ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Αυγούστου 2004
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οι αιτίες των διαδηλώσεων σε όλη σχεδόν τη χώρα

Σιγά σιγά φούντωσαν και απλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα οι διαδηλώσεις

Associated Press

Σιγά σιγά φούντωσαν και απλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα οι διαδηλώσεις
Στην αρχή ήταν μόνον 600 άνεργοι, και μερικοί άλλοι, που κατέβηκαν στους δρόμους της ανατολικογερμανικής πόλης του Μαγδεμβούργου. Με συνθήματα και πανό κατά της βαθιάς περικοπής κατακτημένων παροχών στους τομείς της Υγείας, της Πρόνοιας, των Ασφαλίσεων και της αγοράς εργασίας.

Κι αυτός που είχε την πρωτοβουλία για την οργάνωση της διαδήλωσης ήταν ο Ανδρέας Ερχολντ, χωρίς καμιά κανονική εργασία, εδώ και 14 χρόνια. Ηταν κι αυτός ένας από τους ευκολόπιστους, που το 1989 εγκατέλειψε το Μαγδεμβούργο και, μέσω Ουγγαρίας, κατέφυγε στην καπιταλιστική Γερμανία. Ενας από τις πολλές χιλιάδες, που τότε πίστεψαν σε όνειρα για εύκολα και πολλά χρήματα, για άνετη ζωή, αυτοκίνητα και καλοκαιρινά ταξίδια σε μαγευτικά ακρογιάλια.

Το όνειρο δεν κράτησε πολύ. Και λίγο μετά την «ένωση της Γερμανίας», ο Ερχολντ επιστρέφει στο Μαγδεμβούργο - την πόλη της ΓΛΔ που δεν είχε ανέργους και ήταν μια από τις πιο αναπτυγμένες βιομηχανικές πόλεις της Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Από τότε - 14 χρόνια τώρα - ο Ερχολντ έκανε αιτήσεις και αναφορές για κάποια κανονική δουλιά για να ζήσει. Οι απαντήσεις, πάντα αρνητικές. Διάβαζε μόνο τις υποσχέσεις κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης για τις «μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας» και πως με τα λεγόμενα μέτρα ή «νόμους Χαρτς» τα εκατομμύρια των ανέργων θα μειώνονταν κατά εκατοντάδες χιλιάδες.


Associated Press

Είναι ο κύριος Πέτερ Χαρτς, ένας από τους προϊσταμένους προσωπικού της αυτοκινητοβιομηχανίας «Φολκσβάγκεν», που επεξεργάστηκε αυτούς τους νόμους και που τώρα προσφέρει στους εργαζόμενους της επιχείρησής του, που ζητάνε αυξήσεις, «αύξηση μηδέν».

Εφταναν, λοιπόν, για τον άνεργο Ανδρέα οι υποσχέσεις και μαζί με τους άλλους 599 κατέβηκε στην πρώτη διαδήλωση του Μαγδεμβούργου. Ζήτησαν απόσυρση των νόμων και σε μια δήλωσή του ο μόνιμος άνεργος φαντάστηκε «τη δικαιότερη» κοινωνία έτσι: «Θα προτιμούσα 20.000 γυναίκες να μπορούν να έχουν από μια γούνα, παρά μια γυναίκα 20.000 γούνες».

Ξυπνά το «κοιμώμενο πλήθος»

Οι φωνές της διαμαρτυρίας ξύπνησαν το κοιμώμενο πλήθος. Και στη δεύτερη διαδήλωση κατέβηκαν στους δρόμους 6.000, την Τρίτη 15.000 και ο αριθμός ανεβαίνει. Το σύνθημα το πήραν οι άλλες πόλεις και κατέβηκαν με συνθήματα και πανό, με σφυρίγματα, με σημαίες, με το αίτημα για δουλιά και μια δίκαιη κοινωνία.

