ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 17 Φλεβάρη 1998
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΛΟΒΟΥΛΟΥ, ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ Δ' ΕΛΜΕ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ "ΔΗΜΟΣΙΟΫΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ"
"Χρειάζεται αγωνιστική απάντηση του κλάδου"

- Η απόφαση για μια 24ωρη απεργία δασκάλων και καθηγητών, τη στιγμή που το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει το ένα μετά το άλλο τα αντιεκπαιδευτικά μέτρα, οδηγεί στη σκέψη ότι η αντίδραση είναι δυσανάλογη με τις εξελίξεις. Πώς οδηγήθηκε ο κλάδος σε αυτή την απόφαση;

- Είναι πράγματι δυσανάλογη με τις εξελίξεις η αντίδραση, γιατί με τα μέτρα του υπουργείου Παιδείας πλήττονται ευθέως οι μαθητές, η εκπαιδευτική διαδικασία και οι εκπαιδευτικοί. Η σαρωτική κίνηση κατά της παιδείας και των εκπαιδευτικών απαιτεί δυναμική κινητοποίηση και αντίδραση, αγώνα έντονο και διαρκή και κάλεσμα προς όλους της φορείς να συμπαραταχτούν στον αγώνα αυτό.

Με αυτά τα δεδομένα, η 24ωρη απεργία είναι το λιγότερο, που μπορεί να γίνει. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι γενικές συνελεύσεις του κλάδου, που βάσει προηγούμενης απόφασης έπρεπε να γίνουν αμέσως μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων, έφτασε να γίνουν περίπου μέσα Φλεβάρη. Οι παρατάξεις των ΠΑΣΚ, ΔΑΚΕ, ΣΥΝ, με πολλά κοινά, σχετικά με τις ρυθμίσεις στο Νόμο 2525/97 κάθε άλλο παρά αντίσταση σε αυτό επιθυμούσαν και μάλιστα έντονη.

Ετσι, μετά την καθυστέρηση των γενικών συνελεύσεων η προσπάθειά τους στράφηκε στην ελαχιστοποίηση της αντίδρασης. Η ΠΑΣΚ παρά τις προηγούμενες αποφάσεις του κλάδου δε στήριξε το αίτημα για απόσυρση του Νόμου και δεχόταν "αγώνα" μόνο για τη βελτίωσή του. Οι άλλες παρατάξεις έβλεπαν την αναγκαιότητα να αντιπολιτευτούν την ΠΑΣΚ, αλλά όχι και την αναγκαιότητα για ουσιαστικό αγώνα ανατροπής του νόμου και όσων σχεδίων υπουργικών αποφάσεων και ΠΔ έχουν εμφανιστεί. Η πρόταση της ΔΕΕ για δύο 24ωρες στο Φλεβάρη και νέες γενικές συνελεύσεις απορρίφτηκε. Κι έτσι η πρόταση ΔΑΚΕ - ΣΥΝ με τη στήριξη και των "Παρεμβάσεων" έγινε εισήγηση του ΔΣ της ΟΛΜΕ και τελικά απόφαση του κλάδου.

- Ωστόσο υπήρξαν δεκάδες αγωνιστικές αποφάσεις ΕΛΜΕ που προχωρούσαν πιο μπροστά από την εισήγηση των δύο Ομοσπονδιών. Τι σημαίνει αυτό και πώς θα εκφραστεί στη συνέχεια;

- Είναι το πραγματικό αισιόδοξο μήνυμα. Στον κλάδο μας, κι άλλες φορές η βάση φάνηκε πιο μπροστά από τη συνδικαλιστική ηγεσία. Η συσπείρωση γύρω από την πρόταση της ΔΕΕ (απόφαση 16 ΕΛΜΕ) και άλλες, ανάλογες προτάσεις, πιο αγωνιστικές απ' αυτή της Ομοσπονδίας, δείχνει ότι έχει κατανοηθεί η αναγκαιότητα έντονης αντίδρασης. Θα εκφραστεί πρώτα και κύρια με τη συμμετοχή στην απεργία στις 25 Φλεβάρη και στο συλλαλητήριο. Δεν είναι όμως αρκετά. Περιμένουμε, και με την πλατύτερη ενημέρωση, ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της συμμετοχής και τις γενικές συνελεύσεις που θα ακολουθήσουν και ένταση της αγωνιστικότητας της απόφασης και της δράσης στο διάστημα που θα ακολουθήσει.

