ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Ιούλη 1997
Σελ. /50
ΚΕΝΗ
ΚΚΕ
Γεωργική ανάπτυξη κόντρα στις αποφάσεις της ΕΕ

Η πρόταση του ΚΚΕ αποτελεί τη μοναδική διέξοδο για ανάπτυξη της γεωργίας, με βάση τις μεγάλες δυνατότητες της χώρας και με μοχλό τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς και τη μικρομεσαία οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση

Το ΚΚΕ σε αντίθεση με το κοινοτικό μοντέλο "ανάπτυξης", που περιθωριοποιεί και συρρικνώνει τη γεωργία. Σε αντίθεση με τη "διεθνοποίηση" της ΓΚΑΤΤ, που κατοχυρώνει την ανισότητα των χωρών και τα συμφέροντα των πολυεθνικών σε βάρος των λαών. Σε αντίθεση με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι οποίες προώθησαν την παραγωγική αποδιάρθρωση και της γεωργίας, πιστεύει σε μια πολύπλευρη ανάπτυξη της οικονομίας, στην οποία η ανάπτυξη της γεωργίας θα έχει ιδιαίτερη σημασία.

Οι ιδιαίτεροι λόγοι που επιβάλλουν την ανάπτυξη της γεωργίας είναι η διατροφική επάρκεια και ανεξαρτησία της χώρας σε διατροφικά προϊόντα, σε μια περίοδο που τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο ως μέσα πολλαπλών εκβιασμών.

Η απασχόληση στην ύπαιθρο σε μια περίοδο που καλπάζουν η ανεργία και τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί. Η διασφάλιση πρώτης ύλης στη μεταποιητική βιομηχανία.

Προστασία του περιβάλλοντος

Για να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η ανάπτυξη της γεωργίας, δεν μπορεί να γίνει από λίγες αγροτικές επιχειρήσεις καπιταλιστικού χαρακτήρα, αλλά από τα μικρομεσαία νοικοκυριά και τους συνεταιρισμούς.

Οι οικογενειακού χαρακτήρα αγροτικές εκμεταλλεύσεις, μαζί με τους συνεταιρισμούς, διασφαλίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της ανάπτυξης, αλλά και την ανταγωνιστικότητα, γιατί και ο τομέας της αγροτικής οικονομίας εξ αντικειμένου είναι "ανοιχτός", και δέχεται τις προκλήσεις, αλλά και τις συνέπειες της διεθνοποίησης.

Γι' αυτό το ΚΚΕ θεωρεί τις οικογενειακού χαρακτήρα αγροτικές εκμεταλλεύσεις και τους συνεταιρισμούς σαν βασικούς μοχλούς ανάπτυξης της γεωργίας.

Για να ανταποκριθούν όμως τα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά και οι συνεταιρισμοί, στον αναπτυξιακό τους αυτό ρόλο, θα πρέπει να υπάρχει αντίστοιχη πολιτική που στην πράξη να επιβεβαιώνει αυτή την επιλογή.

Κατάργηση ποσοστώσεων

Με τις ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ανάπτυξη ή αν γίνεται, είναι υποκριτικός.

Γιατί η οποιαδήποτε ανάπτυξη σκοπεύει στην αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και, μέσα από αυτή, στη μείωση του κόστους παραγωγής και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

Κατά συνέπεια μια αναπτυξιακή πολιτική της γεωργίας είναι εξ αντικειμένου αντίθετη με τις ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, γι' αυτό βασικό διεκδικητικό στοιχείο της χώρας μας απέναντι στην ΕΕ είναι η κατάργηση των ποσοστώσεων και των προστίμων συνυπευθυνότητας και ειδικότερα στα προϊόντα που η ΕΕ και η χώρα μας είναι ελλειμματική.

Για τη χώρα μας επιτακτικές αναδιαρθρώσεις στην αγροτική οικονομία είναι η ανάπτυξη της ζωικής παραγωγής και από τη φυτική παραγωγή οι καλλιέργειες, στις οποίες η χώρα μας έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα.Για να γίνουν όμως αυτές οι αναγκαίες αναδιαρθρώσεις, θα πρέπει να καταργηθούν οι ποσοστώσεις, που στην καλύτερη περίπτωση διατηρούν την υπάρχουσα κατάσταση, και να αλλάξει το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων.

Για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας θα πρέπει να αλλάξει το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων των ζωοκομικών προϊόντων, αλλά και της φυτικής παραγωγής με ενίσχυση των καλλιεργειών, που τα προϊόντα τους χρησιμοποιούνται σαν ζωοτροφές, έτσι ώστε να εξασφαλιστούν φτηνές και κατάλληλες ζωοτροφές, που αποτελούν από τις βασικές προϋποθέσεις ανάπτυξης της κτηνοτροφίας.

Η θεσμοθέτηση, για παράδειγμα, στη χώρα μας επιδοτήσεων στις καλλιέργειες ψυχανθών (Μηδικής, βίκου, κουκιών κ. ά.), παρόμοιων με τις επιδοτήσεις σε άλλες καλλιέργειες (βαμβάκι, καπνός κ. ά.), μπορεί να συμβάλει και στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, αλλά και στην αναδιάρθρωση της φυτικής παραγωγής.

