 20,1 εκατ. ευρώ (από 19,3 εκ. ευρώ το 2001) με αύξηση 4,5% και τα καθαρά έσοδα από τόκους σε 96,5 εκατ. με αύξηση πάνω από 30%.

H Aspis Bank εμφανίζει για το 2002 μεγάλη αύξηση κερδών κατά 127,6% στα 2 εκατ. ευρώ (από 888.000 το 2001).

ΨΑΡΑΔΕΣ
Υπόσχεση συνέχισης του αγώνα

Μαύρες σημαίες και πανό διαμαρτυρίας κυμάτιζαν και χτες στα σκάφη των ψαράδων της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, αλλά και σε πολλά λιμάνια της χώρας στο πλαίσιο της διήμερης κινητοποίησης των απασχολουμένων στον κλάδο αλιείας.

Οι ψαράδες διαμαρτύρονται για την πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ, η οποία, όπως δηλώνουν, οδηγεί τον κλάδο στο μαρασμό και ζητούν από το υπουργείο Γεωργίας να πάρει μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Στο Μεσολόγγι, χτες, οι ψαράδες έκαψαν βάρκες και πέταξαν τελάρα με ψάρια στη θάλασσα, ενώ αντιπροσωπεία τους πήγε στη Νομαρχία, όπου επέδωσε ψήφισμα διαμαρτυρίας στον νομάρχη Αιτωλοακαρνανίας και στη διεύθυνση αλιείας της Νομαρχίας.

Συγκεντρώσεις έγιναν χτες και στο Ναύπλιο, στην Πιερία, στη Λευκάδα, στους Φούρνους Ικαρίας και στη Λήμνο. Η διήμερη αυτή πανελλαδική κινητοποίηση, όπως δήλωσε στο «Ρ» ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας του κλάδου, Κοτσόργιος Δημήτρης, «είναι απλά η αρχή». Ο ίδιος τόνισε επίσης: «Δώσαμε προθεσμία στους υπουργούς Εμπορικής Ναυτιλίας και Γεωργίας μέχρι τέλος Μαρτίου να δώσουν λύσεις στα προβλήματά μας. Διαφορετικά οι κινητοποιήσεις θα κλιμακωθούν και κάποιες από τις πρώτες κινητοποιήσεις θα είναι συγκέντρωση των ψαράδων από όλη την Ελλάδα στο υπουργείο Γεωργίας και συγκέντρωση στη Μυτιλήνη τη μέρα που θα συνεδριάζουν εκεί οι εκπρόσωποι των διευθύνσεων αλιείας της ΕΕ».

Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη λήξη της διορίας που έθεσαν οι ψαράδες στους αρμόδιους υπουργούς, βασικό μέλημά τους είναι η κινητοποίηση όλων των μελών του κλάδου και η συστράτευσή τους με άλλες κοινωνικές ομάδες, που πλήττονται από την πολιτική κυβέρνησης - ΕΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