ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 11 Σεπτέμβρη 1996
Σελ. /36
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ - ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ 1996
Με αύξηση εισοδήματος 1 δραχμή αύξηση φόρου 3 δραχμές!

Από το 53,3% του συνολικού φόρου που πλήρωσαν το 1995 οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, το 1996 πληρώνουν το 60,3%. Ληστεία δεκάδων δισ. δραχμών από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας

Σε κάθε δραχμή αύξησης του εισοδήματος, που είχαν πέρσι οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, πλήρωσαν πρόσθετο φόρο εισοδήματος 3 δραχμές οι πρώτοι και 2,40 δραχμές οι δεύτεροι! Αυτό προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, με βάση τα εκκαθαριστικά σημειώματα που στάλθηκαν φέτος και οριστικοποιήθηκε η "εκκαθάριση" των λογαριασμών εφορίας και εργαζομένων για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν το 1995.

Αναλυτικότερα, από την εκκαθάριση 3.410.606 (το 90% περίπου του συνόλου) των φορολογικών δηλώσεων, προκύπτει: Φέτος οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι κατέβαλαν το 60,3% του συνολικού φόρου για εισοδήματα που αποκτήθηκαν πέρσι, ενώ πέρσι είχαν καταβάλλει το 53,3% του συνολικού φόρου για τα εισοδήματα που είχαν αποκτήσει το 1994. Εχουμε δηλαδή μια φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών - συνταξιούχων, κατά 7 ολόκληρες μονάδες.

Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την επεξεργασία των αντίστοιχων πινάκων του Κέντρου Πληροφορικής του υπουργείου Οικονομικών (ΚΕΠΥΟ) και ανατρέπουν ολοσχερώς της κυβερνητική προπαγάνδα περί.. προστασίας των λαϊκών εισοδημάτων από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στην έκθεση της Θεσσαλονίκης παρουσίασε ως κυβερνητικό επίτευγμα το γεγονός ότι η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών - συνταξιούχων το 1995 μειώθηκε στο 53% του συνολικού φόρου. Μόνο που ο κύριος Σημίτης "ξέχασε" να αναφέρει ότι η ποσοστιαία σχετική αυτή μείωση δεν οφείλεται στη φορολογική ελάφρυνση των μισθωτών και των συνταξιούχων (σε απόλυτα μεγέθη η φορολογική επιβάρυνση το 1995 σε σχέση με το 1994 αυξήθηκε) αλλά στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των μικρομεσαίων στρωμάτων λόγω "αντικειμενικών" κριτηρίων τα οποία εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά το 1995. "Ξέχασε" επίσης να αναφερθεί στην εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος του 1996, όπου η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών - συνταξιούχων αυξήθηκε κατά 7 ολόκληρες μονάδες.

Στην προσπάθεια υφαρπαγής της λαϊκής ψήφου ο "εκσυγχρονιστής" κύριος Σημίτης δεν έχει κανένανς ενδοιασμό να υιοθετήσει τη Μακιαβελική μέθοδο των παραπλανητικών μέσων που καθαγιάζονται και εξιλεώνονται λόγω σκοπού.

Τα στοιχεία των δύο πινάκων, όπου παρουσιάζεται η εξέλιξη της φορολογίας εισοδήματος μεταξύ 1995 και 1996, είναι αποκαλυπτικά.

Από την ανάλυση των στοιχείων του πρώτου πίνακα προκύπτει ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι υπέβαλλαν φέτος 2.120.788 φορολογικές δηλώσεις ή το 62,2% του συνόλου. Τα εισοδήματα που δήλωσαν ανέρχονται σε 6,331 τρισ. δραχμές ή το 64,9% του συνόλου και πλήρωσαν 302,9 δισ. δραχμές φόρο ή το 60,3% του συνόλου. Αποδεικνύεται δηλαδή ότι η άμεση φορολογία, παρά τα φορομπηχτικά "αντικειμενικά" κριτήρια που εφάρμοσε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αποτελεί αποκλειστική σχεδόν υπόθεση των μισθωτών και των συνταξιούχων, που τόσο ανενδοίαστα εμπαίζονται τις ημέρες αυτές από τους τυχοδιώκτες υπαλληλίσκους του κεφαλαίου.

Ο δεύτερος πίνακας απογυμνώνει πλήρως τη ληστεία που συντελείται στα λαϊκά εισοδήματα μέσω της εξέλιξης δηλωθέντος εισοδήματος και φόρου.

