Μισθωτοί, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και πάλι στο στόχαστρο της κυβέρνησης. Νέοι φόροι και άλλες φοροεπιβαρύνσεις για τα λαϊκά στρώματα
Νέοι φόροι και πολλαπλές φοροεπιβαρύνσεις για τα πλατιά λαϊκά στρώματα επέρχονται με το φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε χτες στη Βουλή. Το σχετικό κείμενο κινείται με αυστηρότητα στην πεπατημένη της επιβολής όλο και περισσοτέρων φόρων για μισθωτούς - συνταξιούχους και άλλους εργαζόμενους και τη θέσπιση ποικιλόμορφων απαλλαγών για το μεγάλο κεφάλαιο. Με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση οριστικοποιεί την άρνησή της για αύξηση του αφορολόγητου ορίου, έστω στα όρια της επίσημης φτώχειας, περιφρονεί το πάγιο αίτημα όλων των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και προχωρά ακάθεκτη στα σχέδια βιαιότερης ανακατανομής των εισοδημάτων υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου.
Ο "Ρ" επιχειρεί σήμερα μία, σχεδόν, κατ' άρθρον προσέγγιση του φορολογικού νομοσχεδίου, όπου:
Σε περίπτωση εφ' άπαξ καταβολής του φόρου, η έκπτωση μειώνεται από 5% σε 2,5%, ενώ αυξάνεται ο συντελεστής φόρου για τις εταιρίες με ονομαστικές μετοχές, μη εισηγμένες στο Χρηματιστήριο από 35% σε 40%. Αυξάνεται η παρακράτηση φόρου για τις επιχειρήσεις από 50% σε 55%, ενώ αυξάνει η παρακράτηση φόρου από 10% σε 15% για τις υπεραποδόσεις επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων των ασφαλιστικών εταιριών.
Αυξημένη παρακράτηση φόρου από 15% σε 20% προβλέπεται επίσης και για τις αμοιβές των ελεύθερων επαγγελματιών, καθώς και για τις καθαρές αμοιβές από υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις, αποζημιώσεις, καθώς και κάθε είδους πρόσθετες αμοιβές. Στο δε καθαρό ποσό των συντάξεων που προέρχονται από ταμεία, επικουρικά, μετοχικά, αρωγής, ή αλληλοβοήθειας επιβάλλεται παρακράτηση 5% για ποσό μέχρι 600 χιλ. δραχμές, 10% για ποσά μέχρι 1.400 χιλ. δραχμές και 15% για ποσά μεγαλύτερα των 1.400 χιλ. δραχμών.
Με το ίδιο άρθρο επιβάλλεται φόρος 3 τοις χιλίοις αντί για 2 τοις χιλίοις στο συνόλου του Ενεργητικού των Αμοιβαίων Κεφαλαίων και των Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου.
Με το άρθρο 7 το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να μας εξαπατήσει σχετικά με την περιβόητη φορολόγηση των τεχνικών εταιριών. Στη μεν πρώτη παράγραφο του άρθρου αυτού αναφέρεται ότι φορολογείται το 40% της διαφοράς των κερδών των τεχνικών εταιριών, που προκύπτει μεταξύ των τεκμαρτών προσδιορισμένων κερδών και αυτών που προκύπτουν από τα βιβλία των επιχειρήσεων (οι τεχνικές εταιρίες προσδιορίζουν τα κέρδη τους και με τους δύο αυτούς τρόπους). Αμέσως, όμως, από κάτω αναφέρεται ότι η διάταξη αυτή δεν ισχύει για προσωπικές εταιρίες και κοινοπραξίες που έχουν συστήσει ανώνυμες τεχνικές εταιρίες και ΕΠΕ (τεχνικές), όταν είναι ευρέως γνωστό ότι οι μεγάλες τεχνικές εταιρίες συστήνουν κοινοπραξίες για την ανάληψη των δημοσίων έργων.
Στο άρθρο 8 αναφέρεται ότι τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν συστήσει οι επιχειρήσεις μέχρι 31/12/96, φορολογούνται κατά 40% του συνόλου. Ειδικότερα προβλέπεται ότι τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν σχηματιστεί από την υπεραξία χρεογράφων φορολογούνται με συντελεστή 17,5%, ενώ τα αποθεματικά των τεχνικών εταιριών με συντελεστή 12,5%.
Με το άρθρο 9 (παρ.1) αλλάζει ο τρόπος απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου επί των τόκων των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου και αυξάνεται από 7,5% σε 10% η αυτοτελής φορολόγηση των τόκων, οι οποίοι προκύπτουν από έντοκα γραμμάτια και ομολογίες του ελληνικού δημοσίου, που εκδίδονται από την 1η Γενάρη 1998 και μετά, καθώς και από ανανεώσεις εντόκων γραμματίων, που γίνονται από την παραπάνω ημερομηνία και μετά.