Το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων εκτός από μοχλός για τις αναδιαρθρώσεις θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων νοικοκυριών και να συνδέει το γεωργικό εισόδημα με το αποτέλεσμα.Ενα τέτοιο σύστημα θα πρέπει να παίρνει υπόψη του το κόστος παραγωγής της χώρας μας, αλλά και τις διεθνείς τιμές και να είναι συνδεδεμένο με την ποιότητα και την ποσότητα των παραγόμενων προϊόντων.

Διπλασιασμός επενδύσεων

Μετά από δύο σχεδόν δεκαετίες σταθερής και μεγάλης μείωσης της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας, επιτακτική είναι η ανάγκη αναστροφής αυτής της πορείας. Για να αντιστραφεί όμως αυτή η πορεία, χρειάζεται άμεσα να διπλασιαστούν τα κονδύλια των ΠΔΕ του κρατικού προϋπολογισμού, έτσι ώστε να αυξηθούν αντίστοιχα οι πάγιες επενδύσεις και να γίνουν βασικά έργα υποδομής που μειώνουν το κόστος παραγωγής. Θα πρέπει ταυτόχρονα να μειωθούν δραστικά τα επιτόκια χρηματοδοτήσεων της ΑΤΕ, για να αυξηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις των αγροτών και να θεσμοθετηθούν επιδοτούμενες χρηματοδοτήσεις και στον παραγωγικό τομέα (προωθούμενες γεωργικές δραστηριότητες), αλλά και στον κοινωνικό τομέα (ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού, αγροτική κατοικία, αγροτική γη κ. ά.).

Το κόστος των αγροτικών προϊόντων μπορεί και πρέπει να μειωθεί με αντιμονοπωλιακό έλεγχο στις τιμές των γεωργικών εφοδίων και μηχανημάτων, με μείωση του φόρου στα αγροτικά καύσιμα και μηχανήματα, με ορθολογική χρήση των γεωργικών εφοδίων (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ. ά.), που απαιτεί ανάπτυξη της κρατικής έρευνας και επιστημονικοτεχνική στήριξη του αγρότη.

Για το ΚΚΕ, ο ρόλος των συνεταιρισμών είναι ιδιαίτερος στην ανάπτυξη της γεωργίας, γιατί οι συνεταιρισμοί μπορούν να εξουδετερώσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα των οικογενειακών αγροτικών εκμεταλλεύσεων.Μπορούν να αξιοποιήσουν τις επιστημονικές ανακαλύψεις και τις νέες τεχνικές καλλιέργειας και εκτροφής ζώων. Να συμβάλλουν στη σωστή εκμηχάνιση και στην ορθολογική και οικονομικά αποτελεσματική χρήση των μηχανημάτων. Να εξασφαλίσουν στον μικρομεσαίο αγρότη τα πλεονεκτήματα των οικονομιών μεγάλης κλίμακας και μεγέθους, μέσα από τις συλλογικές μεταποιητικές και εμπορικές δραστηριότητες και το κυριότερο, να συμβάλλουν καθοριστικά στη μείωση του κόστους παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, με τη δραστηριοποίησή τους στη φάση της παραγωγής, με τη μορφή του παραγωγικού συνεταιρισμού.

Εξυγίανση - ανάπτυξη συνεταιρισμών

Οι συνεταιρισμοί όμως που προτείνει το ΚΚΕ δεν έχουν καμιά σχέση με το σημερινό υδροκέφαλο, γραφειοκρατικοποιημένο και περιθωριοποιημένο συνεταιριστικό κίνημα. Δεν έχουν καμιά σχέση με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα το συνεταιριστικό κίνημα χωρίς διαφάνεια, συλλογικότητα και έλεγχο και το κυριότερο χωρίς αυτοτέλεια απέναντι στο κράτος και την ΑΤΕ, με αποτέλεσμα να εκφυλιστεί σε όργανο υλοποίησης της κυβερνητικής αγροτικής πολιτικής και της ΚΑΠ και σε μηχανισμό εκμαυλισμού συνειδήσεων και υλοποίησης προσωπικών φιλοδοξιών.

Για να ανταποκριθούν όμως οι συνεταιρισμοί σε μια πραγματική αναπτυξιακή γεωργική πολιτική, θα πρέπει να εφαρμοστεί μια συνολικότερη πολιτική εξυγίανσης και ανάπτυξης, στα πλαίσια της οποίας θα αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και τα χρέη τους. Να αποκρουστούν οι Ομάδες Παραγωγών (ΟΠ) που προωθούνται από την ΕΕ και υπονομεύουν την ίδια την ύπαρξη των συνεταιρισμών, γιατί οι ΟΠ λειτουργούν σε καθαρή εταιρική και όχι συνεταιριστική βάση. Να αλλάξει το νομικό και θεσμικό πλαίσιο, έτσι ώστε στην πράξη να κατοχυρώνεται η προνομιακή μεταχείριση των συνεταιρισμών από την πολιτεία, η διαφάνεια, η συλλογικότητα, η αξιοκρατία, η δημοκρατία και ο αποτελεσματικός έλεγχος στη λειτουργία τους.

