ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 18 Γενάρη 2000
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Για μια χρονιά ελπιδοφόρα

Εκατοντάδες άνθρωποι που βρέθηκαν μαζί με τους κομμουνιστές στο μετερίζι των καθημερινών αγώνων συναντήθηκαν χθες στον Περισσό, στο γλέντι της ΚΕ του ΚΚΕ για το νέο χρόνο

Ηταν μια όμορφη βραδιά η χθεσινή, στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ, στον Περισσό. Η αφορμή ήταν ένα γλέντι που διοργάνωσε η ΚΕ για τη νέα χρονιά. Στην πραγματικότητα ήταν μια ευκαιρία να βρεθούν γύρω από το ίδιο τραπέζι, εκατοντάδες άνθρωποι που συναντήθηκαν με τους κομμουνιστές στους καθημερινούς αγώνες, στις ίδιες ανησυχίες για το ζοφερό τοπίο που έχει δημιουργήσει η «εκσυγχρονιστική» εκδοχή του συστήματος για την εργατική τάξη και όλο το λαό.

Ανθρωποι των Γραμμάτων και της Τέχνης, των ΜΜΕ, όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, συνδικαλιστές και αντιστασιακοί, δημιούργησαν μια ζεστή ατμόσφαιρα. Οι ίδιοι αποτελούσαν και αντιπροσωπευτικές, φυσικές «αποδείξεις» όχι μόνο της ανάγκης για κοινούς αγώνες, αλλά και της εμβέλειας που έχει η συνειδητοποίηση αυτής της ανάγκης και που καταγράφτηκε δυναμικά τη χρονιά που πέρασε. Συγχρόνως ήταν και μια ακόμα απάντηση στη συνεχιζόμενη, όσο και παλαιωμένη, «φιλολογία» περί απομονωτισμού όσων επιμένουν να αντιστέκονται.

Καλωσορίζοντας τους προσκεκλημένους, ο Σπ. Χαλβατζής, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, σημείωσε πως «το 2000 μπορεί να είναι μια χρονιά ελπιδοφόρα για τους εργαζόμενους, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και την εργαζόμενη διανόηση, για το λαό και τον τόπο». Στη συνέχει ο Σπ. Χαλβατζής υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι: «Αυτή η πίστη μας δεν είναι απλά μια ευχή, έχει γερή και στέρεη βάση. Στηρίζεται στο χτες, στη συνεχή και ανειρήνευτη πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος, στις παρακαταθήκες των αγώνων που συνεχίζονται. Δεν καρποφορεί η προσπάθεια που κάνουν να πείσουν ότι κανένας δεν αγωνίζεται, ότι όλοι βολεύτηκαν ή συμβιβάστηκαν, υποτάχτηκαν στη λογική του εκσυγχρονισμού και στη Νέα Τάξη, στη νέα μεγάλη ιδέα της πλουτοκρατίας που είναι η ΟΝΕ. Η πραγματικότητα δείχνει ότι δεν εσίγησαν οι φωνές αντίστασης, αγώνα, ανυπακοής σε τούτο τον τόπο».

Ακολούθησε λαϊκό γλέντι με την Σούλα Βαζούρα και το συγκρότημά της.

Η απήχηση της πρότασης του ΚΚΕ

Αν οι εργαζόμενοι στη χώρα μας δώσουν «βάση» στην κυρίαρχη προπαγάνδα, που ξετυλίγεται με αφορμή τις αποφάσεις των Βρυξελλών το περασμένο Σάββατο και την εκλογολογία, τότε θα πρέπει να αποδεχτούν ότι είναι καταδικασμένοι να υποστούν την αντιλαϊκή επίθεση στον... αιώνα τον άπαντα. Δεν τους αφήνουν καμία χαραμάδα ελπίδας. Η παράταση της λιτότητας, η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, η διάλυση και η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος, το ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων, η παράδοση των πάντων στο μεγάλο κεφάλαιο, προβάλλει ως νομοτέλεια και μοναδική «ρεαλιστική επιλογή». Ακόμα χειρότερα. Οι αντιλαϊκές πολιτικές που δρομολογούνται για τα επόμενα χρόνια στηρίζονται και εφαρμόζονται από τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά, ταυτόχρονα, δεν αμφισβητούνται σοβαρά και από το ΔΗΚΚΙ και τον ΣΥΝ.

Ευτυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι μόνο μαύρα. Το μέλλον δεν το καθορίζουν μόνο η πλουτοκρατία και οι πολιτικοί τους υπάλληλοι, αλλά ο λαός με τους αγώνες του. Εδώ είναι που αναδεικνύεται ο αναντικατάστατος ρόλος του ΚΚΕ, συνυφασμένος βέβαια αναπόσπαστα με την ταξική πάλη. Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, βλέπουν στο πρόσωπο του ΚΚΕ το μοναδικό κόμμα για το οποίο μπορούν να είναι περήφανοι για τη μέχρι τώρα δράση του. Δεν έχει διαψεύσει ποτέ τις προσδοκίες τους, δεν έχει προδώσει τους αγώνες και τα οράματά τους. Ομως δεν είναι μόνο οι δεκαετίες των αγώνων και των θυσιών, που αποτελούν τη μεγάλη κληρονομιά και παρακαταθήκη για το μέλλον. Το ΚΚΕ βρέθηκε τα τελευταία χρόνια με όλες τις δυνάμεις του μπροστάρης στους λαϊκούς αγώνες ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Οι εργαζόμενοι στη χώρα μας δίκαια θεωρούν το ΚΚΕ ως το δικό τους κόμμα και το έχουν στηρίξει σε όλες τις δύσκολες στιγμές και τις «ανάποδες στροφές». Το Κόμμα καταξιώθηκε σε ευρύτερες λαϊκές μάζες, οι οποίες εκτίμησαν την ξεκάθαρη πολιτική του, την ενωτική τακτική στα λαϊκά προβλήματα, την αντίσταση στη λογική της συναίνεσης και της υποταγής.

Σήμερα το ΚΚΕ προβάλλει ως η ψυχή και ο «εγκέφαλος» για την πραγματική εναλλακτική λύση και τη συγκρότηση του άλλου πόλου, του Λαϊκού Μετώπου. Το ζητούμενο πια δεν είναι μια αμυντική στάση απέναντι στην επίθεση των πολυεθνικών και της «νέας τάξης», αλλά το σάλπισμα της λαϊκής αντεπίθεσης, μέσα από ένα ενωτικό κίνημα, που θα έχει ανώτερα χαρακτηριστικά, θα ανοίξει άλλους δρόμους και θα θα φέρει στο προσκήνιο τη λαϊκή εξουσία. Από αυτή τη σκοπιά έχει ξεχωριστή σημασία η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση. Ο στόχος δεν είναι μόνο η ήττα του δικομματισμού, αλλά ταυτόχρονα να κρατηθεί ανοιχτός ο δρόμος για μια άλλη πορεία του τόπου, να δυναμώσει αισθητά το ΚΚΕ.

ΗΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, στο άρθρο της, που δημοσιεύτηκε στον Κυριακάτικο «Ρ», περιέγραψε με σαφήνεια τους λόγους για τους οποίους τα λαϊκά στρώματα πρέπει να υπερψηφίσουν το Κόμμα. Είναι ολοφάνερο ότι η ενίσχυση του ΚΚΕ δεν είναι μια υπόθεση που αφορά μόνο τους κομμουνιστές. Αφορά και ενδιαφέρει ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις, που δε θέλουν να συμβιβαστούν με τη σημερινή σαπίλα, που έχουν συνειδητοποιήσει την ανάγκη συγκρότησης του «άλλου πόλου» μέσα και από τους λαϊκούς αγώνες των προηγούμενων χρόνων. Η σημαντική απήχηση της πολιτικής πρότασης του ΚΚΕ στις λαϊκές μάζες είναι επιτακτική ανάγκη να εκφραστεί και εκλογικά. Υπάρχουν γι' αυτό όλες οι προϋυποθέσεις.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ» 1999 - 2002
Ασχημα τα μαντάτα