Επίσης, με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου επιβάλλεται φόρος με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3%ο) στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών για συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσω αυτού.
Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση του νόμου μέχρι την 31.12.1998.
Επίσης, σε κάθε μεταβίβαση του οχήματος αυτοκίνητου δημόσιας χρήσης από επαχθή αιτία, περιλαμβανομένης και της ανταλλαγής του, πριν από τη μεταβίβαση αυτή καταβάλλεται εφάπαξ πάγιο ποσό φόρου για τη μεταβίβαση του πάγιου αυτού στοιχείου και ως εξής:
Με το άρθρο 12 επιβάλλεται, τέλος, υπέρ του δημοσίου με την ονομασία "τέλος συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας", το οποίο βαρύνει τους συνδρομητές των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας. Το τέλος αυτό υπολογίζεται για κάθε μηνιαίο λογαριασμό κάθε σύνδεσης και ορίζεται ως εξής:
Με το άρθρο 13 αυξάνεται η αξία του ειδικού σφραγιστού χάρτη, στο οποίο συντάσσεται η υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986, στις 300 δρχ. από 100 δρχ. που ήταν μέχρι σήμερα. Επίσης, καταργούνται τα πάγια τέλη χαρτοσήμου ορισμένων πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων, αποδεικτικών εγγράφων και αντιγράφων ή αποσπασμάτων αυτών, όπως είναι τα πιστοποιητικά και οι βεβαιώσεις που εκδίδονται για το συμφέρον των ιδιωτών, που δεν υποβάλλονται σε ανώτερα ή κατώτερα τέλη χαρτοσήμου, καθώς και τα πιστοποιητικά στρατολογικής κατάστασης και αυτά που εκδίδονται με βάση τα ληξιαρχικά βιβλία.
Με το άρθρο 14 ορίζεται μεταξύ άλλων ότι δεν απαλλάσσεται από φόρο ο κύριος ακινήτου που μεταβίβασε το δικαίωμα της επικαρπίας, αν δεν έχει παρέλθει τουλάχιστον πενταετία από τη μεταβίβαση αυτή. Με τη μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία αν ο αγοραστής είχε στην κυριότητά του ακίνητο που πληρεί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς του, κατά δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας δεν απαλλάσσεται από το φόρο. Αντίθετα, απαλλάσσεται από το φόρο αυτός που έχει την υψηλή κυριότητα ακινήτου. Στην πράξη όμως γίνεται ευρείας έκτασης καταστρατήγηση της διάταξης αυτής γιατί ο κύριος ακινήτου που πληρούνται οι στεγαστικές του ανάγκες μπορεί να μεταβιβάσει το δικαίωμα επικαρπίας πριν την αγορά και να τύχει απαλλαγής, επειδή στερείται κατά το χρόνο φορολογίας, το δικαίωμα της επικαρπίας.
Με το άρθρο 30 του νομοσχεδίου, καθίσταται υποχρεωτικό και ρυθμίζεται ενιαία για όλες τις επιχειρήσεις του δημοσίου με μορφή Α.Ε. το ύψος του μερίσματος που οφείλουν να διαθέτουν στο μέτοχο.
Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ για το φορολογικό νομοσχέδιο
Την κατηγορηματική αντίθεσή του στην εμμονή της κυβέρνησης σε μια πολιτική άγριου φοροκυνηγητού (όπως προκύπτει και από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε χτες στη Βουλή), εκφράζει το ΚΚΕ. Με χτεσινή ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ καταγγέλλει την ακολουθούμενη φορομπηχτική πολιτική, σημειώνοντας:
"Παρά τη δέσμευση της κυβέρνησης ότι δε θα προχωρούσε σε νέες φορολογικές παρεμβάσεις πέραν των όσων είχαν εξαγγελθεί μέσω του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού του 1998, η κυβέρνηση - επιβεβαιώνοντας τον αντιλαϊκό της κατήφορο - δε δίστασε να προβεί σε νέα φορολογικά μέτρα, που πλήττουν τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους επαγγελματοβιοτέχνες, δηλαδή τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού.
Οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις, μαζί με όσες είχαν ήδη εξαγγελθεί, περιέχονται στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο επιβεβαιώνει και σηματοδοτεί μια νέα κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, που ακολουθεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στο όνομα της απέλπιδας και αντιδραστικής προσπάθειας επίτευξης των δήθεν "υψηλών στόχων" του Μάαστριχτ.
