ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Γενάρη 2000
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
Μια συμφωνία με το πιστόλι στον κρόταφο!

Το «ειρηνικό» πρόσωπο της ΝΑΤΟικής κατοχής

Associated Press

Το «ειρηνικό» πρόσωπο της ΝΑΤΟικής κατοχής
Αποτέλεσμα της διπλωματίας του τρόμου, του αρνητικού συσχετισμού δύναμης των ΝΑΤΟικών, που επέβαλε και τις σημαντικές - αν όχι «μεθοδευμένες»...- υποχωρήσεις της Μόσχας, ήταν το κείμενο 12 αρχών που αποδέχτηκε τελικώς και επίσημα στις 3 Ιούνη η γιουγκοσλαβική ηγεσία, αλλά και αρκετά (όχι όλα) πολιτικά κόμματα της χώρας.

Το λεγόμενο «ειρηνευτικό» κείμενο, όπως φάνηκε ξεκάθαρα, περιείχε αρκετά «θολά» σημεία και «ασαφή» γλώσσα. Ωστόσο, από τις πρώτες έστω και ελάχιστα προσεκτικές αναγνώσεις του κειμένου, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να παραδεχτεί πως επρόκειτο για μια ελαφρά μετατροπή των ΝΑΤΟικών όρων που είχαν τεθεί στο Βελιγράδι από την αρχή των φονικών ΝΑΤΟικών βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία.

Μια κάποια «ικανοποίηση» που μπόρεσε - μόνον... αρχικά- να αντλήσει το Βελιγράδι από τις ασαφείς αναφορές του κειμένου των 12 σημείων πήγαζε από το ρόλο που θα καλούνταν να παίξει το Συμβούλιο Ασφαλείας του καταρρακωμένου ΟΗΕ. Τι σημαίνει αυτό; Πως το κείμενο συμφωνίας που τέθηκε ουσιαστικά ασυζητητί (δηλαδή δίχως τη δυνατότητα διαπραγματεύσεων και μετατροπών) προς ψήφιση στην έδρα του ΣΑ ανέφερε πως οι πολυεθνικές δυνάμεις που θα σταλούν στο Κοσσυφοπέδιο θα τελούν υπό... την «αιγίδα» του ΟΗΕ. Ωστόσο, αυτή η αόριστη αναφορά στα Ηνωμένα Εθνη πήρε μία πραγματικά πικρή αν όχι φαρμακερή «γεύση», μιας που ένα από τα βασικά σημεία «αρχών» του κειμένου, ανέφερε ρητώς πως οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις θα συγκροτούνται κύρια από ΝΑΤΟικές χώρες. Οσο για το θέμα της διοίκησης αυτών των δυνάμεων - επί της ουσίας... κατοχής του Κοσσυφοπεδίου; Η λύση του ζητήματος παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες των μετέπειτα συνομιλιών ανάμεσα σε Αμερικανούς και Ρώσους στρατιωτικούς αξιωματούχους, οι οποίες οδήγησαν στο γνωστό αποτέλεσμα: την καθ' ολοκληρίαν διοίκηση των πολυεθνικών στρατευμάτων, που περιπολούν σε ζώνες «κυριαρχίας» από ΝΑΤΟικό στρατηγό και με δεδομένο το γεγονός πως οι Ρώσοι στρατιώτες θα περιπολούν παρέα με τους ΝΑΤΟικούς δίχως να έχουν την «πολυτέλεια» των περιοχών αποκλειστικής δράσης...