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).-

Τα πρώτα κακά μαντάτα της ΟΝΕ για τους Ελληνες εργαζομένους φθάνουν σήμερα από τις Βρυξέλλες, αφού η Κομισιόν εγκρίνοντας το «επικαιροποιημένο» πρόγραμμα «σύγκλισης» (ΠΣ) της περιόδου 1999-2002 χαιρετίζει τις «προσπάθειες» του καθεστώτος για επανένταξη της χώρας στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ, αλλά τονίζει με έμφαση ότι για να αποφευχθούν οι πληθωριστικές τάσεις πρέπει να συνεχιστούν οι «συγκρατημένες» μισθολογικές εξελίξεις, ιδιαίτερα στο δημόσιο τομέα. Η Κομισιόν θα υιοθετήσει σήμερα το ελληνικό ΠΣ που έχει υποβάλει η κυβέρνηση, ενώ την 31η Γενάρη 2000, το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας (ΕΚΟΦΙΝ) θα εγκρίνει το πρόγραμμα και τις αυστηρές «συστάσεις» της Κομισιόν. Αν η διαδικασία επανένταξης στην ΟΝΕ ολοκληρωθεί θετικά μέχρι τον Ιούνη 2000 και η χώρα ενταχθεί στη «ζώνη ΕΥΡΩ» από την 1/1/2001, αυτό θα είναι και το τελευταίο πρόγραμμα «σύγκλισης» αφού, η Ελλάδα, ως χώρα ΟΝΕ υποχρεούται να υποβάλλει «προγράμματα σταθερότητας» με πολύ πιο αυστηρές δεσμεύσεις και περιορισμούς. Πρόκειται για το περιβόητο «Σύμφωνο Σταθερότητας» (Αμστερνταμ, 1997) το οποίο επέκτεινε και ενίσχυσε τις δεσμεύσεις του Μάαστριχτ (1992) στο διηνεκές για όλες τις χώρες που θα συμμετέχουν στη «ζώνη ΕΥΡΩ» του «τρίτου σταδίου» της ΟΝΕ, που άρχισε την 1/1/1999. Η Κομισιόν εγκρίνοντας σήμερα το ΠΣ της κυβέρνησης, εν αναμονή της ένταξης στην ΟΝΕ καθιστά σαφές ότι 1) δεν επιτρέπεται καμιά χαλάρωση στη διαδικασία «σύγκλισης» που συνεχίζεται αμείωτη και στη «ζώνη ΕΥΡΩ», ιδιαίτερα όσον αφορά τον πληθωρισμό και τη «δημοσιονομική προσαρμογή». 2) Επιβάλλεται η συνέχιση και ένταση της κυβερνητικής πολιτικής όσον αφορά τις «συγκρατημένες» μισθολογικές εξετάσεις, ιδιαίτερα στο δημόσιο τομέα. Πρόκειται για πάγιες «συστάσεις» της Κομισιόν, που όμως εξουδετερώνουν, ουσιαστικά, την κυβερνητική προπαγάνδα που προσπαθεί να πείσει τον ελληνικό λαό ότι με την επανένταξη στην ΟΝΕ (...) θα φάει με χρυσά κουτάλια. Στην πραγματικότητα οι δεσμεύσεις «σταθεροποίησης» είναι πολύ πιο αυστηρές από τις δεσμεύσεις «σύγκλισης» εκτός της «ζώνης ΕΥΡΩ», τόσο όσον αφορά τις οικονομικές επιδόσεις αλλά, κυρίως, σχετικά με τους μισθούς, συντάξεις και συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Οσον αφορά τους βασικούς οικονομικούς δείκτες του επικαιροποιημένου ΠΣ της κυβέρνησης, στις Βρυξέλλες δε διαφωνούν αφού η Αθήνα κινείται με (...) ευλάβεια στις επιταγές του Μάαστριχτ. Ο πληθωρισμός προβλέπεται να κινηθεί στο 2,1% για το 2000 και το 2001, το ΑΕΠ θα πρέπει να έχει ετήσια αύξηση 3,8% το 2000 και 4,1% το 2001 - υπερβολικές προσδοκίες που τελούν υπό την αίρεση του ασταθούς διεθνούς οικονομικού «περιβάλλοντος» - το δημοσιονομικό έλλειμμα προβλέπεται να είναι της τάξης του μείον 1,2% του ΑΕΠ για το 2000 και μείον 0,2% του ΑΕΠ για το 2001, ενώ το δημόσιο χρέος θα κινηθεί στα υψηλά, εκτός Μάαστριχτ, ποσοστά του 103,3% του ΑΕΠ (2000) και 99,5% του ΑΕΠ (2001). Το ΠΣ της κυβέρνησης αναγνωρίζει ένα υψηλό, αν και χαλκευμένο, ποσοστό ανεργίας της τάξης του 10,1% του ενεργού πληθυσμού για το 2000. Πρόκειται για οικονομικές προβλέψεις που τελούν υπό αίρεση, αφού η επιδιωκόμενη επανένταξη στην ΟΝΕ από 1/1/2001 θα εξαντλήσει ακόμη περισσότερο την οικονομική «δυναμική» της χώρας. Υπενθυμίζεται ότι εντός της «ζώνης ΕΥΡΩ» οποιαδήποτε υπέρβαση των «προβλέψεων» τιμωρείται με αυστηρά χρηματικά πρόστιμα που προβλέπει το «Σύμφωνο Σταθερότητας».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