Σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες υπολογίζει τις εκτρώσεις που γίνονται κάθε χρόνο πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου και από αυτές οι σαράντα χιλιάδες περίπου αφορούν έφηβες! Αριθμοί υψηλοί, αν και μικρότεροι από την εποχή που η άμβλωση ήταν παράνομη. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδωσαν αφορμή για ποικίλα σχόλια και συμπεράσματα αντιφατικά, που ακούστηκαν και σε ζωντανή εκπομπή από ραδιοφωνικό σταθμό. Συμπεράσματα αντιφατικά, γιατί διαφορετική ήταν και η αφετηρία όσων συμμετέχουν σε σχετικούς διαλόγους: Κάποιοι, όπως οι εκπρόσωποι του συλλόγου αγέννητου παιδιού και της εκκλησίας, υπερτονίζουν την ευθύνη της γυναίκας και συνακόλουθα την ενοχή της, κάποιοι άλλοι - και άλλες - δίνουν αντίθετα έμφαση στην έλλειψη ενημέρωσης, την απουσία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία και τονίζουν ότι είναι δικαίωμα της γυναίκας να αποφασίζει πότε θα κάνει παιδί, αν το επιθυμεί, αν μπορεί - για αντικειμενικούς λόγους - και αν είναι έτοιμη. Και βέβαια το δίλημμα «είστε υπέρ ή κατά των αμβλώσεων» είναι πλαστό: Ελάχιστες γυναίκες αντιμετωπίζουν την επέμβαση αυτή σαν μια εξαγωγή δοντιού ή την αποφασίζουν «ελαφρά τη συνειδήσει» μόνο και μόνο γιατί ξεβολεύονται. Η πλειονότητα αγωνιά μπροστά σε μια τέτοια απόφαση και τα αρνητικά συναισθήματα δε σταματάνε, όταν η άμβλωση είναι πια παρελθόν. Οι επιπτώσεις είναι κάποτε βλαβερές, όχι μόνο για τη σωματική, αλλά και για την ψυχική υγεία των νέων γυναικών και επηρεάζουν το μέλλον της σχέσης με το σύντροφό τους...
Γιατί η μητρότητα δεν είναι μόνο προσωπικό θέμα της κάθε οικογένειας, αλλά είναι επίσης κοινωνική προσφορά που αφορά το σύνολο. Γι' αυτό όσοι κόπτονται για τα δικαιώματα του παιδιού που είναι ακόμα έμβρυο, ας δείξουν το ίδιο ενδιαφέρον για τα παιδιά που έχουν ήδη γεννηθεί, για τις ταλαίπωρες μητέρες τους και για τα κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού, που στην πραγματικότητα υπολειτουργούν. Πώς να τολμήσουν να φέρουν οι κοπέλες ένα παιδί στον κόσμο, όταν δεν έχουν σχεδόν καμιά βοήθεια από το κράτος; Ας ακούσουν τον εξής διάλογο που μας μετέφερε μια νέα, νιόπαντρη γυναίκα, μετά τη «συνέντευξη» που είχε με τους υποψήφιους εργοδότες της:
«- Είστε παντρεμένη;
- Ναι.
- Εχετε παιδιά;
- Οχι.
- Δυστυχώς, δε θα μπορέσουμε να συνεργαστούμε.
- Γιατί;
- Γιατί όταν θα μείνετε έγκυος θα χρειαστούν άδειες, επιδόματα, έξοδα, θα υπάρξουν απουσίες από τη δουλιά. Θα προτιμήσουμε εργαζόμενες χωρίς υποχρεώσεις»!
Ας ακούσουν και τα λόγια μιας άλλης, παντρεμένης και ήδη μητέρας, εργαζόμενης από τα λαϊκά στρώματα. «Οταν βλέπεις ότι δεν έχεις τη δυνατότητα να μεγαλώσεις ένα παιδί και να του προσφέρεις τα απαραίτητα, τότε, αν το φέρεις στον κόσμο, δεν έχεις μυαλό»!
