Οι ίδιες εξαγγελίες περί ...αναδάσωσης που έγιναν τώρα είχαν γίνει και μετά τις φωτιές το 1990, το 1995 και το 1998. Στο Διόνυσο και στη Ροδόπολη όμως σε μεγάλα κομμάτια και με διάφορα τεχνάσματα, αντί για αναδάσωση είχαμε δόμηση. Ενα παράδειγμα είναι η περιοχή της Νέας Αιολίδας σε Διόνυσο και Ροδόπολη, όπου μετά τη φωτιά το 1990 η περιοχή κηρύχτηκε αναδασωτέα. Οταν όμως πάνω στο χάρτη σημειώθηκε η αναδασωτέα περιοχή, αφαιρέθηκε ένα μεγάλο κομμάτι περιμετρικά, το οποίο φυσικά και αποτέλεσε φιλέτο για επίδοξους κατασκευαστές.
Φτάνοντας, λοιπόν, στις σημερινές περιοχές που κάηκαν και αναζητώντας την ιστορία τους γίνεται αντιληπτό ότι η καταστροφή, απλά ολοκληρώνεται σήμερα. Είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις του Νέου Βουτζά, της Καλλιτεχνούπολης και του Ντράφι. Ενώ αντικρίζει κανείς ένα κυριολεκτικά πυκνό δάσος, εντούτοις έχουν κτιστεί πολυτελείς βίλες και μάλιστα εντελώς νόμιμα. Αυτό έγινε καθώς το 1975 και πριν αλλάξει τότε το Σύνταγμα, κάποιοι πρόλαβαν και τις ενέταξαν στο σχέδιο πόλης, με αποτέλεσμα να βρίσκεις σήμερα εκεί τεράστια οικοδομήματα ακόμα και με «νόμιμες» πισίνες!
Στο «αναδασωτέο» οι μπουλντόζες δουλεύουν πυρετωδώς, για να ετοιμάσουν τις βίλες που διαφημίζει η ταμπέλα |
Από τότε λοιπόν άρχισε και η κατάτμηση της περιοχής, η οποία δεν έχει σταματήσει μέχρι σήμερα αν και έχει μειωθεί σημαντικά. Αλλωστε, η περιοχή είναι γνωστή και για πολλές ακόμα αυθαιρεσίες και κυρίως με το μπάζωμα των ρεμάτων με πιο σημαντικό αυτό του μεγάλου Ρέματος που πνίγει κάθε φορά τη Ραφήνα. Μάλιστα, κατά καιρούς οι φημολογίες οργιάζουν με γνωστά ονόματα μεγαλοεπιχειρηματιών να ακούγονται για την πρόθεσή τους να πετύχουν τον αποχαρακτηρισμό της περιοχής και την ένταξή της στο σχέδιο πόλης, ώστε να σηκώσουν συγκροτήματα κατοικιών. Στην προσπάθειά τους αυτή εκμεταλλεύονται και τους εργαζόμενους - ιδιοκτήτες αυθαιρέτων που βρέθηκαν εκεί αναζητώντας λύση στο πρόβλημα της στέγης... Τώρα, οι οικογένειες αυτές καταστράφηκαν.
«Πωλούνται πρωτοποριακές κατοικίες». Η διαφήμιση τα λέει όλα μόνη της. Πρόκειται για έκταση στο Διόνυσο που είχε καεί το 1998 και θα έπρεπε να έχει κηρυχτεί αναδασωτέα... |
Ο μέσος όρος καμένων σε σχέση με τις αναδασωμένες εκτάσεις είναι 1 προς 11, σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου του υπουργείου Γεωργίας
Και βέβαια αυτά τα στοιχεία αποκαλύπτουν και το μέγεθος της υποκρισίας του πρωθυπουργού, ο οποίος από την πρώτη κιόλας μέρα της καταστροφής, έσπευσε να κηρύξει αναδασωτέες όλες τις καμένες εκτάσεις της Βορειοανατολικής Αττικής. Και να δηλώσει με στόμφο και μεγάλη σιγουριά ότι «στη θέση του δάσους θα γίνει δάσος», θέλοντας - όπως είπε - να σταματήσει έγκαιρα τις ορέξεις των επίδοξων καταπατητών. Οι κάτοικοι των περιοχών που έχουν πληγεί από τις καταστροφικές πυρκαγιές όχι μόνο δεν καθησυχάστηκαν αλλά επιπλέον - επειδή έχουν βιώσει την κοροϊδία των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ - θεωρούν σχεδόν δεδομένο πως το μεγάλο παζάρι των οικονομικών συμφερόντων στο πληγωμένο βουνό της Πεντέλης έχει ήδη αρχίσει... Τα στοιχεία μιλούν μόνα τους (βλέπε πίνακα).
