ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 4 Γενάρη 1997
Σελ. /24
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Λήστεψαν 360 δισ. από μικροκαταθέτες

Κυβέρνηση - εμπορικές τράπεζες - εμποροβιομήχανοι, μέσω της ακολουθούμενης πολιτικής επιτοκίων κερδίζουν εκατοντάδες δισ. δραχμές από τη ληστρική εκμετάλλευση των καταθέσεων ταμιευτηρίου

Νέα μείωση των επιτοκίων καταθέσεων κατά 0,5 μονάδες (από 10,75% σε 10,25%) από 7/1/96 ανακοίνωσε χτες η Εθνική Τράπεζα, μειώνοντας την καθαρή απόδοση των αποταμιευτών σε 8,7% στα όρια δηλαδή του επίσημου - και εν πολλοίς αμφισβητούμενου - πληθωρισμού.

Η πολιτική επιτοκίων που ακολούθησαν το 1996 - όπως άλλωστε και τα προηγούμενα χρόνια - κυβέρνηση και εμπορικές τράπεζες, σύμφωνα με δικούς μας υπολογισμούς οδήγησε σε απώλειες τόκων των καταθετών ύψους 357 δισ. δραχμών, ποσό το οποίο μοιράστηκαν οι εμπορικές τράπεζες και οι μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις μέσω της μείωσης των επιτοκίων χορηγήσεων. Παράλληλα, "βολεύτηκε" και η κυβέρνηση, καθώς δημιουργήθηκαν ευνοϊκές συνθήκες μείωσης των επιτοκίων των κρατικών τίτλων στο 11,2% στο τέλος του 1996. Μετά τη νέα αυτή μείωση των επιτοκίων καταθέσεων μειώθηκαν ασφυκτικά και οι πραγματικές αποδόσεις των επιτοκίων που προκύπτουν μετά τη αφαίρεση του επίσημου πληθωρισμού. Από 4,9 μονάδες που ήταν η πραγματική απόδοση στο τέλος του 1995, σήμερα μειώνεται στις 2,55 μονάδες. Αν από 2,55 μονάδες αφαιρέσουμε το φόρο, τότε οι πραγματικές αποδόσεις των καταθέσεων τείνουν να μηδενιστούν.

Το συμπέρασμα, δηλαδή, που προκύπτει από την ακολουθούμενη, κυριολεκτικά, ληστρική πολιτική επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων είναι ότι ωφελήθηκαν οι τράπεζες και οι μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις, ωφελήθηκε το κράτος στην προσπάθεια να μειώσει τα δικά του επιτόκια, ενώ τη "νύφη" την πλήρωσαν και πάλι οι μικροκαταθέτες, οι οποίοι δεν έχουν εναλλακτικές λύσεις τοποθετήσεων, πέραν της παραδοσιακής τοποθέτησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου.

Στη συνέχεια, στηριζόμενοι σε επίσημα κυβερνητικά στοιχεία, παραθέτουμε δύο παραδείγματα για τον τρόπο, με τον οποίο οι εμπορικές τράπεζες ληστεύουν τους μικροκαταθέτες και πώς στη συνέχεια μοιράζονται τη λεία με τους εμποροβιομήχανους.

Παράδειγμα 1: Οι καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμίας στο τέλος του 1995 ανέρχονταν σε 13 τρισ. δραχμές και είχαν επιτόκιο - πριν από τη φορολόγησή τους - 13%. Σε ετήσια, δηλαδή, βάση το κεφάλαιο αποδίδει τόκο 1,6 τρισ. δραχμές.

Στο τέλος του 1996 οι καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμίας (επίσημα στοιχεία Τράπεζας της Ελλάδας) συνεχίζουν να είναι 13 τρισ. δραχμές, αλλά το επιτόκιο πλέον είναι 10,25% - πριν από τη φορολόγηση - και άρα η απόδοση στη διάρκεια ενός χρόνου μειώνεται στα 1,33 τρισ. δραχμές. Στη διάρκεια δηλαδή ενός χρόνου οι εμπορικές τράπεζες θα αποδώσουν λιγότερους τόκους στους καταθέτες ύψους 357 δισ. δραχμών. Τα χρήματα, όμως, αυτά δεν τα βάζουν όλα στα ταμεία τους, αλλά τα μοιράζονται με το εμποροβιομηχανικό κεφάλαιο, μέσω των μειωμένων επιτοκίων χορηγήσεων που του προσφέρουν.

