ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 29 Μάη 1997
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΤΑ
Η ραψωδός της Αντίστασης, Ρίτα Μπούμη - Παππά

Πόσο σπουδαίο να είσαι Ανθρωπος. Κι ακόμη να είσαι Ποιητής ταγμένος στην υπηρεσία του Ανθρώπου. Από χίλια στόματα μυρωμένα με την ευωδιά της βαθιάς γνωριμιάς με την ίδια την ποιήτρια Ρίτα Μπούμη - Παππά και το σύντροφο της ζωής της ομότεχνο Νίκο Παππά βγαίνουν αυτές οι φωνές, χωρίς κραυγές και τυμπανοκρουσίες, μα με λυρισμό και άφατη τρυφερότητα, σα ν' αγγίζεις τα Αγια των Αγίων.

Μ' αυτό το στέρεο κι αναλλοίωτο θαυμασμό κι αγάπη ακούμπησε την προσφορά μνήμης της η Στέλλα Πέττα στους ξεχωριστούς μας αυτούς ποιητές, που "στ' όνομα του λαϊκού αγώνα θεμελιώνουν το στίχο τους.

Κι εμείς έχουμε την τύχη να διδασκόμαστε πόσο σφιχτοδεμένη είναι η ποίηση με την ιστορία, με τη θέση, με τη γη κάθε λαού".

Γιατί οι ποιητές μας λάτρεψαν το λαό μας και με τον ίδιο σεβασμό κι αγάπη ενστερνίστηκαν τις μεγάλες στιγμές ποίησης και των άλλων λαών της Γης, που ήταν άρρηκτα δεμένες με τα παθήματά τους και το σπόρο της μελλοντικής δικαίωσης, ως το ύψιστο έσχατο όραμα της Παγκόσμιας Ειρήνης.

Ποιητές της Βουλγαρίας,των άλλων Βαλκανικών χωρών γίνονται τ' αντικείμενο μελέτης και μεταφράζονται από τη μαμά Ρίτα,όπως την αποκαλούσαν όσοι ποιητές τη γνώριζαν, όπως την αποκαλεί με ιερό δέος κι η συγγραφέας Στέλλα Πέττα. Νέγροι ποιητές,που σάλπιζαν την ελευθερία και διεκδικούσαν την ισότητα πάνω στη Γη. Κι όλο το πνευματικό άνθος της ποιήτριας, ο ασίγαστος αγώνας της για την Ελευθερία των καταδυναστευομένων, την Ειρήνη, στάζει δυνατό απόσταγμα, Αμβροσία και Νέκταρ από κάθε κεφάλαιο της μνημειακής αυτής προσέγγισης, που συνοδεύεται κι από άλλες αναφορές ανθρώπων των Γραμμάτων πάνω στο ίδιο αντικείμενο της δημιουργού των "Χίλιων σκοτωμένων κοριτσιών":

"Γράφω γιατί αγαπώ τη ζωή

κάθε ανθρώπινο πλάσμα

...

Γράφω για να μιλήσω απλά για λογαριασμό τους

...

γράφω για τους ταπεινούς

δεν υπάρχει άλλη δόξα".

(Στέλλα Πέττα: Μετρών 11. Λόφος Σκουζέ. 10443. Αθήνα)

Ευγενία ΖΩΓΡΑΦΟΥ

ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΤΑ
Η ραψωδός της Αντίστασης, Ρίτα Μπούμη - Παππά

Πόσο σπουδαίο να είσαι Ανθρωπος. Κι ακόμη να είσαι Ποιητής ταγμένος στην υπηρεσία του Ανθρώπου. Από χίλια στόματα μυρωμένα με την ευωδιά της βαθιάς γνωριμιάς με την ίδια την ποιήτρια Ρίτα Μπούμη - Παππά και το σύντροφο της ζωής της ομότεχνο Νίκο Παππά βγαίνουν αυτές οι φωνές, χωρίς κραυγές και τυμπανοκρουσίες, μα με λυρισμό και άφατη τρυφερότητα, σα ν' αγγίζεις τα Αγια των Αγίων.

Μ' αυτό το στέρεο κι αναλλοίωτο θαυμασμό κι αγάπη ακούμπησε την προσφορά μνήμης της η Στέλλα Πέττα στους ξεχωριστούς μας αυτούς ποιητές, που "στ' όνομα του λαϊκού αγώνα θεμελιώνουν το στίχο τους.

Κι εμείς έχουμε την τύχη να διδασκόμαστε πόσο σφιχτοδεμένη είναι η ποίηση με την ιστορία, με τη θέση, με τη γη κάθε λαού".