«Απλοϊκός ορθολογισμός» θα σχολιάσουν μερικοί κι όμως: Οι νέες γυναίκες νιώθουν συχνά ότι κάνουν «βουτιά στο κενό», αν από λάθος έμειναν έγκυες και δεν έχουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Χωρίς δωρεάν παιδικούς σταθμούς, χωρίς προστασία από τις απολύσεις λόγω μητρότητας, με το οκτάωρο καταργημένο, με υπερωρίες κατά τη βούληση του εργοδότη, με την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών υγείας, με τον τοκετό να στοιχίζει ολόκληρη περιουσία, με μερική απασχόληση, χωρίς δώρα και επιδόματα, με τις ευέλικτες μορφές εργασίας, που συνεχώς επεκτείνονται, με την απαγόρευση ουσιαστικά της συνδικαλιστικής δράσης και την αχνή προοπτική μιας σύνταξης ελάχιστης (ύστερα από χρόνια και ζαμάνια), η μητρότητα που θα συμπιέζεται ανάμεσα σε οικογενειακές υποχρεώσεις, ασταθές ωράριο και επισφαλή οικονομική δυνατότητα αποτελεί πραγματικά ένα τόλμημα. Σε μια εποχή που ακόμα και ο προγεννητικός έλεγχος βρίσκει αντίθετη την ηγεσία της Εκκλησίας (γιατί ενδεχομένως μπορεί να οδηγήσει σε έκτρωση), ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να οδηγήσει σε θεραπεία και να προφυλάξει τη νέα οικογένεια από οδυνηρές εκπλήξεις, τι να υποθέσει κανείς;
Μήπως για ορισμένους η αναγκαστική μητρότητα αποτελεί λύση στο πρόβλημα της ανεργίας; Μήπως κάποιοι εύχονται την επιστροφή στον παλιό καλό καιρό, όπου οι γυναίκες έμεναν στο σπίτι και επιτελούσαν τον «προορισμό» τους δίπλα σ' ένα «σύζυγο κουβαλητή» και με τη βοήθεια της σχετικής... προίκας; Οι νέες γυναίκες μπορούν να απαντήσουν αν βλέπουν σαν λύση την οικονομική εξάρτηση στα πλαίσια μιας οικογένειας που το βιοτικό της επίπεδο θα γίνεται ολοένα και πιο προβληματικό...
Και χωρίς να ακούγεται αντίλογος ή, τέλος πάντων, κάποια παρατήρηση, συμφωνία ή διαφωνία, συνέχιζε πηδώντας σε άλλο θέμα. «Δυο νεκροί και 4 ανάπηροι από "αθώα" συμπληρώματα διατροφής». «Σιγά την είδηση» σχολίαζε! «Αυτοί, όπως πάνε θα μας ταΐζουν ανακυκλωμένα αποφάγια. Ο,τι πετάνε από τα μεγάλα ξενοδοχεία και τις βίλες. Θα τα αλέθουν, θα τα βάζουν σε φανταχτερές συσκευασίες και θα τα πουλάνε στα super market. Και θα τρώμε εμείς οι κόπανοι. Πιστεύοντας ότι τρώμε "bon fillet" από τη Μεγάλη Βρετάνια και το Χίλτον».
«Εφοπλιστής, μεγαλοδικηγόρος, τηλεοπτικός σταρ στο κύκλωμα παιδικής πορνείας». «Μπα, τι μας λέτε! Δεσποτάδες δεν είχαμε; Ονόματα, κύριοι, ονόματα! Προσωπικά δεδομένα και αηδίες. Αυτοί είναι αγριάνθρωποι. Είναι ανθρωποφάγοι. Ρουφάνε το μεδούλι αυτών των παιδιών. Τους σπάνε τα κόκαλα. Τι τους κρατάνε κρυφούς; Εγώ ποιον θα φτύσω;»
Οσο προχώραγε ο ...μονόλογος τόσο σήκωνε τη φωνή του. «Ανεπάγγελτος ο Καραμανλής», φώναζε! «Τι λες, ρε, Πάγκαλε! Οταν ψήφιζες στη Βουλή οι πολιτικοί να είναι μόνο πολιτικοί, πού κοίταγες; Τέτοια κοροϊδία, ρε, φίλε; Και καλά οι δικοί σου βγάλανε ρόζους απ' τη δουλιά, δε λέω! Θα ιδρώσουν και θα κρυώσουν τα πιτσούνια. Μας δουλεύεις, κύριε; Μας δουλεύετε;»
Ηταν γύρω στα πενήντα - πενήντα πέντε. Σοβαρός. Καλοντυμένος. Κύριος. Τίποτα πάνω του δεν έδειχνε κάποιο πρόβλημα. Και, ωστόσο, ο άνθρωπος αυτός έκανε κάποια «υπέρβαση» που θέλει τρέλα ή τόλμη. Ο άνθρωπος αυτός φώναζε τη σκέψη του! Και το έκανε αυτό χωρίς να νοιάζεται για τις «εντυπώσεις». Και το έκανε με σοβαρότητα και κύρος!
«Η Γιάννα προσέλαβε τον μπάτλερ του Καρόλου». «Ο Λαλιώτης στα Δολιανά». «Η Δαμανάκη "μονάζει"». «Ο Κουλούρης στη Λαϊκή Αγορά». «Ξέσκισαν μανεκέν στις κερκίδες». «Τα μυστήρια των Βρυξελλών». «Να εγγυηθούμε το ελάχιστο εισόδημα»...
Κανένας από τους επιβάτες, και ανάμεσά τους και εγώ, βέβαια, δε γέλαγε. Ολοι αλλάζαμε ματιές μεταξύ μας, κανένας μας όμως δεν έκανε κάποιο σχόλιο, δεν είπε κάποια σχετική κουβέντα. Και το κυριότερο, κανένας μας δεν ενόχλησε τον παράξενο επιβάτη. Ολοι μας ρίχναμε κρυφές ματιές προς το μέρος του, κανένας μας όμως, δεν άφηνε για πολλή ώρα τα μάτια του πάνω στον άνθρωπο που μονολογούσε. Θέλεις οι ενοχές μας, θέλεις τα σχόλιά του, που ήταν εμπεριστατωμένα, το λεωφορείο παρακολουθούσε βουβό και προβληματισμένο...