Σπίτια παραδομένα στις φλόγες κοντά στο «πέρασμα» των αμερικανικών στρατευμάτων

Associated Press

Σπίτια παραδομένα στις φλόγες κοντά στο «πέρασμα» των αμερικανικών στρατευμάτων
Η μόνη ελάχιστη «υποχώρηση» που υποτίθεται πως έκανε το ΝΑΤΟ, δεν ήταν άλλη από το να επιτραπεί, μετά την καθολική αποχώρηση όλων των δυνάμεων του γιουγκοσλαβικού στρατού, αστυνομίας ή παραστρατιωτικών οργανώσεων στο Κοσσυφοπέδιο (!), η παραμονή μερικών εκατοντάδων - και σίγουρα όχι χιλιάδων - Γιουγκοσλάβων στρατιωτών σε ορισμένες περιοχές του Κοσσυφοπεδίου (κύρια στις περιοχές με σερβικά ιστορικά μοναστήρια ή σε μεθοριακές περιοχές - «κλειδιά»). Εντούτοις, και αυτός ο μάλλον αμελητέος, από πλευράς ΝΑΤΟ, «συμβιβασμός», υπακούει σε σημαντικό αριθμό όρων που θα καθορίζει ή -ουσιαστικά- θα περιορίζει, το ρόλο των λίγων εκατοντάδων Γιουγκοσλάβων στρατιωτών σε συγκεκριμένες περιοχές. Ορος, ο οποίος έως σήμερα (έξι μήνες μετά τη δραματική λήξη αυτής της πρωτοφανούς επίθεσης), εξακολουθεί να παραμένει ανεφάρμοστος...

Κατά τα άλλα, δε θα πρέπει να παραληφθεί το γεγονός πως το κείμενο των 12 αρχών, που ψηφίστηκε αργότερα (10 Ιούνη) από το ΣΑ του ΟΗΕ, θύμιζε έντονα όχι τόσο το περιβόητο ασαφές κείμενο γενικών αρχών της «Ομάδας των Οκτώ» του Πέτερσμπεργκ (αρχές Μάη στη Γερμανία), αλλά τους ΝΑΤΟικούς όρους για τον τερματισμό των βομβαρδισμών.Επιπλέον, σαφέστατη είναι η αναφορά που γίνεται στη «συμφωνία» (επί της ουσίας, συνομιλίες) του Ραμπουγέ, η οποία επανήλθε μ' αυτόν τον τρόπο στο προσκήνιο όχι από την πίσω, αλλά από την... μπροστινή πόρτα. Μετά από όλα αυτά, η επίσημη ανακοίνωση της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας πως «αποδέχεται το ειρηνευτικό σχέδιο που παρουσίασαν οι ανώτατοι αντιπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ρωσίας, και το οποίο επιβεβαιώνει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας και το ρόλο των Ηνωμένων Εθνών», έμοιαζε περισσότερο με υποχρεωτική επιλογή υπό ελάχιστους όρους, σε έναν πόλεμο, ο οποίος επισήμως δεν κηρύχτηκε ποτέ! Ωστόσο, η Ιστορία έως σήμερα έχει δείξει πως συμφωνίες με το «πιστόλι στον κρόταφο» σπάνια - εάν όχι ποτέ...- ευδοκιμούν...

Ο επίλογος του τελευταίου κεφαλαίου των ΝΑΤΟικών επιθέσεων στην ΟΔ Γιουγκοσλαβίας γράφεται ενώ τα άμεσα θύματα αυτού του πολέμου στη χώρα καταμετριούνται σε αρκετές χιλιάδες νεκρούς πολίτες, σε πάνω από 6.000 βαριά τραυματισμένους και σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους και άστεγους (πρώτες εκτιμήσεις ανέφεραν πάνω από 1.500.000 οικογένειες!). Ετσι, ενώ έχει προηγηθεί η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης να παραπέμψει το Γιουγκοσλάβο πρόεδρο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς σε δίκη, με τις κατηγορίες διάπραξης εγκλημάτων πολέμου, το τελευταίο κεφάλαιο αυτού του πολέμου κλείνει με το ιστορικό προεδρικό διάγγελμα του Μιλόσεβιτς στις 10 Ιούνη:

«Εκείνο που πραγματικά είναι το πιο σύντομο και περιεκτικό πρώτο συμπέρασμα από αυτόν τον πόλεμο που κράτησε ακριβώς 11 βδομάδες, από τις 24 Μάρτη μέχρι σήμερα, είναι ο ηρωισμός αυτού του λαού που βγήκε νικητής... Ολόκληρο το έθνος πήρε μέρος σε αυτόν τον πόλεμο, από τα μωρά στα νοσοκομεία έως τους ασθενείς των μονάδων εντατικής θεραπείας, από τους στρατιώτες της αντιαεροπορικής άμυνας έως τους στρατιώτες στα σύνορα. Ποτέ κανείς δε θα ξεχάσει τον ηρωισμό των ανθρώπων που υπερασπίστηκαν τις γέφυρες, τους πολίτες που υπερασπίστηκαν τα εργοστάσια, τις πλατείες, τις πόλεις και τους ανθρώπους. Ο λαός είναι ο ήρωας, μπορεί αυτό να αποτελεί το πιο σύντομο συμπέρασμα αυτού του πολέμου. Οι άνθρωποι είναι οι ήρωες και θα πρέπει να νιώθουν σαν ήρωες και να συμπεριφέρονται έτσι: Με αξιοπρέπεια, υπευθυνότητα και ευγένεια».

Οσο για το Κοσσυφοπέδιο; Ο πρόεδρος Μιλόσεβιτς σ' αυτό το ιστορικό διάγγελμα απάντησε: «Οποιοσδήποτε μελλοντικές συζητήσεις για το θέμα του Κοσσυφοπεδίου θα πρέπει να εστιάζονται αποκλειστικά στο θέμα της αυτονομίας και σε τίποτε άλλο, καθώς ποτέ δεν παραδώσαμε και ποτέ δε θα παραδώσουμε το Κόσσοβο».


Κοσσυφοπέδιο
Στο χάος της ανομίας και της φαύλης βίας

Βρετανός ΝΑΤΟικός σε σκοπιά κοντά στην λίμνη που προμηθεύει νερό στην Πρίστινα

Associated Press

Βρετανός ΝΑΤΟικός σε σκοπιά κοντά στην λίμνη που προμηθεύει νερό στην Πρίστινα
Σήμερα, μισό χρόνο μετά τη λήξη των ΝΑΤΟικών επιδρομών στην ΟΔ Γιουγκοσλαβίας, η κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο θα μπορούσε να περιγραφεί μόνο με μελανά χρώματα. Διότι, πώς αλλιώς θα μπορούσε να περιγραφεί το καθεστώς σχεδόν ολοκληρωτικής ανομίας που επικρατεί στην περιοχή με ευθύνη των διοικητών της πολυεθνικής «ΚΦΟΡ» (πρώην διοικητής Βρετανός στρατηγός Μ. Τζάκσον και νυν Γερμανός στρατηγός Ράινχαρντ) και του ύπατου εκπροσώπου των Ηνωμένων Εθνών στο Κοσσυφοπέδιο, Μπερνάρ Κουσνέρ.

Από τα μέσα του περασμένου Ιουνίου, οπότε ολοκληρώθηκε η αποχώρηση των γιουγκοσλαβικών στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων από το Κόσσοβο και εισήλθαν στην περιοχή τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, πάνω από 200.000 Σέρβοι, Τσιγγάνοι και Βόσνιοι πρόσφυγες πήραν το δρόμο της προσφυγιάς, εγκαταλείποντας τις εστίες τους φοβούμενοι - όχι άδικα... - τις τυφλές πράξεις αντεκδίκησης των Κοσσοβάρων Αλβανών (και όχι μόνον των ανταρτών του UCK).

Τα πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε σε πρόσφατη ανταπόκρισή του ο δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας Ρόμπερτ Φισκ για τον αριθμό των Σέρβων, Τσιγγάνων και άλλων εθνικών μειονοτήτων που τέθηκαν στο στόχαστρο της εθνικιστικής βίας έως τα μέσα Νοέμβρη ανέφεραν πάνω από 500 νεκρούς, πολλές δεκάδες «αγνοούμενους», οι οποίοι είχαν πέσει θύματα απαγωγής και των οποίων τα ίχνη έως σήμερα αγνοούνται.