Αν οι διοργανωτές των διαδηλώσεων μέτρησαν καλά, θα πρέπει τη Δευτέρα (23 Αυγούστου) να κατέβηκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων όλης της Γερμανίας πάνω από 100.000. Βέβαια, οι περισσότεροι στην Ανατολική Γερμανία, επειδή οι άνθρωποι σ' αυτό το τμήμα της χώρας νιώθουν όχι μόνον ότι τους πήραν αυτό που ήταν δικό τους, αλλά εξακολουθούν να αισθάνονται πάντοτε ότι «οι απέναντι» τούς μεταχειρίζονται σαν ανθρώπους δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας. Και να ένα εντελώς πρόσφατο παράδειγμα: Για να «διευκολύνουν» τους Ανατολικούς ανέργους να συμπληρώσουν τα πολυσέλιδα ακατανόητα ερωτήματα των αιτήσεων για εργασία ή επίδομα, δε στρατολόγησαν Ανατολικούς ειδικευμένους, αλλά κουβάλησαν Δυτικούς «σοφούς», που θα εισπράξουν επιπλέον και τα γνωστά «εκτός έδρας».


Associated Press

Είναι έξω από κάθε αμφιβολία ότι οι τωρινές διαδηλώσεις δεν μπορούν να εξισωθούν ή να ταυτιστούν με τις διαδηλώσεις του 1989 στην τότε ΓΛΔ. Οι αφελείς και παρασυρμένοι, και μαζί τους όλοι οι άλλοι - σαν αυτούς που ήθελαν ένα «σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο» - είχαν σαν στόχο τότε την ανατροπή του κοινωνικού καθεστώτος. Τώρα δεν τραβάνε τόσο βαθιά. Τα αιτήματα έχουν περισσότερο οικονομικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Ζητάνε μια «δικαιότερη, ανθρωπινότερη» πολιτική, μια πολιτική που να κόβει καμιά φορά και κανένα προνόμιο των λίγων και να μην ξεριζώνει μόνο τις κατακτήσεις των εργαζομένων.

Σίγουρα, δεν είναι τα αιτήματα αυτά αμιγή και από πολιτική χροιά. Αυτή, όμως, δεν αποτελεί ακόμα τον πυρήνα των κινητοποιήσεων. Θα χρειαστεί γι' αυτό ακόμα αρκετή δουλιά, κυρίως να ξεπεραστεί η αντίληψη ότι με μικροβελτιώσεις, αλλά πάντα μέσα στο σύστημα της εκμετάλλευσης, μπορεί να αλλάξει ριζικά η θέση των εργαζομένων. Και δεν είναι μόνο το ρόπαλο των γερμανικών και ξένων μονοπωλίων, που επιτάσσει να εφαρμοστούν στο ακέραιο - και μάλιστα να συμπληρωθούν - οι «μεταρρυθμίσεις». Είναι επιπλέον μερικές κορυφές των συνδικάτων, που επαινούνται από τον καγκελάριο Σρέντερ ότι «σαν οργάνωση δε μετέχουν στις διαμαρτυρίες».

Είναι, επίσης, η αντίληψη μερικών Γερμανών σοσιαλιστών - μη μαρξιστών κομμουνιστών - ότι βασικά είναι εναντίον των «νόμων Χαρτς», αλλά μια και είναι πια νόμοι, πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια να εφαρμοστεί «για το καλό των ανθρώπων» ό,τι καλό υπάρχει σ' αυτούς ή να γίνει αγώνας για να βελτιωθούν. Αυτό προέρχεται από την άποψή τους ότι μπορεί ένα αριστερό κόμμα να συγκυβερνάει με τα σημερινά κόμματα της εξουσίας, αλλά ταυτόχρονα να κάνει αντιπολίτευση, μετέχοντας μόνο μ' ένα μέρος των κομματικών στελεχών σε διαμαρτυρίες.

Οι αιτίες παραμένουν

Ωστόσο - και ανεξάρτητα από το αν οι διαδηλώσεις θα συνεχιστούν και με ποιο τρόπο, και αν το φθινόπωρο θα είναι θερμό - οι ανασταλτικοί παράγοντες που προαναφέρουμε θα ασκήσουν κάποια επίδραση. Η αιτία, όμως, για το ξεκίνημά τους και την εξάπλωσή τους παραμένει. Και είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι οι διαδηλώσεις καθιερώθηκαν, όπως το 1989, κάθε Δευτέρα - προς μεγάλη αγανάκτηση ολόκληρου του αστικού πολιτικού κατεστημένου - και ότι σ' αυτές ακούγεται το σύνθημα «είμαστε ο λαός».

