Ζητήθηκε από την Αλ. Παπαρήγα ένα σχόλιο για τη δήλωση του εκπροσώπου Τύπου του ΠΑΣΟΚ Ν. Αθανασάκη πως το ΚΚΕ αποτελεί το μαξιλαράκι της ΝΔ. Τόνισε:
«Δεν είναι η πρώτη φορά. Κάθε φορά που λέμε στους εργαζόμενους ότι ανάμεσα στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας δεν υπάρχουν διαφορές - και δεν είναι μόνο προγραμματικό θέμα, το ΠΑΣΟΚ έχει κυβερνήσει - τότε το ΠΑΣΟΚ απαντάει το εξής πράγμα. Οποιος δεν είναι με το ΠΑΣΟΚ, είναι με τη Νέα Δημοκρατία.
Αυτό είναι ένα επιχείρημα το οποίο δε νομίζω ότι απευθύνεται σ' εμάς, γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να μας βάλει στο χέρι. Νομίζω ότι απευθύνεται στο δικό του κόσμο, να τον τρομοκρατήσει».
Η Αλ. Παπαρήγα ρωτήθηκε αμέσως μετά και για μια φράση της εισηγητικής της ομιλίας πως κάποτε άξιζε να συνεργαστεί κανείς με το ΠΑΣΟΚ, σήμερα δεν αξίζει. Η ερώτηση ήταν: «Πότε ήταν η περίοδος που άξιζε και τι άλλαξε, πώς είναι σήμερα;». Απάντησε:
«Στην περίοδο της δικτατορίας είχε προτείνει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας ενότητα στην εξής βάση: να πέσει η δικτατορία και εν πάση περιπτώσει να υπάρχει μια πιο δημοκρατική κατάσταση στην Ελλάδα, γιατί, μην ξεχνάτε οι παλιότεροι, ήταν παράνομο το ΚΚΕ. Και το αρνήθηκαν.
Τότε ίσως έπρεπε να προβληματιστούμε περισσότερο γιατί το αρνήθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου στη δικτατορία, εν πάση περιπτώσει.
Από το '74 και μετά εμείς - και είναι γραπτά τα κείμενα, δεν κάνω τίποτα αποκαλύψεις - λέγαμε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας επιδιώκει να ανοίξει διαύλους συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, παίρνοντας υπόψη ότι τότε το ΠΑΣΟΚ είχε ριζοσπαστικά συνθήματα στο πρόγραμμά του, παίρνοντας υπόψη ότι βοηθούσε τη ριζοσπαστικοποίηση του λαού και πάλευε για τη βελτίωση των συνθηκών.
Μάλιστα, σε ορισμένα πράγματα, φραστικά τουλάχιστον, φαινόταν ότι ήταν πιο επαναστατικό το ΠΑΣΟΚ από το ΚΚΕ. Εκείνη την περίοδο σωστά προσπαθούσαμε και επιδιώκαμε να υπάρξει κοινή δράση ή εν πάση περιπτώσει να ανιχνεύσουμε αυτή την προσπάθεια. Και μάλιστα αυτή η κοινή δράση από τα κάτω υπήρχε μέσα στο μαζικό κίνημα ανάμεσα στους κομμουνιστές και στον κόσμο του ΠΑΣΟΚ.
Το '81 ξαναβάλαμε ένα τέτοιο θέμα, πριν βέβαια τις εκλογές, είπε όχι. Και αρχίσαμε να προβληματιζόμαστε γιατί δε θέλει τη συνεργασία, αφού τουλάχιστον σε μερικά πράγματα συμφωνούμε. Ηθελε να έχει λυμένα τα χέρια.
Αν θέλετε δε βγήκαμε ανοιχτά να πούμε τίποτα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις. Αλλά εγώ θυμάμαι εκείνη τη χαρακτηριστική φράση του Χαρίλαου Φλωράκη το 1984 που είπε: "Το ΠΑΣΟΚ γύρισε την πλάτη στην αλλαγή που έλεγε". Πέρασαν κάποια χρόνια, πάλι επιμέρους ίσως συνεργασίες και στις τοπικές εκλογές έγιναν.
Ε, μπορούμε τώρα, σήμερα, να μιλάμε για μια τέτοια συνεργασία, όταν το ΠΑΣΟΚ έχει κυβερνήσει 8 χρόνια και μάλιστα τα κρίσιμα χρόνια και ήταν ο πρωταγωνιστής στις αντιδραστικές αλλαγές που προώθησε η Ευρωπαϊκή Ενωση;
Επειδή πολλή συζήτηση γίνεται για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η Συνθήκη του Μάαστριχτ δεν ήρθε απότομα. Το ΠΑΣΟΚ από το '86 και μετά, μέσω της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, προετοίμασε το έδαφος για τις ιδιωτικοποιήσεις. Τότε άρχισε η συζήτηση για τους 4ωρίτες, για τις νέες εργασιακές σχέσεις και για την ιδιωτικοποίηση.
Παράδειγμα: Γιατί δεν έφτιαξε την κρατική επιχείρηση τηλεπικοινωνιών δίπλα στον ΟΤΕ ή σαν θυγατρική του ΟΤΕ, δε θυμάμαι πώς ακριβώς το έλεγε; Γιατί ήξερε ότι πάμε για ιδιωτικοποίηση σταδιακά. Επομένως, γιατί να διευρύνει τον κρατικό ΟΤΕ και με παραγωγικό τομέα; Να μην τα πούμε αυτά;
Λέγοντας αυτά ακριβώς, απαντάμε σ' αυτό και στη Νέα Δημοκρατία, γιατί αυτά κάνει η Νέα Δημοκρατία και ας μην τα φορτώνει όλα στο ΠΑΣΟΚ. Συνεχίζει την πολιτική του ΠΑΣΟΚ».