Ομως, τα θύματα του φαύλου κύκλου βίας στο Κόσσοβο, που αυξάνονται μέρα με τη μέρα δίχως τους προβολείς των φώτων της δημοσιότητας, δεν είναι μόνον Σέρβοι, Τσιγγάνοι. Είναι δεκάδες Κοσσοβάρες Αλβανίδες και παιδιά που πέφτουν στα δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος σπείρας κακοποιών από τις γείτονες χώρες και που εκπορνεύονται με τη βία σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης με μεγάλη κοινότητα Αλβανών (κυρίως Γερμανία, Ελβετία, Ιταλία κ. α.), όπερ επισήμανε ο Βετόν Σουρόι, Κοσσοβάρος Αλβανός εκδότης, διοργανωτής μιας «σιωπηλής» πορείας με κεριά που πραγματοποιήθηκε στα μέσα Δεκέμβρη στους δρόμους της Πρίστινας, προκειμένου να ακουστεί μια φωνή διαμαρτυρίας για την αύξηση των θυμάτων της δράσης κακοποιών στοιχείων.

Οσο για την ιδέα ενός «δημοκρατικού» Κοσσυφοπεδίου, όπως αυτό νοείται από τις μεγάλες δυνάμεις, αυτή ποτέ δεν πήρε σάρκα και οστά στην πιο ταραγμένη γειτονιά των Βαλκανίων, που παραμένει και θα παραμείνει η πιο επικίνδυνη μπαρουταποθήκη της Ευρώπης και μέσα στον 21ο αιώνα. Οι εθνικές μειονότητες εξακολουθούν να διώκονται και σήμερα με τους ηλικιωμένους και ανήμπορους να πέφτουν πρώτοι στο βωμό της βίας. Σε αρκετές περιπτώσεις οι δράστες δρουν μπροστά σε πλήθος Κοσσοβάρων Αλβανών, οι οποίοι προτιμούν τη θέση του παγερά αδιάφορου παρατηρητή, αρνούμενοι να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος και τις προεκτάσεις του «εγκλήματος» που διαπράττεται...

Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου για τον Πόλεμο και την Ειρήνη (έκθεση «ΜΠΑΛΚΑΝ ΡΙΠΟΡΤ», έκθεση νούμερο 96), ελάχιστα από τα σχολεία στο μεταβομβαρδισμένο Κοσσυφοπέδιο διαθέτουν επαρκώς εξοπλισμένες σχολικές αίθουσες ή διδακτικά μέσα. Παρά το γεγονός πως το 70% του πληθυσμού της επαρχίας είναι κάτω των 30 χρόνων, ελάχιστη προσοχή δίνεται στην ανοικοδόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος ελλείψει πόρων και χρημάτων... Είναι πιστεύουμε αρκετά ενδεικτικό το γεγονός πως η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών (κάτι που παρατηρείται και σε άλλους κλάδους εργαζομένων στο δημόσιο που παραμένουν επί μήνες απλήρωτοι) εγκαταλείπουν το λειτούργημα του δασκάλου για να γίνουν διερμηνείς και μεταφραστές των διεθνών αξιωματούχων και των στρατιωτών της «ΚΦΟΡ» έναντι λίγων μάρκων τη μέρα...

Οσο για το δικαστικό σύστημα, αρκεί μόνο να λάβει κανείς υπόψη του πως από τα πάνω από 400 δικαστήρια που λειτουργούσαν στο Κοσσυφοπέδιο σήμερα σ' όλη την επαρχία λειτουργεί μόνον ένα, το οποίο έως τα μέσα Νοέμβρη είχε ολοκληρώσει την εξέταση μόλις δύο υποθέσεων. Οσο για κοινά εγκλήματα του ποινικού δικαίου, καμία υπόθεση φόνου, εκβιασμού, απαγωγής, εμπρησμού δε δικάζεται... Το μόνο που γίνεται είναι οι αραιά και πού... συλλήψεις «υπόπτων» από τις πολυεθνικές δυνάμεις της «ΚΦΟΡ» ή την αστυνομική δύναμη της αποστολής του ΟΗΕ.