Βλέπουμε λοιπόν ότι μεταξύ 1996 και 1995, ενώ το μέσο δηλωθέν εισόδημα των εργαζομένων αυξήθηκε 7,3%,ο μέσος φόρος αυξήθηκε κατά 20,9%.Στους δε συνταξιούχους έχουμε αύξηση εισοδήματος 9,4% και φόρου 22,3%.

Το "ανεξήγητο" από πρώτη ματιά φαινόμενο να αυξάνεται το εισόδημα κατά 1 δραχμή και ο φόρος κατά 3 δραχμές οφείλεται στη μη τιμαριθμοποίηση των φορολογικών κλιμακίων. Αποτέλεσμα του φορομπηχτικού αυτού μέτρου είναι το επιπλέον εισόδημα που προκύπτει λόγω ονομαστικής (όχι πραγματικής αύξησης) να φορολογείται με υψηλότερο συντελεστή. Π.χ. ένας εργαζόμενος το 1995 με εισόδημα 2,5 εκατ. δραχμές πλήρωσε φόρο 60 χιλ δραχμές, αν το ονομαστικό του εισόδημα το 1996 αυξήθηκε στα 3 εκατ. δραχμές (αύξηση εισοδήματος 20%) τότε θα πληρώσει φόρο 135.000 δραχμές ή κατά 115% σε σχέση με το 1995.

Και όλα αυτά οι "προστάτες των λαϊκών εισοδημάτων", τα κατάφεραν, κυρίως, με τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, την οποία δεν προτίθενται να τιμαριθμοποιήσουν ούτε το 1997...

Θ. Κ.

Γαλαζοπράσινη φοροληστεία

Οι μεταβολές που σημειώθηκαν στην τελευταία δεκαπενταετία, στην κατανομή της "πίτας" του δηλωθέντος εισοδήματος και του φόρου που πληρώθηκε, αποτελούν ατράνταχτη απόδειξη για το βαθιά ταξικό και αντιλαϊκό χαρακτήρα του φορολογικού συστήματος στην Ελλάδα. Σύμφωνα, λοιπόν, με την επεξεργασία των επίσημων στοιχείων του υπουργείου Οικονομικών, προκύπτει ότι σε κάθε 100 δραχμές εισοδήματος που δηλώθηκε από όλες τις κατηγορίες των φορολογουμένων:

  • Το 1980 οι 62,60 δραχμές ήταν εισοδήματα που είχαν δηλώσει οι μισθωτοί και συνταξιούχοι (49,40 δραχμές από τους μισθωτούς και 13,20 δραχμές από τους συνταξιούχους), οι 29,80 δραχμές προέρχονταν από τους εμποροβιομηχάνους και εισοδηματίες (25,40 δραχμές οι εμποροβιομήχανοι, βιοτέχνες και 4,40 δραχμές οι εισοδηματίες) και οι υπόλοιπες 7,7 δραχμές από τους υπόλοιπους φορολογούμενους (7,50 δραχμές από τους ελεύθερους επαγγελματίες και 0,20 δραχμές από τους αγρότες).
  • Το 1995,σε κάθε 100 δραχμές που δηλώθηκαν στην Εφορία, οι 65 δραχμές προέρχονταν από τους μισθωτούς και συνταξιούχους (45,50 δραχμές από τους μισθωτούς και 19,50 δραχμές από τους συνταξιούχους). Εδώ προκύπτει το παράλογο, να έχουμε αύξηση του μεριδίου των δηλωθέντων εισοδημάτων από τους μισθωτούς και συνταξιούχους, σε μια περίοδο που και τα πραγματικά τους εισοδήματα μειώθηκαν και η ανεργία αυξήθηκε.

Ο παραλογισμός αυτός συνδέεται άμεσα με την κατάργηση της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, που επέβαλε το 1990 η κυβέρνηση της ΝΔ και συνεχίζει να εφαρμόζει μέχρι σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που είχε ως συνέπεια να υποχρεώνονται στην υποβολή φορολογικής δήλωσης και πληρωμής φόρου μισθωτοί και συνταξιούχοι που απαλλάσσονταν. Αντίθετα, το μερίδιο των εισοδημάτων που δήλωσαν στην Εφορία το 1995 οι εμποροβιομήχανοι έπεσε στις 26,10 δραχμές (21,60 δραχμές οι εμποροβιομήχανοι και 4,50 δραχμές οι εισοδηματίες), παρά το γεγονός ότι και οι πρώτοι και οι δεύτεροι αύξησαν σημαντικά τα εισοδήματά τους.