Παράλληλα και στα πλαίσια των παραπάνω βασικών στόχων και πολιτικών θα πρέπει να εφαρμοστούν επιμέρους πολιτικές, οι οποίες θα αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά και ολοκληρωμένα σημαντικά προβλήματα που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το κόστος παραγωγής, αλλά και την παραμονή των αγροτών στην ύπαιθρο.

Η γη στους καλλιεργητές

Για να μεταβιβαστεί η γη σε αυτούς που την καλλιεργούν εκτός από τα φορολογικά κίνητρα για τους αγρότες και αντικίνητρα για τους μη αγρότες, θα πρέπει να γίνουν αλλαγές στο κληρονομικό δίκαιο που θα διευκολύνουν το πέρασμα της γης στους αγρότες και να θεσπιστεί επιδότηση επιτοκίου των δανείων για αγορά γης από τους αγρότες. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να κατοχυρωθεί αυτοτελές το επάγγελμα της αγρότισσας και να αλλάξει η νομοθεσία του Μητρώου Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, έτσι ώστε να θεωρούνται αγρότες οι ετεροαπασχολούμενοι κάτοικοι της υπαίθρου, ανεξάρτητα από το χρόνο απασχόλησης και το ποσοστό του αγροτικού εισοδήματος στο συνολικό τους εισόδημα, που στην ουσία συμπληρώνουν το αγροτικό τους εισόδημα σαν ημερομίσθιοι ή σαν υπάλληλοι. Προϋπόθεση όμως θα είναι ότι το συνολικό τους ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα θα είναι μικρότερο από το διπλάσιο της ΕΣΣΕ.

Για τη βιολογική ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού θα πρέπει να θεσπιστούν αποτελεσματικά κίνητρα για τους νέους αγρότες, με ρεαλιστικές προϋποθέσεις καταβολής τους που θα αφορούν την πρώτη εγκατάσταση (αγορά γης, μηχανημάτων, πάγιας υποδομής κ. ά.), την κατοικία, την ίδρυση και λειτουργία κρατικών και δημοτικών βρεφονηπιακών σταθμών και το κυριότερο να τους εξασφαλιστεί το δικαίωμα της απρόσκοπτης παραγωγής αγροτικών προϊόντων.

Για την ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής θα πρέπει να αλλάξει ο κανονισμός των ΕΛΓΑ, έτσι ώστε να καλύπτεται ολόκληρη η ζημιά και της παραγωγής και του κεφαλαίου. Για να ανταποκριθούν όμως οι ΕΛΓΑ στο νέο κανονισμό, θα πρέπει το κράτος χωρίς να αυξήσει τα ασφάλιστρα των αγροτών, να συμβάλει στα έσοδά τους, όπως άλλωστε προβλέπεται γενικά και αφηρημένα στο σχετικό νόμο, αλλά δεν υλοποιείται στην πράξη. Η συμβολή αυτή μπορεί να είναι ίση με το 1/3 των εσόδων των ΕΛΓΑ.

Αναζωογόνηση υπαίθρου

Σημαντικά θα πρέπει να βελτιωθεί η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην ύπαιθρο. Ετσι ώστε οι αγρότες να αντιμετωπίζουν έγκαιρα και προληπτικά τα περισσότερα προβλήματα υγείας στον τόπο τους, στα πλαίσια ενός πραγματικά Εθνικού Συστήματος Υγείας. Ενώ για το θέμα των συντάξεων θα πρέπει χωρίς άλλη επιβάρυνση των αγροτών άμεσα να διπλασιαστούν οι συντάξεις τους, με στόχο σε σύντομο χρονικό διάστημα να εξισωθούν με τις κατώτερες συντάξεις του ΙΚΑ.

Μια πραγματική και πολύπλευρη αναζωογόνηση της υπαίθρου προϋποθέτει πολιτιστική και πνευματική αναβάθμιση για τη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των αγροτών, που μπορεί να γίνει με τη δημιουργία και λειτουργία σύγχρονων αθλητικών εγκαταστάσεων, πολιτιστικών αιθουσών και εκδηλώσεων, που θα στηρίζονται από το κράτος και θα διατηρούν την πολιτιστική παράδοση και κληρονομιά, θα ψυχαγωγούν και θα ενισχύουν την ερασιτεχνική δημιουργία.

Η διαφορετική αγροτική πολιτική πρόταση του ΚΚΕ δεν μπορεί να είναι ξεκομμένη από τη γενικότερη οικονομική πολιτική. Αντίθετα προϋποθέτει μια συνολικότερη αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική αναπτυξιακή πολιτική, στα πλαίσια της οποίας θα λειτουργεί ειδικός αγροτοπιστωτικός κρατικός φορέας και εθνικός φορέας λιπάσματος, θα εφαρμόζονται κλαδικές πολιτικές ανάπτυξης για στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας, οι οποίες θα συμπεριλαμβάνουν και τα αγροτικά προϊόντα που αποτελούν την πρώτη ύλη και θα υπάρχουν ισότιμες εμπορικές σχέσεις με όλα τα κράτη, στη βάση του αμοιβαίου συμφέροντος.

Μια τέτοια πολιτική πιστεύουμε ότι δημιουργεί προϋποθέσεις για ανάπτυξη του αγροτικού τομέα.