Γιατί οι ποιητές μας λάτρεψαν το λαό μας και με τον ίδιο σεβασμό κι αγάπη ενστερνίστηκαν τις μεγάλες στιγμές ποίησης και των άλλων λαών της Γης, που ήταν άρρηκτα δεμένες με τα παθήματά τους και το σπόρο της μελλοντικής δικαίωσης, ως το ύψιστο έσχατο όραμα της Παγκόσμιας Ειρήνης.

Ποιητές της Βουλγαρίας,των άλλων Βαλκανικών χωρών γίνονται τ' αντικείμενο μελέτης και μεταφράζονται από τη μαμά Ρίτα,όπως την αποκαλούσαν όσοι ποιητές τη γνώριζαν, όπως την αποκαλεί με ιερό δέος κι η συγγραφέας Στέλλα Πέττα. Νέγροι ποιητές,που σάλπιζαν την ελευθερία και διεκδικούσαν την ισότητα πάνω στη Γη. Κι όλο το πνευματικό άνθος της ποιήτριας, ο ασίγαστος αγώνας της για την Ελευθερία των καταδυναστευομένων, την Ειρήνη, στάζει δυνατό απόσταγμα, Αμβροσία και Νέκταρ από κάθε κεφάλαιο της μνημειακής αυτής προσέγγισης, που συνοδεύεται κι από άλλες αναφορές ανθρώπων των Γραμμάτων πάνω στο ίδιο αντικείμενο της δημιουργού των "Χίλιων σκοτωμένων κοριτσιών":

"Γράφω γιατί αγαπώ τη ζωή

κάθε ανθρώπινο πλάσμα

...

Γράφω για να μιλήσω απλά για λογαριασμό τους

...

γράφω για τους ταπεινούς

δεν υπάρχει άλλη δόξα".

(Στέλλα Πέττα: Μετρών 11. Λόφος Σκουζέ. 10443. Αθήνα)

Ευγενία ΖΩΓΡΑΦΟΥ

Βιβλιοπαρουσιάσεις

Στα πλαίσια της καμπάνιας για το βιβλίο που οργάνωσε το Μάη το ΥΠΠΟ και το "Εθνικό Κέντρο Βιβλίου", παραθέτουμε σήμερα τη "Δουλίτσα" της Σοφίας Μαυροειδή - Παπαδάκη,από την πολύτιμη,και πολύτομη ποιητική ανθολογία των Μ. Αυγέρη, Θρ. Σταύρου, Β. Ρώτα, Μ. Μ. Παπαϊωάννου "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΕΝΗ",εκδόσεις "Παρθενών".

"Ενα αδύναμο κορμάκι, / με στεφάνι τις πλεξούδες/ στο μικρό της κεφαλάκι, / πώς θυμούμαι τη Λενιώ. / Σ' ένα σπίτι ήταν δουλίτσα, / που δασκάλα ήμουν εγώ. /

Και στην ίδιαν ηλικία, / καπριτσιόζα, χαϊδεμένη, / μια μικρή κυρά από τότες, / η μαθήτρα μου η Λουκία, / εβασάνιζε κι εμένα/ και τη δόλια την Ελένη/.

Πώς θυμάμαι τη λαχτάρα, / στα δυο μάτια τα μεγάλα, / - ένα ρώτημα καθένα - / της μικρής δουλίτσας όταν, / με το δίσκο της ερχόταν/ να τρατάρει τη δασκάλα/.

Εκανε πως συγυρνούσε/ μες στην κάμαρα κι αυτή/ κι όλο εκοίταε το βιβλίο, / πάντα δίπλα στο γραφείο, / κι όλο ετέντωνε τ' αυτί/.

Και για χάρη της μιλούσα/ όλο πάθος και φωτιά. / Κι άρχιζα κι ανιστορούσα/ για νεράιδες, για στοιχειά, / για κρυστάλλινα παλάτια. / Κι η μικρούλα μαγεμένη / με ρουφούσε με τα μάτια/.

Ωσπου μια φωνή απ' τα πλάγια/ λες από το παραμύθι/ μια γοργόνα θυμωμένη, / μας εσκόρπιζε τα μάγια. / Κι η δουλίτσα στην κουζίνα/ ξαναπήγαινε θλιμμένη/.

Με τα μάτια τα μεγάλα, / - ένα ρώτημα καθένα - / τι να γίνεται η Λενιώ; / Τι να γίνεται η φτωχούλα! / Σ' άλλο σπίτι θα 'ναι δούλα, / όπως μια φτωχή δασκάλα, σ' άλλο σπίτι είμαι κι εγώ".