Συγκεκριμένα:
«Ολα τα δεδομένα δείχνουν ότι η πυρκαγιά ήταν έργο εμπρηστών, οι οποίοι κι άλλες φορές τα τελευταία χρόνια έχουν δράσει στην περιοχή. Ομως ο πραγματικός υπόλογος για την τραγωδία, εκείνος που όπλισε τους εμπρηστές, είναι η κυβέρνηση της ΝΔ αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ». Αυτό επισημαίνει σε ανακοίνωσή της η Κομματική Οργάνωση Ραφήνας του ΚΚΕ και με την οποία δείχνει τους πραγματικούς υπεύθυνους.
Στην ανακοίνωση τονίζεται μεταξύ άλλων: «Σοβαρές είναι οι ευθύνες και των "αρχόντων" της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που είναι πειθήνια όργανα της κεντρικής εξουσίας. Ολα αυτά τα χρόνια αν και γνωρίζουν καλά το πρόβλημα που δημιουργεί η ανύπαρκτη πολιτική πρόληψης των πυρκαγιών, περιορίζουν την παρέμβασή τους απλά στην αγορά κάποιου μηχανήματος ή στη δημιουργία κάποιου δημοτικού πυροσβεστικού σταθμού».
«Οπου υπήρχε δάσος θα υπάρξει δάσος», ήταν η δέσμευση του πρωθυπουργού της χώρας Κ. Καραμανλή αμέσως μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στις πευκόφυτες κατοικημένες περιοχές της Ραφήνας, του Νέου Βουτζά και της Καλλιτεχνούπολης, καθώς και σε άλλους οικισμούς της Ανατολικής Αττικής.
Και βεβαίως σήμερα, αμέσως μετά την προχτεσινή καταστροφή, η κυβέρνηση της ΝΔ μπορεί να κάνει τέτοιου είδους... δεσμεύσεις. Αυτές δεν κοστίζουν άλλωστε. Γιατί την ίδια ώρα έχει εξαγγείλει νομιμοποίηση των αυθαιρέτων και δεν πρόκειται βεβαίως για τα φτωχά λαϊκά στρώματα που σήκωσαν «ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους», αλλά για τις μεγάλες εκτάσεις ιδιοκτησίας, καταπατημένης ή μη δεν έχει σημασία, μεγαλοεπιχειρηματιών, της εκκλησίας κλπ., οι οποίες αν και δασικές χτίζονται ή είναι αξιοποιήσιμες για κερδοσκοπία. Αλλωστε η γη αποτελούσε και αποτελεί πάντα ένα πρώτης τάξεως μέσο κερδοσκοπίας, αφού πρώτ' απ' όλα η κατοικία είναι εμπορευματοποιημένη, αλλά και η χρήση γης για διάφορες άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες αποφέρει μεγάλα κέρδη στους μεγαλοϊδιοκτήτες της. Γι' αυτό και η κυβέρνηση προχωρά στην άρση αναδασώσεων σε χιλιάδες στρέμματα γης σε ολόκληρη τη χώρα, σε εκτάσεις που είχαν πληγεί από τις πυρκαγιές στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Και ας μην πουν οι κυβερνώντες ότι είναι άσχετα τα δύο θέματα μεταξύ τους. Αλλωστε το δασοκτόνο νόμο 3207/2003 του ΠΑΣΟΚ εφαρμόζουν κατά γράμμα «λύνοντας τα χέρια» της ιδιωτικής πρωτοβουλίας να προχωρήσει στις δασοκτόνες μπίζνες της.
Ο «Ρ», αναλύοντας το νόμο που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ το Νοέμβρη του 2003, τόνισε χαρακτηριστικά ότι «οπλίζει το χέρι των εμπρηστών», αφού άφηνε εκτός δασικής προστασίας εκατομμύρια στρέμματα δασών και δασικών εκτάσεων σε ολόκληρη τη χώρα, έρμαιο των ορέξεων των πάσης φύσεως μεγάλων οικονομικών συμφερόντων.