Ποιο είναι το μέλλον του Κοσσυφοπεδίου; Προς το παρόν, αυτό φαίνεται να είναι έρμαιο των σχεδίων που έχουν από καιρό ετοιμάσει οι μεγάλες δυνάμεις. Με τη βούλα του ύπατου εκπροσώπου του ΟΗΕ, Μπερνάρ Κουσνέρ, μετατρέπεται μέρα με τη μέρα σε προτεκτοράτο της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας (ή μάλλον των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων). Οσο για την υλοποίηση της απόφασης 1.244 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με την οποία τερματίστηκαν οι ΝΑΤΟικές επιδρομές; Αυτή ερμηνεύεται ανάλογα με τις διαθέσεις και τα σχέδια των επικυρίαρχων. Οπερ διαφάνηκε με τον τραγέλαφο του λεγόμενου αφοπλισμού του UCK και τη μετατροπή του στις λεγόμενες Δυνάμεις Προστασίας Κοσσυφοπεδίου, κάτι που έγινε διόλου τυχαία, μια που είναι γνωστό τοις πάσι τι προσδοκεί κανείς όταν βάζει το «λύκο να φυλάει τα πρόβατα»... Οσο για το λεγόμενο Μεταβατικό Συμβούλιο (μεικτό διοικητικό όργανο με τη μείζονα εκπροσώπηση και συμμετοχή των Κοσσοβάρων Αλβανών και την πρωτοκαθεδρία του Μπερνάρ Κουσνέρ σε κάθε κρίσιμη ή όχι απόφαση); Αυτό τυπικά συγκροτήθηκε (και μετεξελίχθηκε με συμφωνία ανάμεσα στον Κουσνέρ και την ηγεσία των Κοσσοβάρων Αλβανών στις 15 Δεκέμβρη) για να προετοιμάσει τους θεσμούς εξουσίας και μελλοντικής διακυβέρνησης του Κοσσυφοπεδίου από τους Κοσσοβάρους Αλβανούς... στο πλαίσιο τάχα μιας «αυτόνομης» επαρχίας και όχι ενός ανεξάρτητου κράτους (όπως διακαώς διακηρύσσει πρωτίστως ο ηγέτης του «πολιτικού» «UCK», Χασίμ Θάτσι). Αλλωστε, το «χαρτί της ανεξαρτησίας», το οποίο οι ΗΠΑ παριστάνουν πως αποκηρύσσουν - για την ώρα... εννοείται - μετά βδελυγμίας, θα παιχτεί εν ευθέτω χρόνω... Κάτι που θα διαφανεί και το 2000, εφόσον βέβαια ο Μπερνάρ Κουσνέρ υλοποιήσει την υπόσχεσή του πως οι πρώτες εκλογές στο Κοσσυφοπέδιο θα διεξαχθούν την ερχόμενη άνοιξη...


Μέση Ανατολή
Αλλο ένα «γεράκι» διαπραγματεύεται την ειρήνη

Η χρονιά του «γερακιού που έγινε περιστέρι» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το 1999 για το Ισραήλ. Ο πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Εχούντ Μπάρακ, ακολουθώντας κατά πόδας το παράδειγμα του Γιτζάκ Ράμπιν, αφού εξασφάλισε την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος απεργάστηκε με μεθοδικότητα αλλά και με τη σιωπηλή εύνοια της Ουάσιγκτον την ανάδειξή του στην εξουσία.

Το πολύμηνο τέλμα, το οποίο εισήγαγε την ισραηλινο-παλαιστινιακή διαδικασία στο 1999, είχε προκαλέσει τη βαθιά δυσαρέσκεια της Παλαιστινιακής Αρχής, αλλά, κυρίως, είχε περιορίσει τις διαπραγματευτικές δυνατότητες και τα διαμεσολαβητικά περιθώρια των ΗΠΑ. Οι αδιάλλακτες θέσεις στις οποίες εγκλωβίστηκε ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, στην προσπάθειά του να διατηρήσει τη συνοχή της κυβέρνησης συνασπισμού με τα ακροδεξιά κόμματα, αποτέλεσαν, τελικά, και τη δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι του. Το τέλος μιας πολύμηνης προεκλογικής εκστρατείας, που σημαδεύτηκε από το θάνατο το βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας (7 Φλεβάρη), που έδωσε αφορμή για σειρά εγκωμίων και νέων αναλύσεων για την αναγκαιότητα ειρήνευσης στη Μέση Ανατολή, αλλά και από την ανταλλαγή προσωπικών ύβρεων ανάμεσα στους εκλογικούς μονομάχους, βρήκε τον Εχούντ Μπάρακ στον πρωθυπουργικό θώκο και μάλιστα από τον πρώτο, κιόλας, γύρο των εκλογών, στις 17 Μάη.

