Διαιώνιση της φτώχειας, προώθηση στρατηγικών σχεδίων
Associated Press |
Με χίλιες ταπεινώσεις παραδίδεται η ελάχιστη τροφή στους πρόσφυγες |
ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ. «Οι Ταϊλανδοί είναι πολύ ευγενικοί άνθρωποι», έλεγαν οι ξένοι τουρίστες για τους ανθρώπους που τους έσωσαν και τους βοήθησαν μετά την καταστροφή. Πολλοί από αυτούς εξεπλάγησαν ότι αυτοί που τους έσωσαν ήταν Βιρμανοί μετανάστες, οι οποίοι αποτελούν το φθηνό εργατικό δυναμικό της Ταϊλάνδης. Κάπου 3.000 οικονομικοί μετανάστες εκτιμάται ότι χάθηκαν τη μέρα εκείνη. Μόνο στη νότια επαρχία Φάνγκνγκα, υπήρχαν 31.353 καταγραμμένοι πρόσφυγες, και κάπου 60.000 «λαθρομετανάστες». Αντί να τους βοηθήσουν, οι αρχές τους συνέλαβαν μαζικά και τους έκλεισαν σε στρατόπεδα μαζικής κράτησης, προωθώντας τις διαδικασίες απέλασής τους. Είχαν απελαθεί 2.000 έως τις 18 του Γενάρη - άλλοι 2.500 «έφυγαν οικειοθελώς», κατά τις αρχές. Η «USA Today» δημοσίευσε την ιστορία ενός: Η έγκυος γυναίκα του χάθηκε στα κύματα, και ο ίδιος έχασε την άδεια εργασίας του μετά την καταστροφή του ξενοδοχείου όπου εργαζόταν. Συνελήφθη. Μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο κράτησης. Η τύχη του αγνοείται έκτοτε.
Associated Press |
Το τετράμηνο βρέφος στους «τυχερούς διασωθέντες» περιμένει μάταια τη «βοήθεια» σε στρατόπεδο προσφύγων |
Ξεχάστε τα χωριά που σαρώθηκαν: «Οι ακτές μας είναι τώρα καθαρότερες απ' ό,τι ήταν τα τελευταία 20 χρόνια», δηλώνει ο επικεφαλής του οργανισμού τουρισμού της χώρας.
Ο Αμερικανός ακαδημαϊκός Εντουαρντ Μπάρμπερ λέει ότι οι αλιείς που ζούσαν υπό άθλιες συνθήκες «έχασαν δύο φορές». Οι περιοχές τους πωλούνται σε εταιρίες ακινήτων. Και οι ίδιοι μετακινούνται σε ακόμα πιο ευάλωτες περιοχές.
ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΡΙΤΟ. H «φιλανθρωπική» παροχή από τις κυβερνήσεις όσο και από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις «βοήθειας», γράφει ο Ντάνιελ Μπεν-Αμί στο online περιοδικό «Spiked», ουσιαστικά διαιωνίζει τη φτώχεια. Υπάρχει μια βασική σύγχυση στις δηλώσεις περί της «μακροπρόθεσμης βοήθειας» και της «αειφόρου ανάπτυξης» παραδέχεται: Αυτό που συμβαίνει με τη βοήθεια είναι ότι απλώς παρατείνει την επιβίωση των πληγέντων, υπό τις ίδιες, αν όχι υπό χειρότερες, συνθήκες. Ο Τόνι Μπλερ μπορεί να δηλώνει ότι «η τραγωδία του τσουνάμι έγινε λόγω της οργής της φύσης, αλλά η τραγωδία της Αφρικής οφείλεται στους ανθρώπους», αλλά αυτή η δήλωση είναι εσφαλμένη: Και οι δύο καταστροφές οφείλονται στον ανθρώπινο παράγοντα. Οι νεκροί ήταν κατά βάση οι φτωχοί που ζούσαν σε ευάλωτες περιοχές.
Associated Press |
Ενας από τους δεκάδες σωρούς των πτωμάτων |
Ακόμα και η περιλάλητη κυβερνητική «βοήθεια» που δίνουν σε πραγματικές τιμές οι πλούσιες χώρες έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία 40 χρόνια. Σύμφωνα με την Oxfam, οι ετήσιοι προϋπολογισμοί των 20 κορυφαίων δωρητριών χωρών έχουν υποδιπλασιαστεί σε σχέση με το 1960. Κατά μέσον όρο, οι επτά πλουσιότερες χώρες του κόσμου, που αποτελούν το λεγόμενο όμιλο των 7, ή G7 - Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία - δίνουν το 0,19% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος τους σε «βοήθεια». Αθροιστικά, η βοήθεια δεν ξεπερνά ετησίως τα 55 δισ. δολάρια. Μια σύγκριση με το ποσό που ξοδεύεται για τις αμυντικές δαπάνες: Οκταπλάσιο στη Βρετανία, εννιαπλάσιο στη Γαλλία, δεκαπενταπλάσιο στην Ιταλία, 33 φορές παραπάνω στις ΗΠΑ. Ο προϋπολογισμός στις ΗΠΑ το 2003 ήταν 3,6% ή 400 δισ. δολάρια. Ο προϋπολογισμός «βοήθειας» ήταν 16 δισ. δολάρια (0,14% στο ΑΕΠ). Δηλαδή, το ένα ένατο των 148 δισ. δολαρίων που ξόδεψε (επισήμως) την ίδια χρονιά για να εισβάλει και να επιβάλει κατοχή στο Ιράκ.
