Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι οι εξαγγελίες του Κ. Σημίτη για τους αγρότες άρχισαν, ήδη, ν' αλλάζουν το «βαρύ κλίμα» σε βάρος της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ, που επικρατεί στα χωριά. Κάτι τέτοιο, όμως, δε συνέβη στην πραγματικότητα κι όσοι το πίστεψαν δε γνωρίζουν πόσο «βαριά» και «βαθιά» είναι η αγανάκτηση του αγροτικού κόσμου για την εφαρμοζόμενη αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κι όσοι ελπίζουν ότι στην ύπαιθρο υπάρχουν «λωτοφάγοι», που εύκολα θα ξεχάσουν τα όσα προβλήματα «φόρτωσε» στην πλάτη των μικρομεσαίων αγροτών η πολιτική της κυβέρνησης και θα ξαναψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, είναι πολύ γελασμένοι. Οι ξωμάχοι δεν μπορούν, δε θέλουν και δεν πρόκειται να ξεχάσουν, ποιος ευθύνεται για τη συρρίκνωση του εισοδήματός τους, για την καταχρέωσή τους στην Τράπεζα, για το κυνηγητό τους από τα ΜΑΤ και τα «αγροτοδικεία», για τη δύσκολη κι «άχαρη» ζωή τους στο χωριό. Το θυμούνται τώρα και δεν ξεγελιούνται με τις υποσχέσεις Σημίτη, θα το θυμούνται και την ώρα της κάλπης κι αναλόγως θα πράξουν.
Δε θα πρέπει, όμως, η απελπισία και η οργή να οδηγήσουν όσους αγρότες φεύγουν από το ΠΑΣΟΚ, στη ΝΔ, γιατί θα πάνε «από τη Σκύλλα, στη Χάρυβδη». Αλλωστε, εναλλακτική λύση έχουν. Μπορούν και τους συμφέρει, να ενισχύσουν το ΚΚΕ, για να το έχουν ακόμα πιο δυνατό πλάι τους, στους αγώνες για την επιβίωση και για την καλυτέρευση της ζωής τους, που θα συνεχιστούν και μετά τις εκλογές.
Οι ερωτήσεις του δημοσιογράφου προς τον πρόεδρο του ΣΥΝ, σχετικά με μια ενδεχόμενη μελλοντική συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ήταν επίμονες (συνέντευξη στον «Επενδυτή» του Σαββάτου). Εξίσου επίμονος, όμως, ήταν και ο Ν. Κωνσταντόπουλος στις ασαφείς απαντήσεις του.
«Μέχρι σήμερα η κυβερνητική πολιτική την οποία εφαρμόζει το ΠΑΣΟΚ δε συγκεντρώνει αξιόπιστα και συστατικά στοιχεία προγραμματικής συμφωνίας και σύγκλισης». Αύριο; «Τα ζητήματα της κυβερνητικής συνεργασίας δεν είναι τεχνικά ζητήματα απλής σύμπραξης. Σχετίζονται με προγραμματική σύγκλιση, δέσμευση, δημοκρατικό διάλογο, συγκεκριμένες επιλογές... Εμείς διεκδικούμε την ανασύνθεση των συσχετισμών...».
Μερικές φορές, όμως, η ασάφεια και η αοριστία ορισμένων απαντήσεων είναι περισσότερο σαφής απ' ό,τι νομίζουν και επιδιώκουν οι ερωτώμενοι.
Στο προσκήνιο φέρνουν ξανά δημοσιεύματα τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης για την πρωτοβάθμια περίθαλψη, που προβλέπουν την καθιέρωση οικογενειακού γιατρού και τη λειτουργία υπό ενιαίο σύστημα όλων των μονάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης, στο οποίο θα ενταχθούν οι ασφαλισμένοι όλων των βασικών Ταμείων (ΙΚΑ, ΟΓΑ, Δημόσιο, ΤΕΒΕ και Οίκος Ναύτου).
Η κυβέρνηση, μέσα από αυτές τις ενοποιήσεις, στοχεύει στη μείωση στο ελάχιστο των παροχών για τους ασφαλισμένους και τον ακόμα μεγαλύτερο περιορισμό των κρατικών δαπανών για την Υγεία, στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών, στην επίδειξη ανύπαρκτου έργου, αλλάζοντας ουσιαστικά ταμπέλα στις σημερινές δομές, που έχουν αποδειχτεί ανεπαρκείς για να καλυφθούν οι ανάγκες.
Ο οικογενειακός γιατρός, που σχεδιάζει, μεταφράζεται σε ιδιώτες γιατρούς, που θα υπογράφουν σύμβαση με τα ασφαλιστικά ταμεία και θα λειτουργούν ως «θυροφύλακες», προκειμένου να αναχαιτίσουν την πρόσβαση των ασθενών στις μονάδες Υγείας. Σχέδιο, που δεν έχει καμιά σχέση με την ανάγκη για οικογενειακό γιατρό, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης σ' ένα δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας, διασυνδεμένο σε όλες τις βαθμίδες.
Το σύστημα, αναφέρεται, θα στηρίξουν οι «υπάρχουσες μονάδες». Τα περιβόητα Κέντρα Υγείας (ΚΥ) αστικού τύπου, που ποτέ δε δημιουργήθηκαν, τα ΚΥ αγροτικού τύπου που υπολειτουργούν, και τα πολυιατρεία του ΙΚΑ, στα οποία, εκτός από τα 4,5 εκατομμύρια ασφαλισμένων του ιδρύματος, θα απευθύνονται και οι ασφαλισμένοι των υπόλοιπων Ταμείων, οξύνοντας τις σημερινές εικόνες ντροπής με τις ατελείωτες λίστες αναμονής.
Ο ανθυγιεινός εκσυγχρονισμός, δηλαδή, σε όλο του το μεγαλείο...