Στο δεύτερο παράδειγμα γίνεται κατανοητό πώς μοιράζεται η πίτα της λείας.

Στο τέλος του 1995 (στοιχεία Οικονομικού Δελτίου Εμπορικής Τράπεζας) η σχέση καταθέσεις/χορηγήσεις ήταν 2,64 προς 1. Στη διάρκεια του 1996 το επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου μειώθηκε 2,75 μονάδες, από 13% σε 10,25%.Την ίδια περίοδο το επιτόκιο χορηγήσεων για κεφάλαια κίνησης μειώθηκε από 21,25% σε 16,25%, κατά 5 δηλαδή μονάδες. Αυτό είναι και το αντίτιμο που εισπράττουν οι εμποροβιομήχανοι, το οποίο μεταφράζεται σε μειωμένους τόκους στα δάνεια που τους χορηγούν οι τράπεζες. Με ύψος χορηγήσεων 5 τρισ. δραχμές στο τέλος του 1995, η κατά 5 μονάδες μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων μεταφράζεται σε μειωμένους τόκους ύψους 255 δισ. δραχμών.

Από τα περίπου 360 δισ. δραχμές, που καρπώθηκαν οι τράπεζες λόγω μείωσης του επιτοκίου καταθέσεων, τα 100 δισ. τα κράτησαν για τον εαυτό τους και τα υπόλοιπα 260 δισ. τα μοίρασαν στους εμποροβιομηχάνους, μέσω της μείωσης των επιτοκίων χορηγήσεων.

Θ. Κ.

Ιδιωτικοποιούνται και οι κτηματικές τράπεζες...

Στο χορό των ιδιωτικοποιήσεων κρατικών τραπεζών αναμένεται να μπουν και οι δυο εξειδικευμένες στη στεγαστική πίστη τράπεζες, η Εθνική Στεγαστική και η Κτηματική. Το μέλλον τους παραμένει αβέβαιο, καθώς από τους εμπλεκόμενους φορείς ακούγονται αντιφατικές απόψεις, ενώ από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση κρατά επίσημα κλειστά τα χαρτιά της και περιμένει να "καθαρίσει" πρώτα με την πώληση των "μικρών" τραπεζών Κρήτης, Αττικής και Κεντρικής Ελλάδος.

Ωστόσο, το πρώτο βήμα - και ίσως ένδειξη των κυβερνητικών προθέσεων - έγινε το καλοκαίρι με την απόφαση της Τράπεζας Ελλάδος να δεσμεύει τμήμα των καταθέσεων των στεγαστικών τραπεζών, κίνηση που ερμηνεύεται από τραπεζικούς παράγοντες σαν προάγγελος της σταδιακής κατάργησης των "προνομίων", που μέχρι τώρα απολάμβαναν οι "ειδικού τύπου" τράπεζες έναντι των υπόλοιπων τραπεζικών ιδρυμάτων.

Από το περιβάλλον της Εθνικής Τράπεζας, που ελέγχει και τις δυο στεγαστικές τράπεζες, αφήνεται να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται καμιά λύση ενόψει των επερχόμενων αλλαγών στην τραπεζική αγορά. Οι ίδιες πηγές ωστόσο, συμπλέοντας ουσιαστικά με τα κυβερνητικά σχέδια, επισημαίνουν ότι οι όποιες αποφάσεις θα μετατοπιστούν χρονικά για τα επόμενα χρόνια και αφού αποκρυσταλλωθεί το τραπεζικό τοπίο μέσα από τα λοιπά σχήματα εξαγορών και συγχωνεύσεων που "μαγειρεύονται" σε άλλες τράπεζες.