Φυσικά, τα κυβερνητικά και τα αντιπολιτευόμενα κοινοβουλευτικά κόμματα δε μένουν με δεμένα τα χέρια. Το κύμα της αγανάκτησης τα ανάγκασε - και θα τα αναγκάσει και στη συνέχεια - να συμφωνήσουν σε μικροβελτιώσεις, να δώσουν υποσχέσεις και να συνιστούν υπομονή ότι «θα έρθουν καλύτερες μέρες».

Είναι, όμως, πραγματικά δυνατό να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση με γιατροσόφια, όπως οι εξαγγελίες για δημιουργία τόσων εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας με τα «μίνι τζομπ» εργασίας; Αυτά τα «μίνι» εργασίας - υπάρχουν, ήδη, κάμποσα εκατομμύρια σε όλη τη Γερμανία - προβλέπεται να ανταμείβονται με 400 ή το πολύ 500 ευρώ το μήνα, που θα αναλογούσε σ' ένα ωρομίσθιο 1, το πολύ 2 ευρώ την ώρα.

Οχι, απαντάει ο Φρανκ Σπιτ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας συνδικάτων του κρατιδίου της Θουριγγίας. «Αυτό που θέλουμε εμείς είναι οι άνθρωποι να εργάζονται σε δημόσια υποστηριζόμενα έργα με συμφωνία εργασίας και ένα μίνιμουμ (μηνιαίας) αμοιβής 1.500 ευρώ, και για τους μη εργαζόμενους 1.000 ευρώ». Είναι το ίδιο αυτό συνδικαλιστικό στέλεχος, που δήλωσε ότι τα κυβερνητικά μέτρα εξαναγκασμού των ανέργων σε εργασία μοιάζουν λίγο - πολύ στο (ναζιστικό) νόμο αναγκαστικής εργασίας. Γιατί ο «νόμος Χαρτς» - πέρα απ' όλα τα άλλα - εξαναγκάζει τον άνεργο να πιάσει μια οποιαδήποτε δουλιά, έστω κι αν η αμοιβή είναι κάτω από την προβλεπόμενη από συνθήκη εργασίας, ή από την τοπική αμοιβή, ή είναι έξω από το είδος της δουλιάς που είχε τα τελευταία χρόνια. Ανεξάρτητα, επίσης, απ' το ότι μπορεί να είναι αυτή η νέα δουλιά ακόμα και σε άλλο χωριό ή πόλη. Γι' αυτόν το λόγο, λόγω της μείωσης των αμοιβών, αλλά και γιατί ο νέος νόμος επιτάσσει ότι ένας, που επιδοτείται με «βοήθεια ανεργίας», δικαιούται να έχει κατοικία μόνο «ανάλογη» με τα οικονομικά του, η Γερμανική Ενωση Ενοικιαστών εκτιμάει ότι 100.000 άνθρωποι αυτής της κατηγορίας θα αναγκαστούν να μετακομίσουν σε φθηνότερες κατοικίες.

Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί πως το τι σημαίνει «ανάλογη» κατοικία θα το συναποφασίσει και κάποιος από τους «κρατικούς ειδικούς». Απ' αυτά τα λίγα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι παραβιάζεται όχι μόνο το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου να έχει μια δουλιά, ανάλογη με τις γνώσεις του και την ικανότητά του, αλλά και ότι με τον εξαναγκασμό σε οποιαδήποτε εργασία - με ελάχιστες εξαιρέσεις απ' αυτόν τον κανόνα - παραβιάζεται και το δικαίωμα της ατομικής ελευθερίας και αξιοπρέπειας.

