Μια απλή διαίρεση (της αξίας των ακάλυπτων επιταγών και απλήρωτων συναλλαγματικών με τον αριθμό των ημερών του εντεκαμήνου), μας πληροφορεί πως σε καθημερινή βάση τα «κανόνια» και τα «φέσια» αυξάνονται κατά 3,8 εκατ. ευρώ (περίπου κατά 1,3 δισ. δραχμές)! Η διογκούμενη κατάσταση ασφυξίας, μέσω του μηχανισμού της ελεύθερης αγοράς, μεταφέρεται και πλήττει πρώτα και κύρια τις μικρότερες επιχειρήσεις και επαγγελματίες, οι οποίοι πληρώνουν τα σπασμένα, εξαναγκαζόμενοι να περάσουν έξω από το πεδίο του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Ταυτόχρονα, ολοένα και περισσότερο μακραίνουν τα «μαύρα κατάστιχα» της «Τειρεσίας ΑΕ» (πρόκειται για εταιρία που ελέγχεται από την Ενωση Τραπεζών) με νέα ονόματα επιχειρήσεων και απλών καταναλωτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, τα δάνεια με καθυστέρηση αποπληρωμής από τρεις μήνες και πάνω φτάνουν σε 8 δισ. ευρώ. Ετσι μαζί με τα φέσια και τα κανόνια ξεπερνούν συνολικά τα 9 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 5,5% του ΑΕΠ που θα παραχτεί μέσα στο 2004.
Από τα στοιχεία της «Τειρεσίας ΑΕ» που αφορούν στο 11μηνο Γενάρης - Νοέμβρης 2004 προκύπτουν τα παρακάτω:
Εγκρίθηκε χτες στις Βρυξέλλες από το ECOFIN το κείμενο συμπερασμάτων για την παροχή «κάλπικων» στοιχείων που εξωράιζαν τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος την περίοδο 1997-2003
Ευθύνες προς πάσαν κατεύθυνση για την αξιοπιστία και εγκυρότητα των στοιχείων για τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της περιόδου 1997-2003, με τα οποία τροφοδοτούσαν τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις τις Βρυξέλλες, αποδίδει το κείμενο συμπερασμάτων του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομικών (ECOFIN), που εγκρίθηκε στη χτεσινή συνεδρίαση των 25 υπουργών Οικονομίας της ΕΕ. Είχε προηγηθεί η προχτεσινοβραδυνή συζήτηση στη συνεδρίαση των 12 υπουργών της ευρωζώνης, όπου ο αρμόδιος επίτροπος Χοακίν Αλμούνια παρουσίασε τον τελικό απολογισμό και τη σχετική έκθεση με την ιστορική αναδρομή και την απόδοση ευθυνών.
Το κείμενο της έκθεσης ξεκινά με τη διαπίστωση πως «τα στοιχεία για το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος της Ελλάδας κατά την περίοδο από το 1997, όπως περιγράφονται στην τελική έκθεση της Eurostat, επιβεβαιώνουν ότι, βάσει των κανόνων του ESA95, τα ελλείμματα ήταν σταθερά πάνω από την τιμή αναφοράς που καθορίζεται από το άρθρο 104 της Συνθήκης», ενώ στη συνέχεια μοιράζει ευθύνες - για την αναξιοπιστία των στοιχείων - προς όλους.
Ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, εμφανίστηκε «ικανοποιημένος» από το κείμενο συμπερασμάτων, δηλώνοντας πως «το θέμα των στοιχείων, έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο». Κι αυτό, προφανώς επειδή η παροχή ανακριβών στοιχείων δε θεωρήθηκε εσκεμμένη ενέργεια. Με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου επικυρώνεται η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με το θέμα απόδοσης ευθυνών «για τις συνεχείς αδυναμίες στην παροχή και πιστοποίηση ακριβών στοιχείων».
Με βάση την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι ελληνικές αρχές, κατηγορούνται για παροχή ανακριβών στατιστικών στοιχείων στη Eurostat και «παροτρύνονται» να εξάγουν τα αναγκαία συμπεράσματα.