Και φυσικά, οι πολιτικές σκοπιμότητες της παροχής «βοήθειας» είναι εξόφθαλμες. Ο Κόλιν Πάουελ έκανε την πιο ωμή σχετική δήλωση το Γενάρη στην Τζακάρτα, λέγοντας ότι η επιχείρηση «ανθρωπιστικής βοήθειας» εντάσσεται στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Η Κοντολίζα Ράις, τις ίδιες μέρες, μίλαγε για μια «ευκαιρία» να μεταστραφεί η «κοινή γνώμη στις κύρια μουσουλμανικές χώρες που επλήγησαν». ΗΠΑ και Αυστραλία βρήκαν την ευκαιρία να ξαναχτίσουν μια «στρατηγική σχέση» με την Ινδονησία (αναπολώντας τις παλιές καλές μέρες όταν το καθεστώς Σουχάρτο σφαγίαζε 1,5 εκατ. κομμουνιστές και συμπαθούντες), και βρίσκοντας ευκαιρία να «παρέμβουν» για τη «λύση» του αυτονομιστικού ζητήματος - ομοίως στη Σρι Λάνκα. Τις τελευταίες μέρες, η ένδειξη της πολιτικής προσοχής που αποδίδεται στην όλη αυτή επιχείρηση υπήρξε ο διορισμός από τον Κόφι Ανάν του Μπιλ Κλίντον ως «απεσταλμένου του» για τη βοήθεια.
Τη «βοήθεια» που όχι μόνο κατευθύνεται σε κατασκευαστικές εταιρίες και στη βιομηχανία του τουρισμού της περιοχής, αλλά συνδέεται με άκρως νεοφιλελεύθερες απαιτήσεις για «συστημικές μεταρρυθμίσεις»...
Δύο ακόμα δεδομένα: Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις του ΟΗΕ, τα 84 σεντς από κάθε δολάριο βοήθειας που δίνουν οι ΗΠΑ επιστρέφουν στη χώρα υπό τη μορφή αγορασμένων αγαθών και υπηρεσιών. Το ίδιο ισχύει για το 75% της καναδικής «βοήθειας», ενώ μεγάλα ποσοστά της βοήθειας που δίνουν η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Γαλλία, η Αυστραλία, η Ρωσία, κ.ά. «δεσμεύονται» για αγαθά και υπηρεσίες από δικές τους εταιρίες. Επιπλέον: Οι χώρες που παρέχουν βοήθεια χρησιμοποίησαν την τραγωδία του τσουνάμι όχι μόνο ως μια «ευκαιρία» να «κερδίσουν καρδιές και μυαλά», όπως το έθετε η Christian Science Monitor, αλλά και να εγκαταστήσουν στρατιωτική παρουσία σε μια περιοχή εξαιρετικά σημαντική γεωπολιτικά.
Ο ιμπεριαλισμός φόρεσε, όπως σχολίασε το World Socialist, το πρόσωπο του «Καλού Σαμαρείτη». Αλλά τα κίνητρα των δυνάμεων του συστήματος είναι διάφανα...
Η άλλη όψη των συνεπειών του φονικού τσουνάμι της 26ης Δεκέμβρη στη βόρεια επαρχία της Σουμάτρας, Ατσεχ, είναι τουλάχιστον διττή. Πέρα απ' την ανθρώπινη τραγωδία και τη συνεχιζόμενη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης (με ό,τι συνεπάγεται...), οι «δονήσεις» του καταστρεπτικού κύματος προκαλούν αναταράξεις σε δύο τομείς: Αφ' ενός στο πεδίο των συγκρούσεων των αυτονομιστών του «Κινήματος για Ελεύθερο Ατσεχ» που αντιμάχονται τον ινδονησιακό στρατό μια τριακονταετία. Αφ' ετέρου στις στρατιωτικές σχέσεις της Τζακάρτα με την Ουάσιγκτον, στις οποίες φαίνεται πως έχει ήδη αρχίζει να λιώνει ο «πάγος» του στρατιωτικού εμπάργκο που επέβαλε το 1999 η κυβέρνηση Κλίντον, λόγω των σφαγών στο (μετέπειτα ανεξάρτητο) Ανατολικό Τιμόρ...