Το γεγονός ότι το ισχύον φορομπηχτικό σύστημα του 1980 έγινε φορομπηχτικότερο για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, προκύπτει και από την κατανομή της "πίτας" του φόρου που πληρώθηκε. Συγκεκριμένα για κάθε 100 δραχμές προσωπικό φόρο εισοδήματος που εισέπραττε το κράτος:

  • Το 1980,η Εφορία έπαιρνε τις 52,10 δραχμές από τους μισθωτούς και συνταξιούχους (38,80 δραχμές από τους μισθωτούς και 13,30 δραχμές από τους συνταξιούχους), τις 35,30 δραχμές από τους... "φτωχούς" εμποροβιομηχάνους(29,80 δραχμές από τους εμποροβιομηχάνους και βιοτέχνες και 5,50 δραχμές από τους εισοδηματίες) και τις υπόλοιπες 12,60 δραχμές από τους άλλους φορολογούμενους (12,40 δραχμές από τους ελεύθερους επαγγελματίες και 0,20 δραχμές από τους αγρότες).
  • Το 1995,η Εφορία έπαιρνε τις 53,50 δραχμές από τους μισθωτούς και συνταξιούχους (39,10 δραχμές των μισθωτών και 14,40 δραχμές των συνταξιούχων), 31,70 δραχμές από τους εμποροβιομηχάνους και εισοδηματίες (26,20 δραχμές από εμποροβιομηχάνους και βιοτέχνες - η αύξηση οφείλεται κυρίως στην εφαρμογή των "αντικειμενικών" κριτηρίων που έπληξε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και όχι στο φιλότιμο των μεγαλοεπιχειρηματιών να δηλώσουν περισσότερα από τα παχυλά εισοδήματά τους - και 5,40 δραχμές από τους εισοδηματίες), ενώ από τους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες 14,80 δραχμές.

Τα παραπάνω στοιχεία - τα οποία δείχνουν πόσο κάλπικες ήταν οι διακηρύξεις τόσο της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ στα τελευταία 15 χρόνια για φορολογικές "επαναστάσεις" που θα κάνουν δικαιότερη την κατανομή των φορολογικών βαρών - θα πρέπει να τα θυμηθούν πολύ καλά όσοι πλήρωσαν τα σπασμένη της γαλαζοπράσινης φορομπηχτικής πολιτικής και να ψηφίσουν ανάλογα.

Λ. Τ.

ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΡΟΣ ΚΟΜΜΑΤΑ
Πάρτε θέση στα προβλήματα των καταναλωτών

Τις προτάσεις της για την προστασία του καταναλωτή γνωστοποίησε στους πολιτικούς αρχηγούς η Ενωση Καταναλωτών Ελλάδας με επιστολή της, ενώ τους ζητά να πάρουν θέση απέναντι σ' αυτές. Ειδικότερα, η Ενωση προτείνει μεταξύ άλλων:

  • τη μετονομασία του Τομέα Εμπορίου του υπουργείου Ανάπτυξης σε υπουργείο Εμπορίου - προστασίας καταναλωτή
  • να τροποποιηθεί η νομοθεσία περί ανταγωνισμού, έτσι ώστε να ελέγχονται οι παρενέργειες και οι αθέμιτες καταστάσεις σε βάρος των καταναλωτών από την έλλειψη λειτουργίας υγιούς ανταγωνισμού.

Για τη νοθεία και την κερδοσκοπία, που έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ενώ το υπουργείο δεν ασκεί επαρκώς τον εποπτικό του ρόλο, η Ενωση Καταναλωτών Ελλάδας προτείνει:

  • να ιδρυθεί "ενιαίος φορέας ελέγχου τροφίμων" στο αρμόδιο υπουργείο
  • να συσταθούν αυτόνομες αγορανομικές αστυκτηνιατρικές υπηρεσίες σε όλα τα Πολυδύναμα Αστυνομικά Τμήματα της χώρας
  • να καθιερωθούν υψηλά πρόστιμα και αυστηρές κυρώσεις για τους νοθευτές καθώς και αφαίρεση άδειας μετά από καταδικαστικές αποφάσεις που θα κρίνει ο αρμόδιος υπουργός Εμπορίου.

Παράλληλα, προτείνεται η ίδρυση ειδικών υπηρεσιών στο υπουργείο Εμπορίου που θα παρακολουθεί την εξέλιξη των τιμών και κάθε φορά θα επιβάλει όπου χρειάζεται ανώτατες τιμές για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του καταναλωτή.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, η Ενωση προτείνει να δοθούν ουσιαστικές αρμοδιότητες στις τριμελείς επιτροπές των νομαρχιών όλης της χώρας για την αντιμετώπιση των αμφισβητούμενων λογαριασμών και ζητά από τα πολιτικά κόμματα να δεσμευτούν για την τιμολογιακή πολιτική που θα εφαρμοστεί μετά τις εκλογές.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