Ευθύνες αποδίδονται επίσης:
Τέλος, στα συμπεράσματα αναφέρεται ότι το «Συμβούλιο σημειώνει την απόφαση της Επιτροπής να ξεκινήσει μια διαδικασία παράβασης, ως λογική συνέπεια της έκθεσής της αναφορικά με την απόδοση ευθυνών».
Οπως είπε ο Γ. Αλογοσκούφης σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, μετά το πέρας των εργασιών του Συμβουλίου «η Ελλάδα δεσμεύτηκε ότι θα πάρει συγκεκριμένα μέτρα, προκειμένου να μην επαναληφθεί κάτι τέτοιο». Σημείωσε επίσης, πως «ο περιορισμός των ελλειμμάτων έχει ξεκινήσει με ήπια προσαρμογή, ενώ η Κομισιόν, έχει τη διάθεση, σε περίπτωση που το έλλειμμα δε μειωθεί κάτω από το 3%, μέχρι το 2005, να μας δώσει ακόμα ένα χρόνο»...
Οι τελικές αποφάσεις της Κομισιόν, που θα επιβεβαιώσουν το «άριστον κλίμα συνεργασίας με την ελληνική κυβέρνηση», θα ανακοινωθούν στις 22 Δεκέμβρη.
Την επόμενη Τρίτη η Κομισιόν θα εξετάσει στις Βρυξέλλες και το θέμα της Ιταλίας (υπάρχουν υπόνοιες ότι και αυτή παρουσίαζε παραποιημένα δημοσιονομικά στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία), καθώς και το τι πρόκειται να γίνει με τη διαδικασία σε βάρος της Γερμανίας και της Γαλλίας για το θέμα των ελλειμμάτων τους.
Ερώτηση κατέθεσε το ΚΚΕ
Η μη ανανέωση της σύμβασης εργασίας της Ευ. Μέλλου, από τη Διεύθυνση του καταστήματος της Αγροτικής Τράπεζας Καρδίτσας, είναι το θέμα της Ερώτησης που κατέθεσαν οι βουλευτές του ΚΚΕ Τ. Τσιόγκας και Ν. Γκατζής προς τους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Απασχόλησης.
Στο κείμενο της Ερώτησης επισημαίνεται ότι «η Διεύθυνση του καταστήματος της Αγροτικής Τράπεζας Καρδίτσας, από τον Οκτώβριο του 2004, δεν ανανέωσε τη σύμβαση εργασίας της Ευαγγελή Μέλλου, η οποία εργαζόταν στο κατάστημα ως καθαρίστρια από 1/8/2003 έως 31/8/2004, με τη σύναψη αλλεπάλληλων συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Το γεγονός αυτό φυσικά έχει σοβαρότατες συνέπειες για τη συγκεκριμένη εργαζόμενη, η οποία είναι μητέρα τριών παιδιών, με άρρωστο άνδρα και αντιμετωπίζει πλέον πρόβλημα επιβίωσης της ίδιας και της οικογένειάς της.
Η κ. Μέλλου είναι ένα ακόμη θύμα του απαράδεκτου καθεστώτος που ισχύει στην ΑΤΕ, όσον αφορά στην πρόσληψη και τις εργασιακές σχέσεις των καθαριστριών που προσλαμβάνει για τις ανάγκες των καταστημάτων. Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που εφαρμόζει οδηγούν τις εργαζόμενες να ζουν κάτω από καθεστώς εξάρτησης, ανασφάλειας και ανεργίας. Είναι αναγκαίο να αλλάξει το σημερινό καθεστώς, ώστε να αποκτήσουν όλες οι εργαζόμενες πλήρη - σταθερή εργασία με εργασιακά, μισθολογικά, ασφαλιστικά δικαιώματα που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες».
Καταλήγοντας, οι βουλευτές του ΚΚΕ ρωτούν τους αρμόδιους υπουργούς «εάν προτίθενται να μεριμνήσουν τόσο για την περίπτωση της κ. Μέλλου, όσο και για τη νομιμοποίηση των καθαριστριών στην ΑΤΕ, ώστε να σταματήσει το καθεστώς υπερεκμετάλλευσης και ανασφάλειάς τους».