Θα ρωτήσετε, τι πρέπει τότε να γίνει; Οι μαρξιστές έχουν σ' αυτό μιαν απάντηση: Απαλλαγή από το καπιταλιστικό - ιμπεριαλιστικό καθεστώς και στη θέση του την οικοδόμηση του λαοκρατικού καθεστώτος. Επειδή, όμως, αυτό έχει πολλές προϋποθέσεις, ας δούμε τι προτείνει ο καθηγητής Πέτερ Μπόφινγκερ, ένας από τους λεγόμενους «πέντε» οικονομικούς «σοφούς». Αυτός χαρακτηρίζει τα μέτρα Χαρτς σαν να κάνεις μπάι-πας όχι σε καρδιοπαθή, αλλά σ' έναν ασθματικό. Το κύριο πρόβλημα στη Γερμανία, δηλώνει, είναι η υψηλή ανεργία. Ο εξαναγκασμός για εργασία δε βοηθάει σε τίποτα, αν δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας. «Στην Ανατολική Γερμανία, π.χ., σε κάθε ελεύθερη θέση εργασίας αντιστοιχούν 32 άνεργοι. Ακόμα κι αν 16 απ' αυτούς δεν έχουν όρεξη για δουλιά, θα μείνουν 16 που θα ζητήσουν εργασία». Επίσης οι μειώσεις ημερομισθίων δε λύνουν το πρόβλημα. Το γεγονός ότι οι γερμανικές εξαγωγές σημειώνουν άνοδο αποδείχνει ότι είναι ανταγωνιστικές (και συνεπώς δε χρειάζονται μειώσεις αμοιβών). «Χωρίς ύψωση των ημερομισθίων δεν υπάρχει αύξηση της κατανάλωσης». Αυτό που, κατά τη γνώμη του, πρέπει να γίνει είναι να επιχορηγηθούν από το Δημόσιο οι εργασίες στους τομείς με χαμηλά ημερομίσθια, ενώ τώρα υποστηρίζονται τα «μίνι-τζομπ»... Γι' αυτόν το λόγο «είναι επείγον να επιτευχθεί μια συστηματική υποστήριξη των λίγο ειδικευμένων, που κατόπιν θα περιλάβει και τους εργαζόμενους ολοκληρωτικά». Βέβαια, μ' αυτά, δεν τελειώνει το ζήτημα, αλλά είναι μια άποψη.


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


ΓΕΩΡΓΙΑ
Η «λογική» της κρίσης

Γεωργιανά στρατεύματα στην περιοχή της Ν. Οσετίας

Associated Press

Γεωργιανά στρατεύματα στην περιοχή της Ν. Οσετίας
Χωρίς αιματηρά επεισόδια κύλησε η βδομάδα που πέρασε στην περιοχή της Νότιας Οσετίας καθώς οι δυνάμεις της Γεωργίας και αυτές της ανεξάρτητης δημοκρατίας της Ν. Οσετίας τήρησαν τελικά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που είχαν υπογράψει πριν από την προηγούμενη Κυριακή. Καθώς όμως το ενδεχόμενο μιας εκτεταμένης πολεμικής σύγκρουσης έδειχνε να απομακρύνεται (έστω προσωρινά, μετά και την αποχώρηση Γεωργιανών στρατιωτών που δεν είχαν δικαίωμα να βρίσκονται εντός των εδαφών της Ν. Οσετίας), η ηγεσία της Τιφλίδας, διά στόματος του ίδιου του Προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι, φρόντισε με νέες εμπρηστικές δηλώσεις να συντηρήσει την ήδη υπάρχουσα κρίση.

Το νέο χτύπημα του Προέδρου, που αρέσκεται σε ξεσπάσματα εθνικιστικού «μεγαλείου», απειλών και μελοδραματισμού, ήρθε σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γαλλική εφημερίδα «Λιμπερασιόν» (δημοσιεύτηκε στις 24 Αυγούστου). «Ενας πόλεμος με τη Ρωσία είναι πολύ κοντά» δήλωσε ευθαρσώς ο Σαακασβίλι και κάλεσε για αυτό τους πολίτες της χώρας του να είναι «προετοιμασμένοι».

Και δε σταμάτησε εκεί. «Οι δυνάμεις που μας επιτέθηκαν την προηγούμενη βδομάδα», είπε το αγαπημένο «παιδί» της Δύσης, «ήταν χωρίς αμφιβολία, ρωσικές». Και πρόσθεσε, «το πρόβλημα της Ρωσίας είναι ότι έχασε πολλά εδάφη τα τελευταία χρόνια, έχασε τις χώρες της Βαλτικής, την ανατολική Ευρώπη, τη Γεωργία και την Αντζαρία... πολλοί πιστεύουν ότι πρέπει να αντισταθούν σε μια νέα απώλεια εδάφους... Αν ξεσπάσει ένας πόλεμος αυτός θα είναι μεταξύ της Ρωσίας και της Γεωργίας, όχι με τους Οσέτιους. Πρέπει οπωσδήποτε να αποφύγουμε τις εθνικές συγκρούσεις»...