Από τα νέα φορολογικά μέτρα - όπως η αύξηση του συντελεστή παρακράτησης φόρου στα έσοδα των ελεύθερων επαγγελματιών στο 20%, η αύξηση κατά 5% της παρακράτησης σε συντάξεις που καταβάλλονται από τα διάφορα Ταμεία, η αύξηση του φόρου των λιανοπωλητών κ.ά. - διαπιστώνεται ότι πρόκειται για μια πολιτική άγριου φοροκυνηγητού σε βάρος των μικρομεσαίων στρωμάτων του λαού, που σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες, όπως η εισοδηματική πολιτική σε βάρος των εργατοϋπαλλήλων, συνθλίβει το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού".
Το περιεχόμενο του νέου νομοσχεδίου, που δημοσιοποιήθηκε (στη ζούλα) την περασμένη Δευτέρα και κατατέθηκε χτες στη Βουλή, προκάλεσε μεταξύ άλλων και την αντίδραση τόσο μαζικών φορέων όσο και πολιτικών κομμάτων (ΝΔ, Πολιτική Ανοιξη, ΔΗΚΚΙ).
Τη νέα φορολογική επιβάρυνση στις πλάτες των επαγγελματιών βιοτεχνών και εμπόρων, που προβλέπει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ). Οπως υπογραμμίζει η ΓΣΕΒΕΕ, η νέα αύξηση φόρου που θα προκύψει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νομοσχέδιο θα είναι της τάξης του 25%, δηλαδή υπερεξαπλάσια του προβλεπόμενου πληθωρισμού. Η φορολογική αυτή επέλαση κατά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, επισημαίνει, συμπληρώνεται με άλλες επιβαρύνσεις, όπως η αύξηση της προκαταβολής φόρου των ΜΜΕ από 50%-55%, η αύξηση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 10%. Οπως προκύπτει από σχετικό παράδειγμα που δίνει η ΓΣΕΒΕΕ, για εμπορική επιχείρηση 50 τ. μ. με τιμή ζώνης 150.000 το τ. μ., συντελεστή εμπορικότητας 1,40 και συντελεστή απόδοσης 1,30, ο φόρος που αναλογούσε το 1997 ήταν 523.012 δρχ., ενώ με βάση το νέο φορολογικό νομοσχέδιο θα είναι 657.787, καθώς το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα αυξάνεται κατά 12,9%, ενώ ο φόρος κατά 25,6%.
Από κοντά σ' όλα αυτά οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δέχονται και νέα φορολογική επίθεση από την επέκταση του δημοτικού τέλους του 2% σε μια σειρά επιχειρήσεις. Η ΓΣΕΒΕΕ καταγγέλλει την απαράδεκτη επιβολή αυτού του φόρου που μετατρέπει τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) σε φοροεισπρακτικό μηχανισμό και δρα εξοντωτικά σε βάρος των ΜΜΕ και τονίζει ότι οι ΕΒΕ θα αγωνιστούν για να αποδυναμωθεί στην πράξη αυτή η διάταξη.
Επίσης, καταγγέλλει ότι σήμερα συζητιέται στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων η επιβολή του τέλους από 1.1.1998 και η διευρυμένη εφαρμογή του. Αυτό, υπογραμμίζει η Συνομοσπονδία, έρχεται σε αντίθεση με το ν.1080/80 που προβλέπει ότι η απόφαση του ΔΣ πρέπει να έχει παρθεί το προηγούμενο οικονομικό έτος.
"Η γενίκευση του δημοτικού τέλους", επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ, "πλήττει ευθέως σειρά από κλάδους, όπως εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία με σερβιριζόμενα είδη, λαϊκή τέχνη, τουριστικά είδη και δραστηριότητες, είδη δώρων, κοσμηματοπωλεία τουριστικών περιοχών κτλ.". Η επιβάρυνση των επιχειρήσεων με το τέλος αυτό θα είναι τεράστια, καθώς για μια επιχείρηση με 70 εκατ. δρχ. τζίρο που λειτουργεί με συντελεστή καθαρού κέρδους 10%, το τέλος θα ανέρχεται σε 1,4 εκατ. δρχ., ενώ ο φόρος εισοδήματος με τη νέα κλίμακα θα ανέρχεται σε 1.150.000 δρχ. Δηλαδή, μόνο το τέλος των ΟΤΑ ξεπερνά κατά 21,7% το συνολικό φόρο εισοδήματος που καταβάλλει στο κράτος η επιχείρηση. Η ΓΣΕΒΕΕ καλεί το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων να αρνηθεί την υλοποίηση αυτής της διάταξης και να μην ανοίξει μια νέα σελίδα αντιπαράθεσης με τις ΜΜΕ που ήδη πλήττονται από σωρεία επιβαρύνσεων δημοτικών τελών.