Ενοχοι και συνένοχοι στο "αγροτικό" έγκλημα

Σημαντικό ρόλο στην αρνητική πορεία της γεωργίας και στα σημερινά αδιέξοδά της έπαιξαν οι αγροτικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, πολιτικές που στηρίζονταν στην άκριτη υποταγή και εφαρμογή της ΚΑΠ, αλλά και στη λιτότητα στον τομέα των γεωργικών κονδυλίων.

Από τα στοιχεία των προϋπολογισμών αποδείχνεται ότι βασική αιτία της κατακόρυφης μείωσης των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στη γεωργία, που συμβάλλει άμεσα στη μείωση της ανταγωνιστικότητάς της, είναι η πραγματική μείωση από χρόνο σε χρόνο των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Οι δαπάνες αυτές σταδιακά περιορίστηκαν στα ποσά της συγχρηματοδότησης που ήταν απαραίτητα για την απορρόφηση των αντίστοιχων κοινοτικών κονδυλίων, τα οποία όμως και όσον αφορά την ποσότητα αλλά και όσον αφορά τις προτεραιότητες και τους στόχους δεν ανταποκρίνονταν στις πραγματικές ανάγκες της γεωργίας μας.

Η πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, είχε ως συνέπεια να ιδιωτικοποιηθούν σημαντικοί τομείς που αφορούν τη γεωργία (λιπάσματα, ζωοτροφές, σπόροι κ.ά.), να καταργηθούν όλες οι επιδοτήσεις, να περάσουν οι τομείς αυτοί στο ιδιωτικό εμπόριο, που στόχο του έχει το μεγαλύτερο κέρδος, και να αυξηθούν κατακόρυφα οι τιμές τους και το κόστος της αγροτικής παραγωγής.

Εισπρακτική πολιτική

Παρόμοια πολιτική οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ακολούθησαν και στο αγροτοπιστωτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να περιοριστούν και να μηδενιστούν οι επιδοτούμενες χρηματοδοτήσεις, τα επιτόκια να διαμορφωθούν σε τοκογλυφικά επίπεδα και να οδηγήσουν στη μαζική χρεοκοπία τους αγρότες και τους συνεταιρισμούς. Η κατακόρυφη αύξηση των επιτοκίων έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στη μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, γιατί η απόδοση των επενδεδυμένων κεφαλαίων στη γεωργία ήταν πολύ μικρότερη από το κόστος του δανείου.

Στα πλαίσια της εισπρακτικής πολιτικής και της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για να ανταποκριθούν στους στόχους του Μάαστριχτ, επέβαλαν υψηλούς φόρους στα γεωργικά καύσιμα και τα γεωργικά μηχανήματα που συνέβαλαν στην αύξηση του κόστους παραγωγής. Παράλληλα προχώρησαν στη λειτουργική ιδιωτικοποίηση βασικών κρατικών αγροτικών οργανισμών και ερευνητικών ιδρυμάτων, τα οποία λειτουργούν ανταποδοτικά με βάση τις έμμεσες ή άμεσες εισφορές των αγροτών, ενώ οι κρατικές επιχορηγήσεις μειώθηκαν ή και καταργήθηκαν (ΕΘΙΑΓΕ, ΟΒ, ΕΛΓΑ κ.ά.). Ηδη προωθείται η διάλυση των Οργανισμών Βάμβακος, Καπνού, Ελαιολάδου, Γάλακτος κ.ά.

Στο πρόβλημα της ηλικιακής ανανέωσης του αγροτικού πληθυσμού και της παραμονής νέων στη γεωργία, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ περιορίστηκαν στα αναποτελεσματικά και εξωπραγματικά κοινοτικά κίνητρα, ορισμένα από τα οποία τα χειρίστηκαν σύμφωνα με τις ψηφοθηρικές τους ανάγκες (πρόωρες συντάξεις). Οπως επίσης και σε κάποια άνευ σημασίας και αποτελέσματος εθνικά κίνητρα, γιατί και μηδαμινά και αποσπασματικά ήταν αλλά και οι όροι και οι προϋποθέσεις υλοποίησής τους εξωπραγματικές.

Επιδόματα ελεημοσύνης

Ετσι σήμερα ο αγροτικός πληθυσμός έχει γεράσει επικίνδυνα. Οι νέοι αγρότες λόγω των ποσοστώσεων δεν έχουν δυνατότητα παραγωγής. Δεν έχουν δική τους γη να καλλιεργήσουν γιατί η γη συσσωρεύεται στους μη αγρότες. Πάνω από το 25% της καλλιεργήσιμης γης ενοικιάζεται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται καθοριστικά το κόστος παραγωγής και να μεταφέρεται "υπόγεια" σημαντικό μέρος του αγροτικού εισοδήματος σε μεγαλοεισοδηματίες.

