Την επέκταση του «μοντέλου» του ΟΤΕ για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων με συναίνεση κατ' αρχήν στις ΔΕΚΟ, αλλά και γενικότερα, επιδιώκει η κυβέρνηση, θεωρώντας περίπου δεδομένη τη συναίνεση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και των συμβιβασμένων πλειοψηφιών σε ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και ομοσπονδίες.
Η κυβέρνηση δεν κρύβει την ικανοποίησή της για την επαίσχυντη συμφωνία στον ΟΤΕ, καθώς εκτιμά ότι ανοίγει ο δρόμος για την επιβολή των «διαρθρωτικών αλλαγών» και την κατεδάφιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, χωρίς μεγάλες αντιδράσεις και «πολιτικό κόστος». Τα κυβερνητικά στελέχη αποφεύγουν τις τυμπανοκρουσίες και τις θριαμβολογίες, προκειμένου να μην προκαλούν, ενώ ετοιμάζουν αθόρυβα τις επόμενες παρόμοιες συμφωνίες, επιχειρώντας βέβαια να πείσουν ότι είναι προς όφελος των εργαζομένων και γενικότερα της οικονομίας.
Στη γραμμή αυτή κινήθηκε χτες ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, δίνοντας έμφαση στο πολιτικό βάρος της συμφωνίας στον ΟΤΕ και το μήνυμα που στέλνει στην κοινωνία. Στις επανειλημμένες ερωτήσεις για το κόστος της ρύθμισης (1,6 δισ. ευρώ για την «εθελούσια έξοδο» περίπου 5.000-6.000 εργαζομένων) ο Ευ. Αντώναρος έδινε την ίδια μονότονη απάντηση: «Περισσότερο από οποιοδήποτε κόστος, σημασία έχει η ωφέλεια που προκύπτει συνολικά, τόσο για τον ΟΤΕ, όσο και για τους εργαζόμενους στον Οργανισμό, αλλά και για την ελληνική κοινωνία και την οικονομία γενικότερα». «Αυτό είναι, που», κατά τον εκπρόσωπο, «μετρά και αυτό είναι που έχει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ειδικό βάρος για την οικονομία».
Παράλληλα δεν έκρυψε ότι το μεγάλο όφελος από αυτή τη συμφωνία της ντροπής είναι ότι αλλάζει το εργασιακό καθεστώς για όσους θα προσλαμβάνονται στο εξής στον ΟΤΕ, ενώ επιχείρησε να καθησυχάσει τους ήδη εργαζόμενους, λέγοντας ότι γι' αυτούς «δεν αλλάζει τίποτα».
Ο Ευ. Αντώναρος απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στο ότι η συμφωνία «δεν αμφισβητείται από κανέναν», ενώ καυχήθηκε για την ικανότητα της κυβέρνησης «να δίνει λύσεις σε θέματα τα οποία χρόνιζαν και κανείς δεν ήθελε να αγγίξει», καθώς και ότι η κυβέρνηση «αποδεικνύει ότι βρίσκει λύσεις που γίνονται αποδεκτές από τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων». Δε θέλησε να κάνει κανένα σχόλιο για τη συναίνεση και στήριξη από τον Γ. Παπανδρέου, αλλά άφησε να φανεί ότι η κυβέρνηση εκτιμά τη συνεισφορά του, αποφεύγοντας τον παραμικρό αρνητικό σχολιασμό της ομιλίας του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στο ΣΕΒ.
Στις ΔΕΚΟ η κυβέρνηση πρόκειται να επιβάλει ελαστικές εργασιακές σχέσεις παρόμοιες με αυτές που ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα, καθώς, όπως έχει πει παλαιότερα ο Γ. Αλογοσκούφης, πρέπει να λειτουργούν ως καθαρές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, πριν ξεπουληθούν σε στρατηγικούς «επενδυτές». Αυτό ακριβώς ήταν το νόημα της πρότασης του υπουργού Οικονομίας κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη συνέλευση του ΣΕΒ για «σταδιακή σύγκλιση των όρων απασχόλησης στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα». Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση σχεδιάζει μια εξομοίωση προς τα κάτω, στο χειρότερο δηλαδή σημείο για τους εργαζόμενους, αφού στοχεύει στη σταδιακή άρση της μονιμότητας (όλο και λιγότεροι θα έχουν σταθερή και πλήρη εργασία), στην αύξηση των ωρών εργασίας και στο κλείσιμο της μισθολογικής «ψαλίδας». Ο ρυθμός επιβολής των αντεργατικών ρυθμίσεων θα εξαρτηθεί από την αντίσταση που θα προβάλουν οι εργαζόμενοι. Παράλληλα, η κυβέρνηση, όπως δεσμεύτηκε ο Κ. Καραμανλής στους βιομήχανους, θα προχωρήσει σε «μεταρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων» και στον ιδιωτικό τομέα, με νομοσχέδιο που θα επιτρέπει στην εργοδοσία τη διευθέτηση του ετήσιου χρόνου εργασίας, ώστε να αυξηθεί συνολικά η απλήρωτη εργασία.