Η ουσία της αντιπαράθεσης αυτής είναι, πραγματικά, δύσκολο να εντοπιστεί με ακρίβεια. Τα οικονομικά και κοινωνικά προγράμματα του Λικούντ και του Εργατικού Κόμματος δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερες διαφορές και δε δίνουν λύσεις στα ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα της ισραηλινής κοινωνίας. Επί της ουσίας, ελάχιστες είναι και οι διαφορές τους όσον αφορά στην προσέγγιση της ισραηλινο-παλαιστινιακής «ειρηνευτικής διαδικασίας». Εντούτοις, ο Εχούντ Μπάρακ υποσχέθηκε απεμπλοκή από το αδιέξοδο στις συνομιλίες με τους Παλαιστινίους και ολοκλήρωση της «ειρηνευτικής διαδικασίας» αλλά και αναθέρμανση των διαπραγματεύσεων με τη Συρία, προκειμένου να επιτευχθεί συνολική ειρήνη στην περιοχή, τονίζοντας ότι είναι προτιμότερο το Ισραήλ να προχωρήσει σε παραχωρήσεις απέναντι στους Αραβες παρά να ζει μόνιμα υπό καθεστώς πολέμου.

«Απεμπλοκή» με τα ίδια προβλήματα και αδιέξοδα

Αμέσως μετά τη σύσταση της κυβέρνησης συνασπισμού, ο Μπάρακ επιδόθηκε σε σειρά διαβουλεύσεων, κυρίως, με τις ΗΠΑ αλλά και επαναδιακήρυξης των προθέσεών του απέναντι στους Παλαιστινίους. Μετά από δύο μήνες άκαρπων συνομιλιών, η δυναμική παρέμβαση της Μαντλίν Ολμπράιτ απέδωσε στην υπογραφή άλλης μιας «ενδιάμεσης συμφωνίας» ανάμεσα στις δύο πλευρές, στο Σαρμ ελ Σέιχ της Αιγύπτου στις 5 Σεπτέμβρη, μιας συμφωνίας που επαναδιατυπώνει όσα είχαν συμφωνηθεί, ήδη, από το κείμενο του Οσλο και όλα τα υπόλοιπα κείμενα που ακολούθησαν. Στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, σε μια προσπάθεια να δώσει «δείγματα γραφής», προχωρά στα τέλη Σεπτέμβρη στην απελευθέρωση μιας ομάδας Παλαιστινίων κρατουμένων ενώ ο ισραηλινός στρατός υλοποιεί την πρώτη φάση της αποχώρησής του από τη Δυτική Οχθη.

Μετά την προσωρινή αυτή αναπτέρωση, η όλη διαδικασία επανήλθε στη γνωστή κατάσταση των εμποδίων, των προβλημάτων, των παρακωλύσεων. Στις 8 Νοέμβρη αρχίζει ο πολυσυζητημένος τρίτος και τελευταίος γύρος των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων, μέσα από τον οποίο θα καθοριστεί το τελικό καθεστώς των Αυτονόμων, το μέλλον της Ιερουσαλήμ, τα όρια ενός πιθανού ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, η επιστροφή ή όχι των Παλαιστινίων προσφύγων.