Στα πλαίσια της πολιτικής δραστικού περιορισμού του κράτους πρόνοιας, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ διατήρησαν τις αγροτικές συντάξεις στα επίπεδα των επιδομάτων ελεημοσύνης, ενώ με το νέο ασφαλιστικό νόμο αυξάνονται κατακόρυφα οι εισφορές των αγροτών, θεσμοθετείται για πρώτη φορά εισφορά για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, μειώνονται οι κρατικές επιβαρύνσεις. Οι συντάξεις παραμένουν στα ίδια εξευτελιστικά επίπεδα και καταργείται στην πράξη η αυτόνομη ασφάλιση και σύνταξη της αγρότισσας.Παρόμοια πολιτική ακολουθήθηκε και στο θέμα της ασφάλισης της αγροτικής παραγωγής, όπου αυξήθηκαν σημαντικά οι εισφορές των αγροτών, σε βαθμό που να μην επιχορηγούνται οι ΕΛΓΑ από το κράτος, αλλά ο κανονισμός παρέμεινε λειψός και αναχρονιστικός, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλήρης ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής και του αγροτικού κεφαλαίου και η επιβίωση πολλών νοικοκυριών να εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Αυτό τον καιρό στο όνομα των ελλείψεων και αδυναμιών των ΕΛΓΑ προωθείται η διάλυση και η πλήρης ιδιωτικοποίησή του.

Τεράστιες είναι οι ευθύνες κύρια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ΝΔ για τη χρεοκοπία, τη συρρίκνωση και το κλείσιμο πολλών ΑΣΟ. Γιατί χρησιμοποίησαν τις ΑΣΟ για να συγκαλύψουν και να εξωραϊσουν την ΚΑΠ, να εκτονώσουν την αγανάκτηση των αγροτών και να υπονομεύσουν τους αγώνες τους. Η αντισυνεταιριστική αυτή πολιτική συνεχίζεται με τις ρυθμίσεις των χρεών των ΑΣΟ, οι οποίες αποσκοπούν στο ξεπούλημα των περιουσιακών τους στοιχείων, στη συρρίκνωσή τους, στο κλείσιμό τους και την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου της ΑΤΕ για να προχωρήσει στην πράξη η ιδιωτικοποίησή της. Συνεχίζεται και με τη διαδικασία της εκκαθάρισης πολλών ΑΣΟ από την ΑΤΕ και την πώλησή τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο (ΕΣΠΕΡΙΔΑ, ΘΕΣ/ΚΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ, ΚΥΔΕΠ ΑΣΕ κ.ά.). Συνεχίζεται επίσης με την αποδοχή των ομάδων παραγωγών που προωθεί η ΕΕ ενάντια στους συνεταιρισμούς.

Δέσμιες των αντιαγροτικών τους πολιτικών οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, όχι μόνο δεν αξιοποίησαν τις κινητοποιήσεις των αγροτών που αντιστέκονταν στην αποδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής και στο ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, αλλά έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υπονομεύσουν, να συκοφαντήσουν, να διασπάσουν και να καταστείλουν αυτές τις κινητοποιήσεις, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν όλους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Οι ευθύνες των άλλων πολιτικών δυνάμεων

Για την αρνητική πορεία της γεωργίας ευθύνη έχουν και οι πολιτικές δυνάμεις που συμφωνούσαν με την ΚΑΠ και θεωρούσαν "ευλογία Θεού" τις χωματερές, που αποπροσανατόλιζαν τους αγρότες με τα κοινοτικά κονδύλια. Αυτά τα αντιμετώπιζαν με αριθμητική λογική και μάλιστα επιλεκτική, τονίζοντας αυτά που άμεσα έπαιρνε η χώρα μας, αποσιωπώντας τους σκοπούς αυτών των χρηματοδοτήσεων αλλά και όσα έμμεσα, μέσα από το εμπορικό της ισοζύγιο, έδινε η Ελλάδα στην ΕΕ.

Ευθύνες έχουν ακόμη για τη συμμετοχή τους στο λεγόμενο "κοινωνικό διάλογο", που προωθεί και στη γεωργία η κυβέρνηση μέσα από το Συμβούλιο Αγροτικής Πολιτικής. Γιατί στόχος αυτού του "διαλόγου" δεν είναι η λύση των σοβαρών αγροτικών προβλημάτων, αλλά ο αποπροσανατολισμός των αγροτών και της κοινής γνώμης και η επιβολή της αντιαγροτικής πολιτικής με τη συναίνεση μάλιστα των αγροτών. Οι προθέσεις αυτές της κυβέρνησης αποδείχνονται από το γεγονός ότι, την ίδια περίοδο που τάχα προωθεί τον "κοινωνικό διάλογο", ποινικοποιεί τους αγώνες των αγροτών με τα "αγροτοδικεία" και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο καταστολής.

Ζοφερή η προοπτική της γεωργίας και των μικρομεσαίων αγροτών

Στόχος της ΓΚΑΤΤ και της νέας ΚΑΠ, με τις οποίες συμφωνεί η ελληνική κυβέρνηση, είναι η δραστική μείωση της στήριξης της κοινοτικής αγροτικής οικονομίας, το ξεκλήρισμα του 1/3 των αγροτικών νοικοκυριών και η εγκατάλειψη 120 εκατ. στρεμμάτων καλλιεργούμενης γης.

Η δραστική μείωση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας εκφράζεται με τη μείωση των κονδυλίων του κοινοτικού προϋπολογισμού που δίνονται στη γεωργία από το 53% το 1992 στο 45% το 2000. Μείωση που συγκεκριμενοποιείται για κάθε προϊόν, π.χ., για τον καπνό από 1,3 δισ. ECU, σε 850 εκατ. ECU, για το κρασί από 2,7 δισ. ECY σε 1,7 δισ. ECU. Για το βαμβάκι "πάγωμα" των κονδυλίων στα 770 εκατ. ECU, στα επίπεδα δηλαδή του 1992 που η παραγωγή ήταν 750 χιλ. τόνοι και η έκταση 3.212.050 στρέμματα, ενώ σήμερα η παραγωγή ξεπερνά τους 1.300 χιλ. τόνους και η έκταση τα 4.400.000 στρέμματα.