- Στο πλαίσιο της απόφασης για 24ωρη απεργία ποια είναι η πρόταση της "Δημοσιοϋπαλληλικής Ενότητας Εκπαιδευτικών";

- Η ΔΕΕ, παρά τη θέση για δυσαναλογίες στην απάντηση του κλάδου, στηρίζει την κινητοποίηση και καλεί σε μαζική συμμετοχή όλους τους συναδέλφους. Είναι η αρχή για διεύρυνση του αγώνα. Με προτάσεις, να οργανώνονται συσκέψεις ενημέρωσης γονιών και μαθητών και να καλλιεργείται κλίμα αγωνιστικής συμπαράταξης. Η προσπάθεια της ΔΕΕ στρέφεται στην ενημέρωση των συναδέλφων, τη συσπείρωσή τους πάνω στα σημαντικά προβλήματα και την καταπολέμηση της ηττοπαθούς άποψης: "σιγά μη σταματήσουμε εμείς με μια μέρα απεργία τις επιλογές της κυβέρνησης", άποψη που τελικά και σε τελευταία ανάλυση οδηγεί στην υπονόμευση του αγώνα.


Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

Εκεί που σταματούν όλοι οι άλλοι, ξεκινά η Ελλάδα. Η "ατάκα" αυτή, η οποία χρησιμοποιείται συνήθως για να αποδοθούν οι αθλητικές επιδόσεις κάποιου μεγάλου αθλητή, ταιριάζει απόλυτα για τις πολύ μεγάλες επιδόσεις κερδοφορίας του κεφαλαίου, που, με τη μορφή των ξένων και ελληνικών επιχειρήσεων, λειτουργεί στη χώρα μας. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για τα επίπεδα κερδοφορίας του κεφαλαίου των χωρών - μελών του και οι υψηλότατες επιδόσεις κερδοφορίας στην Ελλάδα είναι όντως προκλητικά, αλλά και αποκαλυπτικά για το καθεστώς εκμετάλλευσης που υφίστανται, όχι μόνο οι Ελληνες εργαζόμενοι στη βιομηχανία, αλλά ολόκληρος ο ελληνικός λαός. Γιατί το επίπεδο κερδοφορίας των επιχειρήσεων προκύπτει σαν παράγοντας της εκμετάλλευσης που υφίστανται οι άμεσοι παραγωγοί του προϊόντος, οι βιομηχανικοί εργάτες, αλλά και σαν αποτέλεσμα της έμμεσης εκμετάλλευσης, που συντελείται σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, κυρίως με την αναδιανομή του εισοδήματος μέσω των μηχανισμών του αστικού κράτους.

****

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ - τα δημοσιεύσαμε την προηγούμενη Κυριακή - η αποδοτικότητα του βιομηχανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα, από 20,8% το 1985, έφτασε το 22,8% το 1992 και το 25% το 1996. Με τις επιδόσεις αυτές, το βιομηχανικό κεφάλαιο διατηρεί σταθερά - και μακράν του δεύτερου - την πρώτη θέση μεταξύ των 15 χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τη δεύτερη θέση - μετά τις ΗΠΑ - μεταξύ των χωρών - μελών του ΟΟΣΑ. Μπροστά στις επιδόσεις αυτές του βιομηχανικού κεφαλαίου της χώρας μας, οι αντίστοιχες επιδόσεις των άλλων χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κυριολεκτικά, ωχριούν. Για παράδειγμα, στη "θατσερική" Αγγλία, οι εκεί βιομήχανοι, σε κάθε 100 μονάδες που επένδυαν σε πάγιο κεφάλαιο, σε ετήσια βάση έπαιρναν πίσω κατά μέσο όρο 110 μονάδες. Η απόδοση του κεφαλαίου στη Γερμανία του Κολ κινήθηκε όλη την περίοδο 1985 - 1996 σε επίπεδα 12% - 13%. Το ίδιο, λίγο - πολύ, συμβαίνει με όλες τις χώρες - μέλη του ΟΟΣΑ, ενώ μεγαλύτερη απόδοση κεφαλαίων, εκτός από την Ελλάδα, υπάρχει σε ΗΠΑ, Ολλανδία και στην Ισπανία του "σοσιαλιστή" Γκονζάλες.

Με βάση τα αποκαλυπτικά αυτά στοιχεία, προκύπτουν δύο βασικά συμπεράσματα:

Το πρώτο αποτελεί δικαίωση της θέσης που έχει διατυπώσει η Αριστερά στη χώρα μας, σύμφωνα με την οποία ο τύπος καπιταλιστικής ανάπτυξης, που υπήρξε μεταπολεμικά στην Ελλάδα, στηρίχτηκε στην πολύ φθηνή αμοιβή της εργασίας. Εργασίας, η οποία κατά κανόνα αμείβεται κάτω από την αξία της, με κατάληξη να αποτελεί το βασικό μοχλό της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Στην Ελλάδα, τα τελευταία πενήντα χρόνια, δημιουργήθηκε τεράστιος πλούτος, ο οποίος, όμως, δε διοχετεύτηκε στην κάλυψη παραγωγικών και κοινωνικών αναγκών, αλλά τροφοδότησε την κερδοσκοπία σε γη και "χαρτιά" της αστικής τάξης, μετατράπηκε σε τραπεζικές καταθέσεις στην Ελβετία, ή κατασπαταλήθηκε για την πολυτελή διαβίωση των αστών. Αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα, τότε πώς η κα Δασκαλάκη θα μπορούσε να ικανοποιήσει "το όνειρο της ζωής της" με την αγορά ενός πύργου 16,5 δισ. δραχμών;