Associated Press

Ωστόσο ο Σαακασβίλι (ακολουθώντας την προσφιλή τακτική του) δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι δεν επιθυμεί «να προκαλέσει καμία πολεμική σύγκρουση». Ακόμη προσέφερε στους Οσέτιους καθεστώς διευρυμένης αυτονομίας και συμμετοχή στις αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης αν αυτοί αποφασίσουν να επανενταχθούν στη Γεωργία, ενώ τέλος πρότεινε τη διεξαγωγή ενός διεθνούς συνεδρίου για την «εξεύρεση λύσης» με τη συμμετοχή ηγετών της Δύσης.

Η επίσημη απάντηση του Κρεμλίνου ήταν ότι δεν μπορεί κάποιος που «κόπτεται» για την ειρήνη να κάνει τέτοιες δηλώσεις και να είναι και σοβαρός. Και είναι γεγονός ότι αν οι δηλώσεις του Γεωργιανού Προέδρου δεν ήταν τόσο επικίνδυνες και κομμάτι μιας δεδομένης στρατηγικής, θα ήταν πραγματικά γραφικές. Γιατί δεν είναι δυνατόν από τη μία να μην «επιδιώκεις να προκαλέσεις» ένα νέο πόλεμο και από την άλλη να υποστηρίζεις ότι ένας πόλεμος είναι πραγματικά κοντά - και ενώ μόλις λίγες μέρες πριν (στις 18 Αυγούστου) ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε αποκλείσει τελείως το ενδεχόμενο μιας πολεμικής σύρραξης μεταξύ Μόσχας και Τιφλίδας.

Το προφανές είναι ότι στόχος της ηγεσίας της Τιφλίδας δεν είναι η ειρήνη, αν και σίγουρα δεν μπορεί να είναι ούτε μια εκτεταμένη σύρραξη αφού δεν μπορεί να ελπίζει σε μια στρατιωτική νίκη σε βάρος της Ρωσίας. Για αυτό άλλωστε οι Γεωργιανοί στρατιώτες αποσύρθηκαν την ώρα που ο ρωσικός στρατός πραγματοποιούσε μεγάλη στρατιωτική άσκηση κοντά στην Οσετία. Στόχος του Σαακασβίλι είναι να προκαλέσει με τις δηλώσεις του μια γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή έτσι ώστε να δώσει δικαίωμα στους φίλους του στη Δύση να αναμειχθούν στη διαδικασία εξεύρεσης «λύσης του προβλήματος». Στην περίπτωση αυτή, οι ΗΠΑ αλλά και η Μεγάλη Βρετανία (που έχουν πετρελαϊκά συμφέροντα στην περιοχή αλλά και στρατιωτική συνεργασία με την Τιφλίδα) θα καταφέρουν να επιβάλουν όρους εξαιρετικά επιζήμιους για το Κρεμλίνο, με τελικό στόχο πάντα την απόσυρση των ρωσικών βάσεων από τη Γεωργία και την ελαχιστοποίηση της επιρροής της Μόσχας στην περιοχή του Καυκάσου (με δεδομένη και την κατασκευή του πετρελαιαγωγού Μπακού - Τιφλίδας - Τζεϊχάν). Αλλωστε αυτήν ακριβώς την τακτική (των εμπρηστικών δηλώσεων συνοδευόμενων από τις κατάλληλες παραινέσεις για «ειρηνική λύση» και «καλές σχέσεις») χρησιμοποίησε ο Σαακασβίλι και στη διάρκεια της διένεξης με την πρώην ηγεσία της Αντζαρίας. Διένεξη που τελικά έληξε (μετά την παρέμβαση της Δύσης που προκάλεσε τη διαμεσολάβηση της Ρωσίας) με τη συντριπτική νίκη του Σαακασβίλι και την οριστική κατάργηση της αυτονομίας της Αντζαρίας.

Ο Σαακασβίλι πάντως δε βιάζεται. Το δήλωσε και ο ίδιος στη «Λιμπερασιόν», σημειώνοντας ότι οι επόμενες εκλογές στη χώρα του απέχουν τεσσερισήμισι ολόκληρα χρόνια. Μέχρι τότε μπορεί να παίζει με τη φωτιά, αγνοώντας τις πραγματικές ανάγκες των Γεωργιανών, ελπίζοντας σε μια «αλλαγή στάσης» από τη Ρωσία...


Γ.Παπ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