Βιβλιοπαρουσιάσεις

Στα πλαίσια της καμπάνιας για το βιβλίο που οργάνωσε το Μάη το ΥΠΠΟ και το "Εθνικό Κέντρο Βιβλίου", παραθέτουμε σήμερα τη "Δουλίτσα" της Σοφίας Μαυροειδή - Παπαδάκη,από την πολύτιμη,και πολύτομη ποιητική ανθολογία των Μ. Αυγέρη, Θρ. Σταύρου, Β. Ρώτα, Μ. Μ. Παπαϊωάννου "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΕΝΗ",εκδόσεις "Παρθενών".

"Ενα αδύναμο κορμάκι, / με στεφάνι τις πλεξούδες/ στο μικρό της κεφαλάκι, / πώς θυμούμαι τη Λενιώ. / Σ' ένα σπίτι ήταν δουλίτσα, / που δασκάλα ήμουν εγώ. /

Και στην ίδιαν ηλικία, / καπριτσιόζα, χαϊδεμένη, / μια μικρή κυρά από τότες, / η μαθήτρα μου η Λουκία, / εβασάνιζε κι εμένα/ και τη δόλια την Ελένη/.

Πώς θυμάμαι τη λαχτάρα, / στα δυο μάτια τα μεγάλα, / - ένα ρώτημα καθένα - / της μικρής δουλίτσας όταν, / με το δίσκο της ερχόταν/ να τρατάρει τη δασκάλα/.

Εκανε πως συγυρνούσε/ μες στην κάμαρα κι αυτή/ κι όλο εκοίταε το βιβλίο, / πάντα δίπλα στο γραφείο, / κι όλο ετέντωνε τ' αυτί/.

Και για χάρη της μιλούσα/ όλο πάθος και φωτιά. / Κι άρχιζα κι ανιστορούσα/ για νεράιδες, για στοιχειά, / για κρυστάλλινα παλάτια. / Κι η μικρούλα μαγεμένη / με ρουφούσε με τα μάτια/.

Ωσπου μια φωνή απ' τα πλάγια/ λες από το παραμύθι/ μια γοργόνα θυμωμένη, / μας εσκόρπιζε τα μάγια. / Κι η δουλίτσα στην κουζίνα/ ξαναπήγαινε θλιμμένη/.

Με τα μάτια τα μεγάλα, / - ένα ρώτημα καθένα - / τι να γίνεται η Λενιώ; / Τι να γίνεται η φτωχούλα! / Σ' άλλο σπίτι θα 'ναι δούλα, / όπως μια φτωχή δασκάλα, σ' άλλο σπίτι είμαι κι εγώ".

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ
"Κορέκτ και φόβος ποιητή"

"Λέγομαι Μιχάλης Κατσαρός/ και κλείνω το βιβλίο αυτό για σένα". Ο ποιητής, όταν λέει "για σένα", εννοεί τον απλό αναγνώστη μέσα απ' το πλήθος, άρα το ίδιο το πλήθος. Σ' αυτόν και μόνο παρέχει τόσα γενεσιουργά ερεθίσματα, ώστε να υπάρξει ανάμεσα στον ίδιο και στον αποδέκτη ένας διάλογος σε επίπεδα ισοϋψή. Ο ποιητής επικοινωνεί με τους άλλους για να τους θυμίσει ότι είναι μόριο του συνόλου τους. Αρα και το ίδιο τ' όνομά του δικό τους είναι, όταν λέει: "Ξέρετε ξέχασα ως και τ' όνομά τους/ να τους πω ότι το κρατώ/ φρέσκο στην ανάμνησή μου: / Μιχάλης Κατσαρός του Ευσταθίου/ εκ Κυπαρισσίας Τριφυλίας".

Οντας ένα σώμα με τους άλλους, τους παροτρύνει να θυμηθούν, σε τούτη την άδεια εποχή, τη χαμένη δύναμή τους, ώστε να ξαναβρεί κι ο ίδιος τη δική του:"Κορέκτ Εκτωρ/ βάλε εμπρός τη δουλειά/ και μη σε νοιάζει/ καθώς Μεξικανός επαναστάτης/ καθώς Ζαπάτα με λίγα γράμματα/ πάλι να πετάξω προκηρύξεις/ στον Αλφα ή Βήτα μπουκαδόρο/ κι ας ξαναρχίσουμε από την αρχή/ εκείνο που χάσαμε/ είτε με βου ή βουνό ή φαγωμάρα/ Κορέκτ Εκτωρ/ Είμαι για νέα πατρίδα".