Ούτε δύο βδομάδες δεν πέρασαν από τις 17 Ιούλη που η εφημερίδα μας δημοσίευσε το θέμα με τίτλο «Δάση: Κομμάτι, κομμάτι τα πουλάει η ΝΔ», στο οποίο αναλυόταν επακριβώς το νομικίστικο κόλπο που βρήκε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για να εφαρμόσει την εγκύκλιό του με την οποία προχώρησε σε άρση αναδασώσεων σε χιλιάδες στρέμματα γης σε ολόκληρη τη χώρα. Και φυσικά δεν πρόκειται για εκτάσεις σε... «ό,τι κι ό,τι» περιοχές αλλά σε εκτάσεις - οικοδομικά φιλέτα στην Καβάλα, στη Δράμα, στις Σέρρες, στην Πρέβεζα, στην Αχαΐα, στη Λακωνία, στη Σκιάθο, στη Ζάκυνθο, στη Λευκάδα, στην Κέρκυρα και την Αττική. Πρόκειται για χιλιάδες στρέμματα δασικών εκτάσεων, τα οποία στη συντριπτική τους πλειοψηφία είχαν καταστραφεί από πυρκαγιές προηγούμενων ετών. Ποιο είναι το επιχείρημα των αρμόδιων υπουργικών παραγόντων για αυτήν τους την κίνηση; Οτι η αναδάσωση σε αυτές τις περιοχές «ολοκληρώθηκε».
Θα μας πούνε υπερβολικούς αν πούμε ότι όλα τα παραπάνω δείχνουν πολύ απλά πως η μέχρι σήμερα τακτική των δύο μεγάλων κομμάτων - ανεξάρτητα του ποιος βρίσκεται κάθε φορά στην κυβέρνηση - αποσκοπεί στο πώς θα απελευθερώσει όσο γίνεται τις κινήσεις των κάθε λογής μεγάλων συμφερόντων ώστε να μετατρέψουν σε τσιμέντο κάθε έκταση που νομίζουν ότι στη συνέχεια θα τους αποφέρει ακόμη μεγαλύτερα κέρδη;
Δυστυχώς, η μέχρι σήμερα εμπειρία αυτό έχει αποδείξει, αφού κάθε χρόνο τα δάση και οι δασικές εκτάσεις λιγοστεύουν ολοένα δίνοντας τη θέση τους σε οικοδομικά μεγαθήρια. Από αυτήν την κατάσταση οι λίγοι είναι αυτοί που πάντα βγαίνουν ουσιαστικά κερδισμένοι.
Αποδεικνύεται λοιπόν για μια ακόμη φορά ότι από τη στιγμή που η γη και η κατοικία είναι εμπόρευμα, τότε θα μπαίνουν και φωτιές για να γίνεται πιο ακριβό το εμπόρευμα. Αποδεικνύεται επίσης ότι στο σημερινό καθεστώς της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της γης η πολιτική των κυβερνήσεων είναι αντιδασική. Η πολιτική των κυβερνήσεων που ενισχύει τα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι «εμπρηστική», όπως και οι καπιταλιστές είναι «εμπρηστές». Ολοι αυτοί δε νοιάζονται για τη ζωή του εργάτη, για το δάσος θα νοιαστούν;
Η προστασία των δασών μπορεί να υπάρξει μόνο αν το δάσος όπως και η γη συνολικά γίνουν λαϊκή περιουσία. Τότε που ο κεντρικός σχεδιασμός από τη λαϊκή εξουσία, θα φροντίσει για τη λαϊκή κατοικία, για την αξιοποίηση των δασών προς όφελος των λαϊκών ανθρώπων. Τότε που η ανοικοδόμηση λαϊκών κατοικιών θα μπορεί να γίνεται σε ελεύθερη γη και στο δάσος, χωρίς να το καταστρέφει, χωρίς κίνδυνο φωτιάς, αφού κανείς δε θα 'χει ανάγκη να κερδοσκοπήσει. Και η προστασία των δασών θα είναι υπόθεση των εργαζομένων που θα απολαμβάνουν το δασικό περιβάλλον. Αλλωστε υπάρχει πλούσια ανάλογη εμπειρία από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.