Το επικρατέστερο μέχρι στιγμής σενάριο, φέρνει την Εθνική Τράπεζα να απορροφά τη Στεγαστική και να πουλά τη συμμετοχή της στην Κτηματική (περίπου 45%), γεγονός που σημαίνει ότι η τελευταία θα ιδιωτικοποιηθεί. Παράλληλα, πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, προτείνουν εναλλακτικά τη συγχώνευση της Στεγαστικής με την Κτηματική, πρόταση που ωστόσο δεν τυγχάνει ευρείας αποδοχής από τη μητρική Εθνική, ενώ "βλέπεται με καλό μάτι" από την πλευρά της Στεγαστικής Τράπεζας - που είναι κατά πολύ μικρότερη της Κτηματικής και αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί κεφαλαιακή ενίσχυση. Μικρότερες είναι οι πιθανότητες πώλησης της Στεγαστικής από την Εθνική, καθώς εκτιμάται ότι λόγω μεγέθους δε θα συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των εγχώριων και ξένων επενδυτών.

Στο μεταξύ, η διοίκηση της Κτηματικής, προλαμβάνοντας ίσως τις επερχόμενες αλλαγές, ξεκίνησε ήδη πρόγραμμα εσωτερικής αναδιάρθρωσης και ανακατατάξεων αρμοδιοτήτων, προσαρμόζοντας νέα σχήματα στις υπάρχουσες "παραδοσιακές" δομές, ώστε να είναι έτοιμη να μετατραπεί τα αμέσως επόμενα χρόνια σε καθαρά εμπορική τράπεζα. Συγκεκριμένα, προωθούνται αλλαγές στη μηχανογράφηση, ειδικά προγράμματα αξιολόγησης δανειοληπτών, μηνιαίας ενημέρωσης υπολοίπων, εκπαιδευτικών σεμιναρίων για το προσωπικό, εθελούσιας εξόδου κτλ.

Ιδιωτικοποιούνται και οι κτηματικές τράπεζες...

Στο χορό των ιδιωτικοποιήσεων κρατικών τραπεζών αναμένεται να μπουν και οι δυο εξειδικευμένες στη στεγαστική πίστη τράπεζες, η Εθνική Στεγαστική και η Κτηματική. Το μέλλον τους παραμένει αβέβαιο, καθώς από τους εμπλεκόμενους φορείς ακούγονται αντιφατικές απόψεις, ενώ από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση κρατά επίσημα κλειστά τα χαρτιά της και περιμένει να "καθαρίσει" πρώτα με την πώληση των "μικρών" τραπεζών Κρήτης, Αττικής και Κεντρικής Ελλάδος.

Ωστόσο, το πρώτο βήμα - και ίσως ένδειξη των κυβερνητικών προθέσεων - έγινε το καλοκαίρι με την απόφαση της Τράπεζας Ελλάδος να δεσμεύει τμήμα των καταθέσεων των στεγαστικών τραπεζών, κίνηση που ερμηνεύεται από τραπεζικούς παράγοντες σαν προάγγελος της σταδιακής κατάργησης των "προνομίων", που μέχρι τώρα απολάμβαναν οι "ειδικού τύπου" τράπεζες έναντι των υπόλοιπων τραπεζικών ιδρυμάτων.

Από το περιβάλλον της Εθνικής Τράπεζας, που ελέγχει και τις δυο στεγαστικές τράπεζες, αφήνεται να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται καμιά λύση ενόψει των επερχόμενων αλλαγών στην τραπεζική αγορά. Οι ίδιες πηγές ωστόσο, συμπλέοντας ουσιαστικά με τα κυβερνητικά σχέδια, επισημαίνουν ότι οι όποιες αποφάσεις θα μετατοπιστούν χρονικά για τα επόμενα χρόνια και αφού αποκρυσταλλωθεί το τραπεζικό τοπίο μέσα από τα λοιπά σχήματα εξαγορών και συγχωνεύσεων που "μαγειρεύονται" σε άλλες τράπεζες.

Το επικρατέστερο μέχρι στιγμής σενάριο, φέρνει την Εθνική Τράπεζα να απορροφά τη Στεγαστική και να πουλά τη συμμετοχή της στην Κτηματική (περίπου 45%), γεγονός που σημαίνει ότι η τελευταία θα ιδιωτικοποιηθεί. Παράλληλα, πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, προτείνουν εναλλακτικά τη συγχώνευση της Στεγαστικής με την Κτηματική, πρόταση που ωστόσο δεν τυγχάνει ευρείας αποδοχής από τη μητρική Εθνική, ενώ "βλέπεται με καλό μάτι" από την πλευρά της Στεγαστικής Τράπεζας - που είναι κατά πολύ μικρότερη της Κτηματικής και αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί κεφαλαιακή ενίσχυση. Μικρότερες είναι οι πιθανότητες πώλησης της Στεγαστικής από την Εθνική, καθώς εκτιμάται ότι λόγω μεγέθους δε θα συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των εγχώριων και ξένων επενδυτών.