Οι συνομιλίες ανάμεσα στον Ισραηλινό διπλωμάτη Οντέντ Εράν και τον Παλαιστίνιο Γιασέρ Αμπέντ Ράμπο συνεχίζονταν μέχρι το τέλος της χρονιάς, σε σταθερή, σχεδόν καθημερινή βάση, χωρίς αυτό, όμως, να συνεπάγεται και την επίτευξη κάποιας προόδου, παρόλο που τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, αφού, σύμφωνα με τα συμπεφωνημένα, στις 13 Φλεβάρη οι δύο πλευρές θα πρέπει να έχουν καταλήξει σε ένα κοινό προσχέδιο τελικής συμφωνίας. Η μυστική συνάντηση Μπάρακ - Αραφάτ, στα μέσα Δεκέμβρη στη Ραμάλα, δεν κατάφερε να βοηθήσει στον υπερσκελισμό των προβλημάτων, με αποτέλεσμα, το νέο έτος να βρει τις δύο πλευρές να διαφωνούν σε όλα τα μείζονα ζητήματα που υποτίθεται ότι ήταν ο βασικός στόχος της έναρξης της «ειρηνευτικής διαδικασίας».

Η αναθέρμανση με τη Συρία

Οι δυσκολίες αυτές, όμως, δεν εμπόδισαν τον Εχούντ Μπάρακ να θέσει σε εφαρμογή το έτερο μέρος των προεκλογικών «ειρηνευτικών» του υποσχέσεων, δηλαδή την αναθέρμανση των συνομιλιών με τη Συρία. Μετά από αλλεπάλληλα ταξίδια της Αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ και του ειδικού απεσταλμένου Ντένις Ρος στη Δαμασκό και το Τελ Αβίβ, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός συναντήθηκε, στην Ουάσιγκτον, στις 14 Δεκέμβρη, με τον Σύρο υπουργό Εξωτερικών Φαρούκ αλ Σάραα, όπου και επισημοποιήθηκε η επανέναρξη του ειρηνευτικού διαλόγου ανάμεσα στις δύο χώρες. Οπως και στην περίπτωση των Παλαιστινίων, έτσι και σε αυτήν, ελάχιστα στοιχεία γνωστοποιήθηκαν για το ακριβές περιεχόμενο των συνομιλιών, τα σημεία που θέτει η κάθε πλευρά ή τις προτάσεις που κατατέθηκαν στο τραπέζι.

Και εδώ, με εξαίρεση την αλλαγή του γενικότερου κλίματος που πλέον δεν είναι εχθρικό αλλά έχει γίνει πιο θετικό, συμπεριλαμβανομένων των ανεξάντλητων φιλοφρονήσεων που ο Μπάρακ «χαρίζει» στον Σύρο Πρόεδρο Χάφεζ αλ Ασαντ, δεν έχει αποσαφηνιστεί ποια ακριβώς είναι η βάση του νέου γύρου των διαπραγματεύσεων αφού η κάθε πλευρά έχει διατηρήσει τις αρχικές της απόψεις. Η Δαμασκός θέτει ως προϋπόθεση διαλόγου την ισραηλινή αποχώρηση από τα υψώματα του Γκολάν και το Τελ Αβίβ κατατάσσει το συγκεκριμένο ζήτημα στα πιθανά ενδεχόμενα μίας κατάληξης σε συνολική ειρηνευτική συμφωνία.

Παρ' όλα αυτά, ο στόχος της ισραηλινής ηγεσίας, και κατ' επέκταση του Λευκού Οίκου, φαίνεται να οδεύει προς εκπλήρωση. Διατηρώντας «ανοιχτά» δύο διαπραγματευτικά μέτωπα, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός μπορεί να χρησιμοποιεί το ένα ως μοχλό πίεσης στις συνομιλίες που συνεχίζει με το άλλο. Η Παλαιστινιακή Αρχή έχει, ήδη, νιώσει την πίεση αυτή καθώς συνειδητοποιεί ότι η επίτευξη μιας συμφωνίας ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Συρία θα σημάνει αυτομάτως την επίλυση του προβλήματος του Ν. Λιβάνου.

