Σε κάθε 100 ευρώ νεοπαραγόμενου πλούτου, τα 42 ευρώ μετατρεπόταν σε επιχειρηματικά κέρδη, 27 ευρώ σε μισθούς - συντάξεις και τα υπόλοιπα ήταν φόροι
Ανεξάρτητα από τη φραστική αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κομμάτων, με επίκεντρο τα αποτελέσματα της περιβόητης «δημοσιονομικής απογραφής», κανείς δεν αμφισβητεί πως την τελευταία δεκαετία, η ελληνική οικονομία σημείωσε πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οπως δεν αμφισβητείται και η καλή πρόθεση της κυβέρνησης της ΝΔ (ο δρόμος προς την κόλαση λέει ο θυμόσοφος λαός μας είναι σπαρμένος με καλές προθέσεις) να διατηρήσει και να ενισχύσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Τίθεται, βέβαια, το ερώτημα: Ποιοι ήταν οι μεγάλοι κερδισμένοι από τη μεγάλη αύξηση του εγχώριου πλούτου;
Απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα μας δίνει η αποκρυπτογράφηση των επίσημων στοιχείων για την κατανομή της πίτας του ΑΕΠ. Μια προσεκτική ανάγνωση αυτών των στοιχείων μάς αποκαλύπτει πως στην τελευταία δεκαετία παράλληλα με το μεγάλωμα της πίτας του ΑΕΠ, μεγάλωσε επίσης η ανισοκατανομή του πλούτου σε βάρος των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, ενώ διογκώθηκαν τα κρατικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος!
Αδιάψευστος μάρτυρας τα αναλυτικά στοιχεία που παραθέτουμε και δείχνουν την εξέλιξη του εγχώριου πλούτου (ΑΕΠ), του «λειτουργικού πλεονάσματος» (έτσι βαφτίζουν τα κέρδη των επιχειρήσεων) και των «αμοιβών εξαρτημένης εργασίας» (δηλαδή των εισοδημάτων για μισθούς και ημερομίσθια).
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία αυτά, σε κάθε 100 ευρώ που αυξανόταν ο πλούτος της Ελλάδας (από τους εργαζόμενους που είναι και οι μόνοι παραγωγοί του πλούτου):
Μια δεύτερη πηγή, που μας αποκαλύπτει τους κερδισμένους και χαμένους από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, είναι από τη μια οι προκλητικοί ρυθμοί αύξησης των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων (όπως αποτυπώνεται στους ισολογισμούς τους) και από την άλλη η σύνθλιψη της αγοραστικής δύναμης των μισθών, των συντάξεων και γενικότερα των λαϊκών εισοδημάτων που αυξάνονται γύρω και κάτω από τον άξονα του πληθωρισμού.
Από τα παραπάνω, είναι σαφές πως οι μεγάλοι κερδισμένοι από το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν - και παραμένουν - οι μεγαλοεπιχειρηματίες από τα παλιά και νέα τζάκια που θησαυρίζουν σε βάρος του λαού.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ, τα τελευταία δέκα χρόνια, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς γύρω στο 4%, που είναι αρκετά υψηλότερος από το μέσο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αποτέλεσμα των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης ήταν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) να αυξηθεί από το 1995 μέχρι και το 2002 κατά 61,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ήτοι περίπου 21 τρισεκατομμύρια δραχμές. Από 79,927 εκατ. ευρώ που ήταν το ΑΕΠ το 1995 έφτασε το 2002 στο ποσό των 141,132 εκατ. ευρώ (αύξηση 76,6%).