Στο μεταξύ, η διοίκηση της Κτηματικής, προλαμβάνοντας ίσως τις επερχόμενες αλλαγές, ξεκίνησε ήδη πρόγραμμα εσωτερικής αναδιάρθρωσης και ανακατατάξεων αρμοδιοτήτων, προσαρμόζοντας νέα σχήματα στις υπάρχουσες "παραδοσιακές" δομές, ώστε να είναι έτοιμη να μετατραπεί τα αμέσως επόμενα χρόνια σε καθαρά εμπορική τράπεζα. Συγκεκριμένα, προωθούνται αλλαγές στη μηχανογράφηση, ειδικά προγράμματα αξιολόγησης δανειοληπτών, μηνιαίας ενημέρωσης υπολοίπων, εκπαιδευτικών σεμιναρίων για το προσωπικό, εθελούσιας εξόδου κτλ.

ΑΓΟΡΑ
Κι από Χριστούγεννα στις εκπτώσεις

Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά υποχρεώνει τους Εμπορικούς Συλλόγους να αρχίσουν τις εκπτώσεις

Ακόμα δεν τέλειωσε η γιορταστική περίοδος και η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά υποχρεώνει τους εμπορικούς συλλόγους της χώρας να ξεκινήσουν τις χειμερινές εκπτώσεις. Ετσι, από την επόμενη κιόλας βδομάδα και συγκεκριμένα από τις 7 Γενάρη αρχίζει η περίοδος των εκπτώσεων, που σύμφωνα με τους αρχικούς προγραμματισμούς θα συνεχιστεί μέχρι και τα τέλη Φλεβάρη. Σχετική ανακοίνωση έδωσε χτες στη δημοσιότητα η Ομοσπονδία Εμπορικών Συλλόγων Αττικής, Ομορων Νομών και Νήσων Αιγαίου, καθώς και ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιά. Η κοινή απόφαση των Εμπορικών Συλλόγων πάρθηκε σε μία προσπάθεια αποφυγής του φαινομένου των προεκπτώσεων, που συνηθίζεται τα τελευταία χρόνια λόγω της παρατεταμένης κρίσης που επικρατεί στο εμπόριο, και οι οποίες πλήττουν σοβαρά το κύρος του θεσμού και αλλοιώνουν τον πραγματικό χαρακτήρα τους.

Ο εμπορικός κόσμος φαίνεται να έχει κρεμάσει τις ελπίδες του για αναθέρμανση στην αγορά στις επικείμενες εκπτώσεις, αφού την περίοδο των γιορτών δε συνέβη κάτι τέτοιο, αλλά αντίθετα ο τζίρος των καταστημάτων μειώθηκε έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρσι από 25% έως και 50%. Ωστόσο, εκτιμάται ότι δύσκολα θα επέλθει αναθέρμανση, καθώς οι αιτίες της κρίσης, που δεν είναι άλλες από την πολιτική λιτότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση και που έχει σαν συνέπεια τη συνεχή συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, συνεχίζονται. Η κατάσταση πλήττει πολύ περισσότερο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δέχονται και τον αθέμιτο ανταγωνισμό των πολυκαταστημάτων, που καταφεύγουν σε συνεχείς προσφορές όλο το χρόνο και πολλές φορές κάτω του κόστους, αλλά και με την εφαρμογή του ελεύθερου ωραρίου. Αποτέλεσμα αυτής της κρίσης είναι και η αύξηση των διαμαρτυρημένων επιταγών και γραμματίων, καθώς και ο αριθμός των καταστημάτων που καθημερινά βάζουν λουκέτο. Μπροστά σε αυτή την τραγική κατάσταση της αγοράς θεωρείται μάλλον βέβαιο ότι η περίοδος των χειμερινών εκπτώσεων θα παραταθεί τουλάχιστον άτυπα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