Από την ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ ζητήθηκε να σχολιάσει την άποψη πως η ΝΔ ασκεί αυτή την πολιτική γιατί δε φοβάται την αντιπολίτευση ή γιατί εκτιμά ότι έχει τη νίκη στο τσεπάκι της στις επόμενες εθνικές εκλογές... Απάντησε επ' αυτού:
«Να το ξεκαθαρίσω. Εμείς παλεύουμε για να μην έχει καμία νίκη η Νέα Δημοκρατία, όπως και το ΠΑΣΟΚ. Τώρα νομίζω, ότι η Νέα Δημοκρατία υπολογίζει σε ένα βασικό ζήτημα και γι' αυτό βγαίνει μ' αυτή την άνεση.
Πρώτον, ότι το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να της ασκήσει ουσιαστική κριτική, γιατί δεν έκανε κάτι το διαφορετικό από εκείνη. Τέσσερις φορές φέτα - φέτα πούλησε τον ΟΤΕ το ΠΑΣΟΚ, προχωράει τώρα η Νέα Δημοκρατία και δίνει το τελικό χτύπημα. Επομένως μπορεί να αντιμετωπίσει το ΠΑΣΟΚ στο ίδιο πεδίο. Εκείνο όμως που έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι το εξής πράγμα: Ενδεχομένως η Νέα Δημοκρατία δε φοβάται την ψήφο του λαού, έτσι νομίζει, δεν έχει πιεστεί από το λαϊκό κίνημα.
Δε μας ενδιαφέρει αν η Νέα Δημοκρατία φοβάται το ΠΑΣΟΚ. Εμάς μας ενδιαφέρει το λαϊκό κίνημα να φοβίσει τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, να φοβίσει την εργοδοσία.
Οσο το λαϊκό κίνημα, λοιπόν, δε δυναμώνει... βεβαίως υπάρχουν αγώνες, γίνονται, εμείς πιστεύουμε ότι θα υπάρχει φούντωμα τα επόμενα χρόνια, αλλά παρ' όλα αυτά, εκείνο που έχει σημασία είναι τι κάνει ο λαός.
Οταν ο λαός αγανακτεί, αλλά δεν κάνει το επόμενο βήμα, τότε γιατί να φοβούνται η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, σου λένε, εκτονώνεται η αγανάκτηση».
Κληθείσα να σχολιάσει τις δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες δε φαίνεται στροφή του κόσμου προς το ΚΚΕ, παρά τη δύσκολη οικονομική περίοδο που βιώνει, η Αλέκα Παπαρήγα υπογράμμισε:
«Παρά το γεγονός ότι εμείς ως Κόμμα δεν κάνουμε σημαία τις δημοσκοπήσεις, αν μελετήσει κανείς τα ερωτήματα κοινωνικού περιεχομένου, οι απαντήσεις που δίνει το δείγμα είναι πολύ πιο θετικές από τη δική μας τη σκοπιά απ' ό,τι ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Βεβαίως, πάρα πολλά κοινωνικά ερωτήματα, ενδεχομένως, δεν προσέχονται ή δε δημοσιεύονται στις εφημερίδες. Δηλαδή τα ερωτήματα, αυτού που λέμε, κοινωνικού προσανατολισμού. Υπάρχει μεγαλύτερη μάζα να πω - παρότι δε μ' αρέσει η λέξη - ανθρώπων που έχουν κάνει ένα βήμα στις πολιτικές τους εκτιμήσεις για τα δύο κόμματα.
Ταυτόχρονα βεβαίως - και εδώ είναι ευθύνη του ΠΑΣΟΚ - υπάρχει συντηρητικοποίηση ενός τμήματος ριζοσπαστικών ανθρώπων. Υπάρχει. Αλλά αναγκαστικά θα υπάρξει και μία τέτοιου είδους πόλωση από τα κάτω, ένα κομμάτι θα συντηρητικοποιείται προσωρινά, αλλά ένα κομμάτι θα ριζοσπαστικοποιείται.
Τώρα, όσον αφορά τις αλλαγές στην ψήφο, πράγματι δεν υπάρχουν θεαματικά αποτελέσματα. Αυτό, λοιπόν, είναι και το κλειδί της υπόθεσης. Δηλαδή οι εργαζόμενοι να κάνουν το επόμενο βήμα. Και να σας πω, αν οι εργαζόμενοι ήταν ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, τότε θα έπρεπε να ψαχτούμε εμείς. Αλλά οι εργαζόμενοι δεν είναι ικανοποιημένοι.
Επομένως, πρέπει και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να καταλάβουν, να ξεκολλήσουν. Πάρτε τις τοπικές εκλογές. Τα δύο κόμματα με τα ίδια προγράμματα έχουν πολύ υψηλότερο ποσοστό σε άθροισμα θέσεων, απ' ό,τι έχουν στο γενικό εκλογικό επίπεδο. Αυτό δείχνει και την ικανότητα να εγκλωβίζουν τον κόσμο μέσα απ' αυτούς τους τοπικούς μηχανισμούς».