Δεκάδες εκατ. ευρώ συσσωρεύονται στα ταμεία των μεγάλων εταιριών, ενώ η οικονομία αντιμετωπίζει «προβλήματα»
Τους πρώτους μήνες του 2004, τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων συνεχίζουν να πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο, παρά τα «προβλήματα» που αντιμετωπίζει η οικονομία. «Προβλήματα», που, μόλις προχθές, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Ν. Γκαργκάνας, μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, έλεγε ότι θα λυθούν είτε με μείωση των μισθών, είτε με αύξηση της ανεργίας. Με την υπερεκμετάλλευση, δηλαδή, των εργαζομένων σε κάθε περίπτωση.
Για του λόγου το αληθές και ενώ οι μισθωτοί μετράνε τα «ψιλά» της νέας ΕΓΣΣΕ, ο όμιλος «Γερμανός» κατέγραψε το πρώτο τρίμηνο του 2004 αύξηση κερδών κατά 31,6%, έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2003. Τα καθαρά προ φόρων κέρδη του ανήλθαν στα 11,6 εκατ. ευρώ από 8,8 εκατ. ευρώ, ενώ οι πωλήσεις του αυξήθηκαν κατά 13,4% και έφτασαν στα 173,1 εκατ. ευρώ! Αυτή τη βδομάδα, ο Ομιλος «Γερμανός» ανακοίνωσε και την εξαγορά δύο πολωνικών αλυσίδων με 161 καταστήματα, με αποτέλεσμα τα καταστήματά του στην Πολωνία να φτάσουν τα 323, αντιστοιχώντας σε ένα μερίδιο 14% της αγοράς, όπως ο ίδιος υποστηρίζει. Ο όμιλος δραστηριοποιείται σε έξι χώρες και διαθέτει 773 καταστήματα. Ενας από τους λόγους που έχει εξαπλωθεί στην Πολωνία, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, είναι ότι πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες πληθυσμιακά χώρες της ΕΕ, όπου σύντομα αναμένεται η ...«απελευθέρωση» των τηλεπικοινωνιών και η παραπέρα εξάπλωση της κινητής τηλεφωνίας.
«Ιδιαίτερα ικανοποιητική» κρίνει την πορεία του, κατά το πρώτο τετράμηνο του 2004, ο ασφαλιστικός όμιλος «Αλιάνζ» Ελλάδας. Τα κέρδη του έφτασαν τα 4,3 εκατ. ευρώ, ενώ, σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρίας, τα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα ανήλθαν σε 61 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 55,2 εκατομμυρίων ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2003 (αύξηση 10,5%).
Καλά κινήθηκε στο 9μηνο (Ιούλης 2003 - Μάρτης 2004) και ο όμιλος «Εβερεστ», που αύξησε κατά 18,6% τα κέρδη προ φόρων και μετά την αφαίρεση των δικαιωμάτων μειοψηφίας, τα οποία ανήλθαν σε 4,21 εκατ. ευρώ.
Τον πραγματικό, αρπακτικό, χαρακτήρα της δράσης του πολυεθνικού κεφαλαίου καταδεικνύει μια επιχειρηματική εξαγορά που σε άλλη περίπτωση δε θα είχε ιδιαίτερη σημασία. Η εταιρία «Ελιξ ΑΕ» απορροφά τον κλάδο πλεκτικής της εταιρίας «Σίσερ Παλλάς» γερμανικών συμφερόντων, έναντι περίπου 3 εκατ. ευρώ. Η εταιρία «Ελιξ ΑΕ» ανήκει στη «ΦΑΝΚΟ ΑΕ» που με τη σειρά της ανήκει στον όμιλο «Κλωνατέξ».
Μέχρι εδώ, καλά. Μόνο που η απορρόφηση του βιομηχανικού κλάδου της «Σίσερ» σημαίνει ότι η «Φάνκο» παίρνει το σύγχρονο εργοστάσιο της εταιρίας στην Κομοτηνή, που σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρίας, εκτός από το κτίριο των 5,5 στρεμμάτων περιλαμβάνει 100 πλεκτομηχανές και ένα οικόπεδο 30 στρεμμάτων στη βιομηχανική ζώνη Κομοτηνής. Αυτό το εργοστάσιο κατασκευάστηκε με προϋπολογισμό 4,1 εκατ. ευρώ. Λίγα χρόνια αργότερα, η «Σίσερ» πέταξε στο δρόμο 500 εργάτες κλείνοντας το εργοστάσιό της στην Αθήνα. Το 61% της επένδυσης - τα 2,5 εκατ. ευρώ - χορηγήθηκαν από το ελληνικό κράτος και η πολυεθνική δαπάνησε ακόμη 1,6 εκατ. ευρώ. Αυτό το εργοστάσιο πουλάει τώρα στη «Φάνκο» έναντι 3 εκατ. ευρώ! Το μόνο που δεν έχουμε δει ακόμη είναι να... ξαναστήνει η «Σίσερ» το εργοστάσιό της στην Αθήνα και με νέα επιδότηση.
Η καταβολή του τιμήματος θα γίνει συμψηφιστικά, στο πλαίσιο μακρόχρονης εμπορικής συμφωνίας ύψους 15 εκατ. ευρώ που προβλέπει παραγωγή από τη «Φάνκο» για λογαριασμό της «Σίσερ». Η απόσχιση του κλάδου πλεκτικής της «Σίσερ» έχει και την έγκριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού...
ICON |
Παίρνοντας το λόγο, ο Τάκης Τσιόγκας σημείωσε ότι «οι δεσμεύσεις απέναντι στους βαμβακοπαραγωγούς της Θεσσαλίας, είναι δεσμεύσεις για να δοθούν οι αποζημιώσεις στο σύνολο των ζημιών που αυτοί έπαθαν. Βεβαίως εμείς ζητάμε και την αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ έτσι ώστε ν' αλλάξουν οι ημερομηνίες, έτσι ώστε με τις σημερινές συνθήκες έχουμε καινούριες ποικιλίες βαμβακιού οι οποίες σπέρνονται πιο πρώιμα. Αυτό δημιουργεί την ανάγκη ν' αλλάξει ο κανονισμός του ΕΛΓΑ, έτσι ώστε να καλυφθούν όλες οι περιπτώσεις των αγροτών που παθαίνουν τέτοια ζημιά στα νεόφυτα βαμβάκια». Παράλληλα επισήμανε ότι «πρέπει να εγγυηθείτε και το εισόδημα των αγροτών σε περίπτωση μειωμένης παραγωγής βαμβακιού».