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι τα εφαρμοζόμενα προγράμματα λιτότητας πυροδοτούν τα καπιταλιστικά κέρδη και αυξάνουν το βαθμό εκμετάλλευσης των εργατών. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι την περίοδο 1985 - 1988 (περίοδος εφαρμογής του προγράμματος λιτότητας από το ΠΑΣΟΚ), η απόδοση κεφαλαίου αυξήθηκε από 20,5% σε 21,8% και το μερίδιο της εργασίας στο βιομηχανικό τομέα μειώθηκε, από 58,3%, σε 54,2%. Κατά την περίοδο εφαρμογής του δεύτερου προγράμματος λιτότητας, η απόδοση του κεφαλαίου αυξήθηκε, από 19,7% το 1990, σε 25% το 1996 (παρουσίασε συνεχή άνοδο), ενώ το μερίδιο της εργασίας μειώθηκε, από 57% το 1990, σε 51,2% το 1993, για να ανέλθει στο 54% το 1996 (στα επίπεδα, δηλαδή, του 1988).

****

Τα στοιχεία αυτά καταρρίπτουν και ορισμένους μύθους που η αστική τάξη χρησιμοποιεί σαν καραμέλα τις τελευταίες δεκαετίες.

Σύμφωνα με τον πιο διαδεδομένο από αυτούς, οι Ελληνες εργαζόμενοι δεν είναι παραγωγικοί, έχουν υψηλούς μισθούς, δεν αποδίδουν, είναι τεμπέληδες και τρώνε τζάμπα το ψωμί τους (με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα οι δουλοκτήτες στην αρχαιότητα κατηγορούσαν τους δούλους). Τα "επιχειρήματα" αυτά προσπαθούν, μάλιστα, να τα στηρίξουν με "επιστημονικά" δεδομένα. Ετσι, στο τελευταίο στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας, διαβάζουμε ότι την περίοδο 1992 - 1997, η παραγωγικότητα στη μεταποίηση αποτελεί ένα ελάχιστο ποσοστό του κόστους εργασίας, το οποίο αυξάνει με μεγάλα άλματα. Αρα, το ζητούμενο είναι η συμπίεση του κόστους εργασίας, άρα του μισθού, ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Το ίδιο ακριβώς επιχείρημα της αύξησης της παραγωγικότητας χρησιμοποιεί και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να διαλύσει τις εργασιακές σχέσεις. Δε θα σταθούμε εδώ στο ότι σκόπιμα συγχέουν την παραγωγικότητα με την εντατικότητα της εργασίας. Απλώς θέλουμε να επισημάνουμε ότι το όραμα της άρχουσας τάξης είναι, οι φτωχότεροι και πιο κακοπληρωμένοι εργάτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, να γίνουν πιο φτωχοί και πιο άθλιοι, ώστε να αυξηθούν τα καπιταλιστικά κέρδη.

Διαλύεται επίσης και ο άλλος μύθος, αυτός του "κοινωνικού κράτους" που υπάρχει στην Ελλάδα, που στις σημερινές διεθνοποιημένες συνθήκες είναι πολύ ακριβό, στέκεται εμπόδιο ...στον ανταγωνισμό και γι' αυτό και θα πρέπει να το ...μεταρρυθμίσουμε. Τα νοσοκομεία - "κοτέτσια", την άθλια "δημόσια" παιδεία, το επίσης άθλιο ασφαλιστικό σύστημα, τα μετρούν σήμερα με τη λογιστική μεζούρα και τα βγάζουν ...ακριβά. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Αυτό το άθλιο εποικοδόμημα του "κοινωνικού κράτους", που θέλουν σήμερα να γκρεμίσουν, υπήρξε συμβατό με τις πιο βάρβαρες και απάνθρωπες συνθήκες καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, τέτοιες που οδήγησαν την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις των δεικτών του ΟΟΣΑ.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για τα επίπεδα κερδοφορίας του κεφαλαίου των χωρών - μελών του και οι υψηλότατες επιδόσεις κερδοφορίας στην Ελλάδα είναι όντως προκλητικά, αλλά και αποκαλυπτικά για το καθεστώς εκμετάλλευσης, που υφίστανται, όχι μόνο οι Ελληνες εργαζόμενοι στη βιομηχανία, αλλά ολόκληρος ο ελληνικός λαός



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