Ο Μιχάλης Κατσαρός, αφυπνίζοντας τη συλλογική συνείδηση, τούτη τη φορά δεν είναι μόνον ο "κατά Σαδδουκαίων", αλλά κι ο κατά ποιητών, ποιητής. Μέσα στα κενά από ιδέες σαλόνια, όπου μεταβάλλεται η κοινωνία σε "κενωνία", αμφισβητεί ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό του. Φοβάται μήπως δεν μπορεί να 'ναι ποιητής σε τέτοιους καιρούς, αλλά κι αν είναι, είναι μόνο γιατί "θέλει να γράφει το δικό του/ που αυτός αισθάνεται/ που ο ίδιος παθαίνει".Κι ο ίδιος φυσικά είναι όλοι οι άλλοι μαζί που "παθαίνουν", αλλά όχι με την έννοια που πάσχει ο κενόδοξος ομότεχνός του. Οσο γι' αυτόν θα σαρκάσει:"Παρακαλώ διορίσατέ τον/ ένα γιατρό Κουράντη/ να τον προσέχει/ από την πολλή δόξα του".

Τελικά, ο Ανθρωπός Κατσαρός είναι βέβαιος για τον ποιητή Κατσαρό, όσο κι εμείς που θα του απευθύναμε τα ίδια τα λόγια του: "Καθώς λιωμένο μέταλλο, / είδα το δάκρυ σου ποιητή/ με το μολυβδοκόνδυλο/ αθώο σε είδα/ καθώς τις νύκτες/ ξενυχτάς/ γράφοντας" (εκδόσεις "Μανδραγόρας").

Γιάννης ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ
"Κορέκτ και φόβος ποιητή"

"Λέγομαι Μιχάλης Κατσαρός/ και κλείνω το βιβλίο αυτό για σένα". Ο ποιητής, όταν λέει "για σένα", εννοεί τον απλό αναγνώστη μέσα απ' το πλήθος, άρα το ίδιο το πλήθος. Σ' αυτόν και μόνο παρέχει τόσα γενεσιουργά ερεθίσματα, ώστε να υπάρξει ανάμεσα στον ίδιο και στον αποδέκτη ένας διάλογος σε επίπεδα ισοϋψή. Ο ποιητής επικοινωνεί με τους άλλους για να τους θυμίσει ότι είναι μόριο του συνόλου τους. Αρα και το ίδιο τ' όνομά του δικό τους είναι, όταν λέει: "Ξέρετε ξέχασα ως και τ' όνομά τους/ να τους πω ότι το κρατώ/ φρέσκο στην ανάμνησή μου: / Μιχάλης Κατσαρός του Ευσταθίου/ εκ Κυπαρισσίας Τριφυλίας".

Οντας ένα σώμα με τους άλλους, τους παροτρύνει να θυμηθούν, σε τούτη την άδεια εποχή, τη χαμένη δύναμή τους, ώστε να ξαναβρεί κι ο ίδιος τη δική του:"Κορέκτ Εκτωρ/ βάλε εμπρός τη δουλειά/ και μη σε νοιάζει/ καθώς Μεξικανός επαναστάτης/ καθώς Ζαπάτα με λίγα γράμματα/ πάλι να πετάξω προκηρύξεις/ στον Αλφα ή Βήτα μπουκαδόρο/ κι ας ξαναρχίσουμε από την αρχή/ εκείνο που χάσαμε/ είτε με βου ή βουνό ή φαγωμάρα/ Κορέκτ Εκτωρ/ Είμαι για νέα πατρίδα".

Ο Μιχάλης Κατσαρός, αφυπνίζοντας τη συλλογική συνείδηση, τούτη τη φορά δεν είναι μόνον ο "κατά Σαδδουκαίων", αλλά κι ο κατά ποιητών, ποιητής. Μέσα στα κενά από ιδέες σαλόνια, όπου μεταβάλλεται η κοινωνία σε "κενωνία", αμφισβητεί ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό του. Φοβάται μήπως δεν μπορεί να 'ναι ποιητής σε τέτοιους καιρούς, αλλά κι αν είναι, είναι μόνο γιατί "θέλει να γράφει το δικό του/ που αυτός αισθάνεται/ που ο ίδιος παθαίνει".Κι ο ίδιος φυσικά είναι όλοι οι άλλοι μαζί που "παθαίνουν", αλλά όχι με την έννοια που πάσχει ο κενόδοξος ομότεχνός του. Οσο γι' αυτόν θα σαρκάσει:"Παρακαλώ διορίσατέ τον/ ένα γιατρό Κουράντη/ να τον προσέχει/ από την πολλή δόξα του".

Τελικά, ο Ανθρωπός Κατσαρός είναι βέβαιος για τον ποιητή Κατσαρό, όσο κι εμείς που θα του απευθύναμε τα ίδια τα λόγια του: "Καθώς λιωμένο μέταλλο, / είδα το δάκρυ σου ποιητή/ με το μολυβδοκόνδυλο/ αθώο σε είδα/ καθώς τις νύκτες/ ξενυχτάς/ γράφοντας" (εκδόσεις "Μανδραγόρας").

Γιάννης ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