Κάτι τέτοιο θα έχει αποτέλεσμα την, κατά μεγάλο ποσοστό, επίτευξη συνολικής ειρήνης στην περιοχή, η οποία θα αφήνει στο περιθώριο την ισραηλινο-παλαιστινιακή «ειρηνευτική διαδικασία», που δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος της ισραηλινο-αραβικής διένεξης. Την ίδια στιγμή, οι όποιες παλαιστινιακές αντιδράσεις, είτε στο εσωτερικό των Αυτονόμων είτε στο Λίβανο, όπου διατηρούν ακόμη την έδρα τους σειρά παλαιστινιακών οργανώσεων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως άλλοθι από την ισραηλινή ηγεσία για μια ενδεχόμενη αδιαλλαξία.

Αξιος «μαθητής» στο «διαίρει και βασίλευε»

Αν κάτι πρέπει να παραδεχτεί κανείς είναι ότι το 1999 ήταν η χρονιά του Εχούντ Μπάρακ, ο οποίος αποδείχτηκε, χωρίς καμία αμφιβολία, άξιος μαθητής του, επίσης στρατιωτικού που μετατράπηκε σε «ειρηνοποιό», Γιτζάκ Ράμπιν. Ο Μπάρακ συνέχισε με ακρίβεια και επιτυχία το έργο του «εμπνευστή και οδηγού» του, όπως ο ίδιος δηλώνει, αξιοποιώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ρήγμα που ο Ράμπιν είχε δημιουργήσει στο, μέχρι το 1990, αρραγές αραβικό μέτωπο.

Η έναρξη της ισραηλινο-παλαιστινιακής «ειρηνευτικής διαδικασίας» προκάλεσε ανεπανόρθωτο πλήγμα στις ενιαίες αραβικές θέσεις που, μέχρι τότε, εκπροσωπούσε, κυρίως, η Συρία και βασίζονταν στο μοναδικό και απλούστατο αίτημα: Αμεση εφαρμογή των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας που μιλούν για πλήρη αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από όλα τα κατειλημμένα αραβικά εδάφη. Η διάσπαση του «μετώπου» αυτού, που σαφώς αποτελεί επίτευγμα του Γιτζάκ Ράμπιν, προκάλεσε σοβαρότατα προβλήματα στις σχέσεις των Παλαιστινίων με τη Δαμασκό, τα οποία υπάρχουν μέχρι σήμερα.

Ο Μπάρακ ακολουθεί την ίδια ακριβώς τακτική: Διαπραγματεύεται σε δύο ξεχωριστά μέτωπα, που θέτουν το ίδιο ακριβώς αίτημα, χωρίς, καν, να αποδέχεται το αίτημα αυτό. Με τον τρόπο αυτό έχει τη δυνατότητα να επικεντρώνει το ενδιαφέρον των συνομιλιών σε μια σειρά υποζητήματα, να θέτει διαφορετικούς όρους κάθε φορά, να ασκεί πιέσεις, να διαιωνίζει έναν διάλογο, του οποίου ούτε οι απαρχές, ούτε τα όρια, ούτε το ακριβές περιεχόμενο αποσαφηνίστηκαν ποτέ.

Μέσα από έναν φαύλο κύκλο συζητήσεων, υποχωρήσεων, αντιπαραθέσεων, αδιεξόδων και αναθερμάνσεων, η ισραηλινή ηγεσία αποδεικνύει «τις ειρηνικές της προθέσεις». Παράλληλα, αφήνει το μεγαλύτερο δυνατό περιθώριο στις ΗΠΑ τόσο να διαμεσολαβούν επ' αόριστον, να επιβάλλουν λύσεις, να τρέφουν το ρόλο τους ως ζηλευτού και πολυπόθητου εταίρου του εκάστοτε συνομιλητή όσο και να ενισχύουν την εξάρτηση του Ισραήλ και της πολιτικής του από το Λευκό Οίκο, διατηρώντας το ρόλο του ως «πολιορκητικού κριού» των αμερικανικών συμφερόντων στην, καίριας γεωπολιτικής και οικονομικής σημασίας, περιοχή της Μέσης Ανατολής.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