Η «αποπνικτική» δικομματική συναίνεση για την επιβολή των «διαρθρωτικών αλλαγών» στις εργασιακές σχέσεις, όπως εκφράστηκε με τις ομιλίες του πρωθυπουργού και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στη συνέλευση του ΣΕΒ, αποτυπώνεται και στα χτεσινά πρωτοσέλιδα φιλοκυβερνητικών εφημερίδων. Η «Καθημερινή», για παράδειγμα, κάτω από τον τίτλο «Σύμπτωση αρχηγών για μεταρρυθμίσεις» επισημαίνει: «Προοπτική συναίνεσης για ταχύτατη προώθηση κρίσιμων διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων διαμορφώθηκε χθες με τις ομιλίες που εκφώνησαν ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γ. Παπανδρέου από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών. Ο πρωθυπουργός έθεσε την πολιτική και κοινωνική συνεργασία ως αναγκαίο όρο για την υλοποίηση αποφάσεων που θα διασφαλίζουν την επιβίωση και προοπτική της ελληνικής οικονομίας... Αίσθηση προκάλεσε η τοποθέτηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος όχι μόνο προσυπέγραψε την ανάγκη δημιουργίας συνθηκών συναίνεσης για την προώθηση ριζικών διαρθρωτικών αλλαγών, αλλά επί της ουσίας υιοθέτησε ξεκάθαρες θέσεις εναντίον του κρατισμού, που συνιστούν ιδεολογική στροφή του προς την πολιτική λογική του μεσαίου χώρου, την οποία υπηρετούν ο πρωθυπουργός και το κυβερνών κόμμα». Η «Απογευματινή» βλέπει «ανατροπές και πέρα από τον ΟΤΕ», υπογραμμίζοντας ότι «η κυβέρνηση, με τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ, προχωρεί σε ριζικές αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς».
Να πραγματοποιηθεί προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων για τη «Δημόσια Διοίκηση», ζήτησε ο Γ. Παπανδρέου, με επιστολή που έστειλε χτες στην Πρόεδρο της Βουλής, Αννα Μπενάκη -Ψαρούδα.
Στην επιστολή του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κάνει λόγο για χάσμα ανάμεσα στις προγραμματικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης και την πράξη της και την κατηγορεί «για κομματισμό, αναξιοκρατία και μικροκομματικά συμφέροντα». Η κυβέρνηση, αναφέρει ο Γ. Παπανδρέου «επιχειρεί την άλωση της Δημόσιας Διοίκησης με γνώμονα το μικροκομματικό και όχι το γενικό συμφέρον» και προσθέτει ότι «η ισονομία, η αξιοκρατία, η διαφάνεια αποδεικνύεται καθημερινά ότι είναι για την κυβέρνηση της ΝΔ λέξεις κενές περιεχομένου».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ...ανακάλυψε ότι ο «τόπος έχει, ανάγκη μια Δημόσια Διοίκηση που θα ξεπεράσει οριστικά χρόνια προβλήματά της και θα οργανωθεί με το βλέμμα στο μέλλον και όχι στο παρελθόν». Βέβαια, ο ίδιος δε σημείωσε πουθενά ότι στη ...συγκρότηση του «κομματικού κράτους», συνετέλεσαν τα μέγιστα τόσο οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ, με τους εκπροσώπους του δικομματισμού να αναγνωρίζουν αδιαφανείς διαδικασίες μόνο όταν δε βρίσκονταν στην εξουσία.