Οι στόχοι αυτοί της νέας ΚΑΠ θα είναι ιδιαίτερα αρνητικοί για τη γεωργία της χώρας μας, γιατί έχει τα περισσότερα διαρθρωτικά προβλήματα (πολλά και μικρά αγροτικά νοικοκυριά με μικρό και πολυτεμαχισμένο κλήρο). Γιατί έχει τοκογλυφικό τραπεζικό σύστημα. Γιατί έχει χρεοκοπημένο συνδικαλιστικό κίνημα, ανήμπορο να στηρίξει τα μικρομεσαία νοικοκυριά που έχουν ανάγκη. Γιατί οι αλλαγές της νέας ΚΑΠ είναι ιδιαίτερα αρνητικές για τα μεσογειακά προϊόντα. Γιατί στην ΕΕ κυριαρχεί η λογική του δικαίου του ισχυρότερου που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολυεθνικών, του μεγάλου κεφαλαίου και των μεγάλων αγροτικών επιχειρήσεων σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών. Γιατί η κυβέρνηση ακολουθεί μια πρωτοφανή δημοσιονομική πολιτική λιτότητας και στον τομέα των γεωργικών επενδύσεων.

Τις συνέπειες αυτών των στόχων άλλωστε εκφράζουν και οι διάφορες δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων ότι τα περισσότερα αγροτικά νοικοκυριά της χώρας μας δεν είναι βιώσιμα, γι' αυτό σύντομα θα ξεκληριστούν.

Καταστροφικό το δίκιο του ισχυρότερου

Υπεύθυνοι για τη σημερινή αρνητική κατάσταση της γεωργίας και των μικρομεσαίων αγροτών, αλλά και για τη ζοφερή προοπτική της είναι οι αγροτικές πολιτικές που εφάρμοσαν στη χώρα μας οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, η ΚΑΠ όπως εξελίχθηκε στα χρόνια που η χώρα μας είναι μέλος της ΕΕ και τώρα τελευταία η συμφωνία της ΓΚΑΤΤ.

Η Συνθήκη της ΓΚΑΤΤ

Με τη Συμφωνία της ΓΚΑΤΤ εδραιώθηκε και νομιμοποιήθηκε ο άνισος διεθνής καταμερισμός εργασίας και οι ανισότιμες εμπορικές σχέσεις σε βάρος των μικρών χωρών και των λαών τους και σε όφελος των πολυεθνικών, με οδυνηρές συνέπειες για τη γεωργία. Στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας μειώθηκε η προστασία της εγχώριας παραγωγής, εξαιτίας της μείωσης των δασμών, με αποτέλεσμα να ενταθεί η εισαγωγή αγροτικών προϊόντων από τρίτες χώρες, να μένει απούλητη η εγχώρια παραγωγή, αλλά και όταν πωλείται η τιμή της να είναι πολύ χαμηλή και μηδαμινό το αγροτικό εισόδημα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι αθρόες εισαγωγές λευκών τυριών που εκτόπισαν ακόμα και στη χώρα μας τη φέτα και μείωσαν κατά 35% τις τιμές γάλατος. Οι αθρόες εισαγωγές ρυζιού στην ΕΕ που μείωσαν τις τιμές κατά 20% και έχουν δημιουργήσει τεράστια προβλήματα διάθεσης. Οι εισαγωγές σταφίδας στην ΕΕ από τρίτες χώρες που μείωσαν κατά 50% τις τιμές παραγωγού και κατά 40% την παραγωγή, οι εισαγωγές μήλων από Χιλή, τομάτες από Μαρόκο κ. ά., που έριξαν, τις τιμές των εγχώριων προϊόντων και όξυναν τα προβλήματα διάθεσης. Στα πλαίσια της συμφωνίας της ΓΚΑΤΤ μειώθηκαν οι εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων, γιατί μειώθηκαν οι εξαγωγικές επιδοτήσεις και ο όγκος των επιδοτούμενων εξαγωγών, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι τιμές αυτών των προϊόντων, να οξυνθούν τα προβλήματα διάθεσής τους και να δημιουργηθούν άριστες προϋποθέσεις στους εμπόρους μεταποίησης να ξεζουμίζουν και μάλιστα με προπολεμικούς τρόπους τους αγρότες.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα εσπεριδοειδή, όπου μειώθηκαν κατακόρυφα οι τιμές και τα προβλήματα διάθεσης ανάγκασαν τους αγρότες να παρακαλάνε τους εμπόρους να τους αγοράσουν την παραγωγή και να υπογράφουν παραστατικά για χρήματα τα οποία δεν πήραν από τους εμπόρους.

Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που αποδέχτηκαν αυτή τη συμφωνία, αλλά και τα κόμματα που συμφώνησαν με το αποπροσανατολιστικό επιχείρημα του μονόδρομου της διεθνοποίησης, έχουν τεράστια ευθύνη απέναντι στους αγρότες και στη χώρα μας. Γιατί είναι άλλο πράγμα η διεθνοποίηση με ισότιμους όρους που προωθεί αμοιβαία τα συμφέροντα των χωρών και των λαών και εντελώς διαφορετικό πράγμα η χρησιμοποίηση του όρου της διεθνοποίησης για τη συγκάλυψη της υποταγής στο πολυεθνικό κεφάλαιο όπως γίνεται με τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ.

Η ΚΑΠ

Η ΚΑΠ που εφαρμόστηκε όλα τα χρόνια που η χώρα μας είναι μέλος της ΕΕ, έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην αρνητική πορεία της γεωργίας και είναι σίγουρο ότι θα παίξει αρνητικότερο ρόλο στο άμεσο μέλλον, γιατί οι αλλαγές που έγιναν και γίνονται είναι πολύ χειρότερες, ειδικά για τα μεσογειακά προϊόντα που αφορούν και τη χώρα μας.

Με την ΚΑΠ επιβλήθηκαν περιορισμοί σε όλες τις καλλιέργειες (ποσοστώσεις), με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν αδιέξοδα, οι αγρότες να μην ξέρουν με τι να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους και οι κυβερνήσεις να ακολουθούν τακτική "Ποντίου Πιλάτου". Οι περιορισμοί αυτοί, τόσο στη φυτική όσο και στη ζωική παραγωγή είναι κάτω από τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μας, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν στη στασιμότητα ή και στη μείωση της αγροτικής παραγωγής (αγελαδινό γάλα, καπνά κ.ά.), να τιμωρούν την αύξηση της παραγωγικότητας και να εμποδίζουν την οποιαδήποτε αναδιάρθρωση. Επειδή οι ποσοστώσεις συνοδεύονται και με μεγάλα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, π. χ. στο ρύζι εξαπλάσια της υπέρβασης, έχουν ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση των τιμών και την τελική τους διαμόρφωση σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από το κόστος παραγωγής, π. χ. βαμβάκι κ. ά.

Στον καθορισμό αυτών των ποσοστώσεων δε λήφθηκε υπόψη ο βαθμός αυτάρκειας της χώρας σε κάθε προϊόν και ο βαθμός συμμετοχής της στα πλεονάσματα, όπως επίσης δε λήφθηκε υπόψη και η αρχή της κοινοτικής προτίμησης που υπάρχει στη Συνθήκη της Ρώμης, με αποτέλεσμα να επιβληθούν ποσοστώσεις και μάλιστα πολύ χαμηλές σε προϊόντα, στα οποία η ΕΕ είναι ελλειμματική (βαμβάκι, σταφίδα, καπνά, ρύζι κ. ά.) ή και σε προϊόντα στα οποία η χώρα μας είναι ελλειμματική (αγγελαδινό γάλα).

Το δίκαιο του ισχυρού

Ο τρόπος καθορισμού των ποσοστώσεων αποδείχνει ότι η ΕΕ δεν αποτελεί ισότιμη ένωση των διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά ότι η λειτουργία της στηρίζεται στο δίκαιο του ισχυρότερου. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί γιατί η Ολλανδία που έχει τον ίδιο πληθυσμό με τη χώρα μας έχει ποσόστωση στο αγελαδινό γάλα 11 εκατομ. τόνους, ενώ η χώρα μας μόνο 650 χιλ. τόνους. Η αποδοχή αυτού του καταμερισμού από τις ελληνικές κυβερνήσεις και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις που συμφωνούν με την ΚΑΠ, δείχνει την υποταγή τους στη λογική του δίκαιου του ισχυρότερου.

Το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων της ΚΑΠ αποσυνδέει σε σημαντικό βαθμό το τελικό αγροτικό εισόδημα από την ποιότητα και ποσότητα της αγροτικής παραγωγής (στρεμματικές ενισχύσεις, κεφαλικές επιδοτήσεις) και καλλιεργεί την αδιαφορία του αγρότη, κύρια για την ποιότητα, αλλά και την ποσότητα της παραγωγής. Ενώ ο θεσμός της παρέμβασης με τις χωματερές έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απώλεια των διεθνών αγορών, υπονόμευσε συνολικά το μέλλον της γεωργίας, καλλιέργησε την επανάπαυση και τη μαζική διαφθορά στους αγρότες, αλλά και σε όσους φορείς είχαν σχέσεις με τις χωματερές.

Οι τιμές και επιδοτήσεις της ΚΑΠ δεν έπαιρναν υπόψη τις ιδιαιτερότητες της χώρας και γι' αυτό δεν ανταποκρίνονταν στο κόστος παραγωγής της χώρας μας και δεν εξασφάλιζαν ικανοποιητικό εισόδημα στους αγρότες. Αυτή την πραγματικότητα προσπάθησαν στη δεκαετία του 1980 να συγκαλύψουν κύρια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ χρησιμοποιώντας τις ΑΣΟ, τις οποίες τις οδήγησαν στη χρεοκοπία, στη συρρίκνωση και στο κλείσιμο.

Οι τιμές και επιδοτήσεις της ΚΑΠ ήταν μικρότερες από τις τιμές και επιδοτήσεις που υπήρχαν πριν την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ και αυτό αποδείχνεται εύκολα αν πληθωριστούν εκείνες οι τιμές και επιδοτήσεις σύμφωνα με τον επίσημο πληθωρισμό της χώρας μας.