Η πρώτη παράπλευρη επίπτωση του τσουνάμι στον πόλεμο αυτονομιστών - στρατού ήρθε όταν οι πρώτοι ανακοίνωσαν στις 28 Δεκέμβρη μονομερή εκεχειρία. Η δεύτερη, και σοβαρότερη τηρημένων των αναλογιών, επίπτωση σημειώθηκε στο μακρινό (για την Τζακάρτα) Ελσίνκι, όταν η οργάνωση του πρώην Προέδρου της Φιλανδίας Μαάρτι Αχτισαάρι «Πρωτοβουλία Διευθέτησης Κρίσεων» έφερε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων (που είχαν ανασταλεί απ' το 2002) αυτονομιστές και Ινδονήσιους υπουργούς της κυβέρνησης του (φιλοαμερικανού) Προέδρου Σουσίλο Μπαμπάνγκ Γιουντχογιόνο.
Οι αυτονομιστές πρόσφεραν ως συμβιβαστική λύση μια μεταβατική περίοδο πενταετούς έως και δεκαετούς διάρκειας με στόχο τη μετέπειτα διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ανεξαρτητοποίηση. Η κυβέρνηση Γιουντχογιόνο πρόσφερε καθεστώς «ευρύτατης αυτονομίας» πλην όμως ...της ανεξαρτησίας. Τελικώς, αμφότερες πλευρές αποχώρησαν απ' το Ελσίνκι, υπογράφοντας μία συμφωνία αρχής στην οποία διαβεβαίωναν πως θα επαναλάβουν τις συνομιλίες τις επόμενες βδομάδες και μήνες.
Γεγονός είναι πως η ειρήνευση στην περιοχή δεν είναι εύκολη υπόθεση ούτε για τους πιο επιδέξιους διπλωμάτες... Το Ατσεχ προμηθεύει στην Ινδονησία το 20% του φυσικού αερίου και πετρελαίου. Εχει ακόμη τεράστια ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα, τα οποία επιβουλεύονται πολλοί (πρώτα απ' όλα τεράστιες πολυεθνικές...). Δεν είναι, επομένως, περιοχή που η Τζακάρτα θα επιτρέψει να ανεξαρτητοποιηθεί δίχως τεράστια ανταλλάγματα... Οι αυτονομιστές, απ' την άλλη, δείχνουν να μην κουράζονται απ' τον τριαντάχρονο πόλεμο μολονότι αφ' ενός η απήχησή τους στην πλειοψηφία των δεινοπαθούντων (από στρατό και αυτονομιστές) κατοίκων του Ατσεχ δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, αφ' ετέρου η κατάσταση στο πεδίο των συγκρούσεων έχει ανατραπεί απ' τη μαζική ενίσχυση των δυνάμεων του ινδονησιακού στρατού, με αφορμή τη βιβλική καταστροφή. Οι διαπραγματεύσεις στο Ελσίνκι είναι λοιπόν μία ακόμη αρχή, χωρίς σαφή κατάληξη...
Η δεύτερη «παράπλευρη» επίπτωση του τσουνάμι στην Ινδονησία, αφορά στις στρατιωτικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, οι οποίες ας μην ξεχνάμε ήταν οι πρώτες που έστειλαν στην Ινδονησία στρατιωτικές δυνάμεις «αρωγής». Κατά την τελετή απόπλου του αεροπλανοφόρου «Αβραάμ Λίνκολν» την περασμένη Πέμπτη απ' το Ατσεχ, ο Αμερικανός πρέσβης Μπ. Λιν Πάσκοϊ, ήταν κάτι παραπάνω από σαφής όταν διαβεβαίωσε πως μετά το τσουνάμι, «αδημονούμε για τις πολύ καλύτερες στρατιωτικές σχέσεις με τους Ινδονήσιους τις επόμενες βδομάδες και μήνες»... Επανέλαβε, επί της ουσίας, αυτό που ο αναπληρωτής υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Πολ Γούλφοβιτς είπε στην κυβέρνηση Γιουντχογιόνο στην Τζακάρτα στα τέλη του περασμένου μήνα: «Είναι καιρός να ενισχύσουμε τη στρατιωτική συνεργασία με την Ινδονησία, που θα ενισχύσει το ρόλο του στρατού στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και θα τον καταστήσει ικανότερο στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών.... Τα περί «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» τα είχε πει (και τα είχαν συμφωνήσει...) παλιότερα...