Η αξιόλογη αύξηση του ΑΕΠ - που οδήγησε την Ελλάδα στην 25η θέση των πλουσιότερων χωρών του κόσμου - δε σημαίνει ότι έγιναν αυτόματα πλουσιότεροι ΟΛΟΙ οι Ελληνες, όπως υποστήριζε μέχρι τις 7 Μάρτη το ΠΑΣΟΚ. Τη μερίδα του λέοντος από την αύξηση του ΑΕΠ την καρπώθηκε ένα μικρό ποσοστό του ελληνικού λαού, μερικές δεκάδες χιλιάδες μεγαλοεπιχειρηματίες (από τα παλιά και νέα τζάκια) και ο περίγυρός τους. Αυτή η μικρή μειοψηφία καρπώθηκε τη μερίδα του λέοντος του νεοπαραγόμενου πλούτου, αφήνοντας κάποια «ψίχουλα» για αυξήσεις μισθών (με τις εισοδηματικές πολιτικές λιτότητας) στους εργαζόμενους και γενικότερα τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλιάς.
Τι δείχνει η μεταβολή που συντελέστηκε στη μοιρασιά της πίτας του ΑΕΠ από το 1995 μέχρι το 2002
Διαβάζοντας κανείς πιο προσεκτικά το πώς μοιράστηκε το κομμάτι της νέας πίτας του ΑΕΠ, θα διαπιστώσει πως οι «κηφήνες» τρώνε με κουτάλες (τον νεοπαραγόμενο πλούτο), ενώ οι πραγματικοί παραγωγοί του εγχώριου πλούτου με... κουταλάκια ή ακόμη και με τρύπια κουτάλια! Στους πρώτους ανήκουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες μαζί με τους κάθε είδους υπηρέτες τους και στους δεύτερους οι εργαζόμενοι (μισθωτοί - συνταξιούχοι, αυτοαπασχολούμενοι ΕΒΕ κλπ.).
Αδιάψευστος μάρτυρας και τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, που μας πληροφορούν ότι από το 1995 έως το 2002 ο εγχώριος πλούτος (δηλαδή το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν - ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά 61,2 δισ. ευρώ ή 76,6% και μοιράστηκε ως εξής:
Με δεδομένο ότι το 2003 και 2004 συνεχίστηκε η εφαρμογή της ίδιας πολιτικής (που φροντίζει για τη σταθεροποίηση και ανάκαμψη των κερδών με τη σύνθλιψη της αγοραστικής δύναμης των μισθών - συντάξεων και εν γένει των λαϊκών εισοδημάτων), μπορούμε να ρισκάρουμε την πρόβλεψη (καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) ότι η κατάσταση δεν έχει αλλάξει καθόλου. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να μεγάλωσε παραπέρα το μερίδιο των κερδών στο ΑΕΠ, γεγονός που - αν επιβεβαιωθεί - θα σημαίνει ότι ενισχύθηκε και η σχετική φτώχεια.
Αυτή είναι η πικρή αλήθεια, με τη γλώσσα των αριθμών, σχετικά με το μεγάλωμα της πίτας του ΑΕΠ και του εγχώριου πλούτου, που υποτίθεται πως έκανε πλουσιότερους ΟΛΟΥΣ τους Ελληνες. Είναι δε βέβαιο πως τα ίδια αποτελέσματα θα έχει και η πολιτική της ΝΔ, καθώς επιδιώκει τη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, με μέτρα και πολιτικές που επιβραβεύουν τους κηφήνες και τιμωρούν τους πραγματικούς παραγωγούς του πλούτου. Δηλαδή τους εργαζόμενους και τους απόμαχους της δουλιάς. Αδιάψευστος μάρτυρας το Αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΑΠΣΑ) 2004-2007, που κατατέθηκε στις Βρυξέλλες, με το οποίο η κυβέρνηση της ΝΔ δίνει έμφαση στη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης (αύξηση του εγχώριου πλούτου) και της υψηλής κερδοφορίας των επιχειρήσεων, ενώ διατηρεί τους μισθούς και συντάξεις στο «γύψο» για 3 ακόμη χρόνια.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόμενοι έχουν κάθε λόγο να συντονίσουν το μέτωπο πάλης με τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, για την ανατροπή του συγκεκριμένου - εισαγόμενου από τις Βρυξέλλες - μοντέλου οικονομικής πολιτικής, το οποίο παράγει και αναπαράγει τα αδιέξοδα και εντείνει την κοινωνική ανισότητα.