Η εμπορική αγροτική πολιτική της ΚΑΠ είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων της χώρας μας προς τις χώρες της ΕΕ και να χαθούν οι αγορές τρίτων χωρών, με αποτέλεσμα το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο από θετικό να γίνει αρνητικό και τα ελλείμματά του να αυξάνουν από χρόνο σε χρόνο.

Καταστροφικά αποτελέσματα

Οι εκτιμήσεις ότι η ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ θα εξασφάλιζε μια δυναμική αγορά στα αγροτικά μας προϊόντα 300 εκατομμυρίων Ευρωπαίων με υψηλή αγοραστική δυνατότητα διαψεύστηκαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο και διαμορφώθηκαν ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα.

Η χώρα μας κατακλύστηκε από αγροτικά προϊόντα (ζωοκομικά) των χωρών της ΕΕ, ενώ τα προϊόντα της χώρας μας εκτοπίστηκαν από τις αγορές των χωρών της ΕΕ. Βασικά εξαγωγικά προϊόντα μας στα οποία η ΕΕ είναι ελλειμματική (εσπεριδοειδή, βαμβάκι, καπνά κ.ά.), δεν απορροφώνται από τις χώρες της ΕΕ παρά σε πολύ μικρό ποσοστό (εσπεριδοειδή μικρότερο από 10%), αλλά από αγορές τρίτων χωρών ενώ σε ορισμένα προϊόντα (ροδάκινα) οι αγορές έχουν στην κυριολεξία αντικατασταθεί με τις χωματερές.

Τα χρήματα που δόθηκαν από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία στη γεωργία της χώρας μας όξυναν αντί να αμβλύνουν τα διαρθρωτικά της προβλήματα και μείωσαν σημαντικά την ανταγωνιστικότητά της. Και αυτό, γιατί τα κονδύλια αυτά δεν είχαν διαρθρωτικό προσανατολισμό. Πάνω από το 90% αυτών των κονδυλίων είχε καταναλωτικό προσανατολισμό (χωματερές, εξισωτικές αποζημιώσεις, εκπαιδεύσεις, στρεμματικές και κεφαλικές ενισχύσεις κ.ά.). Από το υπόλοιπο 10% ούτε το μισό δεν είχε διαρθρωτικό προσανατολισμό στην πράξη, γιατί οι πρόωρες συντάξεις τα προγράμματα ξεριζώματος βασικών καλλιεργειών, οι δασώσεις εγκαταλειμμένων γαιών κ.ά., κάθε άλλο παρά διαρθρωτικά αποτελέσματα είχαν, άλλα αξιοποιήθηκαν ψηφοθηρικά και εκμαυλιστικά από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Η νέα ΚΑΠ που εξειδικεύει στη γεωργία τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, θα επιταχύνει αυτή την αρνητική πορεία με ολέθριες συνέπειες στην αγροτική οικονομία και στα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά.

Ηδη είναι εμφανείς οι αρνητικές συνέπειες στα προϊόντα που εφαρμόζονται οι νέοι κανονισμοί (καπνός, κτηνοτροφία, σιτηρά, σταφίδα, βαμβάκι κ.ά). Στα τρία χρόνια εφαρμογής του νέου κανονισμού, π. χ. για τον καπνό, μειώθηκε η παραγωγή κατά 30,6%, ο αριθμός των καλλιεργητών κατά 7,8%, το ακαθάριστο εισόδημα κατά 33,34%.

Οι χρηματικές εισροές από την Κοινότητα κατά 11% και οι εισροές συναλλάγματος από τις εξαγωγές καπνού σε ονομαστικές τιμές κατά 8,3%. Μέσα στα τρία αυτά χρόνια η χώρα μας, η πλέον καπνοπαραγωγική χώρα της ΕΕ, έγινε ελλειμματική στο ισοζύγιο καπνών και καπνικών προϊόντων.

Παρόμοιες συνέπειες με αυτές του καπνού, της κτηνοτροφίας και του βαμβακιού, αναμένονται στα οπωροκηπευτικά και στο ρύζι που άρχισε η εφαρμογή των νέων κανονισμών, αλλά και στο λάδι, στο κρασί και στη ζάχαρη, όπου σύντομα θα ψηφιστούν νέοι κανονισμοί.

Η αλλαγή του κανονισμού για τα οπωροκηπευτικά, η οποία προωθεί το μαζικό ξερίζωμα των καλλιεργειών, δηλαδή τις χωματερές των ίδιων των καλλιεργειών σε αντικατάσταση των χωματερών της παραγωγής και υπονομεύει την ύπαρξη των συνεταιρισμών με τις Ομάδες Παραγωγών, δείχνει ανάγλυφα την αρνητική μεταχείριση των μεσογειακών προϊόντων. Με το νέο κανονισμό θα μειωθούν δραστικά τα κονδύλια του κοινοτικού προϋπολογισμού για τα οπωροκηπευτικά που συμμετέχουν με 16% στο σύνολο της κοινοτικής αγροτικής παραγωγής και απορροφούν μόνο το 4% του κοινοτικού γεωργικού προϋπολογισμού.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